Σίγουρα, όλοι οι ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής δεν είναι φασίστες. Αλλά, σίγουρα, κι ο τρόπος για να τους αποσπάσεις από την επιρροή της Χρυσής Αυγής δεν είναι να τους κολακεύσεις ή να τους απαλλάξεις με μια πρόχειρη δήλωση λίγες ώρες πριν από τις εκλογές. Να τους απαλλάξεις από τη μικρή ή μεγάλη ευθύνη που έχουν για την άνοδο του φασιστικού μορφώματος, που αν μη τι άλλο, έχει στοιχίσει τη σωματική ακεραιότητα, την κοινωνική αξία και την ψυχική γαλήνη πάρα πολλών ανθρώπων, που έχουν πέσει θύματα των βάρβαρων και ουκ ολίγες φορές δολοφονικών πράξεων της Χρυσής Αυγής.
Η Χρυσή Αυγή πρέπει να αντιμετωπιστεί με μελετημένη και μεθοδική δουλειά σε βάθος χρόνου, όσο κι αν βιαζόμαστε. Δεν είναι φούσκα που τη διαλύεις με ένα φύσημα. Έχει ρίζες στην κοινωνία και, το σημαντικότερο, έχει λόγο ύπαρξης. Ούτε είναι ένα μεμονωμένο φαινόμενο, ένα καρκίνωμα τοπικής εμβέλειας. Με μια γρήγορη ματιά σε όλη την Ευρώπη, βλέπει κανείς ότι αποτελεί σημείο των καιρών, των ευρωπαϊκών καιρών, εκτεταμένο. Εάν στην Ελλάδα αναγεννιέται μέσα από την κρίση και την απαξίωση των κομμάτων εξουσίας, της Νέας Δημοκρατίας πρωτίστως, σε ολόκληρη την Ευρώπη αναγεννιέται, με πάμπολλες τοπικές παραλλαγές, μέσα από την παρακμή της Ευρώπης που, από Ευρώπη των κρατών της, εξελίσσεται ραγδαία σε Ευρώπη των ολιγαρχών της.
Κοινωνίες σε ασφυξία
Η Ευρώπη έχει ακόμα λίπος για τους υπηκόους της, έστω και άνισα κατανεμημένο. Έχει ακόμα αίγλη από την αρχική της ιδέα, τη συστατική, που φαινόταν πολύ γοητευτική. Και έχει ισχυρούς μηχανισμούς ελέγχου και καταστολής των αντιδράσεων που ζυμώνονται μέσα στο κοινωνικό σώμα, από την αστυνομία ως τα ΜΜΕ.
Οι πολίτες, όμως, αισθάνονται όλο και μεγαλύτερη ασφυξία. Μια ασφυξία που είναι αρκετά διαφορετική από την ασφυξία παλαιότερων δύσκολων εποχών. Ο σύγχρονος πολίτης, με τα βιώματα των μεταπολεμικών δεκαετιών, ξέρει από την ίδια του την εμπειρία ότι η ζωή του μπορεί να είναι καλύτερη και δικαιούται να είναι καλύτερη. Γιατί ο πολίτης της Ευρώπης βίωσε αυτό το καλύτερο, όχι εντελώς ολοκληρωμένα ούτε εντελώς ισότιμα, αλλά, πάντως, πήρε μια χειροπιαστή απόδειξή του. Γιατί η ζωή στην Ευρώπη έγινε πραγματικά καλή σε σχέση με το παρελθόν. Ποτέ άλλοτε, από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα, που υπάρχουν επαρκή στοιχεία, οι πολίτες της Ευρώπης δεν έζησαν με τόσες ανέσεις, τόσες ελευθερίες, τόσες δυνατότητες και τόσα δικαιώματα. Το μέτρο σύγκρισης, λοιπόν, είναι πολύ ανεβασμένο, σε σχέση με το παρελθόν, εκ των πραγμάτων.
Τελευταία, αυτοί οι πολίτες νιώθουν όλο και πιο έντονα ότι πάλι σπρώχνονται στο περιθώριο, ότι πάλι σφίγγουν τα ζωνάρια, ότι αυτά που θεωρήθηκαν για μερικές δεκαετίες δεδομένα αμφισβητούνται, ότι τα αγαθά της προόδου επί ευρωπαϊκού εδάφους υφαρπάζονται, συρρικνώνονται και χάνονται. Νιώθουν ότι το έδαφος που το ένιωθαν στέρεο κάτω από τα πόδια τους μεταβάλλεται σε κινούμενη άμμο.
Διαπιστώνουν, επίσης, ότι τα μέσα άμυνας που είχαν αποκτήσει μετά κόπων και βασάνων, αποδυναμώνονται. Καθώς και ότι η φωνή τους, οι επισημάνσεις, οι επικλήσεις και οι διαμαρτυρίες τους δεν εισακούγονται κι όσο περνάει ο καιρός δεν βρίσκουν ούτε βήμα για να εκφραστούν. Αφενός αποκλείονται από την τηλεόραση ή περνούν παραμορφωμένες, αφετέρου αγνοούνται από τα κόμματα που μέχρι τώρα ψήφιζαν. Ότι όλοι οι θεσμικοί μηχανισμοί, νόμοι, δικαιοσύνη, κόμματα, μέσα ενημέρωσης, διανοούμενοι, ελέγχονται όλο και περισσότερο από τις δυνάμεις που προωθούν και επιβάλλουν τη νέα κατάσταση πραγμάτων, τη νέα ανισότητα, τη νέα διάκριση υπέρ μιας δράκας πλουσίων σε βάρος ενός πελώριου πλήθους εργαζομένων. Αλλά αυτή η ασφυξία δεν οδηγεί απαραιτήτως σε μια νέα απελευθέρωση, σε μια ανατροπή, σε κάτι ριζικά διαφορετικό. Γιατί, ιδεολογικά, οι υπήκοοι της Ευρώπης παραμένουν εξαρτημένοι από την ιδεολογία του συστήματος που τους διασφάλιζε όχι μόνο φαγητό και στέγη, αλλά και ένα σωρό άλλα αγαθά, πρωτόγνωρα, όπως τα πολιτικά δικαιώματα και η κοινωνική ασφάλιση, αλλά και οι απτές υλικές ανέσεις. Αυτοκίνητα, εξοχικά, ταξίδια, ρούχα, αξεσουάρ, διασκέδαση, ουκ ολίγα αγαθά ευρέως διαδεδομένα.
Αυτή η ασφυξία, λοιπόν, σε συνδυασμό με την ιδεολογική εξάρτηση από το καπιταλιστικό μοντέλο, που ενισχύθηκε εξαιτίας της διάλυσης του υπαρκτού σοσιαλισμού και τη στροφή της Κίνας στην οικονομία της αγοράς, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, δεν φαίνεται να οδηγεί σε μια προοδευτική έξοδο, αλλά σε μια επιστροφή, με νέο αμπαλάζ και προσαρμογή στην εποχή, σε μια πιο οπισθοδρομική επιλογή, φαινομενικά ριζοσπαστική, που συγκρούεται με το κυρίαρχο καθεστώς, αλλά δεν βάζει σε αμφισβήτηση το ίδιο το σύστημα. Η άκρα Δεξιά, στην Ευρώπη, δεν αμφισβητεί ούτε τα Κοινοβούλια, ούτε την αστυνομία, ούτε την οικονομία της αγοράς. Αντιθέτως, προσπαθεί να ελέγξει τους μηχανισμούς του συστήματος. Αμφισβητεί τις δομές της Ευρώπης, που εμποδίζουν στην κάθε χώρα, αλλού λιγότερο κι αλλού περισσότερο, να διαμορφώσει τις ξεχωριστές πολιτικές της ανάλογα με τα ειδικά συμφέροντά της, καταγγέλλει την παρακμή των κομμάτων εξουσίας που πάει πακέτο με τη διαφθορά και την εξαγορά των πολιτικών, προβάλλει ένα ριζοσπαστισμό που θέλει να ανατρέψει το καθεστώς χωρίς να ανατρέψει τον καπιταλισμό, χωρίς δηλαδή να πειράξει τη θεμελιώδη αιτία των δεινών. Από χώρα σε χώρα, τα κόμματα της άκρας Δεξιάς, από καθαρόαιμα εθνικιστικά έως καθαρόαιμα νεοφασιστικά, όταν δεν είναι μικτά, προσαρμόζουν τις θέσεις και τις πρακτικές τους ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες, την παράδοσή τους και τα περιθώρια που το σύστημα τους επιτρέπει.
Το αστικό υπόβαθρο της άκρας Δεξιάς
Σημαντικό γνώρισμα των ακροδεξιών κομμάτων είναι η λαϊκή τους αφετηρία. Περιφρονημένα και αποκλεισμένα μετά τη φρίκη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου από το προσκήνιο της πολιτικής ζωής, από τα ΜΜΕ και τα Κοινοβούλια, δούλεψαν υπομονετικά μέσα στην κοινωνία, περιμένοντας την ώρα τους. Εντόπισαν τα αδύνατα σημεία όχι μόνο των κομμάτων εξουσίας, αλλά και των κοινωνικών στρωμάτων. Τα καλλιέργησαν κιόλας. Π.χ., δεν συμμετείχαν στα αντιπολεμικά κινήματα, αλλά εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο τις συνέπειες από τους πολέμους που διέπραξαν οι Ευρωπαίοι ακολουθώντας ή σε συνεργασία με τους Αμερικάνους. Συνέπειες όπως, από τις πιο αισθητές στην Ευρώπη, το μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα από τις εμπόλεμες περιοχές και από τις περιοχές που η φτώχεια είναι παράγωγο της εκμετάλλευσης του πλούτου των λαών από τους δυτικούς, όπως η Νιγηρία, το Κονγκό κ.ά. Οι εθνικιστές και ρατσιστές δεν αποδοκιμάζουν τους πολέμους και τη φτώχεια που είναι απόρροια του καπιταλισμού, αλλά τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, όχι ως θύματα, αλλά ως κατώτερα όντα που ευθύνονται για τη φτώχεια και την παρακμή στη Δύση.
Η άκρα Δεξιά δεν τρομάζει τους ολιγάρχες. Ούτε τις πολιτικές τους μαριονέτες. Αντιθέτως, χρησιμοποιείται απ’ αυτούς για να εμποδίζει τη στροφή της κοινωνίας στα Αριστερά, αλλά και σαν μπαμπούλας για να περιορίζονται οι διαρροές από τα κόμματα εξουσίας. Προχωρώντας ακόμα πιο πέρα, οι ολιγάρχες δεν διστάζουν να συμμαχήσουν με την άκρα Δεξιά και να νομιμοποιήσουν τις χειρότερες πρακτικές της, προκειμένου να εφαρμόσουν τις πολιτικές τους, να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους, ακόμα κι αν αυξάνονται οι πιθανότητες ενός νέου μεγάλου καταστροφικού πολέμου. Αυτό φάνηκε και από τη στενή σύμπραξη Ευρωπαίων σοσιαλδημοκρατών και χριστιανοδημοκρατών με το εθνικιστικό Σβόμποντα και τον γνήσιο φασιστικό Δεξιό Τομέα στην Ουκρανία.
Εν ολίγοις, είτε με έμμεσο τρόπο είτε με άμεσο, η άρχουσα πολυπλόκαμη τάξη στην Ευρώπη δίνει ώθηση στην άνοδο της άκρας Δεξιάς. Είτε με τις πολιτικές αφαίμαξης των πλατιών κοινωνικών στρωμάτων που δημιουργούν εύφορο έδαφος για την εθνικιστική και φασιστική προπαγάνδα, είτε με την ανοχή και ενθάρρυνση των ακροδεξιών κομμάτων, που αναλαμβάνουν μέρος της βρώμικης δουλειάς για την αναχαίτιση της Αριστεράς και την παρεμπόδιση της αληθινής ριζοσπαστικοποίησης των πλειοψηφικών τμημάτων της κοινωνίας που ασφυκτιούν και καταστρέφονται.
Να μην μας διαφεύγει ότι το υπόβαθρο για την ανάπτυξη της άκρας Δεξιάς το δημιούργησαν τα αστικοδημοκρατικά κόμματα με τις ακραίες πολιτικές τους. Όσο απομακρύνονταν από το φιλελεύθερο και εξισωτικό πνεύμα που έπνεε έντονα στην Ευρώπη μεταπολεμικά, τόσο υπέθαλπαν την αναβίωση του νεοφασισμού και του εθνικισμού στην ήπειρο. Αυτά έμπλεξαν τα ευρωπαϊκά κράτη σε νέους τυχοδιωκτικούς πολέμους επαναφέροντας ένα νεοαποικιοκρατικό και μιλιταριστικό κλίμα στην Ευρώπη. Αυτά επανακαλλιέργησαν στις κοινωνίες τον ρατσισμό δαιμονοποιώντας τους Άραβες, τους Ασιάτες και τους Αφρικανούς, κατασκευάζοντας, σε σύμπλευση με τους Αμερικάνους και τους Εβραίους, τον κίνδυνο του Ισλάμ σε αντικατάσταση του κινδύνου του κομμουνισμού που υποχώρησε σαν φόβητρο μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ.
Αυτά αναβιώνουν σήμερα τον Ψυχρό Πόλεμο με τη Ρωσία επαναφέροντας τον αντισλαβισμό στο προσκήνιο. Σ’ αυτό το εύφορο έδαφος, με υλική βάση τη φτωχοποίηση των κοινωνιών στην Ευρώπη, οι νεοφασίστες αξιοποιούν το εθνικιστικό, μιλιταριστικό, ρατσιστικό και αντικομμουνιστικό κλίμα που η άρχουσα ευρωπαϊκή νομενκλατούρα επιβάλλει σαν καθεστώς στην Ευρώπη και μέσα στο οποίο διαπαιδαγωγεί τις κοινωνίες.
Βαθιές κοινωνικές μεταλλαγές
Η σύγχρονη ευρωπαϊκή Αριστερά δεν έχει καταφέρει να εκπονήσει ένα σχέδιο αντιμετώπισης της άκρας Δεξιάς. Με αλλοτριωμένα τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και συρρικνωμένες τις κομμουνιστογενείς δυνάμεις, περιορίζεται κυρίως στην καταγγελία και την αποδοκιμασία. Στάσεις που μπορεί να ενισχύουν τον τάχαμου αντισυστημικό χαρακτήρα της άκρας Δεξιάς, η οποία καταγγέλλει όλους τους αντιπάλους της, όλο το πολιτικό φάσμα, από τα δεξιά ως τα αριστερά, ως συστημικό. Ni droite ni gauche! είναι το κεντρικό σύνθημα της Μαρί Λεπέν. «Όχι στις Βρυξέλλες», διαλαλεί, αποκαλώντας την Ευρωπαϊκή Ένωση «απολυταρχικό κατασκεύασμα». Επιπλέον, είναι κατηγορηματικά αντίθετη στους σοσιαλιστές και τους χριστιανοδημοκράτες που συναινούν στην εξαγορά των γαλλικών επιχειρήσεων από ξένες εταιρίες. Πολιτικές της άκρας Δεξιάς που κάνουν την Αριστερά να φαίνεται πολύ συντηρητική μπροστά της. Και η Λεπέν δεν είναι σαν τον Μιχαλολιάκο και τον Κασιδιάρη, χοντροκομμένη. Γι’ αυτό και έχει αποκτήσει σημαντική επιρροή σε μεσοστρώματα, που βρίσκονται σε φάση οικονομικής ή/και κοινωνικής περιθωριοποίησης. Και δεν είναι μόνη της. Εκτός από το ραγδαία ανερχόμενο βρετανικό κόμμα της Ανεξαρτησίας, το μπλοκ που διαμορφώνεται στην Ευρώπη, με το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία, τη Λίγκα του Βορρά στην Ιταλία, τους Σουηδούς Δημοκράτες, το Φλαμανδικό Συμφέρον στο Βέλγιο, το Κόμμα της Ελευθερίας στην Αυστρία και το συνονόματό του στην Ολλανδία, δεν είναι για να το υποτιμήσει κανείς. Δεν αποτελείται ούτε από χούλιγκαν ούτε από εξαθλιωμένους προλετάριους. Εργάτες, υπάλληλοι, έμποροι και επιστήμονες που συμπιέζονται αποτελούν το αυξανόμενο δυναμικό των ακροδεξιών κομμάτων.
Σε όλη την Ευρώπη, η τάση είναι αυτή που επισημαίνει ο David Boyle, σύμβουλος της βρετανικής κυβέρνησης και επιστημονικός συνεργάτης του οργανισμού μελετών New Economics Foundation: «Οδηγούμαστε σε μια παράξενη κοινωνία που θα έχει μία μικροσκοπική ελίτ (πλουσίων) και ένα νέο προλεταριάτο στο οποίο θα ανήκουμε όλοι, χωρίς μεσαία τάξη».
Αυτή η εκ βάθρων μεταλλαγή της κοινωνικής σύστασης στην Ευρώπη συνδέεται εσωτερικά με την άνοδο της άκρας Δεξιάς. Άνοδο που καταδείχνεται από τα υψηλά εκλογικά ποσοστά των ακροδεξιών κομμάτων, αλλά ανιχνεύεται και στην αυξανόμενη απόρριψη, απαξίωση ή αδιαφορία των πολιτών που καταγράφεται στα εξαιρετικά υψηλά ποσοστά της αποχής από τις ευρωεκλογές. Αποχή που ξεκινάει από το 40% και σε μερικές χώρες φτάνει στο 85%!
Αντιφασιστικό μέτωπο
Στην Ελλάδα, η συνεχιζόμενη άνοδος της Χρυσής Αυγής είναι η καλύτερη απόδειξη ότι η αντιπολίτευσή μας δεν έπιασε τόπο. Εμείς φωνάζουμε, αλλά η Χρυσή Αυγή συνεχίζει να διευρύνει την επιρροή της παρά τη δυσφήμησή της με τα εγκλήματα που αποκαλύφτηκαν από τις εφημερίδες, τις τηλεοράσεις και τις δικαστικές αρχές.
Η εγγενής αδυναμία της νεότερης Αριστεράς σε όλη σχεδόν την Ευρώπη είναι ότι δυσκολεύεται να εκσυγχρονίσει τη σκέψη και τη μεθοδολογία της. Είτε ενσωματώθηκε στο σύστημα (βλέπε σοσιαλδημοκρατία) είτε ξεκόπηκε από το σώμα και το πνεύμα των εργαζομένων (βλέπε αντικαπιταλιστική Αριστερά). Η ευρωπαϊκή Αριστερά δεν είναι αδιαχώριστο κομμάτι των λαϊκών στρωμάτων. Είναι φιλολαϊκή, αλλά όχι αρκούντως λαϊκή. Μέσα σε μια εικοσαετία, έχασε μεγάλο μέρος των ερεισμάτων της, το μεγαλύτερο. Και -το σοβαρότερο- μεγάλωσε χωρίς να περάσει έγκαιρα τη σκυτάλη στη νεολαία.
Στην Ελλάδα, η Αριστερά είναι πιο μέσα στην κοινωνία. Για πολλούς λόγους, έχει πολύ καλύτερα αποτελέσματα, με καθοριστικό παράγοντα την πολύ πιο βίαιη από οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα καταστροφή των χαμηλών και μεσαίων στρωμάτων της. Εδώ οι πολίτες δεν ασφυκτιούν απλώς, σκάνε!
Όλοι αντιλαμβάνονται πλέον ότι η Χρυσή Αυγή δεν θα αποδυναμωθεί ούτε με ξόρκια ούτε με κατάρες. Η Αριστερά πρέπει να βελτιώσει την ποιότητα του χαρακτήρα της, της πολιτικής της γραμμής, του ιδεολογικού της πλαισίου και της πρακτικής της. Να δημιουργήσει βαθύτερους δεσμούς με την κοινωνία, να κατανοήσει καλύτερα τα προβλήματα, να περάσει από τη φάση της καταγγελίας στη φάση των συγκεκριμένων προτάσεων και, επίσης δύσκολο, να διευρύνει τις συμμαχίες της χωρίς να χάσει τον εαυτό της. Γιατί η αντιμετώπιση του νεοφασισμού, του εθνικισμού και του ρατσισμού, προϋποθέτει μια ευρύτατη λαϊκή και δημοκρατική συμπαράταξη. Ένα πραγματικά πλατύ μέτωπο, από την Αριστερά ως τη Δεξιά.
Η Αριστερά είναι σε καλό δρόμο, έχει βγει από μια πολύχρονη απομόνωση, αλλά τα δυσκολότερα είναι μπροστά μας. Χρειαζόμαστε εμβάθυνση στις αναλύσεις μας και άνοιγμα στις πολιτικές μας. Είμαστε ακόμα λίγο μετά την αρχή. Καλά πήγαμε μέχρι τώρα, αλλά πρέπει να πάμε πολύ – πολύ καλύτερα, γιατί στόχος μας δεν είναι να κερδίζουμε μόνο μάχες, αλλά να κερδίσουμε τον πόλεμο. Σταθεροποιούμε δυνάμεις, αλλά όλο και πιο δύσκολα τις μεγαλώνουμε. Και οι επιτυχίες, της Ρένας Δούρου πρωτίστως, και μερικών άλλων στην αυτοδιοίκηση, όσο ενθαρρυντικές κι αν είναι, δεν πρέπει να συσκοτίσουν περισσότερο την άλλη πλευρά των πραγμάτων, στην οποία εξακολουθεί να επιβάλλεται το παλιό κατεστημένο, το σάπιο, αλλά και να ακονίζει τις λάμες του ως –τάχαμου- καινούργιο, το νεοφασιστικό.
Στέλιος Ελληνιάδης