του Μάικλ Μακόφσκι*
Τρεις ημέρες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς ανακοίνωσε τη μεγαλύτερη αλλαγή στη γερμανική εξωτερική πολιτική μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: «Βιώνουμε μια Zeitenwende», είπε. Δηλαδή ένα σημείο καμπής, την είσοδο σε μια νέα εποχή. Η Γερμανία προσανατολίζεται σε στρατιωτικές επενδύσεις ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ, αυξάνοντας τον στρατιωτικό προϋπολογισμό της στο υψηλότερο επίπεδο από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μόλις ολοκληρωθεί, αυτή η καμπή θα καταστήσει τον στρατιωτικό προϋπολογισμό της Γερμανίας τον τρίτο μεγαλύτερο στον κόσμο – χαμηλότερο μεν αυτού των ΗΠΑ και της Κίνας, αλλά υψηλότερο αυτών της Γαλλίας, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ινδίας, ακόμη και της Ρωσίας.
Μόλις λίγους μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο δήθεν «βαρετός» Σολτς αναδιαμορφώνει τη γερμανική εξωτερική πολιτική, ίσως και την παγκόσμια πολιτική. Η κίνηση προς τη στρατιωτικοποίηση της Γερμανίας έχει επικροτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το Δυτικό κατεστημένο και τα συστημικά ΜΜΕ. Σε μια διαδικτυακή εκδήλωση του Ατλαντικού Συμβουλίου με τη Γερμανίδα υπουργό Άμυνας Κριστίν Λάμπρεχτ, η αντίδραση απέναντι στη γερμανική στρατιωτικοποίηση ήταν έως και πανηγυρική. Το να πείσει τη Γερμανία να ενισχύσει τον στρατό της αποτελούσε σταθερό στόχο του κατεστημένου της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής από το 2006. Η μέχρι πρόσφατα απροθυμία της Γερμανίας να ανταποκριθεί προκαλούσε την γκρίνια όλων των Αμερικανών προέδρων (Μπους, Ομπάμα, Τραμπ και Μπάιντεν).
Η Zeitenwende επιδιώκει να επανορθώσει αυτές τις «αποτυχίες». Αλλά η στρατιωτικοποίηση και ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας συνοδεύονται από σημαντικούς κινδύνους. Οι φανατικοί υποστηρικτές της διοχέτευσης περισσότερων χρημάτων στην άμυνα για την αποτροπή της Ρωσίας αγνοούν το ήδη υψηλό επίπεδο στρατιωτικών δαπανών της Ευρώπης: ήδη, οι συνδυασμένες αμυντικές δαπάνες των χωρών του ΝΑΤΟ είναι σχεδόν 20 φορές μεγαλύτερες από αυτές της Ρωσίας. Ακόμη και χωρίς να συνυπολογίζονται οι γιγάντιες δαπάνες των ΗΠΑ, τα κράτη μέλη της Ε.Ε. δαπανούν περίπου 4 φορές περισσότερα από τη Ρωσία.
Πιο διεκδικητική Γερμανία, αλλά και πιο εξαρτημένη από τις ΗΠΑ
Για οποιαδήποτε χώρα, μια αύξηση του στρατιωτικού προϋπολογισμού στο μέγεθος της γερμανικής Zeitenwende θα προκαλούσε εντύπωση. Όμως, ειδικά για τη Γερμανία, το μέγεθος και η φιλοδοξία της Zeitenwende είναι σοκαριστικά. Η ενοχή για τις φρικαλεότητες στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο βαραίνει. Μέχρι τώρα, σε σύγκριση με τις ΗΠΑ και άλλους συμμάχους της στο ΝΑΤΟ, η χρήση στρατιωτικών λύσεων από τη Γερμανία σε συγκρούσεις ήταν χαμηλή. Δίστασε να συμμετάσχει στον πόλεμο του Κοσσυφοπεδίου το 1998-99, αντιτάχθηκε δυναμικά στην εισβολή στο Ιράκ το 2003, και διαφώνησε με την επέμβαση στη Λιβύη του Καντάφι. Αυτή η δέσμευση για μη στρατιωτικές λύσεις θα μπορούσε να αλλάξει μετά την απόκτηση των υψηλότερων στρατιωτικών δυνατοτήτων στην Ευρώπη.
Η ταχύτητα της προτεινόμενης Zeitenwende –αύξηση των στρατιωτικών δαπανών κατά 50% μόνο το 2022– θα προκαλέσει μια σειρά πολιτικούς και υλικοτεχνικούς πονοκεφάλους, εντός και εκτός Γερμανίας, αν και είναι απίθανο να έχει άμεσο αντίκτυπο στον τρέχοντα πόλεμο στην Ουκρανία. Οι ιστορικές επενδύσεις της Zeitenwende θα έχουν ελάχιστη ή καμία σχέση με τη ρωσική εισβολή και τον τρέχοντα πόλεμο στην Ουκρανία. Η Zeitenwende «υπόσχεται», ωστόσο, μια πιο διεκδικητική Γερμανία, μια πιο στρατιωτικοποιημένη Ευρώπη και μια στενότερη ενσωμάτωση με τη στρατιωτική κυριαρχία των ΗΠΑ για τις επόμενες δεκαετίες. Η μηχανή πίσω από αυτό: ένα αυξανόμενο γερμανικό στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα.
Από την άλλη, ένα μεγάλο μέρος των χρημάτων της Zeitenwende θα διοχετευθεί απευθείας στους Αμερικανούς παραγωγούς όπλων, δεσμεύοντας περαιτέρω τη Γερμανία με την αμερικανική βιομηχανία όπλων και την αμερικανική πολιτική. Ήδη, η γερμανική κυβέρνηση έχει δηλώσει την πρόθεσή της να αγοράσει αεροσκάφη F-35 και ελικόπτερα Chinook. Το μπρα ντε φερ μεταξύ της Ρωσίας και των ΗΠΑ και η πιθανή επέκταση του ΝΑΤΟ ξαναφέρνουν την Ευρώπη κάτω από την πυρηνική ομπρέλα των ΗΠΑ. Η πρόληψη της διάδοσης των πυρηνικών αποτελεί παρελθόν… Η πολιτική αριστερά δεν πρέπει να εγκαταλείψει το κίνημα της ειρήνης. Πρέπει να διασφαλιστεί ότι, σε αυτή τη στιγμή καμπής, ο κόσμος δεν θα χαθεί.
* Ο Μάικλ Μακόφσκι είναι Αμερικανός ακτιβιστής και συγγραφέας. Εδώ δημοσιεύονται εκτενή αποσπάσματα από άρθρο του στο περιοδικό The Progressive (progressive.org).