Γράφει ο Γιώργος Α. Λεονταρίτης
Με αφορμή τα όσα διαδραματίσθηκαν με τους λεγόμενους «Αντιεξουσιαστές» κατά την καθιερωμένη πορεία για το «Πολυτεχνείο», έρχεται στην επικαιρότητα αυτό το θέμα που προκαλεί ερωτηματικά. Οι επαναλαμβανόμενες συγκρούσεις με την αστυνομία στα Εξάρχεια, οι «γιάφκες» με όπλα που ανακαλύπτονται σε διαμερίσματα που ήσαν υπό κατάληψη, δίνουν αφορμή για συζητήσεις και γεννούν απορίες. Όσοι γνωρίζουν την ιστορία του Αναρχισμού διαπιστώνουν ότι οι εγχώριοι κουκουλοφόροι δεν πρέπει να έχουν μελετήσει αυτή την Ιστορία που ξεκινά πριν από αιώνες. Κύρια αδυναμία τους είναι ότι δεν διαθέτουν συγκεκριμένο πολιτικό-ιδεολογικό στόχο. Είναι το χάος για το χάος.
ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΩΡΑ, στο Παρίσι έκαμαν πάλι την εμφάνισή τους τα «Κίτρινα Γιλέκα». Οι συγκρούσεις με την παρισινή αστυνομία ήσαν σφοδρές. Αλλά αυτό είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Τα «Κίτρινα Γιλέκα» έχουν συγκεκριμένο πολιτικό λόγο. Αντιδρούν στην πολιτική του Μακρόν με την Ευρωπαϊκή Ένωση, που έχει εξαθλιώσει κυρίως τις ασθενέστερες τάξεις. Κι αυτή η εξέγερση εκδηλώνεται έξω από την επιρροή του Γαλλικού Κ.Κ. που κι αυτό –όπως το δικό μας– έχουν μπει στο Μουσείο της Ιστορίας και δεν επηρεάζουν τις μάζες. Δεν έχουν να πουν τίποτε συγκεκριμένο. Η φτώχεια, η καταπίεση και η εξαθλίωση, γέννησαν τον Αναρχισμό, όπως θα δούμε στη συνέχεια. Και τα χρόνια εκείνα, «Αναρχικούς» αποκαλούσαν γενικά όσους υποστήριζαν «αριστερές ιδέες». Από πότε όμως τα Κομμουνιστικά Κόμματα άρχισαν να μπαίνουν στο περιθώριο με ταυτόχρονα δυναμική εμφάνιση των «ανένδοτων επαναστατών»;
Θυμάμαι, στα 1972, το Παρίσι –και όλος ο κόσμος– εντυπωσιάσθηκε από ένα απροσδόκητο φαινόμενο. Γύρω στα 100.000 άτομα παρακολούθησαν την κηδεία του νεαρού Πιερ Οβερνέ που είχε σκοτωθεί κατά τα επεισόδια στα εργοστάσια της «Ρενώ». Εκατό χιλιάδες αριστεροί διαδηλωτές είναι οπωσδήποτε ένας εντυπωσιακός αριθμός. Αλλά δεν ήταν αυτό που προκάλεσε τη διεθνή έκπληξη. Ήταν το γεγονός ότι η αριστερή εκείνη εκδήλωση, έγινε παρά τη θέληση του Γαλλικού Κ.Κ. και με τη σαφή αντίθεσή του. Η εκδήλωση εκείνη του 1972, όπως και τα περίφημα γεγονότα του Μαΐου 1968, απέδειξαν πως στη Γαλλία, όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη, αναπτυσσόταν ένα επαναστατικό κίνημα έξω από τα κομμουνιστικά κόμματα, ανεξάρτητο από αυτά, και κυρίως αντίθετο προς αυτά. Οι επαναστάτες των χρόνων εκείνων, οι περισσότεροι νέοι και φοιτητές, ονομάζονταν «Γκωσίστ», «Μαοϊκοί» και μερικά άλλα. Στην πραγματικότητα, μετά από 80 χρόνια έκανε τότε την επανεμφάνισή του ένα κίνημα που είχε θεωρηθεί γραφικό, αλλά οπωσδήποτε οριστικά ξεπερασμένο, ο «αναρχισμός».
Ο όρος Αν-αρχία (χωρίς αρχή, χωρίς εξουσία, χωρίς κυβέρνηση) εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην επαναστατική ορολογία στο έργο του Γάλλου ουτοπιστή-σοσιαλιστή Πιετρ Ζοζέφ Προυντόν, του φιλοσόφου που υποστήριζε ότι η ιδιοκτησία είναι κλοπή αγαθών από το σύνολο υπέρ ενός. Πριν από τον Προυντόν, ο Γερμανός Στίρνερ είχε αναπτύξει τη θεωρία της απόλυτης ελευθερίας του ατόμου απέναντι στο κοινωνικό σύνολο και το κράτος, χωρίς όμως να χρησιμοποιήσει τον όρο «αναρχία». Ο Ρώσος επαγγελματίας επαναστάτης και δημεγέρτης Μπακούνιν μετέβαλε τον θεωρητικό όρο του Προυντόν σε δράση και οργάνωση. Ο συμπατριώτης του πρίγκιπας Κροπότκιν, υπήρξε ο κυριότερος θεωρητικός του «Αναρχισμού» με τα έργα του «Λόγια επαναστάτη» (1885) και «Κατάκτησις ψωμιού» τον ίδιο χρόνο. Ο Ελισσαίος Ρεκλός, γραφική φυσιογνωμία της γαλλικής επιστήμης και αξιόλογος σοφός, συμπλήρωσε τη θεωρία με το έργο του «Εξέλιξης, Επανάστασις και αναρχικό ιδεώδες», ενώ ο Γάλλος συμπατριώτης του Σεβαστιανός Φωρ, υπήρξε ο δημοσιογραφικός θεωρητικός της «Αναρχίας». Από την πρώτη στιγμή οι «Μαρξιστές-Σοσιαλιστές» βρέθηκαν αντίθετοι στην αναρχική κίνηση. Οι καυγάδες του Μαρξ με τον Μπακούνιν στην Α΄ Διεθνή έμειναν ιστορικοί, ενώ ο μεγαλύτερος θεωρητικός του μαρξισμού και εισαγωγεύς του στην τσαρική Ρωσία, ο Πλεχάνωφ, έγραφε: «Οι αναρχικοί εν ονόματι της επαναστάσεως, εξυπηρετούν την αντίδραση, εν ονόματι της ηθικής υποθάλπουν την ανηθικότητα, εν ονόματι της ατομικής ελευθερία ποδοπατούν τα δικαιώματα των συνανθρώπων τους…»
Οι δε αυτοαποκαλούμενοι «Αντιεξουσιαστές», ούτε ξέρουν τι θέλουν, ούτε για ποιο λόγο «αγωνίζονται», ούτε έχουν ιδέα από την Ιστορία του Αναρχισμού. Με το να πετούν πέτρες και «μολότωφ» κατά των ΜΑΤ, δεν λύνεται το κοινωνικό πρόβλημα
ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ του 19ου αιώνα ο κόσμος των εργατών, σαν προλεταριάτο, ξεσηκώθηκε για την εξαθλίωση και την αδικία που επικρατούσε. Η «επανάσταση» εξηγούσε τότε την αιτία που έγιναν εξεγέρσεις και στήθηκαν οδοφράγματα. Η ελευθερία του «προλεταριάτου» ήταν εντελώς θεωρητική. Η ύπαιθρος είχε ερημωθεί και οι εργάτες «στρατωνίζονταν» μέσα σε απάνθρωπα εργοστάσια (τα έλεγαν τότε «μανιφακτούρες») για ένα κομμάτι ψωμί. Ο μεγάλος Ζολά δεν υπερέβαλλε στα μυθιστορήματά του τη μοίρα των εργατών: Ξεριζωμένοι, αμόρφωτοι, ανοργάνωτοι, οι εργάτες υπέκυπταν στην υπερεκμετάλλευση. Σήμερα, όχι μόνο οι εργάτες, αλλά γενικά οι εργαζόμενοι, χωρίς να είναι αμόρφωτοι, υποκύπτουν στην υπερεκμετάλλευση των μεθόδων των τραπεζιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιστρέψαμε στον εργασιακό μεσαίωνα των αρχών του 19ου αιώνα. Όπως τότε ο Άγγλος υπουργός Πιτ ομολογούσε κυνικότατα στη Βουλή ότι τα χαμηλά μεροκάματα ευνοούν την εθνική αποταμίευση, έτσι και τώρα ο αρμόδιος της «Κομισιόν», ο θρασύς Κλάους Ρέγκλινγκ, δηλώνει κυνικά ότι για πολλές δεκαετίες ακόμα η Ελλάδα θα βρίσκεται στο μικροσκόπιό του. Με βάση τον κανονισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Νο 472/2013), όποια χώρα βρίσκεται υπό καθεστώς δανεισμού, θα υπόκειται σε επιτήρηση μέχρι να αποπληρώσει το 75% του χρέους της. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως η Ελλάδα θα επιτηρείται μέχρι το 2050! Το γεγονός θα έπρεπε να ωθήσει μια γνήσια Αριστερά –εάν υπήρχε– να ηγηθεί λαϊκού ξεσηκωμού με σύνθημα: «Έξω από την Ευρωπαϊκή Ένωση!» Συγχρόνως, θα όφειλε αυτή η… φανταστική «Αριστερά» να υποδείξει συγκεκριμένο οικονομικό πρόγραμμα. Στη Γαλλία, οι «Αναρχικοί» με τα «Κίτρινα Γιλέκα» εξεγείρονται για σαφώς καθορισμένο λόγο: Την απάνθρωπη πολιτική των Βρυξελλών. Εδώ, οι υποκριτές του ΣΥΡΙΖΑ αποτελούν σκεύος της καπιταλιστικής Ευρωπαϊκής Ένωσης, το δε ΚΚΕ, «τυμπανιαίον πτώμα», επαναλαμβάνει έναν δίσκο 45 στροφών ηχογραφημένο το… 1917, που χρησιμοποιεί πανομοιότυπα σε κάθε περίσταση! Οι δε αυτοαποκαλούμενοι «Αντιεξουσιαστές», ούτε ξέρουν τι θέλουν, ούτε για ποιο λόγο «αγωνίζονται», ούτε έχουν ιδέα από την Ιστορία του Αναρχισμού. Με το να πετούν πέτρες και «μολότωφ» κατά των ΜΑΤ, δεν λύνεται το κοινωνικό πρόβλημα. Αντιθέτως, ενισχύουν την επιχειρηματολογία του «άλλου άκρου». Πρώτα πρέπει να αποκτήσουν «λόγο», «γνώση», και μετά να προχωρήσουν σε «πράξεις». Με το να μιμούνται την περιβόητη «Συμμορία του Μπονό», οι «Αντιεξουσιαστές» δεν γίνονται «επαναστάτες».
ΜΙΑ ΧΑΡΙΣΜΑΤΙΚΗ ΓΥΝΑΙΚΑ της Παρισινής Κομμούνας, η Λουίζ Μισέλ, στις αναμνήσεις της, δεν κρύβει τη θλίψη της για την τραγική κατάληξη εκείνης της εξέγερσης. Το βιβλίο γράφτηκε στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 1880, όταν μετά την εξορία της στη Νέα Καληδονία, μπόρεσε να πάρει και πάλι μέρος στη γαλλική πολιτική ζωή. Απέδιδε τιμή στη μνήμη των χαμένων συντρόφων της και τοποθετούσε την Κομμούνα σε μια ιστορική προοπτική. Την παρουσίαζε σαν ένα είδος αναγγελίας ελεύθερου μέλλοντος. Έγραφε: «Η Κομμούνα, κυκλωμένη από όλες τις πλευρές, είχε μόνο ορίζοντα τον θάνατο. Αλλά άνοιξε ορθάνοιχτη πόρτα προς το μέλλον…». Όταν η Λουίζ στις 22 Ιουλίου του 1885 δικαζόταν από το Κακουργιοδικείο του Σηκουάνα, δεν έκρυψε την απογοήτευσή της για την Α΄ Διεθνή. Μιλώντας με θάρρος στους δικαστές είπε: «Δεν κάνουμε έκκληση στη νεκρή πια Διεθνή, διότι δεν μπόρεσαν να συμμαζέψουν τα κομμάτια της, και διότι η Διεθνής είναι μια εξουσία απόκρυφη. Τώρα είναι καιρός ο Λαός να φανεί στο φως του ήλιου…». Η παράνομη «μυστική» επαναστατική τακτική δεν έβγαζε πέρα. Η μάχη έπρεπε να δοθεί μέσα στο φανερό πολιτικό πεδίο.
Αλλά, όταν ο αναρχισμός ξαναβγαίνει στην επιφάνεια, υποδηλώνει ένα πράγμα: Την απογοήτευση από τις υπάρχουσες αριστερές δυνάμεις, που δεν μπόρεσαν να μπουν στην πρωτοπορία. Στη Γαλλία, τα «Κίτρινα Γιλέκα» παραμέρισαν το νεκρό Κομμουνιστικό Κόμμα, και μπήκαν μπροστά για να φωνάξουν κατά της βάρβαρης Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για να βγάλουν τον Λαό «στο φως του ήλιου», όπως έλεγε η Λουίζ Μισέλ. Στο ερώτημα «Ποια μορφή αγώνα συμφέρει για το προλεταριάτο, την απάντηση είχε δώσει στις 15 Φεβρουαρίου του 1902 ο Ζωρές: «Η μόνη μέθοδος που απομένει στο προλεταριάτο, είναι αυτή της νόμιμης οργάνωσης και νόμιμης δράσης…» Το πρόβλημα βρίσκεται αλλού: Πρέπει να υπάρχει γνήσιος αριστερός, σοσιαλιστικός φορέας, που να μπορεί να καθοδηγήσει σε δυναμική δράση. Γιατί, τώρα, δεν υπάρχει.