Από τη μία πλευρά υποστηρίζεται ότι δεν μπορεί να γίνει το παραμικρό βήμα χωρίς έξοδο από την Ευρωζώνη και το ευρώ και οι υποστηριχτές της άποψης αυτής, μόνο όταν στριμώχνονται και εντελώς χαλαρά θέτουν το ζήτημα των πολιτικών όρων για να πραγματοποιηθεί κάτι τέτοιο (π.χ. κυβέρνηση Αριστεράς) ή ακόμα αφήνουν να εννοηθεί ότι και κάτω από οποιουσδήποτε όρους αν γινόταν η «έξοδος» θα ήταν θετική για τη χώρα. Αυτή η πλευρά είναι εκείνη κυρίως του Μετώπου Α.Α. αλλά και χώρων εντός του ΣΥΡΙΖΑ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Από την άλλη πλευρά, υποστηρίζεται ότι οποιαδήποτε τέτοια πρόταση συνιστά επί της ουσίας εθνικιστική αναδίπλωση, η διέξοδος που μπορεί να δοθεί στο ελληνικό πρόβλημα προϋποθέτει πανευρωπαϊκές διαστάσεις. Μάλιστα, στην Αυγή της Κυριακής σε άρθρο του υπεύθυνου οικονομικής πολιτικής του ΣΥΝ υποστηρίζονται τα ακόλουθα: «Επιβάλλεται να είναι στην πρωτοπορία των κοινωνικών αγώνων για να μην περάσει η τρέχουσα δέσμη μέτρων στην Ελλάδα, αλλά και να θέσει το ζήτημα της κοινωνικής αλλαγής σε Ελλάδα και Ευρώπη, να συνθέσει μαζί με τις άλλες δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Αριστεράς το εναλλακτικό σχέδιό του. Αυτό το σχέδιο δεν είναι απλώς το plan a, είναι το μόνο σχέδιο που υπάρχει, δεν υπάρχει plan b.
Η εναλλακτική πρόταση της εθνικής αναδίπλωσης, της περιχαράκωσης εντός των συνόρων, οδηγεί σε μια αναγκαστική συμμαχία με την εθνική αστική τάξη, η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα την επιπλέον υποτίμηση της εργασιακής δύναμης, θα στραφεί αναγκαστικά ενάντια στους μετανάστες αλλά και σε όσα κράτη, δυνητικά, αποτελούν “ανταγωνιστές” της χώρας “μας”. Αυτή η στρατηγική όχι απλώς δεν βρίσκεται στα “αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ”, αλλά δεν είναι καν αριστερή, είναι εθνικιστική-αστική στρατηγική».
Το πρώτο που θέλουμε να παρατηρήσουμε είναι πως η απόλυτη κατηγορηματικότητα δεν βοηθά κανέναν, ειδικά σε μια στιγμή όπου η ρευστότητα και το βάθεμα της κρίσης σε όλους τους τομείς είναι τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά της περιόδου.
Το δεύτερο είναι να προτάξουμε άμεσα μια γραμμή των μαζών, δηλαδή μια γραμμή που εκκινεί από το τι ζητούν ως άμεσα ζωτική ανάγκη και αίτημα οι ίδιες οι μάζες και το κίνημά τους. Μέσα, δε, από τη δική τους πείρα και συμμετοχή σε αυτό που αποκαλούν «ταξική πάλη», να συνειδητοποιηθούν και να έρθουν στην επιφάνεια και στην επικαιρότητα όροι και συνθήκες, προϋποθέσεις και πολιτικές που να κάνουν αποτελεσματικότερη την πάλη του λαού. (Ας αφήσουμε το «μαζών» που δεν αρέσει ή για να γίνουμε πιο αρεστοί ας το αποκαλέσουμε «υποτελείς τάξεις και στρώματα»). Σήμερα, η γραμμή των μαζών συμπυκνώνεται στο «Ουστ! Φύγετε!» προς το πολιτικό σύστημα, την τρόικα, τα μνημόνια.
Αμφότερες οι απόψεις έχουν πολλά ελλείμματα. Κάνουν πολλές αφαιρέσεις και δεν διακρίνουν το πραγματικό έδαφος πάνω στο οποίο συντελούνται διεργασίες, ανατροπές και συγκροτούνται πολιτικές και «στρατόπεδα».
Ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε στα πρόθυρα της διακυβέρνησης με μια μαζική πολιτική που δεν έθετε τη ρήξη συνολικά με την Ε.Ε. και την Ευρωζώνη, αλλά εστίασε και εστιάζει στον μερκελισμό. Βάζει στο στόχαστρο τον μερκελισμό και τα μνημόνια και πάνω σε αυτή τη βάση συναντήθηκε με ένα υπαρκτό λαϊκό ρεύμα που θέλει μια συνολική ανατροπή του πολιτικού συστήματος, θέλει ανεξαρτησία, αισθάνεται την τροϊκανή κατοχή, θέλει μια ανάσα ζωής και προοπτικής απέναντι στον κατήφορο.
Ελλείμματα και αφαιρέσεις
Όσοι διάλεξαν το δρόμο της γενικόλογης καταγγελίας του κεφαλαίου, του καπιταλισμού, της Ε.Ε. και του ευρώ, έχασαν από τα μάτια τους τις ανάγκες και τα ζητήματα που έθετε το μαζικό λαϊκό κίνημα και επιδόθηκαν σε μια επίθεση και φθορά του ΣΥΡΙΖΑ. Τιμωρήθηκαν για τη σεχταριστική γενικόλογη καταγγελτική πολιτική τους και τώρα είναι μπλεγμένοι σοβαρά στο ερώτημα: ποιο υποκείμενο θα φέρει σε πέρας το περίφημο plan b; Αν αναφέρονται σε μια κυβέρνηση της Αριστεράς ή σε ένα κοινωνικό πολιτικό μπλοκ δυνάμεων, πρέπει να τα ορίσουν. Μια πιθανή κυβέρνηση της Αριστεράς είναι κάτι γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ και οι συσχετισμοί στο εσωτερικό του δεδομένοι. Αν είναι να λειτουργήσει κανείς σαν ομάδα πίεσης ή διαμορφωτής γνώμης, είναι ένα ζήτημα. Αν πρόκειται να συζητήσει για πολιτική γραμμή και κατεύθυνση, εκεί τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα γιατί πολιτική σημαίνει, πάνω από όλα, προϋποθέσεις και δημιουργία προϋποθέσεων. Και αυτός ο τομέας (οι προϋποθέσεις) δεν έχουν καθόλου την υφή μικρο-κόλπων και μικρο-σχεδιασμών. Αφορούν σοβαρές εκτιμήσεις και όρους, όπως και συσχετισμούς δυνάμεων.
Όσοι νομίζουν ότι όλα θα καθοριστούν από τους πανευρωπαϊκούς συσχετισμούς και από το ρόλο της ευρωπαϊκής Αριστεράς σε αυτούς -στηριζόμενοι στο σημαντικό επιχείρημα ότι μια αριστερή κυβέρνηση στην Ελλάδα είναι μια σφήνα-αιχμή που θα ταράξει τα νερά- θα πρέπει να προετοιμάζουν από τώρα το λαό για τις δυσκολίες που θα συναντήσουμε. Εδώ όταν λέμε «προετοιμασία» δεν εννοούμε χαρτοπανό διαφημιστικά του plan b, αλλά μια συνολική εναλλακτική πρόταση προς την κοινωνία τέτοια, που να είναι κατανοητή και να αξίζει γι’ αυτήν να αγωνιστεί ο λαός και να την υποστηρίξει απέναντι σε όποιες παρεμβολές, εκτροπές, παρεμβάσεις, αποκλεισμούς, εμπάργκο κ.λπ. θέσουν οι μερκελιστές και οι υποτακτικοί τους. Πρόταση που θα συμπεριλαμβάνει μεγάλες πολιτικές και πολιτειακές αλλαγές, θέτοντας βάσεις πραγματικής δημοκρατίας και συμμετοχής, παραγωγική και βεβαίως κοινωνική ανασυγκρότηση. Και από σήμερα θα δηλώνεται ότι αυτή η συνολική πρόταση εμπεριέχει τομές και ρήξεις με ό,τι ισχύει σήμερα.
Συμπέρασμα: Είναι αναγκαία περισσότερο από ποτέ η επιμονή στους πολιτικούς όρους στους οποίους θα στηριχθούν μετασχηματιστικές πολιτικές. Η μετάβαση σε «μια άλλη Ελλάδα σε μια άλλη Ευρώπη» δεν έχει ανάγκη από το δογματισμό, τον πρωτογονισμό, την εμμονή σε στερεότυπα. Θα έχει στοιχεία πρωτοτυπίας σαν δρόμος, και «παραδοσιακά» σχετικά με τους εχθρούς και τα εμπόδια που θα πρέπει να αντιπαλέψει. Σήμερα είναι αναγκαία μια μεταπολίτευση του λαού -όχι μια απλή κυβερνητική εναλλαγή- ώστε με νέους συσχετισμούς, το μπλοκ του λαού να επιβάλει νέους όρους για τη θέση της χώρας απέναντι σε δανειστές, Ε.Ε., Ευρωζώνη, ΕΚΤ, ΝΑΤΟ κ.λπ. Χωρίς αυτό, άγονα πλάνα και μικροσχεδιασμοί…
ΥΓ. Για τη σύζευξη πατριωτικών, δημοκρατικών και ταξικών καθηκόντων, σε επόμενο σημείωμα.