Το κυβερνητικό δίδυμο αναζητεί εναγωνίως διαφυγή από την παραλυτική αδράνεια
του Δημήτρη Υφαντή
Κυλώντας οι μέρες, μετά την 25η Μάη, η μιντιακή παραχάραξη καθιζάνει και αποκρυσταλλώνονται οι συνέπειες της λαϊκής έκφρασης. Οι επιδράσεις βέβαια προκύπτουν σε απόκλιση, στον έναν ή στον άλλον βαθμό, από τα διλήμματα, όπως τέθηκαν εκατέρωθεν. Ισχυρό βαθμό βεβαιότητας συγκεντρώνει το συμπέρασμα πως το στοίχημα της «σταθερότητας» στο οποίο επένδυσαν με κοινά και ιδιαίτερα κίνητρα οι Σαμαράς και Βενιζέλος, τίθεται πλέον υπό διακινδύνευση, μεσοπρόθεσμα. Το πολιτικό σκηνικό περισσότερο σφραγίζουν στοιχεία εμπλοκής και αδιεξόδου, παρά ενεργητικές ροπές ανατροπής ή αδιατάρακτης κανονικότητας.
Ίσως εδώ βρίσκεται το κουμπί: Οι συστημικές εφημερίδες, την Κυριακή των εκλογών, ενώ ταυτόσημα πρόβαλλαν στα πρωτοσέλιδα τη «σταθερότητα», στις μέσα σελίδες δεν δίσταζαν να εκθέσουν με λεπτομέρειες όλα τα νέα επαχθή μέτρα που επίκεινται μετεκλογικά. Η μοίρα Σαμαρά και Βενιζέλου είναι άρρηκτα δεμένη με την εκτέλεση του έργου που έχουν αναλάβει. Πώς λύνεται ο γρίφος με δεδομένη την καταλυτική λαϊκή αποδοκιμασία;
Οι προθέσεις τους είναι εμφανείς. Απαλείφοντας την καταστροφή και τη λεηλασία που εκτελείται με πρόγραμμα μέρα τη μέρα, υπό τη μαγική εικόνα με τίτλο «Oι θυσίες του ελληνικού λαού και η επικείμενη έξοδος από το Μνημόνιο και την κρίση», οι Σαμαράς και Βενιζέλος θα υποδύονται τους κήρυκες της εθνικής συνεννόησης και θα εκθέτουν τον ΣΥΡΙΖΑ ως δύναμη ακραίας ανευθυνότητας και μικροκομματικού συμφέροντος. Η επικείμενη διευθέτηση αποπληρωμής του χρέους προσφέρεται ως πεδίο «εθνικής συναίνεσης», όπως και οι Συνταγματικές αλλαγές. Και προεξοφλώντας την προεδρική εκλογή σαν το νέο ορόσημο, έντεχνα «αγοράζουν» πολιτικό χρόνο. Ο ΣΥΡΙΖΑ είτε σύρεται στο «εθνικό», δηλαδή στο κυβερνητικό πλαίσιο, είτε ταυτίζεται με την ανωμαλία και την υπονόμευση των συμφερόντων της χώρας. Προμήνυμα τέτοιας τακτικής αποτέλεσε η έκκληση Βενιζέλου για «συνεννόηση και επούλωση του διχασμού», ενώ μια μέρα πριν το κόμμα του είχε ταυτίσει τον ΣΥΡΙΖΑ με τους «φασίστες και τους ψεκασμένους».
Μια σειρά άλλες κινήσεις προδίδουν τις σκοπιμότητες αλλά και τα αδιέξοδα. Η κατάργηση του μπόνους των 50 εδρών, ενώ σαφώς ναρκοθετεί την κυβερνητική προοπτική του ΣΥΡΙΖΑ, ταυτόχρονα μαρτυρά σύνδρομο ήττας και γι’ αυτό αποσύρθηκε κακήν κακώς επί του παρόντος. Επίσης, ο ανασχηματισμός κινδυνεύει να καταλήξει ανακύκλωση Λοβέρδου και Άδωνι με Σπηλιωτόπουλο και Κουμουτσάκο. Η περιβόητη «διεύρυνση» της κυβερνητικής πλειοψηφίας ήδη βρομάει σκοτεινές μεθόδους εξαγοράς και εκτροπής σε μια κοινοβουλευτική σύνθεση καταφανώς αλλοιωμένη, μόνο και μόνο βάσει της κατάρρευσης της ΔΗΜΑΡ και της αποσύνθεσης των ΑΝΕΛ, χωρίς να συνυπολογιστεί η μεγάλη φθορά των δύο κυβερνητικών εταίρων.
Στη σκιά όλων αυτών είναι ζητούμενο με ποιο τρόπο και αν θα προωθηθούν ειδικότεροι σχεδιασμοί. Διασταυρώνονται ανάγκες αναμόρφωσης του κομματικού χάρτη και βαθύτερες διεργασίες στον σκληρό πυρήνα του πολιτικού συστήματος. Η ανοιχτή κόντρα μεταξύ Μαρινάκη και Αγγελοπούλου, την εκλογική βραδιά, είναι μάλλον η κορυφή του παγόβουνου. Οι εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα μετά την σκανδαλώδη εισβολή των ξένων funds υπό την άμεση εποπτεία της τρόικας, σηματοδοτούν γενικότερες ανακατατάξεις ισχύος μεταξύ παραδοσιακών και ανερχόμενων επιχειρηματικών μπλοκ. Οι αντανακλάσεις στο πολιτικό σκηνικό δεν αποκλείεται να λάβουν μορφές αντίστοιχες όσων δοκιμάστηκαν σε επίπεδο δημοτικών εκλογών, ξεπερνώντας ακόμη και το «πείραμα» του Στ. Θεοδωράκη.
Σε τέτοιο περιβάλλον αστάθειας επιδιώκουν αναβαθμισμένους ρόλους η υπό ανασύσταση Κεντροαριστερά και μια ζαλισμένη, βαριά λαβωμένη Δεξιά. Οι «εφεδρείες» ενδεχομένως να αποδειχτούν βαρίδια. Ο συγκερασμός «Ελιά – ΠΑΣΟΚ» και «Ποτάμι», που αθροίζονται σε ένα μέγεθος της τάξης του 15%, πώς θα αποφύγει την κατάληξη – φιάσκο των «58»; Ο επεκτατισμός Βενιζέλου δεν συνάδει με τη βασική επαγγελία του Στ. Θεοδωράκη περί «ανανέωσης», ενώ το μείγμα αν προκύψει θα βρωμάει καθεστωτισμό.
Παράλληλα, οι προθέσεις του Γ. Παπανδρέου εκδηλώνονται ανοιχτά και δεν αφήνουν περιθώρια για να υποτιμηθεί, ούτε να παραμεριστεί το ειδικό του βάρος στις επικείμενες εξελίξεις.
Στο άλλο… άκρο της συγκυβέρνησης, η Δεξιά του Σαμαρά μετράει ήδη βαθιά ρήγματα στα μεσαία και αγροτικά στρώματα, σε παραδοσιακές συντηρητικές περιοχές, κοινωνικά και γεωγραφικά. Συνεπώς ούτε ο χώρος του ΛΑΟΣ, ούτε ο χώρος των ΑΝΕΛΛ, πολύ περισσότερο η Χ.Α., μπορούν να θεωρούνται κοινωνικές δεξαμενές. Το σχέδιο αναβάπτισης της Ν.Δ. ως «Νέα Ελλάδα» μάλλον θα έχει την τύχη του «succes story», ενώ οι εσωκομματικές πτέρυγες που έκαναν και προεκλογικά αισθητή την παρουσία τους δεν θα μείνουν εύκολα σιωπηλές και αδρανείς.
Σε τέτοιο διαμορφούμενο σκηνικό – παγίδα, χαρακτηρισμένο από μια παραλυτική αστάθεια, ζητείται ενέργεια απεμπλοκής. Κι αν για την κυβέρνηση ο χαρακτηρισμός «σε αποδρομή» ενδεχομένως περιέχει στοιχεία αλήθειας, θα είναι μέγιστο λάθος αν η Αριστερά αισθανθεί και πολιτογραφηθεί κατ’ αντιστοιχία «σε αναμονή». Θα πρόκειται για εγκληματική αυτοπαγίδευση, ενώ η κοινωνική διάλυση και η αρπαγή της χώρας εμπεδώνουν καταστροφικά τετελεσμένα κάθε μέρα που περνάει. Η ψήφος του λαϊκού κόσμου που έφερε τον ΣΥΡΙΖΑ στη θέση που τον έφερε την περασμένη Κυριακή, είχε περιεχόμενο που επιβάλλει ανάγνωση, ερμηνεία και προπαντός αξιοποίηση.