Μώραλης στον Πειραιά, Μπέος στον Βόλο
Παλιότερα (πρέπει να ήταν στην πρώτη θητεία Μπερλουσκόνι το 1994-95) ένας Ιταλός φίλος, αριστερός αλλά όχι από την πολιτική πιάτσα, έλεγε ένα βράδυ: «Θα αναρωτιέστε πώς είναι δυνατόν να βγάζουμε πρωθυπουργό έναν άνθρωπο σαν τον Μπερλουσκόνι». «Λοιπόν», συνέχισε ο φίλος, «πιστεύω πως οι Ιταλοί τον ψηφίζουν γι’ αυτό ακριβώς που είναι και όχι γιατί ξεγελιούνται. Τον βγάζουν γιατί είναι καπάτσος, γιατί κατάφερε να κάνει μεγάλη περιουσία, γιατί κατάφερε να ξεγελάσει και να κάνει απάτες, γιατί έχει γκόμενες, γιατί κερδίζει αυτό που θέλει. Τον ψηφίζουν γιατί θα ήθελαν να γίνουν σαν κι αυτόν ή γιατί πιστεύουν πως με την ίδια καπατσοσύνη θα φέρει βόλτα την Ιταλία».
Στην Ιταλία τότε δεν είχε προηγηθεί μια κοινωνική-οικονομική κατάπτωση όπως σήμερα στην Ελλάδα, αλλά είχε προηγηθεί μια μεγάλη πολιτική κρίση και ριζική αναμόρφωση της πολιτικής σκηνής με ταυτόχρονη απαξίωση της παλιάς, όσο σε καμιά άλλη χώρα της Δυτικής Ευρώπης δεν έχει ξανασυμβεί μεταπολεμικά.
Τι σημασία έχει αυτό; Σημαίνει ότι ο Μπερλουσκόνι, τότε, εκπροσωπούσε μέσα στην αχρειότητά του κάτι το καινούργιο και ίσως πιο χρήσιμο, πιο αποτελεσματικό από τα παλιά πράγματα. Βάλτε όσα εισαγωγικά επιθυμείτε στο χρήσιμο ή το αποτελεσματικό, σημασία έχει πώς το σκέπτεται κάποιος (αρκετός) κόσμος κι όχι πώς το αξιολογεί η ηθική της Αριστεράς ή η ηθική του πιο ηθικού κόσμου. Ένα εξαιρετικά επικίνδυνο στοιχείο που πρέπει να το πάρουμε σοβαρά υπόψη είναι ο Μώραλης στον Πειραιά και ο Μπέος στον Βόλο. Και οι δυο εκφράζουν εν μέρει κάτι νέο, κάτι πιο χρήσιμο ή αποτελεσματικό (βάλτε όσα εισαγωγικά επιθυμείτε) σε σχέση με το παλιό ή όπως αυτό συμβολίζεται στα μυαλά ενός κόσμου.
Αυτού του είδους η πολιτική, που δεν είναι απλά «επιχειρηματική» πολιτική αλλά επιχειρηματική πολιτική του αισχίστου είδους, σχεδόν μαφιόζικη πολιτική. Αποτελεί, ουσιαστικά, μια παραλλαγή της νέας πολιτικής που εκπροσώπησε η Χρυσή Αυγή και που με την κατάλληλη προβολή, ανοχή, ατιμωρησία, γνώρισε άνθηση. Άλλωστε, τουλάχιστον στον Πειραιά, η Χρυσή Αυγή δεν είναι άσχετη από τον Μαρινάκη και δεν ήταν άσχετη και το προηγούμενο διάστημα πριν ακόμη τη δολοφονία Φύσσα.
Ο εφοπλιστής-πρόεδρος ποδοσφαιρικής ομάδας-ιδιοκτήτης ΜΜΕ-whatever, που με κάποιο τρόπο «αγοράζει» σε εκλογική διαδικασία το λιμάνι και δεν διστάζει να κάνει ακόμη και επίδειξη των «επιχειρησιακών» δυνατοτήτων των «ανθρώπων του» (παρά την εμπλοκή του, την επίσημη με το κύκλωμα του ποδοσφαίρου και την ανεπίσημη με τη Χρυσή Αυγή) είναι το νέο, το καινούργιο που έχει να επιδείξει το σύστημα απέναντι στο «παλιό σύστημα», κόντρα στο νέο που αναδεικνύει ο ΣΥΡΙΖΑ και ο λαός. Υπήρχε ήδη το προηγούμενο του Μελισσανίδη που το όνομά του εμπλεκόταν σε λαθρεμπόρια και whatever, αλλά δίκες δεν έγιναν. Απεναντίας του δόθηκε ο ΟΠΑΠ και αγόρασε την ΑΕΚ. Δηλαδή, κανόνισε γι’ αυτά το σύστημα ή κάποια από τις πτέρυγές του. Η εμπλοκή αυτής της νέας επιχειρηματικο-κοινωνικής αχρειότητας με την πολιτική, με εφαλτήριο -για την ώρα- την Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι, αναμφίβολα, μια σημαντική εξέλιξη.
Τ.Τ.