Στο σημερινό εράνισμα δημοσιεύονται τα ευρήματα της δειγµατοληπτικής έρευνας που πραγματοποίησε η ΕΛΣΤΑΤ για το εισόδηµα και τις συνθήκες διαβίωσης των Νοικοκυριών, για το έτος 2015, µε περίοδο αναφοράς εισοδήµατος το έτος 2014. Η τραγική κατάσταση της ελληνικής κοινωνίας, που καταγράφει η έρευνα, μπορεί να ανατραπεί μόνο με την εκπόνηση ενός συνολικού σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας.
«Από τη µελέτη των δεικτών για τις συνθήκες διαβίωσης του πληθυσµού της Χώρας προκύπτει ότι η στέρηση βασικών αγαθών και υπηρεσιών (δυσκολία ικανοποίησης έκτακτων οικονοµικών αναγκών, αδυναµία κάλυψης εξόδων για διακοπές µίας εβδοµάδας το χρόνο, αδυναµία διατροφής που να περιλαµβάνει κάθε δεύτερη ηµέρα κοτόπουλο, κρέας ή ψάρι, αδυναµία πληρωµής για ικανοποιητική θέρµανση της κατοικίας, έλλειψη βασικών αγαθών όπως πλυντήριο ρούχων, έγχρωµη τηλεόραση, τηλέφωνο ή αυτοκίνητο, αδυναµία αποπληρωµής δανείων ή αγορών µε δόσεις, δυσκολίες στην πληρωµή πάγιων λογαριασµών), δεν αφορά µόνο το φτωχό πληθυσµό αλλά και µέρος του µη φτωχού πληθυσµού.
»Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, και κυρίως από το 2009 και µετά, παρατηρείται αύξηση της υλικής στέρησης (δηλαδή αύξηση του πληθυσµού που, λόγω οικονοµικών δυσκολιών, στερείται τεσσάρων τουλάχιστον βασικών αγαθών και υπηρεσιών από αυτά που αναφέρθηκαν παραπάνω). Πιο συγκεκριµένα, το ποσοστό του πληθυσµού που αντιµετωπίζει οικονοµικές δυσκολίες µε αποτέλεσµα να στερείται, τουλάχιστον, τέσσερις από τις εννέα, συνολικά, διαστάσεις της υλικής στέρησης ανέρχεται σε 22,2% το 2015, ενώ το ποσοστό αυτό ήταν 21,5% το 2014, 20,3% το 2013, και 19,5% το 2012. Η υλική στέρηση των παιδιών ηλικίας έως και 17 ετών ανέρχεται για το 2015 σε 25,7%, ενώ το 2005 ήταν 9,9%. Για τα άτοµα ηλικίας 65 ετών και άνω, το ποσοστό στέρησης το 2015 ανέρχεται σε 15,2%. Το αντίστοιχο ποσοστό το 2005 ήταν 19,4%. Στα άτοµα ηλικίας 18 έως 64 ετών το ποσοστό των ατόµων που στερούνται βασικών αγαθών και υπηρεσιών το 2015 ανέρχεται σε 23,5%. Το ποσοστό του πληθυσµού που διαβιεί σε κατοικία µε στενότητα χώρου ανέρχεται σε 28,1% για το σύνολο του πληθυσµού, σε 24,3% για τον µη φτωχό πληθυσµό και σε 42,0% για τον φτωχό πληθυσµό.
1 Το 47,5% των φτωχών νοικοκυριών δηλώνει ότι στερείται διατροφής που περιλαµβάνει κάθε δεύτερη ηµέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των µη φτωχών νοικοκυριών εκτιµάται σε 1,8%.
2 Το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν οικονοµική αδυναµία να έχουν ικανοποιητική θέρµανση το χειµώνα ανέρχεται σε 29,2%, ενώ είναι 50,8% για τα φτωχά νοικοκυριά και 23,7% για τα µη φτωχά νοικοκυριά.
3 Το 87,2% των φτωχών νοικοκυριών και το 44,5% των µη φτωχών δηλώνει οικονοµική δυσκολία να αντιµετωπίσει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες ύψους, περίπου, 410 ευρώ.
4 Περιβαλλοντικά προβλήµατα από παρακείµενη βιοµηχανία ή προβλήµατα από την κυκλοφορία αυτοκινήτων δηλώνει ότι αντιµετωπίζει το 19,1% των νοικοκυριών, ενώ ποσοστό 13,0% των νοικοκυριών αναφέρει ως πρόβληµα τους βανδαλισµούς και την εγκληµατικότητα στην περιοχή του.
5 Το 52,4% των νοικοκυριών που έχουν λάβει καταναλωτικό δάνειο για αγορά αγαθών και υπηρεσιών, δηλώνει ότι δυσκολεύεται πάρα πολύ στην αποπληρωµή αυτού ή των δόσεων.
6 Το 60,9% των φτωχών νοικοκυριών δηλώνει δυσκολία στην έγκαιρη πληρωµή πάγιων λογαριασµών, όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύµατος, του νερού, του φυσικού αερίου, κ.λπ.
7 Το 75,9% των φτωχών νοικοκυριών αναφέρει µεγάλη δυσκολία στην αντιµετώπιση των συνήθων αναγκών του µε το συνολικό µηνιαίο ή εβδοµαδιαίο εισόδηµά του. Το ελάχιστο µέσο καθαρό µηνιαίο εισόδηµα για την αντιµετώπιση των αναγκών των νοικοκυριών της Χώρας ανέρχεται, κατά δήλωσή τους, σε 1.889 ευρώ. Τα φτωχά νοικοκυριά χρειάζονται 1.600 ευρώ, ενώ τα µη φτωχά νοικοκυριά 1.963 ευρώ».
Ερανιστής: Γιώργος Τοζίδης
(www.gtozidis.wordpress.com)