Σε αδιάκοπη ύφεση 14 ετών οι ΗΠΑ
Ταχυδακτυλουργικά μαγειρέματα στον υπολογισμό του ΑΕΠ. Του JimQ
«Μία μεγάλη βιομηχανική χώρα ελέγχεται από το πιστωτικό της σύστημα. Το δικό μας πιστωτικό σύστημα έχει συγκεντρωθεί σε χέρια ιδιωτών. Άρα, η ανάπτυξη του έθνους και όλες οι δραστηριότητές μας βρίσκονται στα χέρια λίγων ατόμων… Φθάσαμε να έχουμε μία από τις χειρότερες, τις πιο ελεγχόμενες και υποταγμένες κυβερνήσεις στον πολιτισμένο κόσμο – όχι πλέον μία κυβέρνηση με ελευθερία γνώμης, όχι πλέον μία κυβέρνηση της πεποίθησης και της ψήφου της πλειοψηφίας, αλλά μία κυβέρνηση των απόψεων και του εκβιασμού μικρών ομάδων ισχυρών ανδρών».
Γούντροου Ουίλσον, πρόεδρος των ΗΠΑ, 1913-1921
Ο αναλφαβητισμός περί τα οικονομικά ζητήματα των αμόρφωτων κατώτερων τάξεων και η εθελοντική άγνοια των θεωρητικά μορφωμένων ανώτερων τάξεων δεν έχει ποτέ υπάρξει πιο εμφανής απ’ ό,τι σήμερα, αν εξετάσει κανείς την έννοια της υποτίμησης του νομίσματος εκ μέρους της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ – που είναι γνωστή και ως πληθωρισμός.
Τι περιέχει το ΑΕΠ μας
Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν είναι το στατιστικό στοιχείο που χρησιμοποιούν οι τραπεζίτες, οι πολιτικοί και οι «γκουρού» των Μέσων Ενημέρωσης για να πείσουν τις μάζες ότι η οικονομία αναπτύσσεται. Δύο διαδοχικά τρίμηνα αρνητικού ρυθμού ανάπτυξης του ΑΕΠ συνήθως σηματοδοτούν ύφεση. Στους κατόχους της εξουσίας δεν αρέσει να αναφέρουν ύφεση, οπότε τις τελευταίες δεκαετίες λαμβάνει χώρα ένα «μαγείρεμα» των στοιχείων προκειμένου να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα. Πριν από το 1991 η κυβέρνηση αναφερόταν στο ευρύτερο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν, που περιελάμβανε το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) συν το ισοζύγιο πληρωμών τόκων και μερισμάτων. Όταν γίναμε κράτος-οφειλέτης, με υψηλές πληρωμές τόκων σε ξένους, η δημοσιοποίηση του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος έγινε ασύμφορη για την κυβέρνηση. Έτσι, δεν αναφέρονται πλέον σε αυτό, διότι είναι κατά 900 δισ. δολάρια περίπου χαμηλότερο του ΑΕΠ. Τον Ιούλιο του 2013 η κυβέρνηση αποφάσισε ότι είχε ανακαλύψει μια «ακριβέστερη» μέθοδο υπολογισμού του ΑΕΠ και απλά προχώρησε σε αναδρομική αύξηση του ΑΕΠ κατά 500 δισ. δολάρια από το πουθενά.
Η ανάπτυξη της οικονομίας δεν παρουσίασε καμία μεταβολή, αλλά το ΑΕΠ είχε ενισχυθεί κατά 3%. Αυτές οι προσαρμογές όμως ωχριούν συγκρινόμενες με την επί δεκαετίες υποτίμηση του πραγματικού πληθωρισμού, που τεχνηέντως επηρεάζει τον υπολογισμό του ΑΕΠ. Όσο υψηλότερος είναι ο πληθωρισμός που εκτιμάται στον υπολογισμό του ΑΕΠ, τόσο χαμηλότερο προκύπτει το ΑΕΠ. Ο αποπληθωριστής που χρησιμοποιείται από το ΒΕΑ (Bureau of Economic Analysis) στους υπολογισμούς του ΑΕΠ είναι ακόμα χαμηλότερος από τον ήδη «μαγειρεμένο» CPI (Δείκτης Τιμών Καταναλωτή). Σύμφωνα με το ΒΕΑ, ο συνολικός πληθωρισμός από το έτος 2000 μέχρι σήμερα είναι μόνο 32%. Δηλαδή ο πληθωρισμός πέρυσι διαμορφώθηκε μόνο στο 1,4% και σωρευτικά την τελευταία πενταετία μόνο στο 7,1%. Όποιος όμως ζει στον πραγματικό κόσμο, γνωρίζει καλά ότι το κόστος ζωής έχει αυξηθεί πολύ περισσότερο. Το ονομαστικό ΑΕΠ έχει αυξηθεί από 10 τρισ. δολάρια το 2000 σε 17 τρισ. δολάρια σήμερα. Ακόμα κι αν χρησιμοποιηθεί ο αστείος αποπληθωριστής του ΒΕΑ για τον πληθωρισμό, το αποτέλεσμα είναι μία αύξηση από τα 12,4 τρισ. δολάρια σε μόλις 15,9 τρισ. δολάρια σε πραγματικούς όρους. Αλλά ακόμη και αυτή η αμελητέα αύξηση της τάξεως του 28% στη διάρκεια των 14 τελευταίων ετών είναι υπερβολικά διογκωμένη, όπως γίνεται φανερό στο Γράφημα 1. Αν χρησιμοποιηθεί ο πραγματικός ρυθμός πληθωρισμού, αποκαλύπτεται η μεγάλη απάτη που εξυφαίνεται από αυτούς που βρίσκονται στην εξουσία. Στην πραγματικότητα η χώρα τελεί σε μία αδιάκοπη ύφεση από το 2000.
Το μαγείρεμα των στοιχείων
Η κυβέρνηση προσπαθεί να μας πείσει ότι η ύφεση που ζήσαμε κράτησε μόνο από το τρίτο τρίμηνο του 2008 μέχρι το τρίτο τρίμηνο του 2009. Άρα, παρά τα δύο κραχ στα χρηματιστήρια, τη μεγαλύτερη κατάρρευση της ιστορίας στην αγορά ακινήτων και μία κρίση παγκόσμιας εμβέλειας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, οι Αρχές επιμένουν ότι η οικονομία αναπτύχθηκε σωρευτικά κατά 93% τα 14 τελευταία χρόνια. Είναι κοινός τόπος ότι η κυβέρνηση σε συνενοχή με τον Γκρίνσπαν (πρώην διοικητή της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ), το Κογκρέσο και την ακαδημαϊκή κοινότητα, μειώνουν συστηματικά τον δείκτη τιμών καταναλωτή που δίνεται στη δημοσιότητα. Από το 1700 ο πληθωρισμός σε επίπεδο κατανάλωσης υπολογίζεται μετρώντας τις αλλαγές στις τιμές σε ένα σταθερό «καλάθι» αγαθών, αποτυπώνοντας ουσιαστικά το κόστος διατήρησης ενός σταθερού επιπέδου διαβίωσης. Αυτή η πρακτική άρχισε να αλλάζει στις αρχές της δεκαετίας του 1980 με την Επιτροπή Γκρίνσπαν που συστάθηκε για να «σώσει» το Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης και κλιμακώθηκε με την Επιτροπή Boskin το 1995.
Με λίγα λόγια, στόχος των επιτροπών Γκρίνσπαν και Μπόσκιν ήταν να συρρικνώσουν περαιτέρω τις πληρωμές διαφόρων επιδομάτων κοινωνικής πρόνοιας στους συνταξιούχους μέσα από την τεχνητή μείωση του δείκτη τιμών καταναλωτή. Οι πολιτικοί επέτρεψαν στους ακαδημαϊκούς να κάνουν τα μαγικά τους υποτιμώντας τον δείκτη τιμών καταναλωτή, ώστε να υφαρπάξουν 700 δισ. δολάρια από τους συνταξιούχους κατά τη δεκαετία μέχρι το 2006. Αν ο δείκτης τιμών καταναλωτή υπολογιζόταν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως πριν από το 1983, θα κυμαινόταν κατά μέσο όρο μεταξύ του 5-10% κατά τα τελευταία 14 χρόνια. Ακόμα κι αν είχε υπολογιστεί με βάση τα δεδομένα του 1990, πριν από τις προσαρμογές της Επιτροπής Μπόσκιν, ο πληθωρισμός σε ετήσια βάση θα κυμαινόταν στο 4-7%.
Γνωρίζουμε ότι το ΒΕΑ έχει αποπληθωρίσει το ΑΕΠ μόνο κατά 32% από το 2000. Γνωρίζουμε ακόμα ότι η Στατιστική Υπηρεσία αναφέρει ότι ο δείκτης τιμών καταναλωτή έχει αυξηθεί μόνο κατά 37% από το 2000. Ένας σκεπτόμενος άνθρωπος ίσως να αναρωτηθεί πώς μπορεί η κυβέρνηση να ανακοινώνει πληθωρισμό 32-37% για τα 14 τελευταία χρόνια, όταν το πραγματικό κόστος ζωής έχει εκτιναχθεί κατά 50-100% στα περισσότερα καθημερινά έξοδα διαβίωσης. Και αυτό όταν οι τεράστιες αυξήσεις στη φορολογία των ακινήτων, τους φόρους επί των πωλήσεων, τους δασμούς, τα διόδια και τη φορολογία εισοδήματος, δεν έχουν καν συνυπολογιστεί στον Πίνακα 1. Αλλά ο χρυσός σαν να… μυρίστηκε την υποτίμηση του πληθωρισμού και τα ψέματα των ηγετών μας (βλέπε πίνακα 1). Ακόμα κι αν χρησιμοποιηθεί ο προβληματικός δείκτης τιμών καταναλωτή, αποκαλύπτεται ότι το μέσο εισόδημα των νοικοκυριών σε πραγματικές τιμές είναι κατά 7,3% χαμηλότερο από τα επίπεδα του 2000.
Οι ηγέτες μας θα έπρεπε να είχαν πάρει το μάθημά τους από τις δύο σοβαρές κρίσεις στην οικονομία μέσα σε μία οκταετία, με τις ευλογίες της Κεντρικής Τράπεζας, να έχουν εγκαταλείψει τις πολιτικές της ανεύθυνης πιστωτικής επέκτασης, και να έχουν υιοθετήσει πολιτικές που ενθαρρύνουν την αποταμίευση, τις κεφαλαιουχικές επενδύσεις και τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Επέλεξαν μία θεραπεία ίδια με την ασθένεια που αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε κρίση, καταστροφή και κατάρρευση. «Δεν υπάρχει κανένας τρόπος να αποτραπεί η τελική κατάρρευση μίας ανάπτυξης που στηρίζεται στην πιστωτική επέκταση. Το μόνο το οποίο κρίνεται είναι κατά πόσον η κρίση θα έλθει συντομότερα σαν αποτέλεσμα της συνειδητής εγκατάλειψης της περαιτέρω πιστωτικής επέκτασης ή θα έλθει αργότερα, ως τελική και ολοκληρωτική καταστροφή του νομισματικού συστήματος» (Λούντβιχ φιν Μίζες).
* Άρθρο δημοσιευμένο στο shadowstats.com
Μετάφραση: Ελεάννα Ροζάκη