…ή περί «Aριστεράς» και πανεπιστημίων

Του Στράτου Γεωργούλα*

 

Ήταν πριν από λίγα χρόνια όταν ακόμα ως συνδικαλιστές είχαμε τη δυνατότητα συμμετοχής και λόγου σε Συγκλήτους. Μόλις είχα τελειώσει μια επιχειρηματολογία κατά της εκλογής του νεοσύστατου Συμβουλίου και συνάδελφος μού απαντά λέγοντας ότι με αυτά που κάνουμε εμείς οι «παλαβοί» αριστεροί (σε αντιδιαστολή με τους «σοβαρούς» αριστερούς που στήριξαν ή σιώπησαν, ως προς τη διαδικασία) θα φέρουμε στα πράγματα τους χρυσαυγίτες. Μου φάνηκε τόσο αστείο το επιχείρημά του, γιατί ενώ στον επιστημονικό του τομέα είχε την εικόνα του πετυχημένου, αυτό μου έκανε γελοία αντίθεση με το γεγονός ότι η κοινωνική του γνώση ήταν ένα αναμάσημα των δελτίων των οκτώ.

Πολύ νερό έχει κυλήσει στο αυλάκι από τότε. Στην Ελληνική Ακαδημία έχει γίνει το όνειρο της πρώην υπουργού, πραγματικότητα, έχει αλλάξει ολόκληρο το DNA του πανεπιστημίου και έχει επέλθει μια τερατογένεση, με ανθρώπινα θύματα, διδακτικό, διοικητικό προσωπικό (που έχασαν τις δουλειές τους), φοιτητές και τις οικογένειές τους (που έχασαν τη δυνατότητα να σπουδάσουν).

Ταυτόχρονα, το έγκλημα του λευκού κολάρου έχει γιγαντωθεί, με κατ’ επίφαση πανεπιστημιακούς δασκάλους που για το μόνο που νοιάζονται είναι η άλλη- κανονική εργασία τους, ένα πρόγραμμα ερευνητικό για το συμπλήρωμα και με άλλους απροκάλυπτα πια πρωτοφασίστες (κατά Έκο), οι οποίοι δεν διστάζουν να παραβιάζουν τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα. Ο αντικομμουνισμός έχει γίνει (ξανά) τυπική πρακτική, με εκλεκτορικά στα οποία χρησιμοποιούν το αριστερός με αρνητική χροιά και σε επίσημα πρακτικά, αλλά και μια «λύση» απολύοντας συνδικαλιστές και άλλους «που θέλουν το κακό της χώρας, της παιδείας, του μέλλοντος των παιδιών μας». Κοντά τους και διάφοροι γραφικοί, βέβαια, που «μας ενημερώνουν» για τις «εβραιομασωνικές πηγές της σύγχρονης ριζοσπαστικής Αριστεράς», αλλά και κάνουν επίσημα παράπονα γιατί στις φοιτητικές εκλογές ακούγονται τραγούδια που χαλάνε την αισθητική τους από αριστερές παρατάξεις.

 

Περί διφυούς υπόστασης

Το σημαντικό, όμως, είναι ότι ενώ όλα τα παραπάνω θα περίμενες να τα καταδικάζουν έμπρακτα αυτοί που επικαλούνται το «αριστερό παρελθόν τους (αλλά και ενδεχόμενα το παρόν τους) μέσα από την πολιτική τους στράτευση σε ένα ευρύ φάσμα που ξεκινά από την ανανεωτική Αριστερά, συνεχίζει στην κομμουνιστική ορθοδοξία και φτάνει μέχρι και σε εκφάνσεις του εξωκοινοβουλευτικού χώρου, αυτό που συναντάς είναι σιωπή, συνενοχή ή και συμμετοχή. Από την άλλη, ταυτόχρονα, βλέπεις συναδέλφους μου να έχουν ριζοσπαστικοποιηθεί πολιτικοϊδεολογικά, ενώ η παρελθούσα πολιτική τους στράτευση δεν φαίνεται να το δικαιολογεί – και να καταδικάζουν, ας πούμε, την υιοθέτηση ενός οργανισμού που τιμωρεί όποιον καθηγητή τολμήσει να πει ή να γράψει κάτι εναντίον της κυρίαρχης τάξης στο πανεπιστήμιο, οργανισμός που παράχθηκε με τη σύμφωνη γνώμη πρυτανικών Αρχών που η πολιτική τους στράτευση είναι Αριστερά.

Για να μπορέσω να κατανοήσω τη διφυή υπόστασή τους (το πρωί σιωπούν ή απολύουν συμβασιούχους συναδέλφους μας, το βράδυ στα κόμματά τους, καταγγέλλουν τη νοσηρή κυβέρνηση που απολύει) ξαναδιαβάζω τον Stan Cohen, έναν σημαντικό κοινωνιολόγο που έφυγε από τη ζωή πριν από μερικούς μήνες, ο οποίος άφησε το στίγμα του στη δημιουργία της ριζοσπαστικής εγκληματολογικής σκέψης και της προώθησής της στον ευρωπαϊκό χώρο. Ήταν στα τέλη της δεκαετίας του 1960, όταν ο Stan μαζί με άλλους πρωτοπόρους και νεαρούς ερευνητές βρέθηκαν στο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας αποφασίζοντας να βοηθήσουν στη θεσμοποίηση στην Ευρώπη, ενός επιστημονικού ρεύματος κριτικής κοινωνιολογίας στο χώρο της μελέτης του εγκλήματος και του κοινωνικού ελέγχου. Λίγα χρόνια αργότερα ο Stan Cohen εκδίδει σε ηλικία μόλις 30 ετών το βιβλίο του Folk Devils and Moral Panics (1972) στο οποίο εισάγει την έννοια του ηθικού πανικού για να εξηγήσει τον τρόπο που αυστηρές κατασταλτικές πολιτικές νομιμοποιούνται στο κοινωνικό πεδίο από τον κυρίαρχο λόγο των ΜΜΕ. Στα χρόνια που πέρασαν, το συγκεκριμένο επιστημονικό ρεύμα και οι φορείς του δέχθηκαν μεγάλη επίθεση από την κατεστημένη τάξη στον ακαδημαϊκό χώρο. Αρκετοί έχασαν τη δουλειά τους και έμειναν άνεργοι, άλλοι αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν -για να μπορέσουν να ζήσουν ίσως- δημιουργώντας το ρεύμα του αριστερού ρεαλισμού. Σε κάθε περίπτωση, όμως, αυτό που είναι κατανοητό είναι ότι η καριέρα των συγκεκριμένων ατόμων χαρακτηρίστηκε από ειλικρίνεια, αμφιβολία και περιθωριοποίηση.

 

Διαχρονικό ερώτημα

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Cohen έθεσε ένα ερώτημα μέσα από μια δημοσίευσή του, για τη σχέση επιστημονικού σκεπτικισμού και πολιτικής στράτευσης. Η απλουστευμένη οπτική του ερωτήματος είναι αυτή που βίωσε και ο ίδιος ο Cohen και το κατέγραψε σε αυτό το άρθρο, αλλά φαντάζομαι ότι, συναντάται αρκετά συχνά και στον χώρο μας σήμερα. Στην προσπάθεια να διατηρήσει ο Cohen τη διπλή πίστη στο να είναι κοινωνιολόγος και σοσιαλιστής στην Αγγλία, κακοπροαίρετοι άλλοι, τον περιθωριοποιούσαν. Τον έλεγαν «καθηγητή» στο κόμμα και σοσιαλιστή-συνδικαλιστή-μη κοινωνιολόγο στο πανεπιστήμιο. Στην πρώτη περίπτωση η ανάγκη για συνεχή αμφισβήτηση στη γραμμή από τα πάνω, τον έκανε επιρρεπή στην κριτική των κολαούζων-τιποτένιων, ότι τα λεγόμενά του είναι ακαταλαβίστικα από τα «λαϊκά στρώματα». Στην ουσία, βέβαια, η πραγματική κριτική ήταν ότι δεν ήταν «ελεγχόμενος», πειθήνιο όργανο. Ενδιαφέρον, όμως, έχει η δεύτερη κριτική καθώς δεν μπορούσαν να κρίνουν επί της ουσίας το έργο του, «συνάδελφοί» του στο πανεπιστήμιο-πραγματικά ασημαντότητες επιστημονικά, τον έκριναν εκτός αντικειμένου. Επίσης, κατέκριναν το γεγονός της πολιτικής και συνδικαλιστικής του στράτευσης, η οποία -σύμφωνα με τους επικριτές του- μείωνε τη σημασία του έργου του. Το να δημοσιεύει σε αριστερά πολιτικά έντυπα δεν ήταν αρκούντως επιστημονικό, όσο το να δημοσιεύει σε καθώς πρέπει εφημερίδες μεγάλης κυκλοφορίας. Η διπλή αυτή επίθεση είναι πραγματικά γελοία, όταν την ακούς από μακριά, όταν όμως βιώνεται, έχει υλικές, ουσιαστικές συνέπειες.

Η ουσιαστική, όμως, πλευρά του ερωτήματος δεν είναι καθόλου γελοία, αλλά προσωπικά μου δίνει και μια υπόθεση εργασίας για να εξηγήσω γιατί ενώ όλος ο κόσμος βράζει, οι καθηγητές πανεπιστημίου δεν θα σταθούν (πλην ελάχιστων εξαιρέσεων) στο ύψος των περιστάσεων. Το δίπολο του ερωτήματος συχνά, δεν βιώνεται ως μια ενιαία πραγματικότητα, αλλά διαχωρίζεται ως δυο ξεχωριστοί κόσμοι. Ο επιστημονικός σκεπτικισμός δεν ευχαριστεί την πολιτική και διοικητική ελίτ, η οποία και καθορίζει την απονομή του κύρους αλλά και την υλική επιβράβευση των ερευνητών-διανοούμενων. Οπότε, συχνά εμφανίζεται το φαινόμενο της πολιτικής στράτευσης σ’ ένα κόμμα της Αριστεράς, ενώ ταυτόχρονα η επιστημονική εργασία καθορίζεται από ένα πλαίσιο αναπαραγωγής της κατεστημένης γνώσης. Έτσι, δηλαδή, μπορείς να εμφανίζεσαι ως ψηφοφόρος ή και φίλα προσκείμενος συνδικαλιστής (για παράδειγμα του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ) και ταυτόχρονα το επιστημονικό σου έργο, όχι μόνο να μην αμφισβητεί ή και να αμφιβάλει για τον κυρίαρχο από τα κατεστημένα κανάλια γνώσης, λόγο, επί του γνωστικού σου αντικειμένου, αλλά να συμμετέχει στην παραγωγή αντίστοιχου έργου, όταν η διανόηση προσεγγίζει την αγορά. Μπορείς να εμφανίζεσαι ως αριστερός, να μιλάς για το μέλλον της Αριστεράς, αλλά ταυτόχρονα να γράφεις χωρίς να αμφισβητείς τίποτα, απλά να αναπαράγεις τα θέματα που είναι τρέντι στην εποχή μας και να διοικείς εφαρμόζοντας τους νόμους -με χαρά, στους οποίους- στα κομματικά όργανα, εναντιώνεσαι.

 

Τύπος, ουσία και αποκάλυψη…

Η γιαλαντζί «αριστερή» διανόηση αναγνωρίζεται εύκολα όταν διαβάζεις τα επιστημονικά άρθρα και βιβλία και όχι αν έχεις κάρτα μέλους ή υπογράφεις υπέρ ενός κόμματος πριν τις εκλογές. Η πραγματική αριστερή διανόηση είναι επιστημονικά συνεπής, ειλικρινής και όπως κατέγραψε ο Cohen πρέπει να χαρακτηρίζεται από τα εξής:

1. Αμφισβήτηση στα κυρίαρχα επιστημονικά παραδείγματα, εννοιολογικές κατηγορίες και μεθόδους έρευνας, και όχι ακολουθούμε ό,τι είναι «της μόδας».

2. Αναγνώριση των μεγάλων «εχθρών» και επίθεση για την αποδόμησή τους. Τέτοιοι είναι ο άκρατος θετικισμός, ο ντετερμινισμός, η πραγματοποίηση, η δήθεν «ουδετερότητα» της επιστήμης και η άρνηση της πολιτικής στην επιστήμη (π.χ. όταν ένας καθηγητής λέει στο μάθημά του, «εδώ δεν κάνουμε πολιτική»).

3. Διεκδίκηση μιας νέας δομής η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί από τους αντιπάλους ως ρομαντική, ουτοπική και πολιτικά ανεύθυνη, αλλά στην ουσία η ιστορία έχει δείξει ότι όχι μόνο είναι επιθυμητή αλλά και δυνατή.

Και εκεί ξαφνικά βλέπεις πως ο χυδαίος και γραφικός αντικομμουνιστής, ο αυτοαποκαλούμενος κεντρώος που σιχαίνεται τα άκρα και ο γιαλαντζί αριστερός διανοητής συνδέονται και διαμορφώνουν το μεγάλο εξουσιαστικό μπλοκ του κενού. Τους ενώνει η αναπαραγωγή του ίδιου, του ηγεμονικού, του εφήμερου, του σημερινού. Τους ενώνει η ανάγκη να εξουδετερώσουν κάθε προσπάθεια αμφισβήτησης στον επιστημονικό τους τομέα, να πρωτεύσουν ως προς τις προσπάθειες να εμφανιστεί μια παντοδυναμία του κατεστημένου της γνώσης και να αφαιρέσουν κάθε ένδειξη του αναπόφευκτου της αλλαγής παραδείγματος. Η καινοτομία από απόκλιση (κατά Ντίρκεμ) έγινε πλαίσιο ευρωπαϊκών προγραμμάτων, η κριτική από γενεσιουργός της γνώσης έγινε είτε πεπαλαιωμένη και ξεπερασμένη οπτική, είτε απλά συμπληρωματική.

Η ενδέκατη θέση για το Φόϊερμπαχ έγινε μπλουζάκι και όλοι ξεχνάνε τις δέκα προηγούμενες. Ναι, το ζήτημα είναι να αλλάξεις τον κόσμο, αλλά αυτό προϋποθέτει, όπως έλεγε και ο ίδιος ο Κάρολος, να δώσουμε το σωστό περιεχόμενο στη φιλοσοφία, να τη μεταβάλουμε σε επαναστατική θεωρία. Τότε η θεωρία γίνεται κινητήρια δύναμη της Ιστορίας, όταν μεταβληθεί σε οδηγό για την επαναστατική πράξη.

Η πολιτική στράτευση μόνο όταν συνδυάζεται με τον επιστημονικό σκεπτικισμό, στο χώρο της ακαδημίας μπορεί να είναι αληθής, ειλικρινής και μόνο τότε επιβραβεύεται κοινωνικά. Η ηθική και η πολιτική θέση θα πρέπει να είναι ξεκάθαρη και στο επιστημονικό χώρο, η δέσμευση ότι θα συμβάλεις στην επαναδιατύπωση της επιστημονικής και της πολιτικής ατζέντας προς όφελος των λαϊκών αναγκών. Βέβαια, θα πρέπει να ξέρεις ότι μια τέτοια θέση πιθανόν θα τιμωρηθεί από το κατεστημένο, τόσο το ακαδημαϊκό (με τιμωρία που θα ξεκινά από μια απλή στασιμότητα μέχρι και πειθαρχικό, με πάμπολλες υπόγειες προσβλητικές κρίσεις για το έργο σου, από άτομα τόσο μακριά από εσένα όσο -για παράδειγμα- ένας φυσικός από έναν κοινωνιολόγο) όσο και από την εξουσία. Στη συλλογική μνήμη των κριτικών κοινωνικών επιστημόνων που ασχολούνται με το εγκληματικό φαινόμενο έχει μείνει η δολοφονία δυο αμερικανών συναδέλφων στο Ελ Σαλβαδόρ που μελετούσαν την κοινωνική αδικία της χούντας. Τους συνέθλιψαν τον εγκέφαλο και τα εργαλεία της δουλειάς τους, κομπιούτερ και γραφομηχανές γιατί αυτά θεώρησαν ως επικίνδυνα. Η εναλλακτική όμως είναι χειρότερη. Να είσαι ψεύτικος, και όσο και αν προσπαθείς να το κρύβεις, στο τέλος να αποκαλυφθεί. Και τώρα είναι μια τέτοια στιγμή.

 

* Ο Στράτος Γεωργούλας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!