Του Χριστόδουλου Δολαψάκη

 

Τρίτη, 8 Ιουλίου. Η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Βραζιλίας γνωρίζει την πιο ντροπιαστική ήττα της Ιστορίας της και μάλιστα στο ίδιο της το σπίτι. Εκατομμύρια Βραζιλιάνοι σοκάρονται, απορούν, καταριούνται, κλαίνε. Κι όμως, δεν ήταν κάποιοι άλλοι αυτοί που πριν από την έναρξη του Μουντιάλ διαμαρτύρονταν για την διοργάνωση, τη διαφθορά και την ανέχεια.

Κάθε 4 χρόνια, με αφορμή το Παγκόσμιο Κύπελλο, αναζωπυρώνεται η συζήτηση για το ποδόσφαιρο ως κοινωνικό φαινόμενο: Είναι ένα απολίτικο «όπιο του λαού»; Μια «συναισθηματική πανώλη»; Μία επικερδής επιχείρηση; Ένα «πολιτισμένο θέαμα ελεγχόμενης βίας»; Μια λυρική ταύτιση με «φαντασιακές κοινότητες» όπως το έθνος και η πατρίδα; Ένας όμορφος τρόπος για να παραμένουν οι φτωχοί υποταγμένοι και πειθήνιοι;

Πάντως, ενώ διανοούμενοι, ιστορικοί και κοινωνιολόγοι προσπαθούν να δώσουν απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα, το γεγονός παραμένει: Το 2010 3,2 δισ. άνθρωποι παρακολούθησαν έστω και 1 λεπτό τηλεοπτικής κάλυψης του Μουντιάλ με τους περισσότερους στην Κίνα, η οποία δεν συμμετείχε καν σε αυτό. Ένα ασύλληπτα μεγάλο κοινό για να αφήσει τους κυνηγούς του κέρδους αδιάφορους. H FIFA κρατά στα χέρια της το «άγιο δισκοπότηρο» του κέρδους: Είναι αυτή που όταν αποφασίζει σε ποια χώρα θα γίνει το Παγκόσμιο Κύπελλο, δίνει το έναυσμα σε ένα όργιο διαφθοράς και σπατάλης, με τις ευλογίες κυβερνήσεων και διαφημιστικών εταιριών.

Είναι σίγουρα μακρινό παρελθόν οι εποχές που οι εθνικές ομάδες ταξίδευαν με πλοία για να φτάσουν στον προορισμό τους και οι παίκτες προέρχονταν από αλάνες και φτωχογειτονιές. Αλλά είναι επίσης μακρινό παρελθόν και το 1974, οπότε για πρώτη φορά διαφημίστηκε μια εταιρία -η Adidas- στην μπάλα της διοργάνωσης ή ακόμα και το 1982 που για πρώτη φορά η FIFA πούλησε τα τηλεοπτικά δικαιώματα ενός Μουντιάλ.

Σήμερα το κονκλάβιο της FIFA από τον πύργο του στην Ελβετία διαχειρίζεται ένα προϊόν εμπορικής αξίας 5 δισ., με τα έξοδα για το προσωπικό της να έχουν αυξηθεί κατά 73% μεταξύ μόλις του 2008 και του 2013. Ο ανταγωνισμός των εταιριών για το ποιος θα γίνει σπόνσορας της FIFA και χορηγός ομάδων ή παικτών θυμίζει αγώνα μέχρι θανάτου. Ο εξευτελισμός του αθλήματος έφτασε στο σημείο να ανατεθεί το Μουντιάλ του 2022 στους εμίρηδες του Κατάρ, με το αζημίωτο φυσικά όπως απεδείχθη πριν λίγο καιρό.

MUNDIAL XORHGOI

Μέσα σε αυτό το πανηγύρι κερδοσκοπίας, οι ποδοσφαιριστές έχουν μετατραπεί σε ακριβά προϊόντα, πολύτιμα αλλά περιορισμένης χρήσης. Από το 1974, οπότε ο Κρόιφ επέλεξε να αγωνιστεί στον Τελικό του Μουντιάλ με τη διαφήμιση της Puma (με την οποία είχε συμβόλαιο) αντί της Adidas όπως η υπόλοιπη ομάδα της Ολλανδίας, έγινε καθαρό ότι το επίκεντρο της προσοχής θα είναι οι σουπερ σταρ του ποδοσφαίρου, οι οποίοι και διαπαιδαγωγούνται ανάλογα: ζωή μέσα στη χλιδή και τις ανέσεις, διαφημίσεις για οποιοδήποτε προϊόν μπορεί να φανταστεί κανείς και, φυσικά, καμία κουβέντα για κοινωνικά ή πολιτικά ζητήματα. «Εκπαιδευμένα κοτόπουλα πτηνοτροφείου», όπως είπε ο Άγγλος Πολ Γκασκόιν.

Το ποδόσφαιρο του 2014 έχει μετατραπεί σε κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που ήταν λίγες δεκαετίες νωρίτερα, ακόμα και αν λέμε ότι πάντα ήταν ένα «όπιο του λαού». Η πολιτική πάντα «εμπλεκόταν» στο ποδόσφαιρο, αλλά έχει διανυθεί απόσταση από τον Μουσολίνι που εκμεταλλεύθηκε την νίκη της Ιταλίας στο Μουντιάλ του 1934 μέχρι τον Μπερναρ Ταπί, τον Μπερλουσκόνι ή τον Μελισσανίδη, τον Μαρινάκη και τον Μπέο που καθοδηγούν από στρατούς οπαδών μέχρι κυβερνήσεις και εκλέγονται δήμαρχοι ή πρωθυπουργοί.

Τα δάκρυα των Βραζιλιάνων είναι μια ιστορία ενός «άλλου» ποδοσφαίρου, γιατί προέρχονται από έναν λαό που μπορούσε να διαδηλώνει ενάντια στη διοργάνωση και την ίδια στιγμή να θρηνεί για την ήττα της εθνικής του ομάδας. Αυτά τα δάκρυα δείχνουν ότι υπάρχουν πολλών ειδών «ταυτίσεις» που δεν είναι όλες τις ίδιας ποιότητας και επομένως δεν μπορούμε να τις απορρίπτουμε συλλήβδην, επειδή έχουν σχέση με μια μπάλα. Όπως λέει και ο Εδουάρδο Γκαλεάνο: «Μερικές φορές το μικρό ψάρι καταβροχθίζει το μεγάλο. Αυτό το καλό έχουν το ποδόσφαιρο και η ζωή»…

 

 

…και δύο παλιές ιστορίες

«Το επαγγελματικό ποδόσφαιρο ασκεί δικτατορία. Οι ποδοσφαιριστές δεν μπορούν να βγάλουν μιλιά απέναντι στη δεσποτική εξουσία των αφεντικών της μπάλας που, από το κάστρο τους, τη FIFA, διοικούν και κλέβουν. Η απόλυτη εξουσία αιτιολογείται από τη συνήθεια: Έτσι είναι, επειδή έτσι πρέπει να είναι, και έτσι πρέπει να είναι, επειδή έτσι είναι. Όμως, πάντοτε ήταν έτσι;» (Εδουάρδο Γκαλεάνο)

Δύο ιστορίες από το παρελθόν που μας υπενθυμίζουν ότι το ποδόσφαιρο είναι κάτι πολύ παραπάνω από απλώς ένα παιχνίδι. Δύο ιστορίες αξιοπρέπειας και προσωπικής δέσμευσης σε έναν σκοπό. Πολύ μακριά από τις χαζοχαρούμενες selfies σημερινών ποδοσφαιριστών ή από τον «αρχηγό» που έγινε ευρωβουλευτής με το επιχείρημα ότι… ξέρει να νικάει στην Ευρώπη.

Αλγερία: Σκοράροντας για την ανεξαρτησία!

Χιλή: Ποδόσφαιρο με το όπλο στον κρόταφο

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!