Του Γιάννη Σχίζα
Νιώθω μια τύψη όταν πετώ κάτι που περισσεύει
έστω και λίγα ψίχουλα μετά το φαγητό
λες κι ένας κίνδυνος κρυφός στην πράξη μου ελλοχεύει, μήπως αυτό που πέταξα αύριο το στερηθώ.
Kάρολος Τσίζεκ, «Στίχοι έρωτα και αγάπης»
Το 2009 η διεθνής ανθρωπιστική οργάνωση AVAAZ κατήγγελλε τους Μπερλουσκόνι-Σαρκοζί, γιατί ενώ αρχικά είχαν υποσχεθεί να διαθέσουν το 0,3% του εθνικού εισοδήματος των χωρών τους για την αντιμετώπιση της διεθνούς πείνας, στη συνέχεια υπαναχώρησαν κρίνοντας ότι το 99,7% δεν τους αρκεί…
Το 0,3% προγραμματιζόταν ως βοήθεια σε μικρομεσαίες αγροτικές επιχειρήσεις του τρίτου κόσμου, που είναι οι κατεξοχήν παραγωγοί τροφίμων για τις εγχώριες αγορές και μπορούν να αντιμετωπίσουν την επισιτιστική κρίση. Η συγκεκριμένη πολιτική υπαναχώρηση θα μπορούσε να εκληφθεί ως απλή τσιγγουνιά, αν δεν εκτυλισσόταν παράλληλα με τη δράση κολοσσιαίων πολυεθνικών επιχειρήσεων, με στόχο τη χειραγώγηση των μικροπαραγωγών και τον έλεγχο των φυσικών πόρων. Ο πρόσφατος ερχομός στην Αθήνα της Ινδής συγγραφέως και ακτιβίστριας Βαντάνα Σίβα, με τις εμπεριστατωμένες αναλύσεις για τη «ληστεία της παγκόσμιας παραγωγής τροφής»* από τη Μονσάντο και άλλες εταιρίες, έδειξε μεταξύ άλλων και τη σημασία των εξωγενών-νεοαποικιοκρατικών παραγόντων στον ξεριζωμό (ή κατ’ ευφημισμόν μετανάστευση…) των τριτοκοσμικών μαζών από τις γενέθλιες χώρες τους.
Σήμερα, σε μια κατεξοχήν πεινασμένη ήπειρο όπως η Αφρική, μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες αγοράζουν εκτάσεις γης που αποτελούν σεβαστά ποσοστά των συνολικών γόνιμων εδαφών τους, για να παράγουν τρόφιμα για εξαγωγικούς σκοπούς. Σε 20 αφρικανικές χώρες οι λαοί διαπιστώνουν ότι «ανεπαισθήτως» η εθνική κυριαρχία των φυσικών τους πόρων γίνεται όλο και περισσότερο μύθευμα, ενώ το ίδιο συμβαίνει και επί ευρωπαϊκού εδάφους, στην περίπτωση της Ρουμανίας η οποία και αποτέλεσε θέμα διεθνούς καμπάνιας της οργάνωσης ARC 2020 αυτή την άνοιξη, με αφορμή την ψήφιση της νέας Κοινής Αγροτικής πολιτικής της E.E. Και ενώ όλα αυτά διαδραματίζονται στο διεθνές σκηνικό, στην Ελλάδα κάποιοι επιμένουν να κάνουν τα στραβά μάτια μπροστά στην ορατή, διά γυμνού οφθαλμού, τάση απαλλοτρίωσης ελληνικών περιουσιών – δομημένων και μη. Με τελική κατάληξη την έξωση της μικρομεσαίας αγροτιάς από την οικονομία και την καταβύθιση της εγχώριας παραγωγής τροφίμων…
Το κρέας μας, ο λιμός τους
Στη δεκαετία του ’80 ριζοσπάστες διανοούμενοι όπως ο Ρενέ Ντιμόν μπορούσαν να στοιχειοθετούν την άποψη ότι η δυτική εμμονή στον καλοζωισμό και ειδικά στην κρεοφαγία, συνεπαγόταν την «εξειδίκευση» πολλών τριτοκοσμικών χωρών στην παραγωγή ζωοτροφών και την αποστέρησή τους από διατροφικές καλλιέργειες. Το κρέας μας είναι ο λιμός τους, έλεγε το σχετικό σύνθημα, ενώ σε κοντινό χρόνο κάποιες οικολογικές οργανώσεις όπως οι Φίλοι της Γης κατήγγελλαν τα χαμπουργκεράδικα της Βόρειας Αμερικής ως υπεύθυνα για την εκχέρσωση και προσωρινή χρήση των τροπικών δασών για τη διατροφή βοοειδών…
Η προβληματική για τη διεθνή επισιτιστική κρίση και για συγκεκριμένες όψεις της –όπως η εξέγερση των αραβικών λαών– πέρασε από πολλές φάσεις, ενώ το φάσμα της πείνας και του απότομου «ποιοτικού υποσιτισμού» ορθώθηκε στην ελληνική κοινωνία σχετικά πρόσφατα, μετά την εφαρμογή των μνημονίων. Μεγάλο μέρος της διατροφικής κουλτούρας, που αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια, συνέχισε να καταλαμβάνει το χωροχρόνο των Media, με υποδείξεις και συνταγές που δύσκολα θα μπορούσαν να θεωρηθούν συμβατές με την υγιεινή. Η χρήση των τηγανιών στην τηλεοπτική μαγειρική, η ανάμιξη πολλών υλικών γενικά και ιδιαίτερα ζωικών πρωτεϊνών, δημιούργησαν ένα «γευσικεντρικό» ρεύμα που παραγνώριζε τις άλλες παράλληλες ανάγκες του καταναλωτή όπως η υγιεινή της τροφής, η μικρή πρόσληψη θερμίδων, η χώνευση, η σημασία συγκεκριμένων εδεσμάτων για την αντιμετώπιση κάποιων νοσηρών καταστάσεων. Ελάχιστοι έλαβαν υπόψη τη ρήση που αποδίδεται στον Ιπποκράτη Η τροφή είναι το φάρμακό σου, κι ακόμη πιο λίγοι εκτίμησαν την αξία της απλής διατροφής όσον αφορά την ευκολότερη πρόσληψή της από τον οργανισμό.
Στην ελληνική αποικία χρέους ήταν επόμενη η υστέρηση της δημόσιας συζήτησης για τα μεγάλα προβλήματα ποιότητας ζωής. Όπως ακριβώς με την υπόθεση των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων(!) που βοά αλλά είναι δυσκόλως τεκμηριώσιμη, έτσι και στην περίπτωση των τροφίμων μπορεί να φανταστεί κανείς ότι η νοθεία πάει σύννεφο… Κατά τα άλλα, οι παράπλευρες απώλειες της κρίσης ήταν επόμενο να αποδυναμώσουν ή και να εξαλείψουν κάποιες ποιοτικές αναζητήσεις, που είδαν την επιφάνεια υπό συνθήκες «κινηματικού πλουραλισμού». Όπως ήταν λόγου χάρη το κίνημα Slow Food, το κίνημα της «αργοφαγίας» κατά των ταχυφαγείων (fast food) και ό,τι αυτά τα τελευταία συνεπάγονταν για τη βιομηχανοποίηση της τροφής και την απαξίωση μιας διαδικασίας ήπιας κοινωνικής συνεύρεσης, με το γεύμα ή το δείπνο.
* Βαντάνα Σίβα, Η αρπαγή της σοδειάς.
Μετάφραση-επιμέλεια: Δημήτρης Κωνσταντίνου, Εκδόσεις Εξάρχεια