Αργήσαμε, αλλά γίναμε φίλοι με τους μετανάστες
Στο κοντινό παρελθόν, κατεβαίναμε σε διαδηλώσεις, πηγαίναμε σε αντιρατσιστικά φεστιβάλ, κάναμε συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας και αντισυγκεντρώσεις αλληλεγγύης στους μετανάστες, αλλά άθελά μας(;) περιοριζόμασταν σ’ αυτά και δεν κάναμε φίλους μετανάστες, παρά μόνο γνωστούς. Δεν ξέρω γιατί χρειάστηκε τόσος χρόνος, πολύς χρόνος, για να συνειδητοποιήσουμε ότι στις παρέες μας και τις κοινωνικές μας συναναστροφές δεν είχαμε κανέναν από τους χιλιάδες μετανάστες που υπερασπιζόμασταν απέναντι στην αστυνομία, τα δικαστήρια, τη γραφειοκρατία, τους ρατσιστές μικροαστούς και τους νεοφασίστες. Δεν ήταν κι αυτή, άραγε, μια μορφή διακρίσεων; Ευτυχώς, υπήρχαν κάποιοι πρωτοπόροι ανάμεσά μας που είχαν εντάξει μετανάστες στη ζωή τους, από νωρίς, χωρίς τυμπανοκρουσίες. Η Λιάνα φιλοξενούσε και έκανε παρέα με δύο Ιρανούς που ήταν συνεχώς σε αναζήτηση δουλειάς και η Χρυσούλα, ακόμα πιο προχωρημένη, είχε σοβαρό δεσμό με έναν Τούρκο πολιτικό πρόσφυγα.
Τώρα, τουλάχιστον ανάμεσά μας, έστω και με μεγάλη καθυστέρηση, αυτά εντάχθηκαν στη ζωή μας. Ξεκινήσαμε από τις γιορτές και τα πάρτι μας να καλούμε μετανάστες από τη γειτονιά, απ’ αυτούς που διατηρούσαμε κάποια επαφή είτε λόγω γειτνίασης, είτε λόγω επαγγελματικής σχέσης, και πριν το καταλάβουμε, σχεδόν ο καθένας από μας κόλλησε μ’ αυτόν, αυτήν ή αυτούς που του ταιριάζουν περισσότερο από χαρακτήρα, ηλικία ή κοινά ενδιαφέροντα. Αυτό άνοιξε πολλές πόρτες στενότερης επικοινωνίας. Η απλή παρέα μετεξελίσσεται σε πολιτισμική ανταλλαγή γνώσεων. Η Σάνα δείχνει στην Ελένη διάφορους τρόπους που μαγειρεύουν το ρύζι και ο γιος της, ο Χαμίντ, έμαθε στον συνομήλικό του Αποστόλη να παίζουν ένα άγνωστο στην Ελλάδα παιχνίδι με ξυλάκια και πέτρες. Ο Αντρέας όταν πηγαίνει στο γήπεδο, Κυριακή παρά Κυριακή, παίρνει μαζί με τον γιο του και τον μικρό Σαμίρ από το Σουδάν που λατρεύει το ποδόσφαιρο, παρ’ όλο που ο ένας είναι ΑΕΚ και ο άλλος Παναθηναϊκός. Στην εκδρομή που οργανώσαμε την περασμένη βδομάδα, στις Μυκήνες, είχαμε δύο αυτοδίδακτους διερμηνείς για να μεταφράζουν από τα ελληνικά καλύπτοντας τις ανάγκες της ομάδας σε γλώσσες. Για τους φίλους μας Αλβανούς δεν χρειάστηκε και τρίτος διερμηνέας γιατί πλέον μιλούν πολύ καλά τα ελληνικά.
Αυτή είναι μια καινούργια εμπειρία με συγκλονιστικές πλευρές και προεκτάσεις. Πρώτα-πρώτα, αυτοί οι μετανάστες άρχισαν να αισθάνονται πάλι άνθρωποι. Χαλάρωσαν, γλύκαναν. Μετά, άρχισαν να σκέφτονται τι μπορούν να κάνουν και οι ίδιοι για τους άλλους μετανάστες που μένουν γκετοποιημένοι. Κι απ’ τις ενέργειές τους γίνεται φανερό ότι οι ίδιοι τα καταφέρνουν καλύτερα από μας, γιατί δεν έχουν τα προβλήματα κουλτούρας που έχουμε εμείς. Για παράδειγμα, οι Έλληνες δυσκολεύονται να βγάλουν τα παπούτσια τους μπαίνοντας σε ένα ξένο σπίτι, αφού και στο δικό τους κυκλοφορούν παντού με παπούτσια. Κάτι το οποίο είναι αδιανόητο στην Ανατολή, από την Ουκρανία ώς την Αίγυπτο και παραπέρα. Εγώ είμαι άνετος γιατί το έχω βιώσει στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και στα τακτικά ταξίδια μου στον Εύξεινο Πόντο. Οι δικοί μας, όμως, κολώνουν λες και φοράνε τρύπιες κάλτσες, ενώ είναι πολύ υγιεινό αφού δεν μεταφέρεις στα χαλιά όλα τα μικρόβια του δρόμου! Παρ’ όλ’ αυτά, σιγά-σιγά προσαρμόζονται όλοι, όπως προσαρμόζονται και οι φίλοι μας από το Πακιστάν που δυσκολεύονται να φάνε με μαχαιροπίρουνα! Αλλά, τελικά, όλα αυτά τα «προβλήματα» κάνουν τις σχέσεις μας ακόμα πιο ενδιαφέρουσες και δημιουργικές!