Η πρόσκληση Κουβέλη για διάλογο, η απάντηση Τσίπρα και η απόπειρα επανασταθεροποίησης του πολιτικού σκηνικού
Απαντητική επιστολή στην πρόσκληση για διάλογο που του είχε απευθύνει πριν από δέκα περίπου μέρες ο Φώτης Κουβέλης, έστειλε την Πέμπτη ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας. Θυμίζουμε ότι η επιστολή Κουβέλη καλούσε σε διάλογο για «διαμόρφωση μίας προοδευτικής κυβέρνησης της χώρας με εναλλακτικό προς τη Δεξιά σχέδιο» και «συνεργασία των δυνάμεων της Κεντροαριστεράς και της Αριστεράς για τη μετακίνηση του άξονα της πολιτικής από τη συντηρητική στην προοδευτική κατεύθυνση».
«Δεν μας αφορά…»
Στην απάντησή του, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ καταδικάζει τις πολιτικές που ασκήθηκαν τα τελευταία χρόνια και αναφερόμενος στις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς στην Ελλάδα και την Ευρώπη υπενθυμίζει ότι αυτές «ανέχτηκαν, αποδέχτηκαν ή ακόμα και στήριξαν τη μνημονιακή πολιτική» και από αυτή την άποψη δηλώνει ανοιχτός σε διάλογο μόνο για μια «πλατιά συσπείρωση που θα αντιμάχεται τον νεοφιλελευθερισμό, τη λιτότητα και τη μνημονιακή πολιτική σε Ελλάδα και Ευρώπη» για να κάνει σαφές ότι «δεν μας αφορά ο σχετικός διάλογος που αναπτύσσεται για την ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς».
Αναφερόμενος στα 9 σημεία που το κόμμα της Αριστεράς θεωρεί βασικά για ένα πρόγραμμα αριστερής διεξόδου, ο Αλ. Τσίπρας διευκρινίζει:
«Το θέμα δεν είναι, για τον ΣΥΡΙΖΑ, η απλή μετατόπιση του άξονα, ώστε να υλοποιηθεί ένα μνημόνιο με ανθρώπινο πρόσωπο, αλλά η ριζική αλλαγή πορείας της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας για την υπεράσπιση των συμφερόντων της κοινωνικής πλειοψηφίας.
»Απαιτείται, λοιπόν, να ανταποκριθούμε στο αίτημα των καιρών για τη συγκρότηση ενός πλατιού δημοκρατικού, προοδευτικού, ριζοσπαστικού κινήματος ανατροπής, που όχι μόνο θα κερδίσει τις επερχόμενες εθνικές εκλογές, αλλά θα αποτελέσει τη νέα μεγάλη κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία που θα αναλάβει το ιστορικό έργο της κοινωνικής σωτηρίας και της ανασυγκρότησης της πατρίδας μας.
»Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δεσμευτεί ότι θα πρωτοστατήσει και θα αφιερώσει δυνάμεις για τη δημιουργία μια πρωτότυπης προοδευτικής, αντιμνημονιακής, κοινωνικής συσπείρωσης. Μιας συσπείρωσης δυνάμεων, κινήσεων, συλλογικοτήτων και κοινωνικών φορέων που θα τροφοδοτήσει, με ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά, με διαδικασίες συμμετοχής και εθελοντικής δράσης, ένα υπαρκτό, πλειοψηφικό και διάχυτο δυναμικό που ασφυκτιά από την αδυναμία έκφρασης και εκπροσώπησης. Αυτή η πρωτότυπη αντιμνημονιακή κοινωνική συσπείρωση θα συνδέεται με το εγχείρημα μιας νέας ριζοσπαστικής μεταπολίτευσης, με στόχους τη σωτηρία και την ανόρθωση της κοινωνίας και της χώρας».
Δύο απευθύνσεις…
Οι επισημάνσεις αυτές του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, βασισμένες σε μεγάλο βαθμό στο σκεπτικό της απόφασης της Κ.Ε. του κόμματος κατά την τελευταία συνεδρίασή της, οριοθετούν τον ΣΥΡΙΖΑ από τη διαδικασία κεντροαριστερής ανασύνθεσης, η οποία το τελευταίο διάστημα τροφοδοτείται από μια σειρά συστημικούς παράγοντες.
Θυμίζουμε ότι η επιστολή Κουβέλη προς τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν η μόνη που συνέταξε ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ στις 8 Ιουλίου. Την ίδια μέρα, με άλλη επιστολή του που απευθυνόταν στο ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι και άλλα μικρότερα κόμματα και κινήσεις, ο Φ. Κουβέλης καλούσε σε συσπείρωση της Κεντροαριστεράς.
Αυτό σηματοδότησε και μια μικρή μετατόπιση από την προηγούμενη τακτική της ΔΗΜΑΡ, καθώς την περίοδο πριν από τις Ευρωεκλογές είχε αρνηθεί το διάλογο με το ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου, εξαιρώντας το κυβερνητικό κόμμα από την προτεινόμενη συνεργασία. Κάτω, όμως, από το βάρος της πρόσφατης εκλογικής συντριβής αλλά και τις εσωκομματικής αντιπαράθεσης, ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ αποφάσισε να προχωρήσει σε ευρύτερα ανοίγματα, εισπράττοντας θετική απάντηση από τον Ευ. Βενιζέλο, αλλά και την άρνηση του Στ. Θεοδωράκη από το Ποτάμι.
Ο Φώτης Κουβέλης, λοιπόν, από τη μια μεριά απευθύνεται για κυβερνητική συνεργασία στον ΣΥΡΙΖΑ και από την άλλη καλεί το ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου να στήσουν μαζί τον κεντροαριστερό πόλο.
Μετά το φιάσκο της συμμετοχής στη μνημονιακή –υπό τον Σαμαρά– κυβέρνηση, φαίνεται ότι δεν υπάρχει άλλη επιλογή από την προσπάθεια για ένα υποτιθέμενο «αντιδεξιό» μέτωπο, αυτό που στην επιστολή προς τον ΣΥΡΙΖΑ ονομάζεται «εναλλακτικό προς τη Δεξιά σχέδιο» (διατύπωση βέβαια που, μάλλον από… τακτ, απουσιάζει από την έτερη επιστολή που απευθύνεται στο σημερινό κυβερνητικό σύμμαχο της Ν.Δ.).
… Μία στόχευση
Δεν πρόκειται, όμως, μόνο για μια επιλογή πολιτικής διάσωσης της ΔΗΜΑΡ. Όπως προαναφέρθηκε, μια σειρά παράγοντες προετοιμάζονται για διάφορα ενδεχόμενα. Κανείς δεν θα μπορούσε να κοιμάται ήσυχος, βασιζόμενος για τη συνέχιση των σημερινών πολιτικών αποκλειστικά στη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ με βάση τη σημερινή τους εικόνα. Η προετοιμασία για λύσεις διαχείρισης, έπειτα από μια πιθανή πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ σε επίπεδο κοινοβουλευτικών εκλογών, είναι σε εξέλιξη.
Από αυτή την άποψη, οι κινήσεις Κουβέλη προσπαθούν να στρώσουν το έδαφος σε μια αυριανή διαχείριση με «κεντροαριστερό» πρόσημο και στο σύρσιμο του ΣΥΡΙΖΑ προς μια τέτοια λύση, αφού καθένας καταλαβαίνει ότι ειδικά στην περίπτωση που από τις επόμενες εκλογές δεν προκύψει κάποιου είδους αυτοδυναμία, οι πιέσεις σε μια τέτοια κατεύθυνση θα είναι μεγάλες.
Ποιο θα ήταν, όμως, το κυβερνητικό πρόγραμμα μιας τέτοιου τύπου λύσης; Σε αυτό τον τομέα, ΔΗΜΑΡ και Φ. Κουβέλης έχουν πλούσια προϋπηρεσία… Η τρικομματική κυβέρνηση βασίστηκε σε μια προγραμματική δέσμευση για σκληρή διαπραγμάτευση με την τρόικα και ευαίσθητη κοινωνική πολιτική που πετάχτηκε στον κάλαθο των αχρήστων, την επόμενη κιόλας μέρα της ορκωμοσίας Σαμαρά. Με τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, μια τέτοια «ρεαλιστική προσαρμογή» σίγουρα θα ήταν πιο δύσκολη αλλά στη (μετα)μνημονιακή Ελλάδα όλα τα σενάρια είναι υπό δοκιμή.
Αυτό, λοιπόν, που επιδιώκεται δεν είναι παρά η επανασταθεροποίηση του ταραγμένου πολιτικού σκηνικού. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να επανέλθουν οι διαχωρισμοί που ίσχυαν στην προ Μνημονίου περίοδο. Η μεταμνημονιακή φαντασμαγορία δεν αφορά μόνο το χώρο της οικονομίας αλλά και αυτόν της πολιτικής. Έτσι, το ΠΑΣΟΚ προστίθεται στις προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις, μιας και ο άξονας (για του οποίου τη μετατόπιση κάνει λόγο ο Φ. Κουβέλης) δεν είναι ο… λαϊκιστικός «μνημόνιο-αντιμνημόνιο» αλλά ο πιο… πολιτικά ορθός «προοδευτικοί-δεξιοί» (άσχετα αν αυτοί κατά καιρούς συναντιούνται στις ίδιες κυβερνήσεις…).
Η απάντηση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, διαχωρίζεται από αυτές τις διεργασίες και ακόμα και οι λεκτικές οριοθετήσεις έχουν σήμερα τη σημασία τους. Το ερώτημα για τον ΣΥΡΙΖΑ, 40 χρόνια μετά τη μεταπολίτευση, είναι κατά πόσο θα αμφισβητήσει συνολικά το χρεοκοπημένο πολιτικό σύστημα, προκειμένου να ανοίξει δρόμους σε διεργασίες που να έχουν περισσότερο ανάγκη την αριθμητική του «πλήθους» παρά αυτή των βουλευτών.