Αποκαλύψεις και για συνενοχή σε βασανιστήρια από τη χούντα της Βραζιλίας!
Των Νατάσας Ακριβάκη, Ερρίκου Φινάλη
Εξαναγκάστηκε σε παραίτηση προχθές ο Μάρτιν Γουίντερκορν, διευθύνων σύμβουλος της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας, υπό το βάρος των αποκαλύψεων για την εξαπάτηση σχετικά με τις εκπομπές αερίων ρύπων των αυτοκινήτων της Volkswagen. Δήλωσε μάλιστα συγκλονισμένος από αυτήν την… «κακοδιαχείριση», για την οποία τόλμησε να ισχυριστεί ότι δεν γνώριζε τίποτα (στο τέλος θα πουν ότι ήταν πρωτοβουλία των εργατών της εταιρίας!). Κι αφού δεν ήξερε τίποτα ο ίδιος ο επικεφαλής της Volkswagen, πόσο μάλλον η κυβέρνηση της Γερμανίας – που μέσω του υπουργού Μεταφορών αλλά και της ίδιας της Μέρκελ διαρρηγνύει τα ιμάτιά της ότι «αγνοούσε τις πρακτικές της Volkswagen» και την καλεί «να προβεί γρήγορα και με διαφάνεια σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για να αποκατασταθεί το κύρος της εταιρίας». Στο μεταξύ, το διασκεδάζει όλη η υφήλιος με τους Γερμανούς που κουνάνε το δάχτυλο στους πάντες αλλά, για μια ακόμη φορά, πιάστηκαν στα πράσα.
Νέο γερό χτύπημα από τις ΗΠΑ
Η αποκάλυψη του σκανδάλου δεν είναι πάντως ένα αστείο. Πρόκειται για ένα ακόμη επεισόδιο των αντιθέσεων στο εσωτερικό του ευρωατλαντικού στρατοπέδου, που μπορεί να ενώνεται σε κάποιους στόχους αλλά ταυτόχρονα διαπερνιέται από συνεχείς «ενδοοικογενειακές» συρράξεις. Και φυσικά δεν είναι η πρώτη φορά που οι ΗΠΑ ρίχνουν τέτοια χτυπήματα κάτω από τη ζώνη στη «σύμμαχο» Γερμανία, ώστε να της υπενθυμίζουν ποιος (πρέπει να) έχει το πάνω χέρι. Μόλις πριν από λίγα χρόνια, το 2006-2007, πάλι με πρωτοβουλία των αμερικανικών αρχών ξεδιπλώθηκε το σκάνδαλο των μαύρων ταμείων της Siemens, η οποία είχε εισβάλει δυναμικά στην αγορά των ΗΠΑ. Σκάνδαλο με διεθνείς διαστάσεις, αφού ο γερμανικός κολοσσός απειλούσε την κυριαρχία των αμερικανικών πολυεθνικών σε δεκάδες ακόμη χώρες, εξαγοράζοντας τους πολιτικούς τους και αποσπώντας έτσι μια σειρά μεγα-συμβόλαια. Σκάνδαλο που φυσικά έφτασε και στην Ελλάδα, η οποία είναι από τους… καλύτερους πελάτες – κι ακόμη δεν έχει καταφέρει το εγχώριο πολιτικό σύστημα να το κουκουλώσει αποτελεσματικά.
Πάντως το Βερολίνο παράστησε γρήγορα μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης Siemens ότι ξέχασε τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στη διαφθορά κυβερνήσεων και πολιτικών σε διεθνές επίπεδο. Και συνέχισε απτόητο να παραδίδει μαθήματα… χρηστής διαχείρισης στους «τεμπέληδες και απείθαρχους» Νότιους, με τη βοήθεια των ντόπιων πολιτικών τάξεων που το ίδιο χρημάτιζε προκειμένου να αποσπά τις μεγάλες δουλειές. Θα επαναλάβει πιθανά τα ίδια και αυτή τη φορά, μόλις περάσει η μεγάλη μπόρα. Άλλωστε η Μέρκελ δεν δίστασε, μόλις μια μέρα μετά την παραδοχή του σκανδάλου, να «απαντήσει» σε ένα φαινομενικά άσχετο θέμα, αυτό της Συρίας. Η Γερμανίδα καγκελάριος δήλωσε προχτές ότι ο Σύριος πρόεδρος Άσαντ δεν μπορεί να αποκλειστεί από τις «ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις», ευρισκόμενη σε αντίθεση με τις ΗΠΑ και άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις. Αμέσως μετά ήρθε η ανταπάντηση της… σκληρής Γαλλίας, και στα δύο ανοιχτά μέτωπα. Για τον Άσαντ το γαλλικό ΥΠΕΞ επανέλαβε ότι «είναι υπεύθυνος της αιματοχυσίας και άρα δεν μπορεί να είναι τμήμα της λύσης». Όσο για τη Volkswagen, η Σεγκολέν Ρουαγιάλ προειδοποίησε ότι «οι επιπτώσεις θα είναι εξαιρετικά σοβαρές». Κι ακόμη είμαστε στην αρχή του νέου σίριαλ…
«Ξαφνικά» θυμήθηκαν και τη χούντα της Βραζιλίας!
Ο ρόλος των πολυεθνικών της «δημοκρατικής Δύσης» σε χώρες με δικτατορικά καθεστώτα είναι γνωστός. Η Volkswagen φυσικά δεν αποτελεί εξαίρεση. Με ολοένα και ισχυρότερη διείσδυση στη Βραζιλία ήδη από τη δεκαετία του ’50, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία ανέπτυξε στενές σχέσεις με την ντόπια πολιτική τάξη, όπως και με τους στρατιωτικούς, που ανέκαθεν είχαν καθοριστικό ρόλο στην «πολιτική» ζωή της χώρας. Οι δεσμοί αυτοί συσφίχθηκαν «φυσιολογικά» ακόμη περισσότερο στα χρόνια της βραζιλιάνικης χούντας (1964-1985). Επρόκειτο βέβαια για κοινό μυστικό. Ήταν ακριβώς στα χρόνια της στρατιωτικής δικτατορίας που η Volkswagen επένδυσε πολλά στη Βραζιλία, επεκτάθηκε εντυπωσιακά και εδραίωσε οριστικά την παρουσία της σε όλη τη Λατινική Αμερική. Το εντυπωσιακό είναι ότι μόλις τώρα, τριάντα χρόνια μετά τη «μετάβαση στη δημοκρατία», τα διεθνή ΜΜΕ ξαφνικά θυμήθηκαν τη συνενοχή της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας στα εγκλήματα της χούντας.
Μηνύσεις και αποκαλύψεις
Αυτή την εβδομάδα, ενθαρρυμένοι από το αρνητικό κλίμα για τη Volkswagen, που ξαφνικά βρέθηκε σε ευάλωτη θέση, ομάδα πρώην εργατών της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας στη Βραζιλία κατέθεσαν μήνυση εναντίον της. Την κατηγορούν ότι διευκόλυνε με τη στάση της το στρατιωτικό καθεστώς να προχωρήσει σε προσωποκρατήσεις και στο βασανισμό τους στο χρονικό διάστημα από το 1964 έως το 1985. Μπορεί τα διεθνή ΜΜΕ να το «ανακαλύπτουν» τώρα, αλλά πρόκειται για υπόθεση που είναι επίσημα γνωστή εδώ και χρόνια.
Χρειάστηκε βέβαια να περάσουν σχεδόν τρεις δεκαετίες από τη βραζιλιάνικη «μεταπολίτευση» (που άφησε ατιμώρητους τους πραξικοπηματίες και τους βασανιστές) ώστε, μόλις πέρυσι, η «Εθνική Επιτροπή Αλήθειας» να ανακοινώσει το πόρισμα των ερευνών της: ότι δηλαδή η βία που ασκήθηκε κατά των εργαζόμενων ήταν μία ευρέως διαδεδομένη πρακτική του στρατιωτικού καθεστώτος. Μέλη των εργατικών ενώσεων και αριστεροί ακτιβιστές της Βραζιλίας συγκαταλέγονται στα άτομα που είχαν στοχοποιηθεί από το καθεστώς. Μεταξύ των 50.000 συλληφθέντων, εκατοντάδες δολοφονήθηκαν και εξαφανίστηκαν, και χιλιάδες βασανίστηκαν απάνθρωπα. Πράγματι, η βραζιλιάνικη χούντα «ειδικεύτηκε» στα πιο βάρβαρα βασανιστήρια, μεταξύ των οποίων ο βιασμός και ο ευνουχισμός των φυλακισμένων αντιστασιακών…
Φόρα-παρτίδα τα άπλυτα της Volkswagen
Συγκεκριμένα, δώδεκα πρώην εργάτες της Volkswagen στη Βραζιλία τη μήνυσαν για βασανιστήρια που υπέστησαν από στρατιωτικούς στο εργοστάσιο της εταιρίας στο Σάο Μπερνάρντο ντο Κάμπο, 25 χιλιόμετρα νότια του Σάο Πάουλο. Ανάμεσά τους και ο Λούτσιο Μπελεντάνι, η περίπτωση του οποίου περιλαμβάνεται στην έκθεση της «Εθνικής Επιτροπής Αλήθειας» της Βραζιλίας. Την επιτροπή αυτή δημιούργησε η πρόεδρος της Βραζιλίας Ντίλμα Ρούσεφ, που βασανίστηκε και η ίδια λόγω της συμμετοχής της στην αντιδικτατορική αντίσταση.
Στο τελικό πόρισμά της, που αποτελείται από 1.000 σελίδες, η Επιτροπή στοιχειοθετεί την «εξαφάνιση» και δολοφονία 434 αγωνιστών και τα βασανιστήρια 6.000 φυλακισμένων. Αποκαλύπτει επίσης τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Volkswagen στη δημιουργία του «Κοινού Κέντρου Ασφάλειας» από τη χούντα και 25 ξένες εταιρίες, στη χρηματοδότηση παραστρατιωτικών συμμοριών και στην παράδοση εργατών που ήταν ύποπτοι για συμμετοχή στην αντίσταση, στο «Τμήμα Πολιτικής και Κοινωνικής Τάξης» του χουντικού καθεστώτος. Κανένα μεγάλο ΜΜΕ δεν έκανε καν μνεία αυτού του πορίσματος – μέχρι προχθές!
Η μαρτυρία του πρώην εργάτη της Volkswagen και αντιστασιακού Λούτσιο Μπελεντάνι περιλαμβάνεται σ’ αυτό το πόρισμα: «Ήμουν στη δουλειά όταν με πλησίασαν δύο άγνωστοι με όπλα. Μου έβαλαν τα χέρια πίσω από την πλάτη και μου πέρασαν χειροπέδες. Τα βασανιστήρια άρχισαν με το που φτάσαμε στην αίθουσα ασφαλείας του εργοστασίου: με χτυπούσαν για αρκετή ώρα με μπουνιές και χαστούκια». Σύμφωνα με τη δικηγόρο Ρόζα Καρντόζο, δώδεκα εργαζόμενοι σε αυτό το εργοστάσιο, στο Σάο Μπερνάρντο ντο Κάμπο, καταδόθηκαν από τη Volkswagen, συνελήφθησαν και υπέστησαν βασανιστήρια. Δεκάδες ακόμη απολύθηκαν και μπήκαν σε μαύρη λίστα, ώστε να μην μπορούν να επαναπροσληφθούν ούτε από άλλες εταιρίες.
Η αντίδραση της γερμανικής πολυεθνικής ήρθε με… χρονοκαθυστέρηση και ήταν μουδιασμένη: «Η εταιρία ερευνά κάθε ένδειξη πιθανής εμπλοκής υπαλλήλων της στη Βραζιλία όσον αφορά στην παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας». Αν πρόκειται για έρευνα σαν τις… ΕΔΕ που συνηθίζονται στον «τεμπέλη και απείθαρχο» Νότο, σωθήκαμε!
Παλιές αμαρτίες τη στοιχειώνουν μέχρι σήμερα
Θα μπορούσε να είναι απλά μια παλιά, μαυρόασπρη φωτογραφία, ενθύμιο της φιλικής συνεύρεσης κανονικών ανθρώπων. Δεν είναι. Τραβήχτηκε το 1942 στο Σόμπιμπορ, ένα από τα ναζιστικά στρατόπεδα εξόντωσης εβραίων και άλλων «υπανθρώπων». Ο γελαστός κύριος στο κέντρο είναι ο Αυστριακός Φραντς Πάουλ Στανγκλ, διοικητής τότε του συγκεκριμένου στρατοπέδου. Πριν αναλάβει αυτή τη θέση, διατέλεσε μεταξύ άλλων πολιτικός προϊστάμενος του ναζιστικού «Κέντρου Ευθανασίας» στο Σλος Χάρτχαϊμ της Αυστρίας, όπου εξοντώνονταν ανάπηροι και πολιτικοί κρατούμενοι. Τους τέσσερις μόλις μήνες που ο Στανγκλ διοίκησε το Σόμπιμπορ, εξοντώθηκαν 100.000 άνθρωποι. Χάρη στην υψηλή «παραγωγικότητα» που πέτυχε, ο Στανγκλ επιβραβεύθηκε με μετάθεση σε μεγαλύτερο στρατόπεδο, στην Τρεμπλίνκα – όπου μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο οργάνωσε την εξόντωση 750.000 ανθρώπων. Έπειτα στάλθηκε στην Τεργέστη για να διοργανώσει τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον των Γιουγκοσλάβων παρτιζάνων. Συνελήφθη το 1945 από τους Αμερικανούς, που το 1947 τον παρέδωσαν στους Αυστριακούς. Δραπέτευσε με τη βοήθεια του Βατικανού και των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, που τον έστειλαν αρχικά στη Συρία και, το 1951, τον μετέφεραν στη Βραζιλία μαζί με την οικογένειά του.
Εδώ αρχίζει η σχέση του με τη Volkswagen, η οποία το 1959 τον προσέλαβε και επίσημα – αρχικά ως μηχανικό και έπειτα ως υπεύθυνο ασφαλείας. Στη Βραζιλία ο Στανγκλ δεν ένιωθε καν την ανάγκη να κρύψει την ταυτότητά του και ζούσε με το κανονικό του όνομα. Το 1964, μόλις πήρε την εξουσία η στρατιωτική δικτατορία, η γερμανική πολυεθνική του ανέθεσε να δημιουργήσει την εσωτερική «Υπηρεσία Ασφάλειας της Volkswagen Βραζιλίας», η οποία από την πρώτη στιγμή συνεργάστηκε στενά με τις στρατιωτικές, αστυνομικές και μυστικές υπηρεσίες της χούντας. Το 1967 ο Στανγκλ μπήκε στο στόχαστρο του Σίμον Βίζενταλ, του «κυνηγού των ναζί» και, μετά τη διεθνή κατακραυγή που ξεσηκώθηκε, το καθεστώς της Βραζιλίας αναγκάστηκε να τον απελάσει στη Δυτική Γερμανία. Εκεί δικάστηκε και το 1970 καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για τα εγκλήματά του εναντίον της ανθρωπότητας. Πέθανε ένα χρόνο αργότερα στη φυλακή.
«Ποτέ ξανά»;
Εδώ και δύο χρόνια δραστηριοποιείται στη Γερμανία η συμμαχία Nunca Mais – Nie Wieder («Ποτέ Ξανά» στα πορτογαλικά και στα γερμανικά), στην οποία συμμετέχουν δεκάδες συλλογικότητες από ένα ευρύ πολιτικό φάσμα. Στόχος της να αποκαλύψει το ρόλο γερμανικών εταιριών και Γερμανών υπηκόων που στήριξαν ενεργητικά τη στρατιωτική δικτατορία στη Βραζιλία την περίοδο 1964-1985. Η πανεπιστημιακός και συγγραφέας Νίνα Σνάιντερ, που δραστηριοποιείται εδώ και χρόνια σ’ αυτήν την κατεύθυνση, ερευνά πόσα γνώριζε η διοίκηση της Volkswagen στη Γερμανία από τα «κατορθώματα» της θυγατρικής της στη Βραζιλία.
Προσπαθώντας να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, η Volkswagen απάντησε στην Σνάιντερ ότι «λυπάται για την τυχόν ανάμιξη στελεχών της στα εγκλήματα της στρατιωτικής δικτατορίας» και ότι «θα ερευνήσει επισταμένως τις σχετικές καταγγελίες»…
Μπορεί να έχουν περάσει τριάντα χρόνια από τότε που υποτίθεται ότι σταμάτησε να λειτουργεί η εσωτερική υπηρεσία καταπολέμησης των «ανατρεπτικών στοιχείων», αλλά η Volkswagen Βραζιλίας εξακολουθεί να είναι μια από τις πολυεθνικές που συγκεντρώνουν την εχθρότητα των Βραζιλιάνων εργαζομένων με την αντεργατική πολιτική τους. Πέρυσι, επικαλούμενη την οικονομική κρίση, αποφάσισε να απολύσει 800 εργάτες μιας από τις μονάδες παραγωγής στο Σάο Μπερνάρντο ντο Κάμπο – που συγκεντρώνει «πολλά ανατρεπτικά στοιχεία». Επιβεβαιώνοντας τη… ριζοσπαστική φήμη τους (και επικαλούμενοι τη συμφωνία μηδενικών απολύσεων ως το 2017, που είχε υπογράψει η Volkswagen με το συνδικάτο τους), οι εργάτες κατέλαβαν τη μονάδα παραγωγής και σταμάτησαν κάθε εργασία. Έχοντας και την υποστήριξη συναδέλφων τους από τα εργοστάσια της Φορντ και της Μερσεντές, τελικά υποχρέωσαν την εταιρία να ανακαλέσει τις απολύσεις φέτος τον Ιανουάριο. Άσχημη χρονιά για τη Volkswagen το 2015…