Η διήμερη απεργία του Συνδικάτου Δημόσιων και Εμπορικών Υπηρεσιών (Public and Commercial Services Union) στις 8 και 9 Μαρτίου ήταν η πιο μαζική στο Δημόσιο της Βρετανίας, τα τελευταία 20 χρόνια. Αιτία ήταν τα κυβερνητικά σχέδια αλλαγής του υπολογισμού και περικοπής των αποζημιώσεων των υπαλλήλων σε περίπτωση απόλυσης ή πρόωρης συνταξιοδότησης. Η ρύθμιση αυτή αποτελεί ένα «προληπτικό» μέτρο της κυβέρνησης, ώστε να προχωρήσει σε μαζικές απολύσεις με μειωμένο κόστος μετά τις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου. Όπως κατήγγειλε ο γραμματέας του συνδικάτου Μαρκ Σερβότκα, «τα τελευταία χρόνια έχουν χαθεί 100.000 θέσεις εργασίας (στον κλάδο) και πολύ περισσότερες είναι πιθανό να χαθούν μετά τις εκλογές».
Ενδεικτικό του κλίματος είναι ότι, λίγες μέρες πριν από την απεργία, έρευνα του BBC σε 49 δήμους έδειξε ότι ετοιμάζουν απολύσεις της τάξης του 10%, (δηλαδή 25.000 εργαζομένους), για να αντιμετωπίσουν τα ελλείμματά τους, αφού οι αποταμιεύσεις και οι τοποθετήσεις κεφαλαίων τους δεν αποδίδουν πλέον. Για τον Τόνι Τράβερς, καθηγητή του London School of Economics, πρόκειται για την αισιόδοξη προοπτική. «Τίποτα σαν κι αυτό δεν έχει συμβεί στην περίοδο μιας γενιάς», λέει, προβλέποντας ότι οι απολύσεις μπορεί να φτάσουν τις 100.000.
Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα αποτελεί παράδοξο το ότι 5 από τα 6 συνδικάτα εργαζομένων, που σχετίζονται με τις περικοπές των αποζημιώσεων, συμφώνησαν με την κυβέρνηση. Σε αυτές τις συνθήκες η επιτυχία της απεργίας –συμμετείχαν πάνω από 200.000 (σχεδόν 75%) μέλη του συνδικάτου, του μεγαλύτερου στον τομέα- έχει μεγάλη σημασία. Μαζί με τις επερχόμενες απεργίες των εργαζομένων στην British Airways, στους σιδηρόδρομους και σε πολλά πανεπιστήμια αφήνουν κάποιες ελπίδες για αντίσταση στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές αντιμετώπισης της κρίσης, που έχει εκτινάξει τον επίσημο αριθμό των ανέργων στη Βρετανία κοντά στα 3 εκατομμύρια.