Του Αλέξη Οικονομίδη*

Στην Ελλάδα λείπει σήμερα τραγικά η πρόταση διεξόδου από την κρίση, η οποία αφενός μεν να εδράζεται στις σημερινές δυνατότητες αυτού του λαού και αυτού του τόπου, και αφετέρου να λαμβάνει υπόψιν τις επικρατούσες συνθήκες παγκοσμιοποίησης και τις επερχόμενες επιπτώσεις από την λεγόμενη «4η Βιομηχανική Επανάσταση».

Η κοινωνία έχει ανάγκη για διέξοδο – μια σοβαρή θετική προοπτική, αλλά ίσως δεν έχει τον τρόπο να την εκφράσει, άραγε και σε ποιους;

Καλώς ή κακώς οι περισσότεροι, ετεροκαθορίζονται σήμερα, από την ατζέντα που επιβάλλει κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ. Χαρακτηριστικό είναι ότι τα ζητήματα που προβάλλονται σήμερα, αν και είναι προεκλογική περίοδος, δεν αφορούν τα καθημερινά προβλήματα του κόσμου, ούτε καν ασχολούνται με αυτά.

Είναι αφάνταστα κουραστικό να διαβάζω σε όλα τα έντυπα, ακόμα και αυτά που αντιδρούν στην παγκοσμιοποίηση, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε αυτό ή το άλλο.

Εδώ αξίζει να σταθώ στην φωτεινή εξαίρεση που αποτελεί σήμερα ο Δρόμος της Αριστεράς.

Αν αυτό ήταν πραγματικότητα στον ΣΥΡΙΖΑ πριν τις εκλογές του 2015, αρκεί μόνο να θυμηθούμε το ανεκδιήγητο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, σήμερα μάλιστα προ των εκλογών, τι έχουμε να πούμε;

Ενώ τουλάχιστον από το 2012, υπήρχε ακόμα η ψευδαίσθηση ότι θα έρθει μια πολιτική αλλαγή που τουλάχιστον θα αντιμετώπιζε τα κακώς κείμενα, ιδιαίτερα της λειτουργίας του κράτους, των δημοκρατικών θεσμών, της στήριξης της εγχώριας παραγωγής ως κυρίου μέσου διεξόδου από την οικονομική και όχι μόνο κρίση κ.λπ., αυτό σήμερα έχει χαθεί.

Όλα αυτά πρέπει να ξανακερδηθούν, φυσικά όχι ως πουκάμισα αδειανά όπως στο παρελθόν, αλλά και να οικοδομηθούν πλέον σε στέρεες βάσεις, που θα έχουν όχι μόνο τη λαϊκή στήριξη αλλά και τη λαϊκή συμμετοχή στη διαμόρφωση του όποιου σχεδίου διεξόδου.

Βέβαια, τουλάχιστον για να κρύψουνε τις δικές τους ανεπάρκειες, φοβίες και ιδεοληψίες, πολλοί τα ρίχνουν στο ότι για όλα φταίει ο λαός που σήμερα δεν αντιδρά.

Ο κόσμος δεν έχει πλέον εμπιστοσύνη, όχι μόνο σε κανένα από τα υπάρχοντα κόμματα, αλλά ακόμα και σε αυτούς, που ενώ μεν αντιδρούν στην παράδοση της χώρας μας, και ενώ είναι σε θέση να «αναλύσουν» με ιδιαίτερη ευκολία την πολιτική κατάσταση από την Χονολούλου μέχρι και το Τιμπουκτού, για την ίδια την χώρα μας, επί της ουσίας δεν έχουν τίποτα να πουν για την ταμπακιέρα. Άκρα του τάφου σιωπή.

Ο κόσμος μπούχτησε με επιφανειακές ή μη αναλύσεις επί των αναλύσεων, εντός-εκτός, όμως απολύτως επί τα αυτά. Άλλωστε όπως είναι γνωστό ότι: η πολλή ανάλυση προκαλεί παράλυση. Και σήμερα πολύ φοβάμαι ότι εκεί είμαστε, σε παράλυση, και για αυτό ο κόσμος δεν φέρει καμιά ευθύνη.

Στα 190 χρόνια από την ίδρυση του ελληνικού κράτους έχουν συμβεί: Επτά πόλεμοι, επτά πτωχεύσεις, τέσσερις εμφύλιοι, δύο πληθωρισμοί, επτά σοβαρές υποτιμήσεις του νομίσματος, επαναληπτικές οικονομικές κρίσεις, και τέλος σύντομες περίοδοι ειρήνης, αλλά ταυτόχρονα με αδιάκοπες τις απειλές του πολέμου.

Τελικά όμως, όπως η ίδια ιστορία μας διδάσκει, πάντα μετά από κάποια μεγάλη καταστροφή, είτε από πόλεμο, είτε από χρεωκοπία, η Ελλάδα κατορθώνει όχι μόνο να ξανασταθεί στα πόδια της, αλλά και να ευημερεί. Εμείς βέβαια πρέπει να περιμένουμε μέχρι τελικά να χάσουμε, εκτός από την ίδια την κατοικία μας, αλλά και μέρος της πατρίδας μας;

Μικρός κλήρος και μικρές επιχειρήσεις, από «μειονέκτημα» σε μοναδική ελπίδα διεξόδου από την κρίση

Το παραγωγικό μοντέλο στην Ελλάδα είναι διαφορετικό από της Δύσης. Το βασικό χαρακτηριστικό της ελληνικής μεταποίησης, ήταν και είναι το πολύ μικρό μέγεθος των αυτοδύναμων παραγωγικών μονάδων. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) αποτελούν το 99,9% του συνόλου των επιχειρήσεων της χώρας (690.000 επιχειρήσεις). Εξ αυτών:

  • το 96,9% είναι πολύ μικρές επιχειρήσεις (1-9 άτομα) ουσιαστικά οικογενειακές,
  • το 2,7% είναι μικρές (10-49 άτομα),
  • και το 0,4% είναι μεσαίες (49-250 άτομα).

Οι δε μεγάλες επιχειρήσεις αποτελούν μόλις το 0,1% του αριθμού των επιχειρήσεων της χώρας (400 επιχειρήσεις περίπου).

Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις απασχολούν το 87% του συνολικού εργατικού δυναμικού των επιχειρήσεων, ενώ η μεταποίηση δημιουργεί τετραπλάσια προστιθέμενη αξία ανά επιχείρηση σε σχέση με τις υπηρεσίες.

Όσον αφορά στην εξέλιξη του αριθμού των ΜμΕ, ο αριθμός τους έχει μειωθεί κατά 21% περίπου μετά το 2008. Στο 21% είναι και η μείωση στις πολύ μικρές επιχειρήσεις. Οι μικρές επιχειρήσεις εμφανίζουν πτώση της τάξης του 27%, ενώ οι επιχειρήσεις μεσαίου μεγέθους εμφανίζουν τη μεγαλύτερη πτώση που φτάνει στο 33%. Παρατηρούμε ότι πολύ μικρές επιχειρήσεις είναι ανθεκτικότερες στην κρίση.

Διαπιστώνουμε ότι, παρά την κρίση αλλά και την εχθρική αντιμετώπιση της ελληνικής μεταποίησης από όλο το πολιτικό σύστημα, αυτή ακόμα στέκεται όρθια και ζωντανή. Αρνείται να πεθάνει.

Γράφαμε κάποτε με τον Ανδρέα Κυράνη τα εξής:

Η Ελλάδα μπορεί να βγει από την σημερινή κρίση. H κύρια πηγή του πλούτου μας σήμερα, είναι η ζωντανή και ιερή ακόμη σχέση μας, με τις οντότητες «γη μου» και «σπίτι μου».

  • Σε ποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα υπάρχει το δικό μας ποσοστό ιδιοκατοίκησης;
  • Σε ποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα, οι κάτοικοι έχουν σε τέτοιο διευρυμένο βαθμό δεύτερη ιδιόκτητη κατοικία και ένα μικρό χωράφι στην επαρχία και τον τόπο καταγωγής τους;
  • Σε ποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα υπάρχει τόσο μεγάλο ποσοστό, είτε αυτοαπασχολουμένων είτε οικογενειακών επιχειρήσεων;

Με αυτή την έννοια, η προάσπιση σήμερα της μικρής ιδιοκτησίας και του «μικρού» εν γένει, δεν συνιστά μια «μικροαστική» ιστορικά ξεπερασμένη εμμονή, αλλά έναν κατ εξοχήν «εθνικό» στόχο και προτεραιότητα, προτεραιότητα που καταντά η κύρια αντίθεση της συγκυρίας, πάνω από την όποια άλλη «ταξική» αντίθεση, αντίθεση όμως που ενώνει τον λαό, πέρα και πάνω από ιδεολογίες.

Προϋπόθεση της πλήρους άλωσης του τόπου, είναι η άλωση της ταυτότητας του, και η ταυτότητα αυτή «εν της πράγμασι», αμύνεται μέσα από τις οντότητες «γη μου» και «σπίτι μου».

Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός, ότι επιχειρείται σήμερα μια τεράστια επίθεση στην μικρή ιδιοκτησία, των αυτοαπασχολούμενων, της μικρής βιοτεχνίας, του σπιτιού της πόλης, αλλά και των αγρών της περιφέρειας.

Σήμερα, μετά την ψήφιση του νόμου για την «προστασία» της Α΄ κατοικίας και την κατάργηση του ν. Κατσέλη, ουσιαστικά παύει κάθε προστασία και απελευθερώνονται όλοι οι πλειστηριασμοί. Οι τράπεζες είναι έτοιμες, έχουν ήδη καταρτίσει τις λίστες για τους πλειστηριασμούς και έχουν κυριολεκτικά το δάκτυλο πάνω στο enter του πληκτρολογίου, για να το πατήσουν μόλις ανάψει το πράσινο φως. Και τότε θα δοκιμασθεί στην πράξη η όποια κρατική εξουσία και καθεστώς.

Ποιο είναι το υπ αριθμόν ένα πρόβλημα της χώρας; Δεν είναι άλλο από την ενδογενή ή όχι δυνατότητά της να παράξει νέο πλούτο

Η Ελλάδα σαν η κατ’ εξοχήν χώρα του «μικροιδιοκτητικού», είναι σε αυτό ακριβώς το κρίσιμο και ζωτικό σημείο, σε ακόμα πλεονεκτική θέση.

Οι συνθήκες που επέτρεψαν κάποτε στην Αμερική να ηγηθεί στην πραγματική τεχνολογική καινοτομία, η οποία σημειωτέων βασίστηκε στα μικρά διάσπαρτα γκαράζ και στις μικρές βιοτεχνίες, έπαψαν προ πολλού να υπάρχουν.

Η μικρή ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής που ακόμα υφίσταται στην Ελλάδα, καθιστά εφικτή τη συγκρότηση ενός εναλλακτικού παραγωγικού τομέα, τεχνολογικής αιχμής και μικρού μεγέθους σε παγκόσμια κλίμακα, που να εκμεταλλεύεται τις ρωγμές και τα κενά του «μαζικού» βιομηχανικού μοντέλου. Είμαστε μία μικρή χώρα και μπορούμε να παράγουμε ιδιαίτερο προϊόν υψηλής εγχώριας προστιθέμενης αξίας για τις μητροπόλεις του κόσμου. Εκεί έγκειται η δυνατότητα μας να υπερβούμε την κρίση.

Δεν υπάρχει, ούτε μπορεί να υπάρξει, ένα manual που να περιέχει όλες τις λύσεις για πάσα νόσο

Οι προτεινόμενες λύσεις και διέξοδοι δεν μπορούν παρά να έχουν μόνο τοπική εφαρμογή. Με απλά λόγια, το παραγωγικό πρότυπο για μια περιοχή, δεν σημαίνει αυτόματα ότι και ταιριάζει στις υπόλοιπες περιοχές τις Ελλάδας. Αυτά βεβαίως θα τα διαμορφώσουν οι ίδιοι οι τοπικοί παραγωγικοί φορείς.

Το θέμα είναι πως θα διαμορφωθούν οι θεσμικοί εκείνοι κανόνες που θα επιτρέψουν σε αυτούς, όχι απλά να λένε την γνώμη τους, αλλά, αντίθετα, να συμμετέχουν οι ίδιοι στην διαμόρφωση των αποφάσεων που τους αφορούν.

Αυτή όμως η διέξοδος σίγουρα, δεν μπορεί να συμβεί σε συνθήκες κοινοβουλευτικής μοναρχίας, όπως έχει καταντήσει στις μέρες μας το σύστημα διακυβέρνησης, είτε από αριστερούς είτε από δεξιούς.

Το παράδειγμα των Κίτρινων Γιλέκων στη Γαλλία είναι μια θετική αναφορά, στο ζήτημα πως μια «μάζωξη ανθρώπων» από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κατάφερε σε τόσο σύντομο διάστημα να συμφωνήσει και να προβάλλει 42 αιτήματα, τόσο ουσιαστικά και επίκαιρα με τόσο μεγάλο εύρος, ώστε να έχουν την αποδοχή τουλάχιστον του 65% του Γαλλικού λαού.

Πρέπει σήμερα να διαμορφωθεί μια διαδικτυακή πλατφόρμα, όπου να δίνει την δυνατότητα στον κόσμο να συμμετέχει με ουσιαστικές προτάσεις, όχι μόνο ανάδειξης των προβλημάτων αλλά και λύσεις αυτών.

Τότε υπάρχει ελπίδα να δημιουργηθεί κάτι πραγματικά νέο, πολύ πιθανό και επιθυμητό από νέους ανθρώπους, το οποίο θα αποκτήσει την εμπιστοσύνη του κόσμου, ώστε να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για να μπορέσουμε να σταθούμε και πάλι στα πόδια μας.

* Το παρόν κείμενο είναι η ομιλία του Αλέξη Οικονομίδη στην Πανελλαδική Συνάντηση της ΚΟΕ.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!