Η ορμητική είσοδος του λαϊκού παράγοντα στις 26 Ιανουαρίου, μετά το κάλεσμα του συλλόγου «Τέμπη 2023», δημιούργησε νέα δεδομένα – σε σημείο να εισέλθουμε σε μια νέα φάση στο πολιτικό σκηνικό. Η μικρή στροφή που φάνηκε με τη συνέντευξη Μητσοτάκη δημιούργησε χαραμάδες και τροφοδότησε ποικίλες διεργασίες σε πολλαπλά επίπεδα μέσα στο πολιτικό σύστημα, στα ισχυρά οικονομικά κέντρα και τα εξαρτώμενα από αυτά ΜΜΕ. Έφερε με πιο έντονο τρόπο στην επιφάνεια ένα μεγάλο πολιτικό ζήτημα, με το οποίο θα ασχοληθούμε στο παρόν σημείωμα.
Προκαταβολικά πρέπει να σημειωθεί ότι ο μήνας ανάμεσα στις 26/1 και τις 28/2 έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που πρέπει με ευκρίνεια να διαπιστωθούν και να εκτιμηθούν, επειδή εντείνεται ένας κυβερνητικός-κρατικός τραμπουκισμός και επιθετικότητα ώστε να δημιουργηθεί μια γενικευμένη σύγχυση, να τροφοδοτηθεί μια αμφιβολία, να τσιμενταριστεί η ανώτερη δικαστική εξουσία, να ταμπουρωθεί η κυβέρνηση. Τα βίντεο που «βρέθηκαν», και μια φάμπρικα χαλκευμένων «στοιχείων», θέλουν να ανοίξουν τον δρόμο σε μια δοτή και διορισμένη ηγεσία της Δικαιοσύνης για να συνεχιστεί το ουσιαστικό μπάζωμα-συγκάλυψη της υπόθεσης. Το επιχείρημα «να αφήσουμε τη Δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της και να φωτιστεί η αλήθεια» αποτελεί μια επιθετική μορφή που συνεχίζει στην ίδια γραμμή της συγκάλυψης. Τώρα το «κοινό» πρέπει να κουραστεί από έναν βομβαρδισμό «στοιχείων», βίντεο, μαρτυριών, παρεμβάσεων κ.λπ. ώστε να δημιουργηθεί μια άπωση γύρω από την υπόθεση, να εξαντληθούν όλοι από τη συνεχή αναφορά, και ένα πέπλο αμφιβολίας να σκεπάσει σιγά-σιγά την υπόθεση.
Τα αποτελέσματα της κινητοποίησης
Η πραγματικότητα όμως είναι λίγο πιο πεισματάρικη: Το πολιτικό σύστημα (δηλαδή κυβέρνηση, κόμματα, διοίκηση, δικαιοσύνη και ΜΜΕ), και ιδιαίτερα το «σύστημα Μητσοτάκη», τρομοκρατήθηκαν από την έκταση και το βάθος της κινητοποίησης, αιφνιδιάστηκαν, και τελικά κατάλαβαν ότι αυτό είναι το υπ’ αριθ. 1 ζήτημα που πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστεί, με οποιοδήποτε τρόπο. Διότι η κινητοποίηση αυτή παρήγαγε πολιτικά αποτελέσματα:
- Έδειξε ότι το 80% του πληθυσμού πιστεύει ότι έγινε συγκάλυψη, ότι η Δικαιοσύνη δεν έκανε τη δουλειά της, ότι έχουν βαρύτατες ευθύνες κόμματα και κυβερνήσεις που από το 2010 μέχρι σήμερα διαλύουν υποδομές και εφαρμόζουν μνημονικές πολιτικές, ότι κοροϊδεύουν και εμπαίζουν –αν δεν βρίζουν και συκοφαντούν– όσους αντιστέκονται ή ζητούν αλήθεια και δικαιοσύνη.
- Έδειξε ακόμα ότι αυτό το κοινωνικό ρεύμα δεν ζητά να βρει κάποιον από το πολιτικό σύστημα για να του «αναθέσει» την επίλυση του ζητήματος (κάτι που είχε γίνει το 2010-2015 με τον ΣΥΡΙΖΑ), αλλά προχωρά με βηματισμό προς την κατεύθυνση ενός ακηδεμόνευτου κινήματος-ρεύματος που ζητά πραγματική αλλαγή και δικαιοσύνη, ζητά οξυγόνο για την χώρα.
- Έδειξε ότι αντιλαμβάνεται πως οι θεσμοί του πολιτικού συστήματος έχουν αλωθεί από κάθε στοιχείο ελέγχου και λαϊκής κυριαρχίας. Κατ’ εξοχήν παράδειγμα αυτής της συνειδητοποίησης είναι η ίδια η διαδικασία «προαγωγής» του κ. Τασούλα για τις υπηρεσίες που προσέφερε στο «σύστημα Μαξίμου» σε όλες τις φάσεις, και ειδικά στη συγκάλυψη των Τεμπών. Δεν υπήρξε ποτέ στη μεταπολιτευτική ιστορία επιλογή για την Προεδρία τόσο απομονωμένη από το λαϊκό αίσθημα, τόσο φορτισμένη με στενά κομματικό έργο και λειτουργία φύλακα του Μαξίμου, και προσωπικά του κ. Μητσοτάκη. Η απομόνωση του κ. Τασούλα είναι άλλη μια εκδήλωση της πολιτικής κρίσης αντιπροσώπευσης που περιβάλλει τη χώρα, και οξύνεται με την υπόθεση των Τεμπών.
- Έδειξε ακόμα και το άλλο εντυπωσιακό γεγονός: μια άσφαιρη, ανίκανη, σημαδεμένη, σε ένα βαθμό και συνένοχη (όσοι εφάρμοσαν και ψήφισαν μνημονιακές πολιτικές) «αντιπολίτευση», που για δύο χρόνια επιδίδονταν σε εσωκομματικές διενέξεις και κρίσεις, ενώ μετά τις 26/1 ψελλίζει κάτι για τα Τέμπη, συνεχίζει έναν σκυλοκαβγά στους κόλπους της, χωρίς να νοιάζεται να θέσει τα κεντρικά ζητήματα στο επίκεντρο.
Στην πραγματικότητα οι «αντιπολιτευόμενοι» δεν θέλουν (και δεν μπορούν, αλλά βασικά δεν θέλουν) να επέλθει μια αλλαγή στο πολιτικό σκηνικό. Δεν θέλουν να δυσκολέψουν τη θέση του Μητσοτάκη ή την ηγεμονία της Ν.Δ. Κατανοούν ότι όλα μάλλον θα αλλάξουν, και επιζητούν μια θέση στο νέο καταμερισμό, αλλά όχι μια σύγκρουση με το πολιτικό σύστημα της εξάρτησης και της υποτέλειας. Γι’ αυτό πάνε «συγκρατημένα», υπεύθυνα, συστημικά. Και πλασαριστά. Όλοι πλασάρονται, εξ ου και τα καβγαδάκια μεταξύ τους. Π.χ. το ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ για τις προεδρικές υποψηφιότητες των κομμάτων τους. Η Νέα Αριστερά με τον ΣΥΡΙΖΑ για το τι έπρεπε να γίνει στην 4η ψηφοφορία(!). Το ΚΚΕ κηρύττει πόλεμο στη Ζωή Κωνσταντοπούλου και χρησιμοποιεί γλώσσα (Παφίλης, Κανέλλη, Ριζοσπάστης κ.λπ.) που δεν συνηθίζει ούτε για Μητσοτάκη, Τασούλα ή και αρχιερείς των ελίτ στη χώρα – οι οποίοι δεν κατονομάζονται, αφού εχθρός είναι η γενικόλογη «κερδοφορία του κεφαλαίου».
Συνολική εικόνα της «αντιπολίτευσης»; Χάλια των χαλέων…
Ο τραμπουκισμός και η κλιμάκωση της κυβέρνησης
Η κυβέρνηση, έχοντας επίγνωση της δυσχερέστατης θέσης της, και φοβούμενη το τι μπορεί να φέρει η 28η Φεβρουαρίου, οπότε συμπληρώνονται δύο χρόνια από το έγκλημα, περνά σε μια κλιμάκωση, σε μια επικίνδυνη πολιτική πρακτική: όχι μόνο με την παραπληροφόρηση, τα βίντεο, τους κομιστές βίντεο, και την «τυφλή» διορισμένη δικαιοσύνη, αλλά και με μια ευθεία επίθεση ενάντια στο κίνημα των Τεμπών. Τα «σκύβουμε το κεφάλι» και «οι γονείς των θυμάτων μπορούν να λένε ό,τι νομίζουν, τους σεβόμαστε» έχουν πάει περίπατο. Τώρα με τα βίντεο ισχυρίζονται ότι δεν υπάρχει συγκάλυψη. Περνούν στην επίθεση και βλέπουν σχέδια αποσταθεροποίησης, «πορτοκαλί επανάστασης», ανατροπής της κυβέρνησης.
Αυτός ο κατήφορος, που δείχνει πανικό, οδηγεί και σε ενεργοποίηση διαφόρων μηχανισμών που μέχρι τώρα ήταν ανενεργοί. Ένα κλίμα κινδυνολογίας και φόβου πρέπει να εμπεδωθεί, ώστε η κινητοποίηση της 28ης Φεβρουαρίου να αποδυναμωθεί. Εκτιμά βέβαια, γιατί δεν είναι ηλίθια, ότι η υπόλοιπη αντιπολίτευση θα θελήσει κι αυτή να μπουρδουκλώσει την υπόθεση των Τεμπών στα γνωστά συστημικά παιχνίδια, και με αυτόν τον τρόπο να αποσβηστούν οι κραδασμοί και η κρίση που προκαλεί σε όλο το σύστημα εξουσίας το κίνημα των Τεμπών.
Έτσι ο μήνας που διανύουμε, έως την 28η Φεβρουαρίου, είναι μήνας μιας πολιτικής και ιδεολογικής αναμέτρησης η οποία αφορά όλους τους μηχανισμούς του συστήματος από τη μια, που προσπαθούν να «προσγειωθεί» ομαλά η υπόθεση των Τεμπών, και από την άλλη τη λαϊκή κινητοποίηση και συνειδητοποίηση για βαθιά αλλαγή, τομή στη χώρα, και δικαίωση των θυμάτων. Μπαίνει το ζήτημα να μην χαθεί η ζωογόνα δύναμη ενός ακηδεμόνευτου ρεύματος και κινήματος στην ελληνική κοινωνία, και να μην περάσει η προσπάθεια τιθάσευσής του από το πολιτικάντικο και μιντιακό σύμπλεγμα. Οι επιθέσεις που γίνονται στους γονείς και τον σύλλογό τους, οι διαρκείς απόπειρες συκοφάντησής τους, οι διαδόσεις ότι τα κίνητρά τους είναι η προσωπική προβολή ή τα λεφτά, αποσκοπούν να διαβρώσουν τη θέση που έχουν πάρει οι γονείς των θυμάτων στη συνείδηση και στο θυμικό του ελληνικού λαού. Το νοιώθουν καλά οι συστημικοί, ότι η εμβέλεια και η αξιοπιστία που έχουν μερικές δεκάδες γονέων έχει υπερκεράσει κόμματα, μηχανισμούς του κράτους, θεσμούς που έχουν αλωθεί.
Το νοιώθουν καλά οι συστημικοί, ότι η εμβέλεια και η αξιοπιστία που έχουν μερικές δεκάδες γονέων έχει υπερκεράσει κόμματα, μηχανισμούς του κράτους, θεσμούς που έχουν αλωθεί
Άλλη μία πηγή, και το κεντρικό ζήτημα
Ο τραμπουκισμός και η κλιμάκωση της κυβέρνησης έχει και άλλη μία πηγή που δεν αναφέρεται, αλλά κυκλοφορεί με ένταση στους «παροικούντες την Ιερουσαλήμ»: Έχει τεθεί ανοικτά και με πολλούς τρόπους η αμφισβήτηση του Μητσοτάκη εντός της Ν.Δ. και σε κύκλους που την στηρίζουν. Η εικόνα της κοινοβουλευτικής ομάδας που ψηφίζει Τασούλα για πρόεδρο Δημοκρατίας είναι εντελώς απατηλή, δεν εκφράζει την πραγματικότητα. Καταλαβαίνουν –όχι λίγοι– ότι η γραμμή που ακολουθείται και ο «μονοπωλιακός» τρόπος που ακολουθεί το Μητσοτακικό Μαξίμου (υπερσυγκεντρωτισμός, «πάρτα όλα» σύστημα μοιράσματος του Ταμείου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας κ.λπ.) έχει ενοχλήσει και κύκλους των ελίτ, και πρεσβείες. Ακόμα, όλοι βλέπουν πως επίκειται –αργά ή γρήγορα– μια αντικατάστασή του επειδή, ακόμα κι αν γίνουν εκλογές, δεν τις κερδίζει (έστω και χωρίς ορατό αντίπαλο).
Έχει λοιπόν αρχίσει να ανακατεύεται η κουτάλα και να ψάχνεται διάδοχη λύση. Πέφτουν σενάρια και κινήσεις και γίνονται διεργασίες, τις οποίες ξέρουν όλοι, άσχετα τι θέατρο παίζουν. Πάνω σε αυτόν το καμβά γίνονται και τα αντίστοιχα πλασαρίσματα όλων των κομμάτων και δυνάμεων. Το ακηδεμόνευτο κίνημα των Τεμπών μπορεί να χρησιμοποιηθεί, αλλά όλοι γνωρίζουν ότι αυτό το κίνημα ζητά πολύ περισσότερα από όσα ο συστημισμός θέλει να προστατέψει. Το κίνημα αυτό, όντας ακηδεμόνευτο και ορμητικό, ζητά μια άλλη, καλύτερη Ελλάδα – όχι απλά δικαιοσύνη. Κι αυτό είναι κάτι που το κάνει να μην μπορεί να ενσωματωθεί εύκολα. Όλοι έχουν συμφέρον από την υποχώρησή του, και δουλεύουν προς αυτήν την κατεύθυνση.
Επομένως κεντρικό πολιτικό ζήτημα της συγκυρίας είναι, πρώτον, να μην περάσει η κλιμακούμενη κυβερνητική επίθεση ενάντια στο κίνημα των Τεμπών και, δεύτερον, να μην περάσει η ουσιαστική απονεύρωσή του μέσω της μετατροπής του σε κλωτσοσκούφι ανάμεσα στα διάφορα κόμματα που πλασάρονται. Ο ακηδεμόνευτος χαρακτήρας του κινήματος είναι η δύναμή του.
Μπροστά σε μια ιδρυτική φάση
Η ύπαρξη ενός ακηδεμόνευτου ρεύματος, η ύπαρξη ενός ενεργού και βαθιού ρήγματος στην ελληνική κοινωνία με αφορμή την υπόθεση των Τεμπών, δύο χρόνια μετά το συστημικό έγκλημα και ξεπερνώντας σκοπέλους και εμπόδια που έθεσε η επιχείρηση «μπαζώματος» της υπόθεσης, δεν οδηγεί μόνο σε μια πολιτική κρίση. Θέτει, επιπλέον, μεγάλες ανάγκες για βαθιές αλλαγές στον τόπο. Κι αυτό είναι πολύ καθοριστικό ζήτημα για όποιον ενδιαφέρεται για το υπαρξιακό πρόβλημα της χώρας. Επειδή η απαίτηση για Δικαιοσύνη έρχεται σε σύγκρουση με ένα καθεστώς και ένα θεσμικό πλαίσιο που προστατεύει όλο το πολιτικό προσωπικό, και με ένα μνημονιακό καθεστώς που δεν έχει αποσυρθεί, αλλά διαλύει όλες τις υποδομές και ιδιωτικοποιεί μια σειρά από τομείς που έπρεπε να ανήκουν στη δημόσια σφαίρα – όχι στα χέρια πολυεθνικών και funds.
Το αίτημα Δικαιοσύνης συναντιέται με το αίτημα για Οξυγόνο και αγκαλιάζει όλο το φάσμα της Πολιτικής, της Συμμετοχής και του Ελέγχου, της Δημοκρατίας (που δεν υπάρχουν). Και οδηγεί στο συμπέρασμα (στη συνειδητοποίηση) πως χρειάζεται μια μεγάλη πολιτική αλλαγή. Κάτι σαν νέα μεταπολίτευση που θα ορίσει μια νέα Πολιτεία, μια νέα σχέση Δημόσιου και ιδιωτικού, μια άλλη σχέση για νευραλγικούς τομείς της οικονομικής και κοινωνικής ζωής – όπως οι μεταφορές, η ενέργεια, η τηλεπικοινωνίες, η παιδεία, η υγεία, η περιφερειακή ανάπτυξη αντί της εγκατάλειψης, η παραγωγική ανασυγκρότηση.
Ο κ. Μανώλης Κοττάκης διαβλέπει πως η χρονιά 2025 θα είναι μια «ιδρυτική χρονιά» για το πολιτικό σύστημα, εννοώντας ότι πρόκειται να γίνουν πολλές ανακατατάξεις και διεργασίες, παραδεχόμενος ότι υπάρχει μια μεγάλη κρίση. Δεν κάνει λάθος, αλλά περιορίζει την εμβέλεια και το βάθος που πρέπει να έχει ο «ιδρυτικός» χαρακτήρας. Κατά την άποψή μου, μπαίνουμε σε μια περίοδο πιο γενικού ιδρυτικού χαρακτήρα, όπου πρέπει να ξανατεθούν προς συζήτηση και διευθέτηση πολλά θέματα, κεντρικά και κομβικά για την ίδια τη χώρα.
Έχουμε επομένως άμεσα μπροστά μας μια πολιτική κρίση και μια βαθιά απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος· έχουμε όμως και έναν σε εξέλιξη γεωπολιτικό αναδασμό στην περιοχή μας, και την επεκτατική πολιτική της Τουρκίας· έχουμε την τεράστια κρίση της Ευρώπης και της Ε.Ε., δηλαδή την Ευρώπη-τίποτα, την ανυπαρξία της Ευρώπης, τη στιγμή που το κύριο επιχείρημα όλων των βασικών συστημικών κομμάτων (Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ) είναι το «σύγκλιση με την προηγμένη Ευρώπη»· τέλος, έχουμε το ωστικό κύμα της πολιτικής Τραμπ που θα επηρεάσει και το πολιτικό σκηνικό της χώρας: ήδη συνωστίζονται πολλοί ως εκφραστές του τραμπισμού στην Ελλάδα.
Το οξυγόνο για μια αναγεννητική πορεία
Ο ιδρυτικός χαρακτήρας της νέας φάσης σημαίνει πως μια «νέα μεταπολίτευση» δεν μπορεί να προσπεράσει όλους αυτούς τους όρους χωρίς να ορίσει μια δική της πολιτική, μια οριοθέτηση και μια προβολή του τι σημαίνει μια καλύτερη Ελλάδα σήμερα, και μέσα από ποιες βαθιές αλλαγές μπορεί να συντελεστεί.
Ο ιδρυτικός χαρακτήρας της φάσης σημαίνει πως η χώρα χρειάζεται το οξυγόνο ενός ακηδεμόνευτου πόλου, κινήματος, εγχειρήματος που θα ξεδιαλύνει θέσεις, απόψεις, προτάσεις, θεσμούς, κοινωνικά πρότυπα, θέση της χώρας στον σύγχρονο κόσμο, βασικές αρχές και αξίες σε όλα τα πεδία. Οι ακόλουθοι της Ε.Ε. και της παγκοσμιοποίησης στη χώρα μας βρίσκονται σε κρίση, ενώ οι τραμπιστές όλων των αποχρώσεων και οι χαμαιλέοντες υπηρέτες όλων των αφεντικών σπεύδουν να καλύψουν κενά και να αντιμετωπίσουν όποια υγιή κοινωνική κινητικότητα και ακηδεμόνευτη συσπείρωση.
Το κίνημα των Τεμπών δείχνει δυνατότητες, εάν ενεργοποιηθεί ουσιαστικά ο λαϊκός παράγοντας, και όταν υπάρξουν εκφραστές του που θα βγαίνουν όχι από κομματικούς σωλήνες, αλλά μέσα από τον αγώνα και τη θαρραλέα στάση ανθρώπων. Το αποδεικνύει περίτρανα ο σύλλογος των γονιών, το πρόσωπο της κυρίας Καρυστιανού, του κυρίου Ασλανίδη και άλλων. Το αποδεικνύει η εμβέλεια που έχουν ορισμένες ανεξάρτητες φωνές μικρών σχετικά ΜΜΕ που όμως έχουν τεράστια αξιοπιστία και σπάνε τη μονοπώληση των συστημικών ΜΜΕ. Το αποδεικνύει το κάλεσμα που γίνεται 2-3 μέρες πριν, και η λαϊκή καταιγίδα που ξεσπά σε όλες τις πόλεις, μέχρι τις πιο απομακρυσμένες περιοχές της χώρας.
Αυτό το τεράστιο κεφάλαιο κοινωνικής διαθεσιμότητας και ενεργοποίησης πρέπει να αξιοποιηθεί γόνιμα για μια αναγεννητική πορεία της χώρας. Όσες δυσκολίες κι αν υπάρχουν, πρέπει να ξεπεραστούν χρόνιες παθογένειες (όχι αυτές που επικαλείται ο Μητσοτάκης), και μια μεγάλη εθνική και λαϊκή ενότητα να δώσει αναγεννητική ώθηση από το τέλμα και τον γκρεμό που μας οδηγούν. Επειδή όλοι είμαστε πάνω σε μια αμαξοστοιχία χωρίς οδηγό, με ράγες σημαδεμένες, χωρίς φρένα…
Το ξέρουμε και πρέπει να το αποτρέψουμε. Μπορούμε. Ο μήνας που διανύουμε είναι κρίσιμος, αλλά ο αγώνας δεν κρίνεται σε έναν μήνα. Να νοιώσουμε ως υποκείμενο μέσα στη χώρα· αυτό είναι το κύριο οξυγόνο που χρειαζόμαστε!