Παρουσίαση του βιβλίου του Ευτύχη Μπιτσάκη Ανθρώπινη φύση, για έναν κομμουνισμό του πεπερασμένου, Eκδόσεις Τόπος, 2013
Μέρος Δεύτερο
Κριτική του οικονομικού και τεχνολογικού ντετερμινισμού – στο επίκεντρο ξανά η κοινωνικότητα (η κοινωνικοποιημένη ανθρωπότητα)
Το εγχείρημα της θεμελίωσης «ενός βιώσιμου κομμουνιστικού ανθρωπισμού», στις αρχές του 21ου αιώνα, απαιτεί πολλές προϋποθέσεις, θεωρητικές, επιστημονικές, ιστορικές. Ο Ευτύχης Μπιτσάκης (Ε.Μ.) το καταλαβαίνει καλά και βαθιά. «Σε εποχή αντεπανάστασης και ηθικού μηδενισμού», «να θρηνήσουμε τη χαμένη Ιερουσαλήμ ή να βάλουμε σε κίνηση το μυαλό μας;» (Ανθρώπινη Φύση, σ. 176). Απαιτείται. με άλλα λόγια, να αδράξουμε την ουσία και τις κύριες τάσεις της εποχής που ζούμε, αλλά όχι γενικά, καταγγελτικά, αφοριστικά αλλά σε βάθος. Απαιτείται -και δίνει ιδιαίτερη έμφαση σε αυτό ο Ε.Μ.- να διακρίνουμε το «τραγικό και διδακτικό ίχνος στον ιστορικό χρόνο» που «αφήνει πάντα» ακόμα και «μια επανάσταση που αποτυγχάνει». (Α.Φ. σελ. 177).
Αυτός είναι ο λόγος που ολόκληρο το βιβλίο διαποτίζεται από μια βαθιά κριτική της ιδέας της προόδου, ως φυσιολογικού απότοκου της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Κριτικάρει έντονα αυτήν την παραμόρφωση, ότι πρόοδος=ανάπτυξη παραγωγικών δυνάμεων και τίποτα άλλο. Ή, ορθότερα, πως όλα τα «άλλα» θα προκύψουν από αυτήν την ανάπτυξη. Εδώ εδράζεται η σφοδρή κριτική του συγγραφέα στον οικονομικό και τεχνολογικό ντετερμινισμό που κυριαρχεί στις μέρες μας και εκφράζεται -με πιο αφηρημένο τρόπο- από τις διάφορες εκδοχές του θετικιστικού εμπειρισμού. Ιδιαίτερα προσπαθεί να δείξει πώς αυτή η αντίληψη αναπαράχθηκε μέσα στο κομμουνιστικό κίνημα και πόσο καταστροφική ήταν.
Κριτική ενός δογματικού αποστεωμένου οικονομίστικου μαρξισμού
200 χρόνια καπιταλισμού και θα έπρεπε να έχει γίνει ένας απολογισμός, να έχουν βγει συμπεράσματα για τα ιδεολογήματα της «ανάπτυξης» και της «προόδου», όπως προβάλλονται από τους εκφραστές και τους απολογητές του καπιταλισμού.
«Οι κλασικοί του μαρξισμού είδαν και τις δύο όψεις της “ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων”. Αλλά ο χυδαίος “μαρξισμός” βλέπει μόνο την “ανάπτυξη”, όπως και σήμερα μερικοί “μαρξιστές” εκστασιάζονται μπροστά στην καπιταλιστική τεχνολογική πρόοδο και φαντάζονται ένα σοσιαλισμό που θα αντιγράψει την καπιταλιστική χρήση της τεχνολογίας, αλλάζοντας, απλώς, τις σχέσεις ιδιοκτησίας». (Α.Φ. σελ. 32)
Έχοντας διανύσει μια πορεία το κεφαλαιοκρατικό σύστημα, από την τυπική αρχικά και την πραγματική υπαγωγή της εργασίας στο κεφάλαιο, για να φθάσει τις τελευταίες δεκαετίες -–μέσα από διαρκείς αναδιαρθρώσεις- στην ανώτερη φάση υπαγωγής της τεχνικής και της επιστήμης στο κεφάλαιο, τίναξε στον αέρα όλες τις προσδοκίες για την έλευση μιας νέας κοινωνικής πραγματικότητας, δικαιοσύνης και ισότητας. Από το όχημα της «επιστημονικο-τεχνικής επανάστασης», μέσα από το «άλμα στο άυλο», πιο πρόσφατα την «αποικιοποίηση της συνείδησης» και την «αποκρυπτογράφηση του γονιδιώματος», οδηγείται στην κυριάρχηση πλευρών της ζωής, σε έναν παράλογο αγώνα δρόμου για τη διαιώνιση των καπιταλιστικών σχέσεων. Μέσα από αυτήν την πορεία -που δεν ήταν ουδέτερη αλλά σφραγίζονταν από τις ταξικές σχέσεις και τους αγώνες που ούτε στιγμή δεν σταμάτησαν- ο απολογισμός του 20ού αιώνα ή και των 200 τελευταίων χρόνων του καπιταλισμού πρέπει να γίνουν μακριά από την οικονομιστική οπτική.
«Η επιστημονική και τεχνολογική ανάπτυξη ταυτίστηκε κατά κανόνα, και κυρίως από την αστική σκέψη, με την κοινωνική πρόοδο. Σήμερα γνωρίζουμε ότι οι δύο έννοιες δεν ταυτίζονται. Και αυτό επειδή η πρωτοφανής επιστημονική και τεχνολογική επανάσταση η οποία πραγματοποιήθηκε τον εικοστό αιώνα, αποκάλυψε τον αντιφατικό χαρακτήρα του φαινομένου – κάτι που είχαν ήδη επισημάνει οι κλασικοί του μαρξισμού, καθώς και οι αστοί στοχαστές από την Αναγέννηση και μετά».
«Η επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος στην υπηρεσία του κεφαλαίου μετατρέπονται σε δυνάμεις που οδηγούν σε έναν μεταμοντέρνο Μεσαίωνα, εργασιακό, πολιτισμικό και υπαρξιακό. Σήμερα ζούμε και στη χώρα μας την απαρχή μιας νέας σκοτεινής εποχής. Οι πόλεμοι της Νέας Τάξης, εξάλλου, αποτελούν ακραία μορφή της αντίθεσης ανάμεσα στην επιστημονική πρόοδο και την κοινωνική πραγματικότητα».
Ο Ε.Μ. δεν παραμένει σε αυτήν τη διαπίστωση αλλά θέλει να εξάγει πιο βαθιά συμπεράσματα γύρω από την υπαγωγή της επιστήμης και της τεχνικής από το κεφάλαιο και για τα εγχειρήματα μετάβασης:
«Και αν η λύση των σημερινών προβλημάτων μπορεί να βρεθεί στον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της οικονομίας, αυτό σημαίνει ότι οι αρνητικές συνέπειες της τεχνολογικής προόδου εξαφανίζονται αυτόματα; Ή μήπως ορισμένες συνέπειές της συνδέονται με την ίδια τη φύση της; Αν απορρίψουμε ως ιστορικά ξεπερασμένη την αστική αντίληψη για την πρόοδο, μήπως είναι ανάγκη να εξετάσουμε κριτικά και ορισμένες σύγχρονες αντιλήψεις που θεωρούνται μαρξιστικές, για να δούμε έως ποιο βαθμό αναπαράγουν, ίσως, τον αστικό επιστημονισμό;» (Α.Φ. σελ. 46)
«Όμως, εκατόν πενήντα χρόνια μετά το Κεφάλαιο, και σαν να μη γράφτηκε ποτέ αυτό το έργο, κυρίαρχη αντίληψη της προόδου στο αριστερό κίνημα ήταν η αστική-επιστημονικίστικη και ουμανιστική, δηλαδή η αφηρημένη αντίληψη που ταυτίζει την πρόοδο με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Το φαινόμενο φυσικά μπορεί να εξηγηθεί, αλλά όχι να δικαιολογηθεί…».
«Βαθμιαία επικράτησε ο φετιχισμός της παραγωγής και της παραγωγικότητας, η θεοποίηση των “μεγάλων έργων του κομμουνισμού”, η ιδεολογία της “απεριόριστης ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων” και αντίστοιχα η ηθικολογική-πατερναλιστική αντίληψη για την εργασία. Η πρακτική αυτή απέδωσε στα πρώτα χρόνια του γενικού επαναστατικού ενθουσιασμού. Βαθμιαία, ωστόσο οδήγησε στην ανάπτυξη της γραφειοκρατίας, στην αποξένωση και τη στασιμότητα των τελευταίων ετών». (Α.Φ., σελ. 83-84)
«Ο σοσιαλισμός είναι σήμερα περισσότερο αναγκαίος από ποτέ. Ποιος σοσιαλισμός; Όχι ο σοσιαλισμός που γνωρίσαμε, δέσμιος, μεταξύ άλλων, της ιδεολογίας της “προόδου”. Ο βιομηχανικός καπιταλισμός δεν είναι βιώσιμη μορφή κοινωνικής συμβίωσης. Η Ιστορία απέδειξε ότι και ο σοσιαλισμός που αντέγραψε τα πρότυπα του βιομηχανικού καπιταλισμού δεν ήταν βιώσιμος». (Α.Φ., σελ. 86)
Επομένως, ο Ε.Μ. καταλήγει σε ένα πολύ σημαντικό συμπέρασμα για το πώς πρέπει να αντιμετωπίζεται το ζήτημα της προόδου:
«Η μαρξιστική αντίληψη για την πρόοδο συνιστά την άρνηση της αστικής τεχνοκρατικής, που αποσυνδέει τις δυνάμεις της παραγωγής από τις παραγωγικές σχέσεις και το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων». (Α.Φ. σελ. 114)
Αυτή η φράση οδηγεί στην ανάγκη εμπλουτισμού της μαρξιστικής σκέψης και θεωρίας με επίκεντρο τις παραγωγικές σχέσεις και το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων. Αυτό το κενό, τέθηκε από μαζικά κινήματα τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα και τις αρχές του 21ου, και τέθηκε με πλήθος μελετών, εργασιών, παρεμβάσεων που προσπάθησαν να φωτίσουν, να εμπλουτίσουν τη χειραφετητική πορεία της ανθρωπότητας. Μέσα από το οργανωμένο, υπαρκτό κομμουνιστικό κίνημα είναι ελάχιστα τα βήματα που έγιναν για έναν θεωρητικό εμπλουτισμό και αναζωογόνηση του μαρξισμού, για να μην μιλήσουμε για την εχθρότητα που επιδείχθηκε απέναντι σε κινήματα και θεωρητικές εργασίες που έθεταν επί τάπητος τέτοια ζητήματα. Εξάλλου, τη δεκαετία του ’80 χρειάστηκε η παρέμβαση ενός μαζικού κινήματος (οικολογικό) για να καταδειχτεί π.χ. το πρόβλημα της χρήσης της πυρηνικής ενέργειας, και στις αρχές του 21ου έπρεπε να εμφανιστεί το αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα για να τεθεί σε αμφισβήτηση η κυρίαρχη μέχρι τότε άποψη της «αντικειμενικής πορείας προς τη διεθνικοποίηση της παραγωγής» που οδήγησε στη Νέα Τάξη και στη δυαδική κοινωνία – γενικευμένη γκετοποίηση εντός των κοινωνιών… Και τούτα, σε αντίθεση ή και συναντώντας το χλευασμό από το λεγόμενο επίσημο κομμουνιστικό κίνημα.
«Η κοινωνικότητα είναι στοιχείο της διαμορφωμένης ανθρώπινης φύσης και ταυτόχρονα δημιουργός της»
Ο Ε.Μ. ξετυλίγοντας τη σύνθετη και βαθιά του σκέψη, συναντιέται με τους προβληματισμούς που αφορούν τον άνθρωπο, την κοινωνικότητα, την κοινωνικοποιημένη ανθρωπότητα. Για να στοιχειοθετήσει μία άποψη, μια πραγματικότητα εννοιών, γύρω από αυτά τα κρίσιμα και κομβικά ζητήματα, νιώθει την ανάγκη να στηριχθεί τόσο στα επιστημονικά δεδομένα (φυσικές επιστήμες και επιστήμες του ανθρώπου) όσο και να αναστοχαστεί την κοινωνική εξέλιξη και να διακρίνει τα βασικά στοιχεία της.
Η κυριαρχία μέσα στο μαρξιστικό χώρο, ευρωπαϊκό και σοβιετικό, της θεωρίας παραγωγικών δυνάμεων (δηλαδή της προτεραιότητάς τους, της ουδετερότητάς τους κ.λπ.) και του ευρωκεντρισμού, έφερε αναπότρεπτα στην επιφάνεια και την κριτική αυτής της μονοσήμαντης και γραμμικής εξελικτικιστικής αντίληψης για την ιστορία. Η κριτική αυτή – έπρεπε να ξεφύγει από τα στερεότυπα της κυρίαρχης οικονομίστικης ερμηνείας και του ευρωποκεντρισμού. Στην εξέλιξη αυτής της κριτικής έγινε συχνά χρήση του ξαναδιαβάσματος του έργου του Μαρξ και ιδιαίτερα των Grundrisse. Στο έργο αυτό που έγινε γνωστό μετά τη δεκαετία του ‘50 του περασμένου αιώνα (πρωτοδημοσιεύτηκε το 1939-‘41) υπάρχει μια εκτενής αναφορά σε προκαπιταλιστικούς κοινωνικούς σχηματισμούς. Ακόμα, τόσο ο Μαρξ όσο και Ένγκελς μελέτησαν μέχρι το τέλος της ζωής τους, μια σειρά θεμάτων τόσο για τον «αρχαϊκό κοινωνικό σχηματισμό», όσο και για τις μορφές κοινοκτημοσύνης, τις αγροτικές κοινότητες. Τοποθετήθηκαν ακόμα και σε ενδεχόμενο πέρασμα αυτών των μορφών (π.χ ρώσικη κοινότητα) σε ένα νέο μεταβατικό σύστημα. (βλέπε αλληλογραφία Μαρξ και Β. Ζασουλιτσ και Μαρξ – Ενγκελς για το σχετικό θέμα). Στον σύγχρονο κόσμο έχουν έρθει στην επιφάνεια πολλά ζητήματα που επιβεβαιώνουν την σημασία και την επικαιρότητα τέτοιων προβληματισμών. Η παγκοσμιοποίηση του καπιταλισμού αντιμετωπίζει στη σύγχρονη ύπαιθρο του κόσμου, μια τεράστια αντίσταση αγροτικών και κοινοτικών χώρων που έφεραν στην επιφάνεια πολλά από τα ζητήματα που θίγονταν τότε από τους θεμελιωτές του μαρξισμού. Ο ινδιανισμός στην Λατινική Αμερική (ή τα ιθαγενικά κινήματα όπως είναι γνωστά στην χώρα μας), οι συνεχείς αγροτικές εξεγέρσεις στην Ινδία (για να μιλήσουμε για τις πιο γνωστές περιπτώσεις, πιστοποιούν πως οι μορφές κοινωνικότητας που υπήρξαν και έδειξαν τεράστια αντοχή μέσα στους αιώνες, πρέπει να μας διδάξουν για πολλά πράγματα. Γεωγράφοι και ανθρωπολόγοι επιστήμονες μπόρεσαν να διακρίνουν πολλά και σημαντικά ζητήματα του σύγχρονου κόσμου και ίσως πολύ περισσότερα από μαρξιστές οικονομολόγους που μόνο αριθμούς και οικονομικές πλευρές εξέταζαν μέσα από τα ματογυάλια του ευρωκεντρισμού-δυτικοκεντρισμού.
Ο Ε.Μ για να απαντήσει στο ζήτημα της φύσης και της ουσίας του ανθρώπου, βασικό περιεχόμενο του βιβλίου, δίνει ένα περίγραμμα όλης της εξέλιξης του καπιταλισμού στα 200 τελευταία χρόνια, κριτικάρει την ιδέα της «προόδου», δείχνει πως κατέχει βαθιά την άποψη του Μαρξ για την ιστορική πορεία, κι όχι μια απλοϊκή σχηματική άποψη, και αναπότρεπτα αφού το στοιχείο της κοινωνικότητας είναι κεντρικό στην προβληματική του, έρχεται σε επαφή με τον προβληματισμό για το ζήτημα της κοινότητας. Κι όχι μόνο. Τολμά να προτείνει έναν δρόμο διεξόδου, έναν δρόμο ξετυλίγματος μιας νέας επαναστατικής ορμής. Δεν κάνει, απλά, μια βουτιά στο παρελθόν και στην προϊστορία του ανθρώπου για να ξεφύγει από τα σύγχρονα ζητήματα.
Αν ισχύει αυτό που διατείνεται ο Χοσμπάουμ -μιλώντας για τα ίδια θέματα και προλογίζοντας το τμήμα των Grundrisse που αναφέρονται στους προκαπιταλιστικούς σχηματισμούς- ότι «η προ-ταξική κοινωνία σχηματίζει από μονάχη της μιαν ευρεία και πολύπλοκη ιστορική εποχή, με τη δική της ιστορία και τους νόμους ανάπτυξης, και τις δικές της ποικιλίες κοινωνικοοικονομικής οργάνωσης που ο Μαρξ ονομάζει “αρχαϊκό σχηματισμό”, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η περίοδος αυτή που φθάνει ώς το 3500 π.Χ. ή το 1500 π.Χ. ανάλογα με την εμφάνιση των πρώτων ταξικών κοινωνιών, παίζει ιδιαίτερα μεγάλο ρόλο για την ερμηνεία των όρων υπό τους οποίους προέκυψαν οι ταξικές κοινωνίες αλλά και στις επιδράσεις σε όλη την ανθρωπολογική γραμμή. Το πέρασμα από τη συλλογική κτήση στην ιδιοκτησία δεν έγινε σε μια νύκτα ή μέσα σε έναν χρόνο…».
«Ο Μαρξ και ο Ένγκελς μελέτησαν τους προκαπιταλιστικούς κοινωνικούς σχηματισμούς και δεν τους είδαν περιφρονητικά, ως “καθυστερημένες” κοινωνίες, όπως τους βλέπει ο αστός τεχνοκράτης ή ο “μαρξιστής” που έχει πιστέψει τους μύθους της τεχνοκρατικής ιδεολογίας». (Α.Φ. σελ. 60)
«Ωστόσο, χωρίς να εξιδανικεύουμε τη φυλετική κοινωνία, είναι φανερό ότι ορισμένα στοιχεία της ανθρώπινης ουσίας -αλληλεγγύη, αξιοπρέπεια, ελευθερία, στοργή κ.λπ.- εκμηδενίστηκαν ή ατόνησαν με την ανάπτυξη και τη γενίκευση της ατομικής ιδιοκτησίας, το χωρισμό της κοινωνίας σε τάξεις και τη δουλεία». (Α.Φ. σελ. 32)
«Η συλλογική κτήση μετατράπηκε, μέσω μιας διαδικασίας αποσάθρωσης της φυλετικής κοινωνίας, σε ιδιοκτησία, με όλες τις συνέπειες που είχε αυτός ο μετασχηματισμός». (Α.Φ. σελ 33)
«O πρωτόγονος ατομισμός και η πρωτόγονη υπερηφάνεια μετατράπηκαν σε ματαιοδοξία, κενότητα, βαρβαρότητα και ψυχρό ατομισμό. Και οι νέες αυτές ιδιότητες της ανθρώπινης φύσης βρίσκονταν στη βάση της βαρβαρότητας που συνόδευσε τη διάλυση της κοινωνίας των γενών». (Α.Φ. σελ. 113)
Ο Ε.Μ. μιλά από την πλευρά του μέλλοντος. Και καταλαβαίνει την αντίρρηση ή και την ειρωνεία που μπορεί να δημιουργήσει η τέτοια ανάλυση. Οπότε, θέτει ίδιος το ερώτημα:
«Επιστροφή, λοιπόν, στις πρωτόγονες κοινότητες; Τι λέει επ’ αυτού ο Μαρξ; “Η αγροτική κοινότητα αποτελεί παντού τον νεότερο τύπο του αρχαϊκού κοινωνικού σχηματισμού και γι’ αυτό τον λόγο εμφανίζεται στην ιστορική ανάπτυξη της αρχαίας και της δυτικής Ευρώπης η περίοδος της αγροτικής κοινότητας, ως μεταβατική περίοδος από την κοινοτική στην ατομική ιδιοκτησία”. Πώς κρίνει ο Μαρξ την αγροτική κοινότητα; “Η νέα κοινότητα που εισάχθηκε από τους αρχαίους Γερμανούς σε όλες τις κατακτημένες χώρες καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα, έγινε το μοναδικό καταφύγιο της ελευθερίας και του λαϊκού βίου”».
«Σήμερα που η κρίση του καπιταλισμού είναι παγκόσμια και απειλεί την επιβίωση της ανθρωπότητας, μήπως θα έπρεπε να επιστρέψουμε στις αρχαϊκές κοινότητες, επωφελούμενοι από τη σύγχρονη τεχνολογία; Ιδού η γνώμη του Μαρξ: “Η κεφαλαιοκρατική κρίση θα λήξει μόνο με την κατάργηση της κεφαλαιοκρατίας, με την επιστροφή των σύγχρονων κοινωνιών στον “αρχαϊκό” τύπο της κοινοτικής ιδιοκτησίας. (…) Το νέο σύστημα, στο οποίο τείνει η σύγχρονη κοινωνία, “θα είναι η αναβίωση του αρχαϊκού τύπου κοινωνίας σε μια ανώτερη μορφή”. Δηλαδή, κρατάμε το στοιχείο της κοινοκτημοσύνης, της συνεργασίας και της αλληλεγγύης, στο πλαίσιο μιας κοινοκτημοσύνης. Ο κομμουνισμός θα είναι η άρνηση της άρνησης: Μια νέα, ανώτερη μορφή κοινοτικού βίου”».
«Σε μια ανώτερη μορφή: Δηλαδή, με την αξιοποίηση των κατακτήσεων των επιστημών και της τεχνολογίας από σύγχρονες κοινότητες, όπου η πολλαπλότητα των απασχολήσεων θα μειώνει τον αυστηρό καταμερισμό εργασίας, η παραγωγή κατά το δυνατόν σε τοπική κλίμακα υλικών αγαθών θα αξιοποιεί τις τοπικές ιδιομορφίες, οι μεταφορές προϊόντων θα μειωθούν και μαζί με αυτό η ενεργειακή σπατάλη. Επιπλέον και προπαντός: Θα αρθεί ο ταξικός ανταγωνισμός στο πλαίσιο της συλλογικής προσπάθειας. Η πολλαπλότητα παραγωγής προϊόντων σε τοπική κλίμακα δεν θα σημάνει την άρνηση κεντρικού σχεδιασμού. Η σημερινή τεχνολογία (πληροφορική κ.λπ.) δίνει τη δυνατότητα δημοκρατικού συντονισμού του τοπικού με το κοινωνικό, στο πλαίσιο της κομμουνιστικής κοινωνίας». (Α.Φ. σελ. 225-226)
Ουτοπιστής ο Ε.Μ.; Δεν θα τον πείραζε αυτός ο χαρακτηρισμός. Με αυτές τις σκέψεις ο ίδιος τοποθετείται πιο κοντά σε μια σωτηρία της ανθρωπότητας, όπως και πιο κοντά στην γέννηση μιας κοινωνικοποιημένης ανθρωπότητας, του κομμουνισμού.
Ο ίδιος ξέρει να υπερασπίζεται τον εαυτό του: «Ο Μαρξ οραματιζόμενος μια “επιστροφή στην αρχέγονη κοινότητα, σε ανώτερο επίπεδο” στη γλώσσα της διαλεκτικής μπορεί να αποδοθεί: “Οι ταξικές κοινωνίες ήταν η άρνηση της αρχέγονης κοινοκτημοσύνης. Ο κομμουνισμός θα είναι η άρνηση της άρνησης”». (Α.Φ. σελ 240)
Στο επόμενο σημείωμα θα δούμε τις απαντήσεις που δίνει ο Ε.Μ. στα θέματα της φύσης και της ουσίας του ανθρώπου και τη σημασία που έχουν τα ζητήματα αυτά στην απελευθερωτική χειραφετητική κίνηση του κομμουνιστικού κινήματος.
Δείτε εδώ το Πρώτο Μέρος του άρθρου