του Θεόδωρου Τσελέπη
Δεν είναι η πρώτη φορά που μου συμβαίνει. Είναι όλα αυτά τα χρόνια της καταχνιάς, της καταστροφής. Που βλέπω γύρω μου να συμβαίνουν τόσο παράλογα πράγματα. Και κάθε φορά αναρωτιέμαι. Να γελάσω ή να κλάψω;
Όταν ο ακροδεξιός σαλτιμπάγκος ψευτόμαγκας που παριστάνει τον πρωθυπουργό, λέει πως «κάθε μέρα σκίζω τα μνημόνια»;
Να γελάσω ή να κλάψω, όταν στη ΔΗΜΑΡ του 1% υπάρχει τάση που ονομάζεται «Μεταρρυθμιστική Τάση» με ηγέτη τον Λυκούδη;
Είναι τόσα πολλά τα γεγονότα που έχουν συμβεί που δεν ξέρει κάποιος ποιο να πρωτοθυμηθεί. Τον Ταμήλο και όσα λέει κατά καιρούς στη Βουλή; Τον Γιακουμάτο που δήλωσε πως ο Σόιμπλε είναι πράκτορας του ΣΥΡΙΖΑ; Τον Τέρενς που έκανε ερώτηση στη Βουλή για το εθνόσημο στη φανέλα της Εθνικής ποδοσφαίρου, ζητώντας εξηγήσεις γιατί κοιτάει προς τα παπούτσια των ποδοσφαιριστών;
Είναι που βλέπω τον Δένδια να χασκογελά σαν ανόητος και να κάνει πλάκα με την κάρτα ασύλου. Είναι που ο αντικαταστάτης του είναι ο Κικίλιας. Από εδώ και πέρα θα αναρωτιέμαι συνεχώς. Ποιος Κικίλιας είναι χειρότερος. Ο Κικίλιας υπουργός ή ο Κικίλιας μπασκετμπολίστας; Είναι που ο Ντινόπουλος και η Βούλτεψη έγιναν υπουργοί. Που ο ένας φασιστάκος, αντικατέστησε τον άλλο φασιστάκο, στο υπουργείο Υγείας. Είναι που ο Στουρνάρας στην τελευταία του συνέντευξη ως υπουργός, μας πληροφόρησε πως τα βράδια που εργαζόταν ως αργά, έτρωγε σούσι.
Αλήθεια, πόσο υπομονή να έχει κανείς να αντέξει, να μη νευριάσει, να μην ουρλιάξει, να μη σπάσει την οθόνη του υπολογιστή όταν βλέπει την Αλ Σάλεχ. Όταν διαβάζει δηλώσεις της μετά την Γιουροβίζιον και την επικράτηση της Κοντσίτα. «Η εκκωφαντική νίκη της Κοντσίτα είναι ένα σπουδαίο μήνυμα ελπίδας για τη νίκη της δικής μας Ευρώπης». Κι αυτή ήταν υποψήφια ευρωβουλευτής.
Είναι να γελά ή να κλαίει κανείς, που τη χώρα μας θα την εκπροσωπήσουν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η Σπυράκη, η Καϊλή, ο Ζαγοράκης, η Ελίζα Βόζεμπεργκ, ο Γιώργος Κύρτσος;
Πώς αντιδρά κανείς, όσο ψύχραιμος κι αν είναι, όταν βλέπει τον Θεοδωράκη να πηγαίνει να ψηφίσει με το σακίδιο στην πλάτη;
Θυμάμαι την πρώτη φορά που το έπαθα. Που δεν ήξερα αν πρέπει να γελάσω ή να κλάψω. Ήταν όταν είδα την ταινία Ο Θανάσης στη χώρα της σφαλιάρας. Η σκηνή που ο Βέγγος οδηγεί ένα φορτηγό και βρίσκει μια κασέτα με τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη. Τη βάζει στο παλιό κασετόφωνο να παίξει και τραγουδά με δύναμη ψυχής. Πριν βέβαια, κλείνει καλά τα παράθυρα για να μην ακούγεται έξω. Είναι βλέπεις την περίοδο της χούντας. Ο Θεοδωράκης απαγορευμένος και οι οπαδοί του εκτοπισμένοι και φυλακισμένοι. Όμως δεν έχει πάρει χαμπάρι πως η μουσική παίζει από τα μεγάφωνα του φορτηγού που χρησίμευαν για να διαλαλεί την πραμάτεια του ο γυρολόγος ιδιοκτήτης του φορτηγού. Ιδιοκτήτης, που στα μισά του δρόμου συλλαμβάνεται και το φορτηγό μένει αμανάτι στον Βέγγο. Το πρόσωπο του μεγάλου Έλληνα κωμικού όταν στέκεται μπροστά στους μπάτσους που τον συλλαμβάνουν, με γέμισε απορίες.
Δεν ήξερα αν έπρεπε να γελάσω με την γκάφα του ή να κλάψω για όσα τον περίμεναν. 35 χρόνια μετά, δεν φανταζόμουν πως θα μου ξανασυμβεί. Και μου συμβαίνει τα τελευταία 4 χρόνια, συνέχεια ρε γαμώτο.
(για άμεση επικοινωνία, παρατηρήσεις και διάλογο)
www.facebook.com/pages/Όλα-είναι-δρόμος/
(γιατί υπάρχει κι αυτός ο τρόπος)