της Ιφιγένειας Καλαντζή*
Προσανατολισμένο στις ανεξάρτητες και πρώτες σκηνοθετικές απόπειρες νέων κινηματογραφιστών, το Διεθνές Διαγωνιστικό Τμήμα της 24ης διοργάνωσης του Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας» μοιάζει να ωριμάζει, με 15 αξιόλογες ταινίες από Λιθουανία και Ελβετία μέχρι Παραγουάη και Ινδονησία. Πρόεδρος της κριτικής επιτροπής ήταν ο Ισραηλινός σκηνοθέτης Άρι Φόλμαν, ενώ φέτος καθιερώθηκε και η απονομή βραβείου και από την Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ).
Σε αντίθεση με προηγούμενες γενιές, που αναζητούσαν νέα, πρωτότυπη κινηματογραφική γλώσσα, οι περισσότεροι νέοι σκηνοθέτες του φετινού Διαγωνιστικού επέλεξαν ρεαλιστική φόρμα, προκειμένου να αφηγηθούν με απλό τρόπο ιστορίες με καθημερινούς ήρωες, μακριά από τα χολιγουντιανά ηρωικά πρότυπα ταινιών δράσης, που κατακλύζουν την παγκόσμια κινηματογραφική παραγωγή και διανομή.
Οι θεματικές που κυριάρχησαν στρέφονται γύρω από τα προσωπικά αδιέξοδα και τις διαπροσωπικές σχέσεις μιας εσωστρεφούς νεολαίας, που αναζητά σύγχρονη ταυτότητα, διεκδικώντας ελευθερία σεξουαλικών επιλογών, ενώ καταλήγει συχνά σε παραβατική συμπεριφορά, ακόμα και ανομολόγητη βία.
Η παρατήρηση της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης μέσα από καθημερινές μυθοπλαστικές ιστορίες ανάγει το σινεμά σε κοινωνιολογικό εργαλείο παρατήρησης του ατόμου και των ενεργειών του, μέσα σε ένα συγκεκριμένο σύστημα εξουσίας, διερευνώντας τους όρους ενός νέου Κοινωνικού Συμβολαίου, σε αντιστοιχία με την περίοδο του Διαφωτισμού. Ποια είναι η ουσιαστική σημασία της οικειοθελούς συναίνεσης του ίδιου του ατόμου στην εγκατάλειψη της φυσικής του ελευθερίας, εις όφελος ενός μικροαστισμού, αλλά και πώς εξασφαλίζεται μια συλλογική κοινωνική ευημερία, με παράλληλη διατήρηση της ατομικής ελευθερίας, στα πλαίσια ενός κράτους δικαίου.
Στο Διαγωνιστικό ξεχώρισαν δυο ανθρωποκεντρικές ταινίες.
Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία Ανάσα Ελευθερίας, της Ισλανδής Ίσολντ Ιγκατότιρ, εστιάζει στο μεταναστευτικό ζήτημα, με τα κλειστά σύνορα στις ευρωπαϊκές χώρες.
Μητέρα ενός μικρού αγοριού και πρώην τοξικομανής, η πρωταγωνίστρια, στα όρια της φτώχειας, εγκαταλείπει το μικρό διαμέρισμα και κοιμάται με τον γιο της και το γάτο του στο αυτοκίνητο. Η απρόσμενη πρόσληψή της ως ελέγκτριας διαβατηρίων στο αεροδρόμιο την φορτίζει με υπερβάλλοντα ζήλο. Έτσι, δεν διστάζει να καταδώσει μια Αφρικανή μετανάστρια με πλαστό διαβατήριο, παρόλο που έχει αντιληφθεί ότι είναι μητέρα. Η μετανάστρια συλλαμβάνεται, δικάζεται και βγαίνει με χρηματικό πρόστιμο, περιορισμένη πλέον σε κέντρο κράτησης μεταναστών, μακριά από την κόρη της. Οι ιστορίες των δύο αυτών γυναικών συγκλίνουν στην κατά τύχη συνάντησή τους και την ανάπτυξη μιας απρόσμενης φιλίας, παρά την αρχική αντιπαλότητα, καθώς αναγνωρίζουν πως βρίσκονται στην ίδια μοίρα, στο περιθώριο της ζωής. Μαθήματα ανθρωπιάς παραδίδει η Ιγκατότιρ, αναδεικνύοντας την αλληλεγγύη που αναπτύσσονται στο περιθώριο, μέσα από μια ευαίσθητη κάμερα στο χέρι.
***
Στην πιο επεξεργασμένη σκηνοθετικά ταινία Στους Διαδρόμους, του 38χρονου Τόμας Στούμπερ, αναδεικνύεται το πορτρέτο του σύγχρονου προλετάριου, με πρωταγωνιστές τους γνωστούς Γερμανούς ηθοποιούς Σάντρα Χούλερ και Φρανκ Ρογκόφσκι.
Ο εσωστρεφής νεαρός Κρίστιαν πιάνει δουλειά σε ένα σουπερμάρκετ χονδρικής, στη νυχτερινή βάρδια. Πλάι στον γηραιότερο μελαγχολικό Μπρούνο, μαθαίνει να χειρίζεται επιδέξια το κλαρκ για τις εκφορτώσεις, ωστόσο κεραυνοβολείται από έρωτα, μόλις το βλέμμα του πέσει πάνω στην όμορφη και δυναμική Μαριόν, στο τμήμα ζαχαρωτών, που είναι εγκλωβισμένη σε έναν ατυχή γάμο.
Με φόντο μια ανομολόγητη ερωτική ιστορία αναβιώνει ένας ολόκληρος εργασιακός μικρόκοσμος, με τους δικούς του πρωταγωνιστές και κανόνες αρμονικής συμβίωσης.
Ο πρωταγωνιστής βλέπει τη ζωή του να σπαταλάται στους διαδρόμους του σούπερ μάρκετ. Σε εκτός κάδρου παρατηρήσεις του σχολιάζει πως χάνει την αίσθηση του χρόνου, όταν δουλεύει διαρκώς με τεχνητό φωτισμό και επιστρέφει στο γυμνό διαμέρισμά του πάντα βράδυ, ακολουθώντας μια ψυχοφθόρα ρουτίνα, που τον συνθλίβει σταδιακά, ενώ κινδυνεύει να αποκτήσει μελλοντικά τα χαρακτηριστικά του προκατόχου του Μπρούνο. Μέσα από τον Μπρούνο, από την άλλη, γίνεται νοσταλγική αναφορά στα χρόνια της Ανατολικής Γερμανίας, όταν εξιστορεί στον Κρίστιαν ότι ήταν νταλικέρης αρχικά εκεί, στην τότε Λαϊκή Μεταφορική Εταιρεία, που εξαγοράστηκε από τη σημερινή.
Γεννημένος στη Σαξονία, μέρος της άλλοτε Ανατολικής Γερμανίας, ο Στούμπερ κινηματογραφεί ένα εργασιακό περιβάλλον με παραδόξως ρομαντική διάθεση, αναδεικνύοντας τους χώρους εργασίας μέσα από σταθερά και μετωπικά πλάνα και ενίοτε τράβελινγκ, με υποφωτισμένη εικόνα που ανταποκρίνεται στην αίσθηση της νυχτερινής βάρδιας. Γεμάτη από επιμελημένες εικαστικά εικόνες, με οπτικές και ηχητικές κινηματογραφικές αναφορές, η ταινία διερευνά πώς το εργασιακό περιβάλλον και οι ρυθμοί μιας εξουθενωτικής ρουτίνας κρατάνε δέσμιο τον σύγχρονο άνθρωπο, περιορίζοντας συστηματικά τις ελευθερίες του. Δίχως να γίνεται διδακτική, η ταινία αγγίζει πολιτική διάσταση μέσα από τον ακυρωμένο ανθρωπισμό των τριών υπαλλήλων που προσεγγίζει σε τρία ξεχωριστά κεφάλαια, που φέρουν το όνομά τους, ενώ ο προσωπικός χώρος καθενός συνθέτει στοιχεία της ψυχοσύνθεσής του.
Ο σκηνοθέτης βρέθηκε στην Αθήνα, για να προλογίσει την ταινία του και ανέφερε πως το ηχητικό μοτίβο παφλασμού κυμάτων αποτελεί αναφορά στον Τρυφώ.
***
Στα πλαίσια της νέας ενότητας του Φεστιβάλ «Σινεμά και Ισότητα», με υπότιτλο «Το μέλλον είναι γυναίκα», ανάμεσα σε σειρά ντοκιμαντέρ, που προβλήθηκαν με ελεύθερη είσοδο στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος, ξεχώρισε το αγωνιστικό Οι Σαντινίστας της Τζένι Μάρεϊ, που προλόγισε η ιστορικός Τασούλα Βερβενιώτη.
Αναβιώνοντας έναν εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα που οδήγησε σε μια νικηφόρα επανάσταση στη Νικαράγουα, στα μέσα του ’70, το ντοκιμαντέρ εστιάζει στην αποσιωπημένη σημαντική γυναικεία συμβολή στις επαναστατικές διαδικασίες. Μέσα από μαρτυρίες γυναικών που συμμετείχαν ενεργά στον ένοπλο αγώνα των Σαντινίστας και πολέμησαν γενναία μέσα από καίριες ηγετικές θέσεις στο στρατό του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου Νικαράγουας, ανατρέποντας τον στυγνό δικτάτορα Σομόσα, μόλις πήραν την εξουσία από το 1979, με επικεφαλής τον Ντανιέλ Ορτέγκα και ξεκίνησαν οι επαναστατικές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις στην οικονομία, τον πολιτισμό και στα δικαιώματα των γυναικών, γρήγορα παραμερίστηκαν από τους συμμαχητές τους και στη συνέχεια περιθωριοποιήθηκαν.
Ο τρόπος που παρουσιάζει το ντοκιμαντέρ το ηρωικό τους προφίλ, μέσα από φωτογραφικό υλικό και άφθονα έγχρωμα φιλμάκια, ενισχύεται αρχικά από την επιλογή πανκ ροκ μουσικής υπόκρουσης στις περιγραφές των ένοπλων επιχειρήσεων, ενώ στις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, μετά την επανάσταση, η παραδοσιακή εθνική λατινοαμερικάνικη χροιά τονίζεται μέσα από μια ρυθμική λάτιν αφρομπίτ χορευτική μουσική.
Στο προβληματικό όμως τέλος επιχειρείται μια απλή αναφορά στο κομμάτι της εξωτερικής επεμβατικής πολιτικής των ΗΠΑ, μέσω της οργάνωσης Κόντρας, παρακάμπτοντας γρήγορα τις εμφύλιες συγκρούσεις, ως τη συμβιβαστική ειρηνευτική συμφωνία, με επίβλεψη διεθνών παρατηρητών, που ανέβασαν την Ακροδεξιά στην εξουσία, με επικεφαλής την Βιολέτα Τσαμόρρο, ενώ αφήνεται ένας διάχυτος φόβος για τη θέση των γνωστών πλέον μαχητριών γυναικών, με αμηχανία και κυρίως πίκρα για το αδιέξοδο στο οποίο οδηγήθηκε τελικά και από τα μέσα μια νικηφόρα επαναστατική ανατροπή, σε ένα στυγνό καπιταλιστικό περίγυρο.
*Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου [email protected]