Σήμερα οι Ιρλανδοί προσέρχονται στις κάλπες, και η ψήφος τους αναμένεται να τροποποιήσει ριζικά το πολιτικό σκηνικό δεκαετιών. Τα δύο παραδοσιακά κεντροδεξιά κόμματα που κυριαρχούν στην πολιτική ζωή της χώρας και εναλλάσσονται στην πρώτη θέση, το Fine Gael και το Fianna Fáil, ίσως αναγκαστούν να συνηθίσουν μια διαφορετική κατάσταση. Αιτία είναι η αναμενόμενη ραγδαία αύξηση της εκλογικής επιρροής του Sinn Féin που, μέχρι να χτυπηθεί η Ιρλανδία από την οικονομική κρίση του 2008-2009, ήταν περιθωριακό – οι δυνάμεις του επικεντρώνονταν στη Βόρεια Ιρλανδία, όπου λειτουργούσε ως πολιτική πτέρυγα του IRA. Η συμφωνία ειρήνευσης και η λήξη του ένοπλου αντιβρετανικού αγώνα στις αρχές του αιώνα μας επέτρεψαν μια αργή διείσδυση του έως τότε θεωρούμενου «εξτρεμιστικού» Sinn Féin και στον ανεξάρτητο Νότο, όπου έκανε στροφή και σε κοινωνικά προβλήματα (πέρα από το «πάγιο αίτημα» της αποτίναξης της βρετανικής κατοχής στον Βορρά ώστε να επιτευχθεί η ένωση όλου του ιρλανδικού νησιού).
Αυτή η νέα πολιτική, που προσωποποιήθηκε στην ηγεσία του χαρισματικού Τζέρι Άνταμς, παλαίμαχου του αντιβρετανικού αγώνα, «συναντήθηκε» την προηγούμενη δεκαετία με τη λαϊκή δυσαρέσκεια για τις πολιτικές λιτότητας που επέβαλαν οι διαδοχικές κυβερνήσεις σε συνεργασία με την Ε.Ε. και το ΔΝΤ. Μια πολιτική που οδήγησε σε χαράτσια, ιδιωτικοποιήσεις, κατασχέσεις σπιτιών, κλείσιμο μικρομεσαίων επιχειρήσεων κ.ο.κ., προκαλώντας τελικά μια νέα ιρλανδική Έξοδο: όπως συνέβη (σε μεγαλύτερο βέβαια βαθμό) και στην Ελλάδα, κατά κύματα μετανάστευσαν δεκάδες χιλιάδες Ιρλανδοί νεαρής ηλικίας, αναζητώντας δουλειά και μια αξιοπρεπέστερη ζωή στο εξωτερικό…
Η κρίση φέρνει, για αρχή, τρικομματισμό
Κάπως έτσι το Sinn Féin, που στα τέλη του προηγούμενου αιώνα (1997) έπαιρνε 2,5% στις ιρλανδικές εκλογές, έφτασε το 6,9% το 2007 και συνέχισε την ανοδική πορεία του στις κάλπες: 9,9% το 2011 και 13,8% το 2016. Οι δημοσκοπήσεις για τις σημερινές εκλογές το εκτινάσσουν στο 23-25%. Αν οι προβλέψεις αυτές υλοποιηθούν, δεν αποκλείεται να βρεθεί στην πρώτη θέση, καθώς το κυβερνών κεντροδεξιό Fine Gael του πρωθυπουργού Λίο Βαράντκαρ αναμένεται να υποστεί σοβαρές απώλειες, από τις οποίες δεν φαίνεται να κερδίζει ο ιστορικός αντίπαλός του, το επίσης κεντροδεξιό Fianna Fáil. Με οποιοδήποτε σενάριο, ο ιρλανδικός δικομματισμός αναμένεται να μετατραπεί σε τρικομματισμό. Όσο για τα μικρότερα κόμματα, οι μόνοι που εμφανίζονται να έχουν άνοδο είναι οι Πράσινοι. Οπωσδήποτε το Sinn Féin είναι μακριά από τη διακυβέρνηση: τα δύο μεγαλύτερα κόμματα έχουν «ορκιστεί» ότι δεν θα συνεργαστούν ποτέ μαζί του. Αλλά και μόνο η ανάδειξή του στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα αποτελούσε πριν λίγα μόλις χρόνια σενάριο επιστημονικής φαντασίας!
Οι αιτίες της παραμένουσας δυσαρέσκειας, που τροφοδοτεί την άνοδο του Sinn Féin, έχουν να κάνουν με τις επίμονες συνέπειες της κρίσης και της επιβολής ενός καθεστώτος σκληρής λιτότητας πριν δέκα χρόνια. Η πολυδιαφημισμένη «ιρλανδική έξοδος από τα μνημόνια» μπορεί να ξανανέβασε την κερδοφορία των μεγάλων επιχειρήσεων και του τραπεζικού τομέα, αλλά μικρό όφελος είχε για τη λαϊκή πλειοψηφία των μικρομεσαίων στρωμάτων. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η κρίση στον τομέα της κατοικίας, με τα ενοίκια να εκτινάσσονται και να παρατηρείται δραματική αύξηση των άστεγων, όπως και το αυξημένο κόστος των υπηρεσιών υγείας. Το Sinn Féin κατεβαίνει στις εκλογές με τρεις βασικές δεσμεύσεις για την επόμενη πενταετία: κατασκευή 100.000 λαϊκών κατοικιών, ενίσχυση των δημόσιων συστημάτων υγείας και παιδείας, και δημοψήφισμα για την ένωση όλου του νησιού. Με παρόμοιο πρόγραμμα εξέλεξε πέρυσι, για πρώτη φορά στην ιστορία του, τους περισσότερους βουλευτές στον υπό βρετανικό έλεγχο Βορρά. Ο γοητευτικός νεαρός Βαράντκαρ δεν φαίνεται ικανός να σταματήσει την κάθοδο του Sinn Féin και στο Νότο.