Στη νέα σφαγή που συντελείται στη Γάζα, στην κατάσταση που διαμορφώνεται στην Ουκρανία, αλλά και στο Κυπριακό και την εξωτερική πολιτική που πρέπει να ακολουθήσει μια κυβέρνηση της ριζοσπαστικής Αριστεράς αναφέρεται μιλώντας στον Δρόμο η βουλευτής Β’ Αθήνας και υπεύθυνη Εξωτερικής Πολιτικής της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ, Νάντια Βαλαβάνη.

Επίσης, αναπτύσσει αναλυτικά την εκτίμησή της για το αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών, επισημαίνει τα καθήκοντα του ΣΥΡΙΖΑ για την επόμενη περίοδο και στέκεται στα εξαιρετικά σημαντικά ζητήματα του ξεπουλήματος των αιγιαλών και της διευθέτησης του δημόσιου χρέους.

 

Η αιματοχυσία στη Γάζα συνεχίζεται με την ελληνική κυβέρνηση να βρίσκεται κυριολεκτικά σε αφωνία…

Όπως επισημαίνουμε και στην προχθεσινή έκκληση της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ για άμεσο τερματισμό της αιματοχυσίας και του αποκλεισμού στη Γάζα, δεν μπορεί ένα «κράτος δικαίου» ν’ απαντά στην αποτροπιαστική δολοφονία των 3 εφήβων παιδιών του με την εγκληματική συλλογική «τιμωρία» ενός ολόκληρου πληθυσμού, εγκλωβισμένου σε μια στενή λωρίδα γης, αποκλεισμένη από στεριά, αέρα και θάλασσα. Πολύ περισσότερο, με στρατηγική τη μαζική εξόντωση άμαχου πληθυσμού, γυναικών και πολλών παιδιών, και την καταστροφή για μια ακόμα φορά έργων υποδομής απαραίτητων για τη ζωή των ανθρώπων. Η ελληνική κυβέρνηση θα έπρεπε, με σημαία τις αποφάσεις του ΟΗΕ, να αγωνίζεται διπλωματικά τόσο στη Μέση Ανατολή όσο και στα διεθνή fora. Ξεκινώντας από την Ε.Ε., που έχει πληρώσει και για νοσοκομεία, σχολεία και υδραγωγεία που βομβαρδίζονται. Να πιέσει για εγκατάλειψη της πολιτικής των ίσων αποστάσεων, πολύ περισσότερο της μονομερούς στήριξης του Ισραήλ από το «γαλλογερμανικό άξονα». Πρωτεύει να τερματιστεί η πολεμική επέμβαση, αλλά και ο εποικισμός και ο αποκλεισμός της Γάζας. Αποτελεί ζωτική ανάγκη να υπάρξουν ουσιαστικές συνομιλίες των δύο πλευρών για τη δημιουργία κυρίαρχου Παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα του 1967, μαζί με εγγυήσεις για την ασφάλεια και εδαφική ακεραιότητα του ίδιου όσο και του κράτους του Ισραήλ. Μια τέτοια εξέλιξη θα λειτουργούσε αποτρεπτικά για την επέκταση και κρατική μορφοποίηση του τζιχαντισμού, όσο και για τις επαπειλούμενες αλλαγές συνόρων, που πρωτοδρομολόγησε η εισβολή των Αμερικανών στο Ιράκ – «ανακουφίζοντας» επίσης Ελλάδα και Κύπρο από άμεσες συνέπειες σε κάθε άλλη περίπτωση.

 

Σε ό,τι αφορά την πολύπαθη Ουκρανία πολλοί κάνουν λόγο για επιστροφή στον «ψυχρό πόλεμο». Η δική σας εκτίμηση ποια είναι;

Προς όφελος των συμφερόντων των ευρωπαϊκών λαών, η Ουκρανία θα έπρεπε να γίνει γέφυρα συνεργασίας και ασφάλειας. Στα διάφορα διεθνή fora, ωστόσο, σήμερα κυριαρχεί μια γλώσσα μίσους και η πολιτική των αντιποίνων. Είναι σαν ν’ αλυχτούν τα σκυλιά του πολέμου. Στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης στο Στρασβούργο έζησα τρεις τέτοιες συνεδριάσεις για το Ουκρανικό, και προπαντός τη συνεδρίαση, με την οποία ουσιαστικά εκδιώχθηκαν οι Ρώσοι βουλευτές μέχρι το Γενάρη 2015 από το ένα από τα δύο, όλα-όλα, σώματα, στα οποία συνυπήρχαμε μέχρι σήμερα. Κυριαρχούν και πάλι λογικές συλλογικής ευρωπαϊκής ασφάλειας κόντρα στη Ρωσία.

Η ουκρανική κρίση κατέδειξε τη θεμελιώδη αδυναμία της Ε.Ε. και ως προς τις εξωτερικές της σχέσεις να λειτουργήσει ως δύναμη ειρήνης και δημοκρατίας. Η «ουκρανική πολιτική» είναι, όμως, αδιέξοδη, καθώς τα οικονομικά αντίποινα στρέφονται επίσης σε βάρος των χωρών που τα επιβάλλουν. Ελλάδα και Κύπρος έχουν μόνο να χάσουν απ’ αυτά, ξεκινώντας από τον τουρισμό.

Χρειάζεται να επιχειρηθεί αναστροφή του κλίματος, με προτεραιότητα την άρση των αντιποίνων. Η υποστήριξη, από την Ελλάδα, της επέκτασής τους στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής μετά το τηλεφώνημα Μπάιντεν-Σαμαρά, λειτουργεί ολοφάνερα προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Οι εξελίξεις στην Ουκρανία και οι τύχες του λαού της είναι κλειδί για την προοπτική της Ευρώπης. Συνυφασμένος με αυτό είναι ο τερματισμός των πολιτικών λιτότητας, που γεννούν ύφεση και ανεργία στα σημερινά ιστορικά υψηλά επίπεδα και αποξενώνουν τους λαούς από τις δημοκρατικές διαδικασίες. Στα βαλτονέρια αυτών των πολιτικών αναβιώνουν σήμερα νεοναζιστικές και ξενοφοβικές απόψεις και κόμματα σε όλη την ήπειρο, όπως καταγράφηκαν στις πρόσφατες Ευρωεκλογές, αλλά και στις εξελίξεις στην Ουκρανία.

 

Οι διαδικασίες επίλυσης του Κυπριακού φαίνεται να βαλτώνουν, ενώ οι ΗΠΑ, επίσης, φαίνεται να διαφοροποιούν τη στάση τους, με αποκορύφωμα τις πρόσφατες δηλώσεις Μπάιντεν. Τι έχει αλλάξει σε επίπεδο συνομιλιών, αλλά και σε ό,τι αφορά τον αμερικανικό παράγοντα – πού οφείλεται η διαφορετική στάση;

Οι μεγάλες αποκλίσεις θέσεων, όπως εμφανίζονται στο έγγραφο της Κυπριακής Προεδρίας που διέρρευσε πρόσφατα, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι συνομιλίες οδεύουν σε «βάλτωμα» ή και αδιέξοδο.

Πολλοί αναλυτές επισημαίνουν επίσης διαφοροποίηση της στάσης των Αμερικανών. Σε αντίθεση με την περίοδο του Σχεδίου Ανάν, δεν φαίνεται να «καίγονται» τόσο για επίτευξη συμφωνίας, όσο για αλλαγή του προσανατολισμού μιας χώρας με μακριά παράδοση στο Κίνημα των Αδεσμεύτων – για «διάλυση» των σχέσεων με τη Ρωσία και για «νατοποίηση». Έτσι, ίσως, εξηγούνται και οι αναφορές Μπάιντεν περί συγκρατημένης αισιοδοξίας, με την επεξήγηση ότι η Κύπρος υπό τη νέα ηγεσία έχει καταστεί «γνήσιος στρατηγικός εταίρος των ΗΠΑ», ενώ οι κυπριακοί υδρογονάνθρακες μπορούν «να συμβάλουν στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης».

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κάθε λόγο να υποστηρίζει κάθε προσπάθεια δίκαιης και σταθερής λύσης του Κυπριακού στη βάση των αποφάσεων της Γ.Σ. και του Σ.Α. του ΟΗΕ. Μέσα από ουσιαστική διεθνοποίηση του Κυπριακού αντί τον εγκλωβισμό του σε διμερή ή τετραμερή πλαίσια. Για μια Κυπριακή Δημοκρατία αυθεντικά ομόσπονδη, διζωνική-δικοινοτική και αποστρατικοποιημένη, με μια κυριαρχία, μια διεθνή προσωπικότητα, μια ιθαγένεια -και βέβαια σύμφωνη με την ελεύθερα εκφρασμένη βούληση του Κυπριακού λαού-, στην οποία θα ζουν ειρηνικά και με ίσα δικαιώματα Ελληνοκύπριοι, Τουρκοκύπριοι, Αρμένιοι, Μαρωνίτες και Λατίνοι.

 

Στη διαμορφωμένη εικόνα και με δεδομένους τους συσχετισμούς ποιοι πρέπει να είναι οι κεντρικοί άξονες της εξωτερικής πολιτικής μιας κυβέρνησης της ριζοσπαστικής Αριστεράς;

Σ’ έναν πολυπολικό κόσμο, μια κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας ΣΥΡΙΖΑ/Αριστεράς θα χρειαστεί ν’ αξιοποιήσει τη θέση της χώρας ως μέλος της Ε.Ε. για την ανάπτυξη μιας ουσιαστικά πολυπολικής πολιτικής χτίζοντας συμμαχίες με λαούς και χώρες. Προκειμένου να στηρίξει αποφασιστικά το εγχείρημά της να ξανασταθεί στα πόδια της μια λεηλατημένη χώρα, ώστε οι εργαζόμενοι να μπορέσουν τελικά να χειραφετηθούν απ’ το ζυγό του πολιτικού και οικονομικού εξαναγκασμού.

 

Μετά και τις πρόσφατες εκλογές ακούγεται ότι το ρεύμα του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει σε μεγάλο βαθμό εκλογικό. Ποια είναι η δική σας εκτίμηση;

Πολλά ακούστηκαν μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις Ευρωεκλογές. Μέχρι κι ότι δεν ηττήθηκε η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ! Στην πραγματικότητα, βέβαια, κανένας δεν αμφισβητεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η πρώτη πολιτική δύναμη στη χώρα. Η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ με την επιβεβαίωση της δυναμικής των εκλογών του 2012, εκφράζει τις βαθιές και ουσιαστικές αλλαγές που έχουν συντελεστεί στην ελληνική κοινωνία στη διάρκεια των χρόνων της κρίσης. Η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτυπώνει μόνο την οργή, την αγανάκτηση και την αποδοκιμασία για το σάπιο και διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα, που οδήγησε το λαό στην εξαθλίωση και τη χώρα στην καταστροφή. Εκφράζει κάτι πολύ πιο ουσιαστικό. Την ελπίδα, τις προσδοκίες και τη θέληση για μια μεγάλη αλλαγή στον τόπο. Σημαντικό μέρος του κόσμου αναγνωρίζει στον ΣΥΡΙΖΑ την πολιτική δύναμη που μπορεί να ηγηθεί σε μια αναγεννητική πορεία. Κι’ αυτό δεν είναι μια τυχαία εξέλιξη. Ο ΣΥΡΙΖΑ συνενώνει και εκφράζει πολιτικά και προγραμματικά τόσο τα κινήματα που αναπτύχθηκαν στην περίοδο της κρίσης, όσο και τους μεγάλους αγώνες της Αριστεράς για δημοκρατία, εθνική ανεξαρτησία και κοινωνική αλλαγή. Μ’ αυτή την έννοια η ψήφος στον ΣΥΡΙΖΑ είναι ταυτόχρονα ψήφος πολιτική και συνειδητή. Συνειδητή ψήφος, βέβαια, δεν σημαίνει και υιοθέτηση του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι το σοσιαλισμό. Μια τέτοια αξίωση σήμερα θα ήταν τουλάχιστον ανιστόρητη.

 

Πιστεύετε, λοιπόν, ότι ξεκινώντας απ’ την εκλογική δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ θα μπορέσει να οικοδομηθεί ένα πολιτικό ρεύμα; Μέσα από ποιες διαδικασίες θα μπορούσε να γίνει αυτό;

Είναι φανερό ότι είναι αυτό ακριβώς που χρειάζεται σήμερα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Ο μετασχηματισμός της εκλογικής δύναμης του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα μεγάλο πολιτικό κίνημα, ικανό να οδηγήσει στην ήττα των μνημονιακών πολιτικών και σε κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Πώς μπορεί να γίνει αυτό; Με τη δράση μας για κάθε πρόβλημα -απ’ τη στήριξη του αγώνα των καθαριστριών μέχρι τα χημικά της Συρίας- και τις πρωτοβουλίες που παίρνουμε κεντρικά -ΔΕΗ, παραλίες κ.λπ.-, σήμερα προσπαθούμε να συνενώσουμε σ’ ένα ενιαίο ρεύμα σοβαρούς μεμονωμένους κοινωνικούς αγώνες και να εμπνεύσουμε την αναγκαία πολιτική διάσταση και δυναμική. Αυτό χρειάζεται να συνεχιστεί και να ενταθεί. Υπάρχει όμως και κάτι άλλο εξίσου σημαντικό. Αφορά στις προγραμματικές μας επεξεργασίες, που είναι σε εξέλιξη. Τι πρέπει να προσέξουμε εδώ; Αυτό που χρειαζόμαστε, αυτό που χρειάζεται ο κόσμος που αγωνίζεται και μας στηρίζει, είναι ένα συνεκτικό, σαφές και περιεκτικό, μαχητικό πρόγραμμα, που να δίνει απαντήσεις στα βασικά προβλήματα που απασχολούν τον εργαζόμενο λαό και τη χώρα. Που δεν θα είναι απλά «μεροληπτικό» υπέρ των εργαζομένων, αλλά θα είναι το πολιτικό πρόγραμμα του εργαζόμενου λαού. Θα διατυπώνει την εναλλακτική πρόταση για το λαό και τη χώρα. Ένα τέτοιο πρόγραμμα, που θα συνοψίζει τη βασική κοινή προεκλογική και μετεκλογική μας δέσμευση, πιστεύω ότι μπορεί να συνενώσει, να συνεγείρει και να κινητοποιήσει το λαό.

 

Γίνεται μεγάλη συζήτηση στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ για τις συνεργασίες και τις διευρύνσεις, ενώ εντείνονται οι διεργασίες για την ανασύσταση της Κεντροαριστεράς. Σε ό,τι αφορά το πρώτο σκέλος, με ποιους όρους και προϋποθέσεις θα βλέπατε ένα τέτοιο «άνοιγμα», ενώ σε ό,τι αφορά την Κεντροαριστερά, πόσο αφορά και πόσο μπορεί να συμπεριλαμβάνει τον ΣΥΡΙΖΑ;

Σχετικά με το ζήτημα των συνεργασιών, νομίζω ότι έχει γίνει πολλή συζήτηση στον ΣΥΡΙΖΑ. Μετά το Συνέδριο, υπάρχει ένα κεκτημένο: συνεργασία με όλες τις προοδευτικές δυνάμεις, και πριν απ’ όλα με τις δυνάμεις της Αριστεράς, που έχουμε κοινή επιδίωξη την απαλλαγή απ’ τα μνημόνια και τις εφαρμοστικές πολιτικές μαζικής εξαθλίωσης και εξανδραποδισμού των εργαζόμενων ανθρώπων. Από το ΚΚΕ και την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά μέχρι τις δυνάμεις της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας και οικολογίας. Χωρίς αποκλεισμούς και ανεξάρτητα από ιδεολογικές διαφορές. Όσον αφορά την Κεντροαριστερά και τα υπόλοιπα, νομίζω ότι η απαντητική επιστολή του Αλέξη Τσίπρα προχθές στον Φώτη Κουβέλη δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες.

 

Οι εξελίξεις δείχνουν ότι κυβέρνηση και δανειστές σχεδιάζουν μια νέα ρύθμιση για το δημόσιο χρέος, προωθώντας την επιμήκυνση των λήξεων και τη μείωση των επιτοκίων δανεισμού ως την ενδεδειγμένη λύση για την αντιμετώπιση της βιωσιμότητάς του. Ποια είναι η θέση σας σχετικά με αυτό το κρίσιμο θέμα;

Το ζήτημα της αντιμετώπισης του χρέους αποτελεί κομβικό σημείο όχι μόνο της χώρας, αλλά και της Ευρώπης. Το δυσθεώρητο ύψος του δημόσιου χρέους αποτέλεσε την αφορμή για την πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης, του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας, της αποδιάρθρωσης των εργασιακών σχέσεων, της αποεπένδυσης και απορρύθμισης κρίσιμων παραγωγικών τομέων της εγχώριας οικονομίας. Σύμφωνα με το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας, η μείωση του δημόσιου χρέους αποτελεί τη βασική προτεραιότητα της δημοσιονομικής πολιτικής πανευρωπαϊκά. Όσο για τις ανάγκες των ανθρώπων, αυτές μπαίνουν σε πολύ δεύτερη μοίρα ασυζητητί.

Αν δεν αλλάξει αυτή η λογική σε διεθνές επίπεδο, η ενίσχυση των ακροδεξιών και νεοφασιστικών πολιτικών σχηματισμών θα αποκτήσει τερατώδη έκταση και μορφή. Στο εσωτερικό πρέπει να αντιμετωπιστούν οι γενεσιουργές αιτίες που έθρεψαν το χρέος. Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για το χρέος κάνει λόγο για μείωση της ονομαστικής του αξίας με κούρεμα του μεγαλύτερού του μέρους και αποπληρωμή του υπολοίπου με ρήτρα ανάπτυξης. Αυτή η θεμελιώδης θέση διαγράφει ουσιαστικά με καθαρότητα τη δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ να προσανατολίσει τους πόρους που έτσι θα εξοικονομηθούν προς αναπτυξιακές δράσεις και στη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης. Ταυτόχρονα κάνουμε λόγο για αύξηση του δημοσιονομικού χώρου. Πράγμα που πρακτικά σημαίνει ότι δεν μπορεί να συνεχισθεί η πολιτική της αφαίμαξης των εργαζόμενων και της ελληνικής οικονομίας μέσω των πρωτογενών πλεονασμάτων, που θα στοιχίσουν συνολικά 75 δισ. ευρώ έως το 2022.

Για τον ΣΥΡΙΖΑ πρωταρχικός στόχος είναι η βιωσιμότητα της κοινωνίας, γι’ αυτό κι εκτός απ’ το δημόσιο χρέος, στο επίκεντρο της προσοχής μας είναι επίσης το ζήτημα του ιδιωτικού χρέους. Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει την ίδρυση ενός ενδιάμεσου φορέα για τη ρύθμιση των «κόκκινων» δανείων με αντικειμενικά κοινωνικά κριτήρια, που θα προσφέρουν προστασία σε εκείνους που έχουν πληγεί από την κρίση, φθάνοντας έως τη διαγραφή των χρεών για τις περιπτώσεις συνανθρώπων μας που έχουν αντικειμενική μόνιμη αδυναμία αποπληρωμής.

 

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη με επανειλημμένες πρωτοβουλίες εναντιωθεί απέναντι στο επερχόμενο νομοσχέδιο για τον αιγιαλό και την αναμενόμενη εμπορευματοποίηση, ιδιωτικοποίηση και τσιμεντοποίηση των εκτεταμένων παράκτιων περιοχών της χώρας. Πόσο ψηλά στην ατζέντα του κόμματος μπαίνει το θέμα; Και πόσες ελπίδες έχει να βάλει φρένο;

Η κυβέρνηση, όπως ξέρουμε, ισχυρίζεται ότι οι παραλίες δεν πουλιούνται – κι αυτό είναι σωστό. Από το ΤΑΙΠΕΔ, όμως, ξεπουλιούνται οι δημόσιες παραθαλάσσιες εκτάσεις. Και ξεπουλιούνται στην κυριολεξία, με κορυφαίο παράδειγμα τη «Σαχάρα» στη Χαλκιδική – 420 στρέμματα με αμμοθίνες, που σήμερα «ισιώνουν» μπουλντόζες κόντρα στους κατοίκους της περιοχής, που αγωνίζονται να τις σταματήσουν. Η «Σαχάρα» πουλήθηκε τον περασμένο Νοέμβρη προς 2 εκατ. ευρώ, δηλαδή στην απίστευτη τιμή των 4,7 ευρώ το τ.μ…

Και είναι πολλές αυτές οι εκτάσεις: Με τα τελευταία ΦΕΚ πέρασαν στο ΤΑΙΠΕΔ 168 παραθαλάσσια «οικόπεδα» έκτασης 77.000 στρεμμάτων, τα 43.000 απ’ αυτά στα νησιά. Η Ρόδος «διαλύεται» με 11 τεράστιες παραλιακές εκτάσεις, από την Αφάντου μέχρι την Τσαμπίκα. Στο Ηράκλειο πουλιέται η πρώην αμερικάνικη βάση των Γουρνών, 1.000 στρέμματα: το «Ελληνικό» της Κρήτης. Κως, Μήλος, Νάξος, Ηρακλειά, Άνδρος, Τήνος, Πάρος, Σάμος, Λέσβος, Κέρκυρα -η Ισσός με το κεδρόδασος μετά τον Ερημίτη-, Κεφαλονιά, Λευκάδα, Ζάκυνθος, η Χρυσή Αμμουδιά στη Θάσο, οι Κουκουναριές στη Σκιάθο. Η «Ρόδος» της ηπειρωτικής Ελλάδας είναι η Πελοπόννησος: 40 γιγάντιες παραθαλάσσιες εκτάσεις σε όλους τους νομούς, ανάμεσά τους ο κόλπος του Καραθώνα, Γαλατάς, Κυλλήνη, Ζαχάρω, Γιάλοβα Πύλου – κι η Ελαφόνησος, που την κατατάσσουν στις 10 ομορφότερες παραλίες του κόσμου…

Είναι γνωστό ότι η πλειοψηφία της Βουλής έχει ήδη ρυθμίσει τα πάντα προκειμένου να γίνουν «ελκυστικές» στους «επενδυτές» οι δημόσιες εκτάσεις: Ιδιωτική χωροταξία και πολεοδόμηση υπεράνω οποιουδήποτε ρυθμιστικού σχεδίου, ΕΣΧΑΔΑ, ένταξη στις προς πώληση εκτάσεις των περιοχών NATURA, δρυμών, αρχαίων μνημείων, ποταμών και λιμνών που περικλείουν. Τι λείπει; Στα παραθαλάσσια «οικόπεδα», αν και νομοθετήθηκε από πέρυσι μπάζωμα ακτών κι αλλαγή της ακτογραμμής, ακόμα δεν μπορούν να χτίσουν νόμιμα πλάι στο κύμα και στα μπαζωμένα. Και –μάλλον θεωρητικά– ένα ξενοδοχείο δεν μπορεί να αποκλείσει από την ακτή «του» όσους θέλουν να κολυμπήσουν.

Για να πουληθούν τ’ ακίνητα πάνω στο κύμα –τωρινά και μελλούμενα– η κυβέρνηση κυοφορεί το νομοσχέδιο για τον αιγιαλό. «Προαπαιτούμενα», η μετατροπή άλλων παραλιών αλά Ισπανία -κουφάρια «παραθεριστικών χωριών»- κι άλλων σε περίκλειστα «γκέτο πλουσίων». Το θέμα είναι, θα καταφέρουμε να το αποτρέψουμε;

Πιστεύω ότι όλες οι μεγάλες μάχες, όπως είναι αυτή ενάντια στη λεηλασία της δημόσιας περιουσίας, έχουν κάποια εμβληματικά θέματα που μπορούν να γίνουν σημαίες, που μπορούν να συγκινήσουν και να κινητοποιήσουν περισσότερο τον κόσμο. Τέτοια σημαία υπήρξε, όχι τυχαία, η υπόθεση της ιδιωτικοποίησης του νερού. Κι όχι τυχαία, εδώ έχουμε και την πρώτη νίκη. Οι παραλίες μπορούν επίσης να γίνουν τέτοιες σημαίες. Αυτές τις καλοκαιριάτικες μέρες και νύχτες, με αποκορύφωμα τον Αύγουστο, μπορούν να γίνουν αφορμή για συσπειρώσεις πρωτόγνωρες – και νικηφόρες!

 

Τη συνέντευξη πήρε ο Μιχάλης Σιάχος

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!