Πώς ακυρώθηκε σιωπηλά η απόφαση Σπίρτζη περί διαγραφής προστίμων
Του Ζαχαρία Ρουστάνη
Συμβαίνει, δεν είναι μια από τις υπερβολές που ενίοτε καταρρέουν σαν χάρτινοι πύργοι και μας εξοικειώνουν με το ευτράπελο γενικώς! Συμβαίνει σε μια βαρύτατα κακοποιημένη ευρωπαϊκή χώρα, για κάποιον που συλλαμβάνεται χωρίς εισιτήριο σε δημόσιο μέσο μαζικής μεταφοράς, να του επιβάλλεται πρόστιμο εξηκονταπλάσιο του αρχικού αντιτίμου, και στη συνέχεια αυτή «η ώρα του η κακή» να αποστέλλεται στη ΔΟΥ του για να εισπραχθεί… εξακοσιαπλασιασμένη.
Αν κάποιος, δηλαδή, αδυνατεί να διαθέσει για τη μετακίνησή του 1,2 ευρώ, επειδή είναι άνεργος ή χαμηλόμισθος, επειδή δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα σε συνθήκες ανορθόδοξου οικονομικού πολέμου, «πιθανότατα θα μπορέσει να πληρώσει πρόστιμο 72 ευρώ», σκέφτηκαν ίσως οι φωστήρες που διαχειρίζονται στο όνομα της δημοκρατίας τις τύχες μας. Κι αν πάλι αδυνατεί να εξοικονομήσει και να καταβάλει 72 ευρώ, δεν μπορεί, θα καταφέρει να πληρώσει 720 ευρώ – και να πει κι ευχαριστώ. Διότι, εάν και εφόσον δεν διαθέτει ακίνητη ή κινητή περιουσία, ώστε να κατασχεθεί, δεν θα προχωρήσει (αυτό είναι δέσμευση) καμιά διαδικασία αναγκαστικής είσπραξης. Το Ελληνικό Δημόσιο μπορεί ν’ αποφασίσει χάρη ή και να περιμένει με την ησυχία του ώσπου να… αποκτήσει!
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ φάνηκε προς στιγμήν να αντιλαμβάνεται κάπως αυτόν τον παραλογισμό, όταν με αφορμή τη γενική κρίση ρευστότητας από το κλείσιμο των τραπεζών ο αν. υπουργός Μεταφορών Χρήστος Σπίρτζης, ταυτόχρονα με την απόφαση για δωρεάν μετακίνηση ανέργων και κατάργηση του παρακρατικού σώματος κεφαλοκυνηγών στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, έστειλε επιστολές προς διοικήσεις συγκοινωνιακών οργανισμών και ΟΑΕΔ, επικαλούμενος το νόμο 4331/2015 αρ. 77 και ζητώντας τη διαγραφή ανεξόφλητων προστίμων της τελευταίας πενταετίας, αυτών των εξοντωτικών ποσών που καταλύουν κάθε έννοια ευνομίας και κοινωνικής ευαισθησίας.
Οι τράπεζες φυσικά κάποτε άνοιξαν, αλλά η κρίση ρευστότητας για τα λαϊκά στρώματα παρέμεινε. Η δε διοίκηση της ΣΤΑ.ΣΥ. Α.Ε., με τη σειρά της, επανέρχεται, ακυρώνει εν ψυχρώ κάθε εν θερμώ υπουργική οδηγία και συνεχίζει να στέλνει τις τρομοκρατικές της επιστολές στα χιλιάδες θύματά της, επικαλούμενη τον Ν.2669/98, και με το επιχείρημα ότι «δεν έχει λάβει περί του αντιθέτου εντολές».
Δεν χρειάζεται καν να είναι αριστερή μια κυβέρνηση. Χρειάζεται απλώς να είναι κυβέρνηση που να μη θέλει να βάψει τα χέρια της με άλλο αίμα σαν αυτό του μικρού Θανάση από την Ανθούπολη. Μια κυβέρνηση που να αντιλαμβάνεται ότι η συσσωρευμένη αγανάκτηση του λαού ενδέχεται αργά ή γρήγορα να γίνει απελπιστικό ξέσπασμα επί δικαίων και αδίκων.