Το 135 μ.Χ. οι Ρωμαίοι κατέλαβαν την πόλη Μπετάρ και το οχυρό της, έντεκα χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Ιερουσαλήμ και τελευταία εστία των εξεγερμένων Εβραίων. Μια ραβινική παράδοση λέει:
Στην Μπετάρ υπήρχαν πεντακόσια σχολεία, και το μικρότερο απ’ αυτά είχε πάνω από πεντακόσιους μαθητές. Κι έλεγαν οι μαθητές: «Αν έρθουν κατά δω οι εχθροί, θα βγούμε να τους πολεμήσουμε με τα κοντύλια μας και θα τους βγάλουμε τα μάτια».
Οι Ρωμαίοι νίκησαν, κατέλαβαν την πόλη, τύλιξαν κάθε μαθητή με τον πάπυρό του (το βιβλίο του ή το τετράδιό του, σα να λέμε) και τους έκαψαν όλους.
Οι Ρωμαίοι ήταν άραγε οι νικητές;
Τα μολύβια (τα κοντύλια, τα πληκτρολόγια – τέλος πάντων τα εργαλεία που ικανώνουν τα δάχτυλά μας να εκπνεύσουν τη σκέψη μας) δεν είναι για να βγάζουν μάτια˙ είναι για να ανοίγουν μάτια.
Ωστόσο, το άνοιγμα των ματιών έχει να κάνει και με μια περίεργη περίπτωση «βγαλσίματος» των ματιών!
Είναι το να αχρηστεύει κανείς τα μάτια του, κάνοντάς τα γλόμπους χωρίς ενδοχώρα. Είναι το να κοιτάζει μεν αυτά που του λέει το μολύβι του άλλου, μα να μην το βλέπει. Απλούστατα, διότι εκ των προτέρων έχει κατεβάσει ρολά απέναντι στον απέναντι λόγο. Γλόμπος χωρίς ενδοχώρα, ίσον κοίταγμα που δεν εισπράττει τίποτα για να το πάει παραμέσα – στην παλαίστρα του νου και της καρδιάς. «…Ἵνα βλέποντες βλέπωσι, καὶ μὴ ἴδωσι», που λέει και το ευαγγέλιο (Μάρκ. 4:12).
Δεν είναι λυτρωτική κάθε γραφή, φυσικά! Μπορεί να είναι τιποτογράφημα και μουντζουρογράφημα. Η γραφή, πάντως, που διακονεί τη λύτρωση και την απελευθέρωση, είναι η γραφή που, με το που υπάρχει, βγαίνει να πολεμήσει. Οι τυραννίες είναι πολλές (είτε φανερές είτε μασκαρεμένες) και οι επίδοξοι τύραννοι είναι πολλοί (άλλοτε επώνυμα βίαιοι κι άλλοτε σιχαμεροί φανατικοί μασκαρεμένοι με ψευδώνυμα). Η τίμια γραφή βγαίνει να πολεμήσει, όχι υπό την έννοια ότι αποζητεί εχθρούς για να υπάρξει. Είναι σε πόλεμο από καθαυτό το γεγονός ότι δεν συναινεί στο να αποζητάς εχθρούς για να μπορέσεις να υπάρξεις. Η τίμια γραφή κάνει ευάλωτο τον δημιουργό της, τον εκθέτει. Μα ταυτόχρονα αποκαλύπτει την μαρμαρωμένη ματιά (τους γλόμπους δίχως ενδοχώρα) του τύραννου˙ μ’ αυτή την έννοια, του «βγάζει» τα μάτια.
Και κάτι ακόμη. Είπαμε: τα μολύβια δεν είναι για να βγάζουν μάτια. Μα προσοχή!– δεν είναι ούτε για να βγάζουν μάτι! Ο κίνδυνος να τυλιχτεί ο γραφιάς στον ναρκισσισμό του, αποτρέπεται μόνο αν ο γραφιάς ασκείται στο να κατανοεί πως ο κόπος του θα δοκιμαστεί δια πυρός˙ μόνο μετά θα φανεί αν η γραφή του και οι πάπυροί του ήταν πράγματι κάτι παραπάνω από μουντζουρογραφήματα.
Είναι εντελώς επίκαιρα αυτά, με τον κυβερνοχώρο να είναι μια κολοσσιαία Μπετάρ, και με τις μαρμαρωμένες ματιές (τις εύκολες και αβασάνιστες ματιές) να αυγαταίνουν – τύφλα να ‘χει ο ρυθμός μεταδοτικότητας του καψερού του covid! Χρέος μας είναι το να πονέσουν τα δοντάκια μας δαγκώνοντας το πάνω μέρος του μολυβιού μας, μπας και κατόπιν να πονέσουν με νόημα τα ματάκια μας οδηγώντας τη μύτη του μολυβιού μας.
Ανάρτηση στο fb του Θανάση Παπαθανασίου