Η Αριστερά που κινείται πέρα από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ, δοκίμασε κι αυτή τις δυνάμεις της στις πρόσφατες εκλογές. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ κατάφερε μια καλή, για τα μέτρα της, εκλογική καταγραφή στις αυτοδιοικητικές εκλογές. Συγκρότησε ψηφοδέλτια στις 12 από τις 13 περιφέρειες και συγκέντρωσε ένα ποσοστό 2,3% και 128.000 ψήφους έναντι 1,8% και 100.000 περίπου ψήφους το 2010. Σε ανακοίνωσή της, διαπίστωνε ότι «είναι ρεαλιστικό το να σπάσει και το αντιδημοκρατικό εκλογικό όριο του 3%, ώστε να υπάρξει εκπροσώπηση στην Eυρωβουλή». Τα αποτελέσματατων Ευρωεκλογών δεν δικαίωσαν αυτές τις προσδοκίες, καθώς η ΑΝΤΑΡΣΥΑ συγκέντρωσε λίγο πάνω από 40.000 ψήφους και ποσοστό 0,72%.
Το Σχέδιο Β που συγκροτήθηκε κυρίως γύρω από τον Αλέκο Αλαβάνο και με έμφαση στο θέμα του νομίσματος, έφερε ένα αρκετά χαμηλό αποτέλεσμα (συγκέντρωσε 0,2% και περίπου 11.000 ψήφους). Σε ανακοίνωση του Σχεδίου Β, διαπιστώνεται ότι το σχήμα ηττήθηκε «κυρίως συμπιεσμένο εκλογικά στις μυλόπετρες ενός ρηχού αντιμνημονιακού λόγου από τη μια και την κατανοητή διάθεση του κόσμου της δουλειάς για ανάσχεση ή έστω καθυστέρηση της επίθεσης από την άλλη».
Προκύπτει ένα ερώτημα: Υπάρχει κάποιο θέμα, εξάγονται κάποια συμπεράσματα σε σχέση με την πολιτική γραμμή και τακτική που επιλέχθηκε; Σε αυτό το σημείο φαίνεται να απουσιάζουν, μέχρι στιγμής, σημεία μιας πιο αυτοκριτικής ματιάς. Τα προβλήματα εντοπίζονται κυρίως στη δυσκολία να αντιμετωπιστεί η «επίθεση του συστήματος», στην ελλιπή προβολή από τα ΜΜΕ ή ακόμα και στην πίεση που ασκείται από την εκλογική πόλωση, ενώ οι αδυναμίες παρουσιάζεται σαν να είναι κυρίως οργανωτικού τύπου και να σχετίζονται με την έλλειψη μέσων για την προβολή μιας σωστής γραμμής.
Η ανάλυση αυτή δεν φαίνεται να είναι πειστική. Το γενικό πλαίσιο στο οποίο δίνεται μια εκλογική μάχη θα έπρεπε να λαμβάνεται υπ’ όψιν και να ασκείται μια πολιτική που με αυτά τα δεδομένα να έχει κάποια αποτελέσματα. Δεν μιλάμε κυρίως για ψήφους και ποσοστά, αλλά για το κατά πόσο δίνεται μια διέξοδος σήμερα σε ένα δυναμικό ανθρώπων. Η προβολή ορισμένων γενικών συνθημάτων «ρήξης» με το ευρώ ή την Ε.Ε. ή μιας αρκετά αριστερής φρασεολογίας, δεν αρκεί.
Η επιμονή σε μια στάση άκρως επιθετική απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ που φτάνει μέχρι την πλήρη ταύτιση του τελευταίου με το μνημονιακό μπλοκ (με φαινόμενα ακόμα και προφανούς πολιτικής τύφλωσης σε κάποιες περιπτώσεις) δεν πείθει ένα μέρος του κόσμου της Αριστεράς, ακόμα και αν αυτός έχει σοβαρές ανησυχίες για την κατεύθυνση του ΣΥΡΙΖΑ. Η λογική ότι επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ «πηγαίνει προς τα δεξιά», θα κερδίσει κανείς καταγγέλλοντάς τον, δεν λειτουργεί. Ούτε ο υπολογισμός ότι επειδή ένα μεγάλο ποσοστό της κοινωνίας είναι πλέον αρνητικό απέναντι στην Ε.Ε. ή την Ευρωζώνη, αυτό θα εκφραστεί λίγο-πολύ εκλογικά υπέρ σχηματισμών που προβάλλουν σχετικά συνθήματα.
Το ίδιο λάθος θα ήταν να επενδύσει κανείς τώρα στην ελπίδα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, με κάποιο τρόπο, θα κυβερνήσει και θα αποτύχει κι έτσι επιτέλους θα αναγνωριστούν από το λαό οι δυνάμεις εκείνες που «προέβλεπαν» το συμβιβασμό του. Η αντιστροφή της σημερινής πορείας, πολύ δε περισσότερο η εκκίνηση ενός βαθύτερου κοινωνικού μετασχηματισμού, είναι φανερό ότι απαιτούν μια σύνθετη αριστερή πολιτική, μακριά από αυτοματισμούς, ευκολίες και συνθήματα.
Τ.Τ.