Το μόνο οργανωμένο πλάνο που διαφαίνεται είναι η συρρίκνωση του μορφωμένου δυναμικού της χώρας
Της Ελένης Κουκουλέτσου*
Για μια ακόμα φορά γινόμαστε, τους τελευταίους μήνες, μάρτυρες μιας ανελέητης επίθεσης εις βάρος της Παιδείας, στο όνομα του δήθεν εξορθολογισμού του εκπαιδευτικού συστήματος. Ο λόγος περί της επιβολής ΦΠΑ ύψους 23% στην ιδιωτική εκπαίδευση, ιδέα εξαιρετικά ευφυής, που ταλανίζει επί μακρόν όλους τους ενδιαφερόμενους, εκπαιδευτικούς και μη. Το μέτρο αυτό αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία για αναπτυγμένη χώρα.
Ο τρόπος που προάγεται είναι δηλωτικός της υποκρισίας με την οποία αντιμετωπίζεται το ζήτημα της εκπαίδευσης. Ξαφνικά, το δημόσιο σχολείο βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη από τις νέες ηγεσίες, όχι όμως για να το αναμορφώσουν όπως διατείνονται, αλλά ως άλλοθι για να απαξιωθεί συλλήβδην ο ιδιωτικός τομέας. Τα κέντρα ξένων γλωσσών, στην πλειοψηφία τους μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αποτελούν μια πραγματικότητα στην ελληνική κοινωνία συμπληρώνοντας και συχνά εκπληρώνοντας το έργο του δημόσιου σχολείου, όσον αφορά την πλήρη γνώση και πιστοποίηση των ξένων γλωσσών.
Ωστόσο, προσπαθούν να επιβιώσουν από απανωτά χτυπήματα που καταρρακώνουν εκείνους που με ατέλειωτες εργατοώρες και κατάθεση ψυχής τα ανέδειξαν σε χώρους ουσιαστικής γνώσης. Η παραπάνω προσπάθεια προσέκρουε, ανέκαθεν, σε ανεδαφικές οικονομικές απαιτήσεις, όπως αυτή των υπέρογκων ασφαλιστικών εισφορών. Όλοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες που εμπίπτουν στην ανώτατη ασφαλιστική κλίμακα, καλούνται να καταβάλουν περισσότερα από 900€ ανά δίμηνο, ανεξάρτητα από τα κέρδη και τη φοροδοτική τους ικανότητα, γεγονός που αποτελεί καταφανή αδικία και παγκόσμια πρωτοτυπία. Προεκλογικές υποσχέσεις που αφορούσαν τη μείωση των εισφορών ή σε περίοδο χάριτος για μεγάλες οφειλές, έπεσαν στο κενό. Αντ’ αυτού, οι οφειλέτες κλήθηκαν να ενταχθούν σε μια ρύθμιση με «προνομιακούς» όρους, σύμφωνα με τους οποίους η καθυστέρηση πληρωμής της τρέχουσας εισφοράς, έστω και για μία ημέρα, αντιμετωπίζεται με αυτόματη απώλεια της ρύθμισης, μη δυνατότητα υπαγωγής εκ νέου και υποχρέωση καταβολής ολόκληρου του οφειλόμενου ποσού.
Αναλογιζόμενοι τι ισχύει πλέον για την απελευθέρωση των πλειστηριασμών, αντιλαμβανόμαστε πως ένας πολίτης μεσαίου ή χαμηλού εισοδήματος, που ήδη βάλλεται από αλλεπάλληλους φόρους, εάν τελεί παράλληλα σε καθεστώς στεγαστικού δανείου και ρύθμισης οφειλών, είναι απλά καταδικασμένος. Η επιβάρυνση ΦΠΑ για τη φοίτηση του παιδιού του, έστω και αν, όπως κυνικά ειπώθηκε, πρόκειται για πενταροδεκάρες, αποτελεί τη χαριστική βολή. Η οριζόντια επιβολή του μέτρου χωρίς διάκριση είναι κοινωνικά άδικη και στερεί από την πλειονότητα των παιδιών τη δυνατότητα να μετέχουν σε οποιαδήποτε εκπαιδευτική διαδικασία εκτός σχολείου.
Το σκεπτικό είναι εύκολα αναγνώσιμο. Τα μικρομεσαία κέντρα ξένων γλωσσών και φροντιστήρια μέσης εκπαίδευσης να καταληφθούν από πολυεθνικές εταιρίες –σκηνικό παρόμοιο με αυτό των φαρμακείων– που θα λειτουργούν απρόσωπα, απορροφώντας με αμοιβές πενιχρές ανθρώπους με έτη εμπειρίας και υψηλά προσόντα. Ας κατανοήσουν οι πολιτικές ηγεσίες ότι, για να εξαλείψουν σταδιακά την ανάγκη ύπαρξης κέντρων ξένων γλωσσών ή φροντιστηρίων Μέσης Εκπαίδευσης, οφείλουν πρώτα να αναμορφώσουν το δημόσιο σχολείο ώστε να παρέχει τα εφόδια για την επαρκή κατάρτιση των παιδιών μέσα από ελκυστικές και αποτελεσματικές διαδικασίες. Τα ισοπεδωτικά μέτρα δεν οδηγούν πουθενά, παρά μόνο στην εξαθλίωση. Η πνευματική ανάκαμψη είναι η μόνη οδός για τη συνολική ανάκαμψη της χώρας. Με την υπάρχουσα κατάσταση στη δημόσια εκπαίδευση και την παράλληλη επιβολή ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση, το μόνο οργανωμένο πλάνο που διαφαίνεται είναι η μεθοδευμένη συρρίκνωση του μορφωμένου δυναμικού της χώρας. Και το πλέον θλιβερό σε αυτή τη διαπίστωση είναι ότι το επαναλαμβανόμενο αυτό μοτίβο φέρει αυτή τη φορά –έστω και κατ’ ευφημισμό– αριστερό πρόσημο.
* Η Ελένη Κουκουλέτσου είναι καθηγήτρια Αγγλικών – Νομικός, Ιδιοκτήτρια Κέντρου Ξένων Γλωσσών