Μετά το κλείσιμο της ΕΡΤ, η μη μετάδοση της ομιλίας του Αλέξη Τσίπρα στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης από τη ΝΕΡΙΤ, έθεσε ξανά, εκτός από όλα τα άλλα που καυτηριάστηκαν και θίχτηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ, το γενικότερο πρόβλημα που υπάρχει με τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Πρόβλημα που δεν υπάρχει μόνο σε σχέση με την κρατική τηλεόραση. Ούτε είναι καινούργιο, αλλά, δυστυχώς, όσο κι αν παλιώνει επιδεινώνεται. Ένα πρόβλημα πολλών συντελεστών με κοινό παρονομαστή.
Πρώτα-πρώτα, έχει να κάνει με το θεμελιώδες που είναι η χειραγώγηση της κοινωνίας. Από κει και πέρα, έχει να κάνει με τη δυνατότητα της Αριστεράς να αρθρώσει το διαφορετικό της λόγο χωρίς να εξουδετερώνεται από τα πολλαπλά φίλτρα που χρησιμοποιεί το επικρατούν σύστημα επικοινωνίας και ενημέρωσης ελεγχόμενο σε συντριπτικό βαθμό από τις δυνάμεις της καθυστέρησης, του αυταρχισμού και της λεηλασίας. Η εκλογική στασιμότητα, δύο χρόνια μετά τις βουλευτικές εκλογές, υπό καθεστώς επιτάχυνσης και διεύρυνσης του οικονομικού αφανισμού της πλειοψηφίας του κοινωνικού σώματος, αναμφίβολα οφείλεται, μαζί με άλλες εξίσου σοβαρές αιτίες, σ’ αυτήν την από έντεχνη έως χοντροκομμένη, φανερή και καλυμμένη λογοκρισία που διέπει τη δημόσια μετάδοση του πολιτικού λόγου. Η συχνή αφλογιστία του λόγου της Αριστεράς στα κανάλια δεν είναι μόνο συνέπεια της ανεπάρκειας κάποιων αριστερών πολιτικών που διατρέχουν με μεγάλη συχνότητα τα τηλεοπτικά στούντιο. Είναι κυρίως συνέπεια της ιδιότητας των «μέσων» να μεταβάλλουν την αντίθεση σε εξομοίωση, ορίζοντας τις συντεταγμένες του διαλόγου, τη θεματολογία, τα ερωτηματολόγια, τα πρόσωπα, τη διανομή των ρόλων, τον καταμερισμό του χρόνου, τους «κανόνες» συμμετοχής και εκφοράς του λόγου, την οριοθέτηση των αξιών και, τελικά, αφοπλίζοντας ακόμα και το ριζικά ενάντιο.
Εναλλακτική ενημέρωση
Η Αριστερά χρειάζεται ΜΜΕ που ενημερώνουν έγκαιρα και σε βάθος τους αριστερούς που είναι οι προπαγανδιστές των ιδεών της στο επίπεδο της καθημερινότητας. Αλλά χρειάζεται επίσης ΜΜΕ που θα ενημερώνουν τους πολίτες χωρίς διαμεσολαβητές, χωρίς παραμορφωτές και χωρίς παραπληροφορητές, ειδικά σε πολύ κρίσιμες στιγμές, αλλά και σε επίπεδο μιας πιο ολοκληρωμένης παρουσίασης πολιτικών θέσεων που είναι ανέφικτη στα ΜΜΕ του συστήματος, όπου ο λόγος της Αριστεράς εκφέρεται κατακερματισμένα, στρεβλωμένα και αποσπασματικά. Όλοι έχουμε έντονη στο μυαλό μας την εικόνα των πολιτικών εκπομπών στην τηλεόραση και την πικρή γεύση που κάθε φορά μας αφήνει.
Είναι πάρα πολλοί οι σύντροφοι, στελέχη, μέλη, φίλοι και ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ, που επισημαίνουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο την ανάγκη απεγκλωβισμού της Αριστεράς από την αποκλειστικότητα των καθεστωτικών ΜΜΕ. Θα τολμούσα να πω σε ποσοστό 97%, αν κρίνω από τις ελάχιστες αρνήσεις που δέχτηκα κατά τη συγκέντρωση υπογραφών για το κανάλι της Αριστεράς στη μεγάλη συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ με πάνω από τρεις χιλιάδες σύνεδρους. Ο κόσμος της Αριστεράς θέτει και ξαναθέτει με έμφαση την ανάγκη να γινόμαστε όλο και πιο ανεξάρτητοι στην επικοινωνία μας, θεωρώντας απαραίτητο να αποκτήσουμε ένα κανάλι της Αριστεράς, που δεν θα είναι τύπου 902, αλλά θα λειτουργεί σαν ανοικτός στην κοινωνία, αμφίδρομος δίαυλος, χωρίς την ασφυκτική μέγγενη των εργολάβων.
Ακόμα κι αν ένα κανάλι της Αριστεράς δεν έχει την εμβέλεια των καθιερωμένων καναλιών, αυτό δεν μειώνει τη σημασία του. Μερικά από τα μικρά κανάλια έχουν απήχηση πολύ μεγαλύτερη από τα ποσοστά τους. Και δεν περιορίζομαι στην περίπτωση του Καρατζαφέρη που είναι καθαρό δημιούργημα του σταθμού του. Πολλοί άνθρωποι καταφεύγουν στα μικρότερα κανάλια, σποραδικά ίσως, αλλά όλο και πιο τακτικά. Τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνει η διάδοση της αλήθειας (ή του ψέματος για τους καθεστωτικούς) «στόμα με στόμα».
Θέλουμε ή δεν θέλουμε;
Συμβαίνει, όμως, το εξής οξύμωρο. Ενώ η συντριπτική πλειονότητα του κόσμου της Αριστεράς εκφράζει και προτάσσει αυτή την αναγκαιότητα, οι μεγαλύτερες αντιρρήσεις πηγάζουν μέσα από την ίδια την Αριστερά. Μερικά στελέχη που έχουν πρόσβαση στα κανάλια θεωρούν ότι καλύπτουν με επάρκεια την επικοινωνία με την κοινωνία, οπότε ένας σταθμός της Αριστεράς δεν είναι αναγκαίος. Επίσης, αρκετοί δημοσιογράφοι είναι αντίθετοι στη δημιουργία ενός σταθμού που θα λειτουργεί σε εθελοντική βάση. Γιατί, πράγματι, μόνο σε εθελοντική βάση μπορεί να λειτουργήσει ένας τηλεοπτικός σταθμός της Αριστεράς, με δεδομένο ότι τα διαθέσιμα κονδύλια ήδη δεν επαρκούν, σύμφωνα με την τρέχουσα κατανομή τους. Είναι κατανοητή η ένσταση των ανέργων ή χαμηλά αμειβομένων δημοσιογράφων, αλλά το καθήκον αυτό μπορεί να πέσει σε όσους έχουν κάποιους πόρους για την επιβίωσή τους, όπως γίνεται με όλους τους επαγγελματίες που εργάζονται εθελοντικά σε διάφορα μέτωπα. Γιατροί στα κοινωνικά ιατρεία, δάσκαλοι στα μαθήματα για άπορους μαθητές, δικηγόροι για την υπεράσπιση των πολιτικά διωκόμενων κ.ο.κ. Γιατί όχι και δημοσιογράφοι στο μέτωπο της ενημέρωσης;
Αντιρρήσεις πηγάζουν και από εκείνους που θεωρούν ότι όταν σχηματίσει κυβέρνηση η Αριστερά, θα ανασυστήσει την ΕΡΤ σε δημοκρατική βάση, οπότε θα καλυφθεί σε μεγάλο βαθμό η ανάγκη πλουραλιστικής ενημέρωσης. Αυτή η ανομολόγητη σκέψη δεν λαμβάνει υπόψη της ότι αφενός χρειαζόμαστε το κανάλι για να μας βοηθήσει να γίνουμε κυβέρνηση και αφετέρου ότι η δημόσια τηλεόραση δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ανεξάρτητη φωνή της Αριστεράς για λόγους δεοντολογίας και αξιοπιστίας. Και είναι σημαντικό να τονιστεί ότι αυτή η ανάγκη μπορεί να είναι μεγαλύτερη ακόμα κι αν σχηματιστεί αριστερή κυβέρνηση.
Το θέμα των ΜΜΕ δεν συνδέεται μόνο με την ανεξαρτησία της φωνής μας. Συνδέεται και με την προώθηση της δημοκρατίας. Συνδέεται και με την άμυνα της δημοκρατίας σε περίπτωση που η Αριστερά αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Κι αυτό πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε βαθιά. Και να μην θεωρούμε ότι όλα αυτά που συμβαίνουν αλλού δεν μας αφορούν και δεν μας απειλούν.
Πριν αρχίσει η συρρίκνωση της δημοκρατίας και η απορρύθμιση του κοινωνικού κράτους, το πρώτο πράγμα που φροντίζουν οι καθεστωτικές δυνάμεις είναι να παραδώσουν τα ΜΜΕ στους ολιγάρχες, που θα αναλάβουν, με αντίτιμο την εξυπηρέτηση των εργολαβικών συμφερόντων τους, να υπονομεύουν τις δημοκρατικές δυνάμεις με δυσφήμηση και παραπληροφόρηση και να στηρίζουν ό,τι πιο σάπιο κυριαρχεί στην πολιτική σκηνή.
Έπονται χειρότερα
Πριν από το πραξικόπημα στη Χιλή και τη δολοφονία χιλιάδων πολιτών, μεταξύ των οποίων και του προέδρου Αλιέντε, τα εχθρικά ΜΜΕ παρακινούσαν και στήριζαν τις διαδηλώσεις της κατσαρόλας, που προετοίμασαν το έδαφος για τη χούντα του Πινοσέτ. Από τότε η κατάσταση επεκτάθηκε και επιδεινώθηκε δραματικά. Τα ιδιωτικά κανάλια ροκανίζουν την προοδευτική κυβέρνηση της Βενεζουέλας με συστηματικό πόλεμο φθοράς που έφτασε μέχρι την υποστήριξη του πραξικοπήματος που απέτυχε χάρη στην ύπαρξη δημοκρατικών αξιωματικών που έμειναν πιστοί στον πρόεδρο Τσάβες. Αυτά τα κανάλια των ολιγαρχών πρωτοστάτησαν στην πραξικοπηματική ανατροπή του εκλεγμένου προέδρου της Ουκρανίας και το διαμελισμό της χώρας. Τα ανάλογα παραδείγματα είναι πολλά, σε όλο τον κόσμο, αλλά και στην Ελλάδα πήραμε μία γεύση το 1989, ενώ τώρα το ζούμε σε νέα επαυξημένη έκδοση. Κανένα μνημόνιο δεν θα εφαρμοζόταν και καμία κυβέρνηση με 31% δεν θα έμενε στη θέση της με αυτή την καταστροφή που προκαλεί στην κοινωνία και τον τόπο, εάν δεν στηρίζονταν από τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ. Το αναπάντεχο κλείσιμο της ΕΡΤ και ο αιφνιδιασμός μας δείχνουν πόσο υποτιμούμε το βαθμό της εγκληματικότητάς τους. Θα προετοιμαζόμαστε, λοιπόν, για τα χειρότερα ή θα τα αφήσουμε όλα στην «τύχη»;
Με αυτό το καθεστώς στα ΜΜΕ και με δικό μας ασθενικό αντίβαρο, είναι αμφίβολο εάν μπορούμε να προωθήσουμε τη δημοκρατία κόντρα στο είδος της «δημοκρατίας» που διαμορφώνει η καθεστηκυία τάξη χρησιμοποιώντας σαν ατομικό όπλο τα ελεγχόμενα ΜΜΕ και δη τις τηλεοράσεις. Δεν είναι μόνο ότι γκρεμίζουν όλες τις κατακτήσεις των εργαζομένων και ξεπουλούν μαζικά τον εθνικό, δημόσιο και ιδιωτικό πλούτο, στα ξένα ολιγοπώλια. Είναι ότι ορίζουν και κατασκευάζουν τις συνιστώσες του πολιτικού συστήματος, από την εκλογή των βουλευτών μέχρι το διορισμό των υπουργών. Είναι ολοφάνερο ποιοι ανέδειξαν σε πρώτες φίρμες τον Γεωργιάδη, τον Βορίδη, τη Βούλτεψη, τη Χριστοφιλοπούλου, τον Βρούτση και πολλούς άλλους, ακόμα και τον ίδιο τον Σαμαρά, ένα μετριότατο πολιτικό, ανεπάγγελτο και ξεχασμένο στο συρτάρι για πολλά χρόνια. Για ποια δημοκρατία μιλάμε όταν «αυτοί» επιλέγουν ποιοι θα προωθηθούν για βουλευτές; Γιατί, αυτή είναι η πραγματική «μιντιοκρατία». Νομίζει κανείς ότι στα μεγάλα κανάλια δεν υπάρχει λίστα προνομιούχων και λίστα αποκλεισμένων, εν γνώσει των δημοσιογράφων που κάνουν τις εκπομπές, των πολιτικών που καλούνται, αλλά και των κομμάτων και των μηχανισμών;
Επί πληρωμή
Κι αυτό συμβαίνει τόσο σε κεντρικό όσο και σε τοπικό επίπεδο. Είναι πασίγνωστο ότι στην επαρχία πολλοί πληρώνουν, περισσότερα αυτοί που δεν έχουν μπάρμπα στην Κορώνη ή το χρίσμα από το κέντρο, για να βγουν στα τοπικά κανάλια, ειδικά στις προεκλογικές περιόδους, όπως πληρώνουν για να μπουν στις τοπικές εφημερίδες ή να προβληθούν από τα τοπικά ραδιόφωνα. Αυτή είναι μία από τις χειρότερες αντιδημοκρατικές εκτροπές, η προώθηση επιλεγμένων πολιτικών, με αντάλλαγμα σε χρήμα ή σε «είδος», από τους εργολάβους των ΜΜΕ. Στην Αμερική, που η τηλεόραση έχει καθοριστικό ρόλο, οι ολιγάρχες έχουν προχωρήσει ακόμα παραπέρα στον αντιδημοκρατικό κατήφορο. Αγοράζουν απεριόριστο τηλεοπτικό χρόνο για να προβάλλουν και να επιβάλλουν τους υποψηφίους της αρεσκείας τους και, μάλιστα, με το νόμο, παραμερίζοντας ακόμα και τα κόμματα στην επιλογή των προσώπων που κατεβαίνουν στις εκλογές.
Και κάτι τελευταίο: είναι πολύ σαδιστικό να αφήνουμε τους πολίτες που ενδιαφέρονται για την πολιτική να παρακολουθούν τις εκπομπές όπως τις κατασκευάζουν οι εργολάβοι. Να υφίστανται σε τεράστιες ποσότητες Πρετεντέρη, Καψή, Ευαγγελάτο, Τράγκα, Γεωργιάδη, Βούλτεψη, Βορίδη, Μπίστη κ.ά. Με αυτό το overdose θα εξοντωθούν και οι δικοί μας άνθρωποι, γιατί αυτοί δεν παίζονται. Αυτοί ορίζουν τι είναι καλό και τι είναι κακό, τι αξίζει να συζητηθεί, με ποιο τρόπο και από ποιους. Είναι μετρ της διαστροφής, αντιστροφής, συσκότισης, εξαπάτησης και παραπληροφόρησης. Εμείς χρειαζόμαστε να ξεφύγουμε απ’ αυτούς, τουλάχιστον να μην εξαρτιόμαστε απ’ αυτούς. Εμείς πρέπει να κάνουμε εναλλακτική ενημέρωση. Και να ξαναβρεί η πολιτική τη σχέση της με τον πολιτισμό από τον οποίο έχει τόσο βάναυσα απομακρυνθεί.
Κι εμείς να ξεφύγουμε από την εσωστρέφεια, να μην απευθυνόμαστε μόνο στους ήδη μυημένους. Να εντείνουμε τη δουλειά μέσα στον κόσμο, με τον κόσμο, για τον κόσμο. Η τηλεόραση δεν είναι το παν, αλλά σίγουρα, στα χέρια των καθεστωτικών, είναι ένα τεράστιο εμπόδιο στην αλλαγή, την πρόοδο, τη δημοκρατία και την ελευθερία. Ούτε το πρόβλημα της ενημέρωσης και της επικοινωνίας περιορίζεται στην τηλεόραση. Πρέπει να ρίξουμε περισσότερη φαιά ουσία και μεγαλύτερες δυνάμεις στην αξιοποίηση του διαδικτύου, στην ανανέωση και διάδοση των εντύπων μας και σε κάθε άλλο μέσο με το οποίο μπορεί να φτάσει η φωνή μας και η αλήθεια μας μέχρι τον πιο αποκλεισμένο και απομονωμένο πολίτη αυτής της χώρας. Με το ραδιόφωνο γίνεται καλή δουλειά, αλλά χρειαζόμαστε πολλά ενεργά και ενδιαφέροντα μπλογκ που θα καλύπτουν μεγάλη γκάμα θεμάτων, πολλές τοπικές εφημερίδες, πολλά web radio, πολλές επιτόπου παρουσίες, πρόσωπο με πρόσωπο, στις γειτονιές, τα χωριά, τους χώρους εργασίας, τους μαζικούς φορείς, παντού, πολλά και καλά απ’ όλα, στο κέντρο και στην περιφέρεια. Γιατί η ανεξαρτησία και η εμβέλεια των μορφών και των μέσων επικοινωνίας μας είναι ζωτικής σημασίας τόσο για την άμυνα όσο και για την επίθεσή μας. Και ιδίως για το μέλλον της Ελλάδας!
Φωτο: Στέλιου Ελληνιάδη, Δύση πίσω από το συρματόπλεγμα