Είναι δύσκολο να διαβάσεις το νέο μυθιστόρημα του Βασίλη Κουνέλη και να μην κάνεις συσχετίσεις με τη δράση της «17 Νοέμβρη», παρά τις προειδοποιήσεις του συγγραφέα.

Τα Καπνισμένα ερείπια που κυκλοφόρησαν πριν λίγο καιρό από τις εκδόσεις Καστανιώτη περιγράφουν τη δράση και την εξάρθρωση/δίκη της τρομοκρατικής οργάνωσης των «Οκτώ» μέσα από τα μάτια ενός από τους συνηγόρους υπεράσπισης. Είναι σαφής στο βιβλίο η επαγγελματική γνώση του συγγραφέα που καταφέρνει να μας μεταφέρει λεπτές αποχρώσεις των όσων συμβαίνουν στο παρασκήνιο μιας τέτοιας δίκης.

Από εκεί και πέρα αναλαμβάνει ο μυθιστοριογράφος που καταφέρνει να μας δώσει με ακρίβεια το κλίμα μιας ολόκληρης εποχής, αλλά να εντοπίσει και τα όσα στην προσωπική ιστορία του καθενός μπορεί να τον οδηγήσουν στο να αποφασίσει να αναλάβει δράση και να οδηγηθεί στην πεποίθηση ότι η βία μόνο με βία αντιμετωπίζεται. Να μην αναγνωρίζει τα αδιέξοδα των επιλογών του ακόμη κι όταν κραυγάζουν μπροστά στα μάτια του.

Οι ήρωες είναι άνθρωποι που θα μπορούσαμε να έχουμε γνωρίσει –ή μάλλον, διορθώνω– σίγουρα έχουμε γνωρίσει. Ο συγγραφέας αντλεί από μαρτυρίες, ντοκουμέντα, μελέτη των πηγών, αλλά δεν καταλήγει να γράψει ένα μανιφέστο.

Από τα πιο δυνατά σημεία του μυθιστορήματος είναι ακριβώς εκείνες οι στιγμές που βλέπουμε πίσω από τη μάσκα του, εντός ή εκτός εισαγωγικών, επαναστάτη και ανακαλύπτουμε τα υλικά από τα οποία είναι φτιαγμένος.

Επισημαίνω και δυο ακόμη σημεία: Την αναπαραγωγή της ιεραρχίας –αστικού τύπου– ακόμη και στις πιο… αντιεξουσιαστικές μορφές οργάνωσης και την πίστη που σταδιακά γίνεται τυφλή και σε κάνει να βλέπεις τα πάντα μέσα από έναν παραμορφωτικό φακό.

Κυρίως όμως το μυθιστόρημα ανοίγει μια συζήτηση που κάποτε θα έπρεπε να γίνει…

 

Συνέντευξη στον Κώστα Στοφόρο

 

Παρά το γεγονός ότι γράφεις πως η συσχέτιση της υπόθεσης του βιβλίου σου με πραγματικές υποθέσεις είναι υπόθεση σε λάθος δρόμο, είναι σαφές ότι υπάρχουν πολλά στοιχεία από τη «17 Νοέμβρη». Τι είναι αυτό που σε κάνει να γράφεις αυτό το βιβλίο σήμερα;
Καμιά αναφορά στην ελληνική και ευρωπαϊκή τρομοκρατία δεν μπορεί να παραλείπει την μακρά δράση της «17 Ν». Συνεπώς, ο άνω των τριάντα ετών αναγνώστης και ανεξαρτήτως των προθέσεων του οποιουδήποτε συγγραφέα, έχει μοιραστεί ένα μέρος της ζωής του με τη συγκεκριμένη οργάνωση. Από την αποκάλυψη της μακράς δράσης της και των πολλαπλών αιματηρών ενεργειών της αναδύθηκε μια ποικιλία πρωταγωνιστών-ανθρώπινων χαρακτήρων, τους οποίους η δημοσιογραφική παραφιλολογία πολλαπλασίασε. Ως κορυφαίο κοινωνικό γεγονός «πρωτοστατεί» με διάφορους τρόπους και πολλά χρόνια μετά την αποκάλυψη της. Όλα τα δομικά στοιχεία της τρομοκρατικής δράσης και των αντιφάσεων της ενυπάρχουν στη συγκεκριμένη οργάνωση. Η παρωδία της απονομής της Δικαιοσύνης ως τιμώρησης, η «αναδιανομή» της ιδιοκτησίας και του πλούτου που βαπτίζεται απαλλοτρίωση, η «μετατροπία» της επανάστασης και της ταξικής σύγκρουσης σε ανθρωποκτονία, δηλαδή η χρήση της ανθρώπινης ζωής ως αναλώσιμης χάριν του επαναστατικού ιδεώδους.

Η αρχική προειδοποίηση μου δεν αποσκοπεί στον «ευνουχισμό» του αναγνώστη, από τις εικόνες, τις παραπομπές και τις «κατασκευές» που έχει στο κεφάλι του. Όφειλα, ωστόσο, να τον προειδοποιήσω ότι διαβάζει την ιστορία της τρομοκρατικής οργάνωσης των «Οκτώ» και όχι αυτήν της «17 Ν». Συνεπώς, θα αποτελούσε βαρίδι για τον ίδιο η συσχέτιση πράξεων και προσώπων της αφήγησης –που αποτελούν καθαρά προϊόντα μυθοπλασίας– με υπαρκτά πρόσωπα και γεγονότα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.

Και γράφω, στην ουσία δημοσιεύω αυτό το βιβλίο σήμερα, γιατί το πρόβλημα της τρομοκρατίας ως κοινωνικό φαινόμενο παραμένει επίκαιρο. Καίτοι, όπως είπα ως συνήγορος πριν από 13 χρόνια: «η ένοπλη προπαγάνδα δεν έβλαψε τις θεσμοποιημένες κυρίαρχες τάξεις, δεν έπληξε τα πεδία της ανταλλαγής και της παραγωγής, δεν ανέτρεψε τον οικονομικό και εργασιακό καταναγκασμό του εργαζόμενου, δεν έπληξε την πολιτικό-στρατιωτική επιβολή του κρατικού μηχανισμού και την ιδεολογική του κυριαρχία», η αντίληψη περί βιαίων λύσεων των κοινωνικών αδιεξόδων παραμένει ενεργή. Δεν γέννησε η «17 Ν» την τρομοκρατία, ούτε η τρομοκρατία πέθανε με τη σύλληψη και καταδίκη των μελών της, το 2003 και τα επόμενα χρόνια –και φτύνει τον κόρφο του όποιος το πιστεύει…

 

Συνδυάζεις δίνοντας αρκετή βαρύτητα τη σχέση πίστης/φανατισμού της θρησκείας και της πολιτικής. Που είναι οι ομοιότητες και που οι διαφορές;
Η σχέση πίστης και πολιτικού φανατισμού έχει βαθιά κοινά ιστορικά χαρακτηριστικά. Μέσα σε κλειστές και απομονωμένες οργανώσεις τα χαρακτηριστικά αυτά γίνονται εμφανέστερα και ελπίζω να βρήκα την ευκαιρία να τα αποδώσω, ακόμα και γνωρίζοντας ότι στιγμιαία ακροβατούσα αφηγηματικά μεταξύ των ορίων του μυθιστορήματος και του δοκιμίου.

Στη θρησκεία τα οράματα καθοδηγούνται από ρητά διατυπωμένα δόγματα.

Η πολιτική πολλές φορές ακολούθησε τον (εύκολο) δρόμο της θρησκείας με την αλήθεια των δογμάτων. Ήταν ένας σίγουρος δρόμος… Βέβαια, αν και οφείλουμε να δημιουργούμε ένα πρωτογενές πολιτικό όραμα, προς αποφυγή μάλιστα τραγικών υπαρκτών παραδειγμάτων, τελικά μάλλον κάνουμε το ακριβώς αντίθετο – δες την αναβίωση του ναζισμού…

 

Μας καθορίζει και σε ποιον βαθμό η παιδική μας ηλικία; Στον ήρωά σου φαίνεται να παίζει καθοριστικό ρόλο.
Προφανώς μας καθορίζει, με την λεπτότητα μάλιστα χειρουργικού νυστεριού, που διαχωρίζει όμοια εμφαινόμενα, πλην εντέλει διαφορετικά αποτυπούμενα ανθρώπινα υποδείγματα…

Νομίζω ότι μια κύρια πρωτοτυπία του βιβλίου –αν την έχει– αποτελεί η αποτύπωση της γέννησης και της ανάδυσης του τρομοκράτη. Στην πορεία του πρωταγωνιστή Ηρακλή, από την παιδική ηλικία μέχρι την ενηλικίωση του, έχουν καταγραφεί όλα εκείνα τα στοιχεία που θεωρώ ότι απέδωσαν το τελικό αποτέλεσμα – έναν ένοπλο και οργισμένο αρνητή της καθεστηκυίας τάξης και των παραδεδομένων κανόνων της κοινωνικής ευταξίας…

 

Γιατί διάλεξες ένα φανταστικό νησί με το όνομα Αιγίλειψος ως τόπο της παιδικής ηλικίας του ήρωα;
Γιατί έτσι κι αλλιώς η παιδική ηλικία υπήρξε για όλους μας ένας φανταστικός τόπος. Θυμάσαι άραγε πόσο κοντά μας και πόσο μεγάλα μας φαίνονταν τα χόρτα και τεράστιες οι πέτρες από τους 80 πόντους ύψος που τα κοιτούσαμε, κάνοντας τα πρώτα μας βήματα στις αλάνες;

Ποια άλλη απόδειξη περί του φανταστικού κόσμου της παιδικής ηλικίας χρειαζόμαστε αφού δεν μπορούμε πια να (ξανα)κοιτάξουμε με το ίδιο βλέμμα;

 

Ποιο ρόλο παίζει η μουσική για σένα; Είναι έντονη η παρουσία της στο μυθιστόρημά σου.
Αγάπησα με πάθος τη μουσική, διδάχτηκα από πολύ καλούς δασκάλους, δούλεψα ως δάσκαλος και επαγγελματίας μουσικός, μετέχοντας σε δεκάδες σχήματα, και παίζοντας με περισσότερους από διακόσιους μουσικούς. Η μουσική είναι ανάσα, διέξοδος, ελπίδα, άνοιξη, ουτοπία! Δεν θα μπορούσε να λείπει από κανένα γραφτό μου, και δεν θα μπορούσε να λείπει από τη ζωή ενός ήρωα όπου όλα (τα υπόλοιπα) μοιάζουν καταραμένα…

 

Θα έγραφες ένα μυθιστόρημα με φόντο τα σημερινά τεκταινόμενα;
Το μυθιστόρημα έχει τον δικό του χρόνο. Δεν είναι δημοσιογραφία –ευτυχώς ή δυστυχώς– για να αποτυπώνει τον τρέχοντα χρόνο. Όμως το βιβλίο αυτό γράφτηκε στα χρόνια της κρίσης, διαμορφώθηκε από την κρίση, και στην τελική του μορφή η πραγματικότητα που έζησα-ζήσαμε συνέβαλε στο τυπωμένο κείμενο. Ακόμα και αν μεσούσης της κατοχής ο Εμπειρίκος περιέγραφε στον Μέγα Ανατολικό ερωτικές σκηνές με την Φλώσση Νόρρις πιστεύω ότι έγραφε –όλοι γράφουμε με τον δικό μας τρόπο– για τα «τεκταινόμενα»…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!