«Η άμιλλα είναι ευγενικό πάθος, άξιο για εκτίμηση, πολύτιμο κτήμα»
Φρίντριχ Σίλερ
Δεν είναι λίγοι αυτοί που λένε πως για να υπάρξει κινητικότητα προς τα μπρος, απαιτείται ένα όψιμο σοκ που θα ενεργοποιήσει αντανακλαστικά, θα θέσει καινούργιους όρους και θα εξαναγκάσει σε προωθητικές λειτουργικότητες. Προσεγγίζοντας κριτικά (και όχι επικριτικά) ένα τέτοιο επιχείρημα και αναζητώντας στην ίδια τη ζωή τα πορίσματα που θα το επιβεβαιώσουν ή θα το γκρεμίσουν από τον άμβωνα της επιτηδευμένης σιγουριάς, ανακαλύπτεις πως υπάρχουν διάφορες εκδοχές. Είναι καθήκον του καθενός και της καθεμίας να μπορεί να διερευνά και να αναδεικνύει κάθε φορά τις ερμηνείες που αρμόζουν στην κάθε περίσταση. Δεν είναι η ζωή ζήτημα μιας ετοιματζίδικης ρετσέτας που την εφαρμόζεις τυφλά στο κάθε τι. Τότε, θα σε ζαλίζει το σκοτάδι και θα σε στραβώνει το φως.
Ο ελληνικός αθλητισμός έχει τα απαραίτητα προσόντα για να βρει το δρόμο του. Δεν έχει, όμως, το κατάλληλο έμψυχο δυναμικό που θα οραματιστεί, που θα ιδρώσει, που (για να το πούμε λαϊκά) θα «σκιστεί» για να υπερβεί τις αγκυλώσεις, να σπάσει αποστήματα, να συγκρουστεί με οργανωμένα συμφέροντα, να διαχύσει προοπτική, να διαλέξει και να υπηρετήσει τακτική στη βάση μιας γενικευμένης προοδευτικής θεώρησης. Τι να λέμε τώρα; Τα μάτια μας δεν μας προδίδουν, οι αισθήσεις μας δεν λαθεύουν, η σκέψη μας δεν μας οδηγεί σε λάθος δρόμους. Το γενικό αισθητήριο που ευδοκιμεί σε παρέες, καφενεία/καφετέριες, κοκ, δεν κινείται πια σε διαφορετικά μονοπάτια, από αυτά της «βέβαιης» αβεβαιότητας για ένα μέλλον που βάφεται από συγκεκριμένα (βρόμικα) χέρια σε ακόμα πιο συγκεκριμένα χρώματα της ίριδας.
Θα μπορούσε κανείς (με κίνδυνο να χαρακτηριστεί γραφικός) να πάρει το δικό του φανάρι και να τριγυρνάει στα διάφορα μαυσωλεία των προδομένων και εγκαταλελειμμένων προσδοκιών για να ξεχωρίσει τους ανθρώπους που πονάει το μυαλό τους για το κάτι καλύτερο. Έτσι, για να διαμορφώσει το πιο όμορφο παρεάκι, έναν πυρήνα αξιοπρέπειας που θα βάλει τις βάσεις για το διαφορετικό. Φευ, όμως! Τελικά, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε (έχοντας μπλέξει για τα καλά με όλο το συρφετό που ασχημονεί ασύστολα στον αθλητισμό) είναι να δημιουργήσουμε το δικό μας ζωτικό χώρο, τις δικές μας νησίδες στις οποίες θα μπορούμε να λειτουργούμε έτσι όπως ορίζουν οι όψιμοι αξιακοί μας κώδικες. Ας διαλέξουμε τους κατάλληλους ανθρώπους και ας γίνει μετά οτιδήποτε.
Σε αυτή την παρέα θα είναι πάντα προσκαλεσμένη (έχοντας μάλιστα τη δική της εξέχουσα θέση) η άμιλλα. Μπορεί να έχει καταπληγωθεί, μπορεί στο σώμα της να είναι ευδιάκριτα τα σημάδια των συνεχόμενων ραπισμάτων που δέχεται από διάφορους θιασώτες της «ματσίλας», μπορεί η ψυχή της να θέλει να ακούσει τα πιο μελαγχολικά και ιδιαζόντως περιγραφικά τραγούδια, μπορεί στο μυαλό της να έχουν εγκολπωθεί ένα μάτσο αρνητικές σκέψεις, όμως η «κουφάλα» -χωρίς να μπορεί κάποιος εύκολα να διακρίνει τη μεθοδολογία της- ακόμα χαμογελάει. Ακόμα, μας δίνει το χέρι, μας αγκαλιάζει και μας φιλάει. Γιατί ξέρει πως από εμάς δεν κινδυνεύει. Όμως, οι πιο παρατηρητικοί μπορούν να το δουν ξεκάθαρα. Μια μικρή σταγόνα από ένα παλιό δάκρυ κατεβαίνει το πρόσωπο της με αργούς, αλλά βασανιστικούς ρυθμούς… Θα σπεύσει κανείς να σταματήσει την πορεία του, να σκουπίσει το υπέροχο δέρμα της και να την κάνει να ξεχάσει ολοσχερώς την έννοια της θλίψης; Δύσκολο, γιατί ενώ θέλει να χαϊδεύει, δεν μπορεί ακόμα να δεχτεί αγγίγματα. Λογικό…
Κώστας Μαρούντας