της Ειρήνης Μιγάδη
«Πεθαίνουμε μονάχοι ακόμα κι όταν καταδικαστούμε μαζί με άλλους»
Σαρτρ
Αυτό, να το γράψω σαν επικήδειό σου, το είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου να το κάνω, όταν εμείς οι ελάχιστοι, οι ξένοι, προσπαθούσαμε με πείσμα και αγωνία να σου εξασφαλίσουμε ένα ανθρώπινο και αξιοπρεπές τέλος.
Εύχομαι η νόσος να μη σου άφησε περιθώριο να πικραθείς ή να μετανιώσεις για τις επιλογές σου όταν οι συγγένειες, οι φιλίες και οι συντροφικότητες δεν υπήρξαν για σένα όταν εσύ τις χρειάστηκες. Εγώ ανώριμα θυμώνω γιατί ο «όμορφος κόσμος, ηθικός, αγγελικά πλασμένος» δεν υπήρξε ούτε τώρα, ούτε εδώ…(και ήταν το μίζερο ελληνικό Δημόσιο που έδωσε τη λύση).
Η μοναχικότητα δεν χρειάζεται να γίνεται τραγική. Το έλλειμμα ανθρώπινων σχέσεων όμως είναι. Η ζωή περνά, σύντροφοι, η νυξ προβαίνει και τα ζητούμενα παραμένουν.
Η Colette Gonin υπήρξε τελευταία πελάτισσα μας στο φαρμακείο. Όταν αρρώστησε από καρκίνο εγκεφάλου και χρειάστηκε να πάω στο σπίτι της, κατάλαβα ότι ήταν στο φάσμα της Αριστεράς. Ήταν Γαλλίδα, έμενε χρόνια στην Ελλάδα, είχε διδάξει στο Γαλλικό Ινστιτούτο, τσακωμένη με την αδερφή της στη Γαλλία, την οποία αναζητήσαμε, βρήκαμε και ενημερώσαμε μέσω facebook και η οποία δήλωσε ότι αφού η Κολέτ δεν φρόντισε γι’ αυτή τη στιγμή, εκείνη δεν θέλει καμία ανάμειξη. Ζούσε με τις επιλογές της και νομίζω ότι δεν θα είχε κάνει ποτέ φορολογική δήλωση στην Ελλάδα. Η Κολέτ γνώριζε τον γιατρό της από την πολιτική. Την κράτησε στο νοσοκομείο όσο γινόταν. Ενημέρωσε και άλλο άτομο, που σχεδόν καθόλου δεν την γνώριζε, και βοήθησε και αυτός.
Μετά; Κάναμε μάχη με το Γαλλικό Προξενείο, την κοινωνική υπηρεσία του Δήμου, του νοσοκομείου, την τράπεζα, την εισαγγελία… Εμείς κάναμε την φαρμακοδοσία, της πλύναμε τα ρούχα, ψάξαμε για οικογένεια, φίλους και συντρόφους… Μια 20χρονη που δούλευε στην διπλανή καφετέρια, Σύρια στην καταγωγή, την πήρε σπίτι της και την έπλυνε, άλλη γειτόνισσα της μαγείρευε, η σπιτονοικοκυρά της τής καθάρισε το σπίτι όσο για να γίνει βιώσιμο… Μα, όταν η κοινωνική υπηρεσία του Δήμου μας ζήτησε εμείς να την παραλάβουμε όταν έπρεπε να βγει από το Κρατικό Νικαίας, τότε είπα όχι, γιατί είναι δική σας η υποχρέωση να της βρείτε μια δομή περίθαλψης και νοσηλείας και αν εγώ τώρα την αναλάβω θα είναι σαν να συμπράττω με την ανευθυνοϋπευθυνότητα των διατάξεών σας… Όταν γύρισαν την Κολέτ στο σπίτι της και τους σωριάστηκε στο πεζοδρόμιο, γιατί δεν μπορούσε πια να βαδίσει, τότε υποχρεώθηκαν να τη μεταφέρουν στον Ευαγγελισμό, όπου και πέθανε σε δυο μήνες, την προηγούμενη Παρασκευή. Ήταν 73 ετών. Αυτή τη στιγμή παραμένει άταφη, μέχρι να βρεθεί ποια θα είναι η διαδικασία ταφής της.
Κάποια στιγμή που ήμουν μαζί της στο σπίτι της, αχούρι ήταν πια, έπεσε ένα χαρτί στο πάτωμα. Τι είναι; μου έγνεψε… Ήταν μια προκήρυξη συμπαράστασης στους λιμενεργάτες. «Άχρηστο» της είπα και το πέταξα στα σκουπίδια.
Τότε υποσχέθηκα να γράψω αυτό το σημείωμα. Για τη Σύντροφο Κολέτ.