του Δημήτρη Υφαντή
Με την ψήφο εμπιστοσύνης στο χέρι, Σαμαράς και Βενιζέλος εκλιπαρούν την ανοχή των δανειστών
Η ανεξήγητη σπουδή να προβεί σε έκτακτες ανακοινώσεις η κυβερνητική εκπρόσωπος, ενώ ακόμη η συνάντηση Σαμαρά και Βενιζέλου βρισκόταν σε εξέλιξη, αφαίρεσε αυτομάτως, ως σκηνοθεσία δηλαδή, κάθε δραματικό στοιχείο αιφνιδιασμού. Προφανώς, την πρόωρη εκκίνηση των διαδικασιών για εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας, πολύ περισσότερο την προκήρυξη εκλογών, δεν θα αναλάμβανε να δημοσιοποιήσει η Σοφία Βούλτεψη, αλλά ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Έτσι, όσα ανακοινώθηκαν, η εμφανιζόμενη ως τελεσίδικη απόφαση για προεδρική εκλογή τον Φλεβάρη, σε συνδυασμό με το αίτημα ψήφου εμπιστοσύνης, καταγράφηκαν ως η θλιβερή κατάληξη μιας μοιραίας πορείας φθοράς, που με συνέπεια ακολούθησε η κυβέρνηση μετά τις Ευρωεκλογές.
Η φαντασία ξεπέρασε την… εξουσία. Να ζητείται σωσίβιο στις κοινοβουλευτικές ομάδες που διέπρεψαν επί δυόμισι χρόνια στον εξευτελισμό κάθε έννοιας δημοκρατικής διαδικασίας, επικυρώνοντας πραξικοπήματα επί σκανδάλων; Αυτό και μόνο συνιστά πανηγυρική ομολογία ήττας. Ο τραγέλαφος επιτείνεται, με την έμφαση στο τραγικό στοιχείο, όταν ανεβαίνει ο πήχης άνω των 154 θετικών ψήφων (όσους συγκεντρώνουν Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ, μαζί με τους «ανανήψαντες» Λοβέρδο και Αηδόνη). Ισχυρίζεται η καθεστωτική προπαγάνδα: Με καμία δεκαριά ακόμη «ναι», ανάκατα με «παρόν», διαμορφώνεται κλίμα συσπείρωσης ενόψει του στόχου των 180 της προεδρικής εκλογής. Η αριθμητική προφανώς, δεν είναι μακριά από την πραγματικότητα.
Αλλά το ερώτημα προκύπτει εύλογα. Πού απευθύνονται, εκτυλίσσοντας αυτή την τακτική; Αρκεί η κοινή λογική για τη διαπίστωση, πως το πρωθυπουργικό βλέμμα δεν είναι στο λαό, δεν θα μπορούσε άλλωστε να είναι. Το ρήγμα βαθαίνει και δεν αποκαθίσταται. Συνεπώς, δεν επιδέχεται καμία αμφισβήτηση, πως με το εφεύρημα «ψήφος εμπιστοσύνης» η κυβέρνηση προσβλέπει αποκλειστικά και μόνο στα ξένα αφεντικά. Απέναντί τους εξαγοράζει πολιτικό χρόνο, με αντίτιμο την απαρέγκλιτη και εθελόδουλη εκτέλεση του προγράμματος της καταστροφής.
Βέβαια, στο περιβάλλον της εντεινόμενης πολιτικής κρίσης, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η προσκόλληση του ελλαδικού πολιτικού κατεστημένου στο άρμα του Μερκελισμού, ενδεχομένως εξασφαλίσει περιθώρια ανοχής, ακόμη και μέσω πραγματικών βαθμών χαλάρωσης στο δημοσιονομικό σκέλος του Μνημονίου. Ένα μείγμα φορολογικών ελαφρύνσεων, μισθολογικών ενισχύσεων σε εκλογικούς «πελάτες» (ένστολοι) και επιμήκυνσης αποπληρωμής του χρέους, με αντιστάθμισμα σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις και πλήρη αποδιάρθρωση των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων, πιθανά να αποτελέσει την «τελική λύση» και το έσχατο όπλο της συγκυβέρνησης, καθώς θα παρουσιαστεί ως η εθνική λύση μετά από σκληρή και υπεύθυνη διαπραγμάτευση.
Συμπερασματικά, λοιπόν, μένει ακόμη κάτι – όχι μικρό σε σημασία για να εκτμηθεί. Το παράδοξο είναι πως παρ’ όλα όσα, με όποιον τρόπο και όποιο κόστος παρατείνει η συγκυβέρνηση τον βίο της. Αν αυτό λέγεται «ζωή» – πάντως, Σαμαράς και Βενιζέλος δεν πέφτουν. Κι όσο δεν πέφτουν, έχουν και παραέχουν δικαίωμα στην… ελπίδα. Γιατί αυτό που έχει συντελεστεί, δηλαδή η απονομιμοποίησή τους απέναντι στη λαϊκή πλειοψηφία, είναι μάλλον μια συντελεσμένη κατάσταση χωρίς αντιστροφή, εκκρεμεί όμως χωρίς πραγμάτωση. Και εδώ, ούτε η αδιαμφισβήτητη ελπιδοφόρα καταγραφή στα ποσοστά των δημοσκοπήσεων, ούτε η προεξόφληση των εκλογών τον Μάρτη αρκούν ως αντίβαρα. Η συγκυρία φορτίζει με μια βουβή προσδοκία ολοένα και πιο διευρυμένα στρώματα μιας καθημαγμένης κοινωνίας. Αλλά ούτε βοή, ούτε ορμή εκδηλώνονται, παρά μόνο σποραδικά μέτωπα αντίστασης, που δεν αρκούν για να δοθεί «εύστοχα» η χαριστική βολή στην παραπαίουσα κυβέρνηση.
Ίσως το πιο ενδεικτικό και… ανατριχιαστικό, επίσης, είναι πως την επομένη των ανακοινώσεων για την προεδρική εκλογή και την ψήφο εμπιστοσύνης, συναντήθηκαν πρωθυπουργός, αντιπρόεδρος και ο αρμόδιος Χαρδούβελης για να επιταχύνουν το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, μέσω του ΤΑΙΠΕΔ.
Τα αντίδωρα, άλλωστε, όπως αποδεικνύεται, δεν επιτρέπουν χρονικά περιθώρια προς εκπλήρωση, ούτε καν για το κοντινό μέλλον. «Εδώ και τώρα» στην κυριολεξία χαρίζονται εκατομμύρια στο τραπεζικό κατεστημένο (η προκλητική ρύθμιση του αναβαλλόμενου φόρου) και στο εφοπλιστικό κεφάλαιο (η μετατροπή της υποχρεωτικής εισφοράς σε εθελοντική).
Στην επικείμενη συζήτηση στη Βουλή η επιδίωξη να συρθεί ο ΣΥΡΙΖΑ σε έναν κλασικό καβγά δικομματικού τύπου αλά παλαιά, θα είναι εμφανής από κυβερνητικής πλευράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ, όμως, θα έχει την ευκαιρία να απευθυνθεί με τόλμη και ειλικρίνεια στο λαό, σε πνεύμα συνέγερσης και ευαισθητοποίησης πάνω σε απλό και κατανοητό πρόγραμμα δεσμεύσεων και άμεσων μέτρων. Με πρόσημο ρήξης με το πολιτικό σύστημα και το καθεστώς της αποικίας χρέους, και συνάμα περιεχόμενο θετικό, ανάταξης της χώρας σε ράγες παραγωγικής και δημοκρατικής ανασύστασης. Στο βαθμό που χρωματιστεί με τέτοιο περιεχόμενο, λαμβάνοντας ουσία, η κοινοβουλευτική αντιπαράθεση, είναι δυνατόν, το βράδυ της καταγραφής, να επιφέρει ένα ακόμη πλήγμα στην ετοιμόρροπη κυβέρνηση. Υποθήκη για την πολιτική μάχη, με το λαό στο προσκήνιο, κάτι που παραμένει διαρκές ζητούμενο.