της Μαρίας Μπελαδάκη*
Την περασμένη Τρίτη, η Mohegan Gaming and Entertainment σε συνεργασία με την ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ παρουσίασαν το Ιnspire Athens, την πρόταση για το πρώτο ολοκληρωμένο τουριστικό συγκρότημα με καζίνο (Integrated Resort and Casino – IRC) στο Ελληνικό. Το σχέδιο του κτιρίου είναι μια δημιουργία του αρχιτεκτονικού γραφείου Steelman Partners, ενώ «η έμπνευση προέρχεται από την Ακρόπολη και τις Καρυάτιδες», διαβάζουμε σε διάφορες ιστοσελίδες που συνοδεύονται από φωτορεαλιστικές απεικονίσεις του έργου.
Να θυμηθούμε ότι η διαδικασία της επένδυσης του Ελληνικού ξεκινάει τον Νοέμβριο του 2014, επί κυβέρνησης Σαμαρά, 11 μήνες μετά την υπογραφή της τροποποιητικής-συμπληρωματικής σύμβασης τον Ιούνιο του 2016, επί κυβέρνησης Τσίπρα και ολοκληρώνεται σήμερα επί κυβέρνησης Μητσοτάκη, υποσχόμενη μάλιστα ότι στο διαγωνισμό που γίνεται για τους δύο επενδυτές του έργου λειτούργησαν με μέγιστη διαφάνεια.
Σε αυτή τη περίπτωση δεν μιλάμε απλά για ένα τεράστιας κλίμακας έργο υπερτοπικού χαρακτήρα όπως ήταν το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος κ.ά., ούτε καν το επιχείρημα «δεν υπάρχουν Έλληνες αρχιτέκτονες να αναλάβουν το έργο;» έχει νόημα να πέσει στη συζήτηση. Μιλάμε για ένα σημαντικό για την Αττική χώρο που συνδέεται μ’ έναν μεγάλο αγώνα που πραγματοποιήθηκε στα χρόνια των μνημονίων και που είχε την ίδια κατάληξη με τόσα σκάνδαλα ολκής αλλά και με περιβαλλοντικά και πολεοδομικά εγκλήματα που συνέβησαν στη χώρα. Η κατάληξή του λοιπόν –μαζί σ’ όσα τραγικά ακόμα θα συμβούν στο ΕΛλληνικό– θα είναι και η δημιουργία ενός καζίνου στην περιοχή της μαρίνας του Αγίου Κοσμά, εμπνευσμένο σαφέστατα από τις ελληνικές Καρυάτιδες (εμένα πιο πολύ σε Greek Gyros μου φέρνει – μπορεί να σταθεί και αυτή η επιχειρηματολογία).
Η εμπειρία έχει δείξει ότι αντίστοιχα έργα δημιουργούν μεγάλες ανισότητες και καταστρέφουν την ισορροπία στον αστικό ιστό μιας πόλης, και συγκεκριμένα στον ήδη ταραγμένο ιστό της Αθήνας που βάλλεται συνεχώς από τις επιπτώσεις της τουριστικής ανάπτυξης
Η αντίδραση στο διαδίκτυο για τα σχέδια του κτιριακού συγκροτήματος ήταν ιδιαίτερα καυστική και πώς να μην είναι άλλωστε, όταν για ακόμα μία φορά κάποια ιθύνοντες νομίζουν ότι η στερεοτυπική λογική της εισαγωγής της δυτικής «σύγχρονης και μοντέρνας» αρχιτεκτονικής θα καταστήσει την Αθήνα παγκόσμιο κέντρο πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Όταν μάλιστα η αφήγηση του έργου δεν έχει καμία αναφορά και σχέση με το περιβάλλον και έρχεται σε ρήξη με την πολύχρονη κοινωνική διεκδίκηση για ελεύθερη πρόσβαση στο παραθαλάσσιο μέτωπο της Αττικής. Μιλάμε λοιπόν για ακόμα μία περίπτωση City Branding, κτιρίων-συμβόλων και πόλων έλξης τουριστών όπως είναι τόσα άλλα μεταμοντέρνα κτίρια που χτίζονται στα μεγάλα αστικά κέντρα των δυτικών χωρών. Έτσι αύριο-μεθαύριο τα τουριστικά ταξιδιωτικά γραφεία θα οργανώνουν περιοδεία στην Ακρόπολη, στο Σύνταγμα και στο καζίνο του Ελληνικού, για να φύγει ο τουρίστας με αυτή την εικόνα της Αθήνας – άλλωστε και ο υπουργός Ανάπτυξης Άδωνις Γεωργιάδης τόνισε πως το Ελληνικό θα καταστεί σύμβολο της χώρας και της εξέλιξής της(!).
Η πραγματικότητα όμως και η εμπειρία έχουν δείξει ότι αντίστοιχα έργα δημιουργούν μεγάλες ανισότητες και καταστρέφουν την ισορροπία στον αστικό ιστό μιας πόλης, και συγκεκριμένα στον ήδη ταραγμένο ιστό της Αθήνας που βάλλεται συνεχώς από τις επιπτώσεις της τουριστικής ανάπτυξης. Και για να μιλήσω πιο αρχιτεκτονικά, η προχειρότητα της ιδέας είναι ενδεικτικότατη της ποιότητας της κατάστασης και μας υπενθυμίζει για ακόμα μία φορά ότι όταν ένα έργο δεν έχει σχέση, δεν αφορά και δεν συμπεριλαμβάνει τους κατοίκους, τη τοπικότητα και τις πραγματικές ανάγκες μιας περιοχής θα είναι πάντα ένα πρόβλημα.
* Η Μαρία Μπελαδάκη είναι αρχιτέκτονας