Μοιάζω μ’ ένα καζάνι που βράζει, βράζει, βράζει
κι η ώρα πλησιάζει να γίνει το κακό,
μοιάζω μ’ ένα καζάνι που όπου να ’ναι σκάει,
κάποιος θα τηνε φάει έτσι στο ξαφνικό.

Μοιάζω μ’ ένα καζάνι που έτσι και κρεπάρει,
ο χάρος ποιον θα πάρει, ποιος θα ’ναι ο τυχερός,
μοιάζω μ’ ένα καζάνι που έτσι και κρεπάρει,
θα ’ναι η ζημιά μεγάλη κι ο κρότος φοβερός.

Μοιάζω μ’ ένα καζάνι που το παραζεσταίνεις
και δεν την προλαβαίνεις έτσι και κάνει μπουμ!

(Άκης Πάνου, 1976)

Βρήκαν όγκο στους αδένες του Γιώργου που δουλεύει στην καθαριότητα ενός Δήμου. Όμως, από τη διάγνωση μέχρι την αφαίρεση, ο όγκος είχε φτάσει από τα 3 στα 5,5 εκ. Και για τις ακτινοβολίες που είναι απαραίτητες για να αποτραπεί η μετάσταση του είπαν ότι υπάρχει λίστα αναμονής πέντε μηνών!
Αυτό το φαινόμενο, της εξόντωσης του λαϊκού κόσμου, είναι μαζικό και εκ προθέσεως, όπως διαπίστωσαν και οι οκτώ Γερμανοί γιατροί που ήρθαν να δουν ιδίοις όμμασι την κατάσταση στην οποία βρίσκεται το σύστημα Υγείας μετά τις καταστροφικές πολιτικές της συμμορίας Σαμαρά, Βενιζέλου και Ευρωπαίων τοκογλύφων. Νοσοκομεία χωρίς φάρμακα, χωρίς γάζες, χωρίς εργαλεία, χωρίς σεντόνια, κι ακόμα χειρότερα, ασθενείς να πεθαίνουν αβοήθητοι! Φρίκαραν οι Γερμανοί με το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στην πραγματικότητα και στην εικόνα που προβάλλουν οι κυβερνητικοί παράγοντες.
«Εικόνες μίας μέχρι χτες ευρωπαϊκής πρωτεύουσας που μετατρέπεται ταχύτατα σε τριτοκοσμική πόλη. Είδαμε ασθενείς με φυματίωση κι άλλους που ακρωτηριάζονται γιατί δεν θεραπεύτηκε έγκαιρα το διαβητικό τους πόδι… Πώς να εξηγήσουμε στους συμπολίτες μας ότι ένας στους τρεις Έλληνες δεν έχει πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας γιατί είναι ανασφάλιστος; Θα τους φανεί εξωφρενικό, απίστευτο… Στη Γερμανία δεν νοείται ένας άνθρωπος να είναι ανασφάλιστος, ακόμη και ένας μακροχρόνια άνεργος… Επίσης, στη Γερμανία, οι γιατροί δεν έχουν όριο σε ό,τι συνταγογραφούν. Και οι Γερμανοί πολίτες αναγνωρίζουν την υπεροχή του δημόσιου συστήματος υγείας, ελάχιστοι καταφεύγουν σε ιδιώτες… Στην Αθήνα, συναντήσαμε μανάδες με ανήλικα παιδιά που ζουν σε σπίτια χωρίς ρεύμα, ανέργους που χάνουν το σπίτι τους γιατί δεν έχουν να πληρώσουν τα νοσήλια, μετανάστες που ζουν επί 18 μήνες σε άθλια κρατητήρια, καρκινοπαθείς που παρουσιάζουν μεταστάσεις γιατί δεν υποβάλλονται σε θεραπευτική αγωγή. Μέσα σε ενάμιση χρόνο είδαμε μία εντελώς διαφορετική Ελλάδα…»
Χωρίς καν να έχουν δει τις εικόνες των φτωχών ασθενών που τους άδειαζαν από τα νοσοκομεία και τις κλινικές που καταργούνταν για να τους μεταφέρουν εδώ κι εκεί σαν μπαούλα σε μετακόμιση. Χωρίς να μπορούν να μετρήσουν τις συνέπειες από το κλείσιμο όλων των ιατρείων του ΙΚΑ, που μετονομάστηκε προσωρινά σε ΕΟΠΥΥ για να χρυσωθεί το χάπι. Γιατί μέχρι εκεί έφτασαν, τα κτήνη. Να κλείσουν τα ιατρεία του ΙΚΑ!
Πού θα πάει, όμως, αυτή η κατάσταση; Πού, πότε και πώς θα ξεσπάσει η οργή που συσσωρεύεται και το μίσος που κοχλάζει κάτω από το καπάκι;
Μπορεί οι πολίτες μέχρι τώρα, πλην εξαιρέσεων, να καταπίνουν σιωπηλά το δηλητήριο, να αισθάνονται τα σώματα και τις ψυχές τους ακρωτηριασμένες, να καταρρέουν μαζί με τις επιχειρήσεις τους, να στερούνται τα στοιχειώδη και να απειλούνται ότι θα χάσουν τα σπίτια τους, να τσαλακώνεται και να πατιέται η αξιοπρέπειά τους, χωρίς να βγαίνουν στους δρόμους, χωρίς να ουρλιάζουν. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ήρεμοι, ότι έχουν παραιτηθεί από τα δικαιώματα, τις περιουσίες και το μέλλον των παιδιών τους. Μπορεί τα αισθήματά τους να μην έχουν φτάσει ακόμα στο σημείο βρασμού, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν σιγοψήνονται. Το νιώθω στην ατμόσφαιρα, σαν την υγρασία με χτυπάει στα κόκαλα, η ώρα πλησιάζει για ένα μεγάλο μπουμ. Γιατί, αργά ή γρήγορα, ο αιφνιδιασμός περνάει, το σοκ συνηθίζεται, οι ανάγκες αυξάνονται, το οξυγόνο λιγοστεύει, το αίσθημα της αυτοσυντήρησης μπαίνει στην κόκκινη ζώνη, η παθητικότητα μεταλλάσσεται, η αδιαφορία γίνεται απόγνωση, οργή, αγανάχτηση, μίσος! Οι πυρήνες λιώνουν και η ραδιενέργεια που θα εκλυθεί θα είναι σαν χιλιάδες μικρές ατομικές βόμβες διασποράς.
Το κράτος απολύει σε όλους τους τομείς, δασκάλους, γιατρούς, φύλακες σχολείων και καθαρίστριες, ενώ προσλαμβάνει μόνο αστυνομικούς. Οι κυβερνώντες ξέρουν και προετοιμάζονται. Ήδη, οι περισσότεροι αποφεύγουν να κυκλοφορούν ελεύθερα. Μερικοί βουλευτές και υπουργοί έχουν ήδη φάει βρισιές, γιαούρτια, καφέδες, μπουκάλια, ακόμα και πέτρες. Αλλά φοβούνται τα χειρότερα και δεν έχουν άδικο. Γι’ αυτό, καλύτερα να μην βγαίνουν σε δημόσιους χώρους, γιατί ποτέ δεν ξέρεις μια μάνα που έχει το αγόρι της ανάπηρο ή ένας πατέρας που έχει την κόρη του με λευχαιμία και ταλαιπωρείται να βρει φάρμακα ή να κλείσει ραντεβού για μαγνητική, πώς θα αντιδράσει αύριο. Ούτε πώς θα συμπεριφερθεί ένας νοικοκύρης που του παίρνουν το σπίτι ή ένας έμπορος που του σφράγισαν το μαγαζί και δυσκολεύεται να ταΐσει την οικογένειά του. Μπορεί οι βουλευτές να φοβούνται τους αναρχικούς, αλλά το πιθανότερο είναι να τη βρουν από τους νοικοκυραίους!

Αναβράζων,
Γκαούρ

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!