…ή οι όροι ενός ραντεβού που δεν έγινε. Του Ρούντι Ρινάλντι
Με αυτά και με εκείνα, έχουμε μπει για τα καλά σε προεκλογική περίοδο και αυτό είναι εμφανές. Όλοι οι καλεσμένοι στα τηλεοπτικά πάνελ συστήνονται προσθέτοντας και το πού θα είναι υποψήφιοι, αφού πια η ημερομηνία έχει κλείσει (όπως όλα δείχνουν) για τις 6 Μαΐου και μένει απλώς η επίσημη ανακήρυξη. Ο συνωστισμός κομμάτων και οι πυρετώδεις διεργασίες πλασαρισμάτων θα είναι τα χαρακτηριστικά μιας περίεργης, παράξενης και κρίσιμης προεκλογικής περιόδου, που ζήτημα είναι αν θα κρατήσει 18 μέρες (αφού μεσολαβεί το Πάσχα) και πιθανόν οι υποψήφιοι να αποφεύγουν τις δημόσιες εμφανίσεις.
Το αστικό μπλοκ περνάει λαχτάρες, προσμετρά το πόσο θα τιμωρηθεί από τους ψηφοφόρους, αλλά και ευελπιστεί να ξεπεράσει το 50% ώστε να καμώνεται πως η πολιτική του, γενικά, γίνεται αποδεκτή παρά τις θυσίες κ.λπ. κ.λπ. Ακόμα και αν δεν τα καταφέρουν, προετοιμάζονται εφεδρείες για να μπαλωθούν τα πράγματα και εκπονούνται νέα σενάρια μεταβατικών σχημάτων -όπως αυτό με τον Παπαδήμο.
Το μπλοκ των υποτελών τάξεων και στρωμάτων, του λαού που υφίσταται τεράστια επίθεση, έχασε την ευκαιρία να συγκροτηθεί έστω και σε εκλογικό επίπεδο ένα αντίπαλο δέος προς το αστικό. Δεν συγκροτήθηκε ένα ευρύ πολιτικό και κοινωνικό μέτωπο που θα μπορούσε, έχοντας στόχο το γκρέμισμα του ειδικού τροϊκανικού καθεστώτος, να επιφέρει μέσω της ανάδειξής του σε πρώτη δύναμη στις επερχόμενες εκλογές, ένα τεράστιο ρήγμα και να ανοίξει μια άλλη πορεία για τη χώρα και το λαό.
Οι αντιμνημονιακές δυνάμεις και η Αριστερά, σε αυτήν την ευνοϊκή συγκυρία, αντί να έρθουν σε ρήξη με το ειδικό καθεστώς, αντί να το στοχοποιήσουν και να καλέσουν σε διαρκή αγώνα ενάντιά του, επέλεξαν μια πιο «ρεαλιστική» κατεύθυνση, αυτή της τροποποίησης του πολιτικού σκηνικού και της καλύτερης επίδοσής τους μέσα στο πλαίσιό του.
Δεν ευσταθεί ούτε το ότι δεν είναι ώριμες οι συνθήκες (αυτοί οι στόχοι υποδείχτηκαν από μαζικότατα και παρατεταμένα κινήματα) ούτε ότι κάποιος άλλος πάντα φταίει, όταν δεν γίνονται βήματα προς τα μπρος. Όλοι οι σχηματισμοί της Αριστεράς δεν μπορούν να διατείνονται ότι δεν καταλάβαιναν το επίκαιρο και το αναγκαίο ενός παλλαϊκού μετώπου απαλλαγής από την τρόικα. Όλοι, όμως, προτίμησαν απλώς μια καλύτερη επίδοση στις προσεχείς εκλογές. Άλλος με περιχαρακώσεις, άλλος με επιλεκτικά ανοίγματα, άλλος σφυρίζοντας αδιάφορα, και άλλος καλώντας στην αλήθεια του. Δυστυχώς, αυτή είναι η πραγματικότητα.
Το μεγάλο ραντεβού Αριστεράς και ριζοσπαστισμού δεν θα πραγματοποιηθεί άκοπα και κυρίως δεν μπορεί να γίνει χωρίς ουσιαστική επαφή, χωρίς δεσμούς με αυτόν τον κόσμο και χωρίς να «ακούσει» η Αριστερά τι θέλει και τι ποθεί ο λαός και ιδιαίτερα το πιο αγωνιστικό και συνειδητοποιημένο τμήμα του. Γιατί χρειάζεται τόλμη και χειραφέτηση της ίδιας της Αριστεράς από πολλά στερεότυπα, για να πραγματοποιήσει το «ραντεβού» αυτό. Να μάθει και η ίδια. Και να που προβάλλουν τα ερωτήματα: Έμαθε κάτι από όσα συμβαίνουν εδώ και δύο χρόνια στη χώρα; Άλλαξε κάτι στη συμπεριφορά της; Διαφαίνεται κάτι ελπιδοφόρο μέσα από τις γραμμές της; Αναλαμβάνει την ευθύνη για μια πολιτική ρήξεων με το διαμορφούμενο κατεστημένο;
Η εκλογική της συμπεριφορά δεν ξάφνιασε κανέναν. Πλην του ΣΥΡΙΖΑ που επιχείρησε ένα ορισμένο άνοιγμα, οι υπόλοιποι σχηματισμοί περιχαρακώθηκαν και κινήθηκαν στην πεπατημένη. Αλλά και το άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι περιορισμένο σε συγκεκριμένο δυναμικό που προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ, χωρίς ιδιαίτερη πρόσβαση στην κοινωνική του βάση. Δηλαδή, ακολούθησε τη συνηθισμένη στην Αριστερά χρησιμοποίηση στα ψηφοδέλτια ορισμένων προσωπικοτήτων του σοσιαλιστικού χώρου.
Μέσα σε αυτές τις συντεταγμένες και διαμορφούμενες συνθήκες καλείται κάθε ένας να κάνει επιλογές και να πάρει θέση. Υπάρχει χώρος για την προπαγάνδιση και προώθηση μιας πρότασης και μιας διεξόδου για το λαό και τη χώρα; Υπάρχει χώρος και περιθώρια για την προετοιμασία του «ραντεβού»; Υπάρχει δυνατότητα και θέληση για παρέμβαση και δημιουργία κριτηρίων-αντισωμάτων που θα εμποδίσουν την εξάπλωση του «αυτισμού» της Αριστεράς, θα πλήξουν τις σεχταριστικές αντιλήψεις, θα αναδείξουν την σύγκλιση εθνικών και ταξικών καθηκόντων στην παρούσα φάση, θα δείξουν επιχειρηματολογημένα πως δεν υπάρχει διέξοδος έξω από μια πολιτική ρήξεων με τις σύγχρονες μορφές εξάρτησης και διεθνοποίησης; Επειδή τα περιθώρια αυτά είναι υπαρκτά και το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ συσπειρώνει ως ιδέα και ως κίνηση ορισμένα πρωταρχικά στοιχεία ενότητας και ριζοσπαστισμού, είναι οριακά ο χώρος της Αριστεράς -που παρά τις καθυστερήσεις που επισημάναμε- μπορεί να συμβάλει στην αναγκαία επώαση, η οποία δεν έχει ολοκληρωθεί. Φθάνει στην επικείμενη αστική και γενικευμένη αντιαριστερή επίθεση να μην αναδιπλωθεί. Και αυτό εξαρτάται όχι από τους εκλογικούς εταίρους αλλά κυρίως από τις ίδιες τις δυνάμεις της Αριστεράς που αγωνίζεται και αντιστέκεται.
Το αστικό μπλοκ περνάει λαχτάρες, προσμετρά το πόσο θα τιμωρηθεί από τους ψηφοφόρους, αλλά και ευελπιστεί να ξεπεράσει το 50% ώστε να καμώνεται πως η πολιτική του, γενικά, γίνεται αποδεκτή παρά τις θυσίες κ.λπ. κ.λπ. Ακόμα και αν δεν τα καταφέρουν, προετοιμάζονται εφεδρείες για να μπαλωθούν τα πράγματα και εκπονούνται νέα σενάρια μεταβατικών σχημάτων -όπως αυτό με τον Παπαδήμο.
Το μπλοκ των υποτελών τάξεων και στρωμάτων, του λαού που υφίσταται τεράστια επίθεση, έχασε την ευκαιρία να συγκροτηθεί έστω και σε εκλογικό επίπεδο ένα αντίπαλο δέος προς το αστικό. Δεν συγκροτήθηκε ένα ευρύ πολιτικό και κοινωνικό μέτωπο που θα μπορούσε, έχοντας στόχο το γκρέμισμα του ειδικού τροϊκανικού καθεστώτος, να επιφέρει μέσω της ανάδειξής του σε πρώτη δύναμη στις επερχόμενες εκλογές, ένα τεράστιο ρήγμα και να ανοίξει μια άλλη πορεία για τη χώρα και το λαό.
Οι αντιμνημονιακές δυνάμεις και η Αριστερά, σε αυτήν την ευνοϊκή συγκυρία, αντί να έρθουν σε ρήξη με το ειδικό καθεστώς, αντί να το στοχοποιήσουν και να καλέσουν σε διαρκή αγώνα ενάντιά του, επέλεξαν μια πιο «ρεαλιστική» κατεύθυνση, αυτή της τροποποίησης του πολιτικού σκηνικού και της καλύτερης επίδοσής τους μέσα στο πλαίσιό του.
Δεν ευσταθεί ούτε το ότι δεν είναι ώριμες οι συνθήκες (αυτοί οι στόχοι υποδείχτηκαν από μαζικότατα και παρατεταμένα κινήματα) ούτε ότι κάποιος άλλος πάντα φταίει, όταν δεν γίνονται βήματα προς τα μπρος. Όλοι οι σχηματισμοί της Αριστεράς δεν μπορούν να διατείνονται ότι δεν καταλάβαιναν το επίκαιρο και το αναγκαίο ενός παλλαϊκού μετώπου απαλλαγής από την τρόικα. Όλοι, όμως, προτίμησαν απλώς μια καλύτερη επίδοση στις προσεχείς εκλογές. Άλλος με περιχαρακώσεις, άλλος με επιλεκτικά ανοίγματα, άλλος σφυρίζοντας αδιάφορα, και άλλος καλώντας στην αλήθεια του. Δυστυχώς, αυτή είναι η πραγματικότητα.
Το μεγάλο ραντεβού Αριστεράς και ριζοσπαστισμού δεν θα πραγματοποιηθεί άκοπα και κυρίως δεν μπορεί να γίνει χωρίς ουσιαστική επαφή, χωρίς δεσμούς με αυτόν τον κόσμο και χωρίς να «ακούσει» η Αριστερά τι θέλει και τι ποθεί ο λαός και ιδιαίτερα το πιο αγωνιστικό και συνειδητοποιημένο τμήμα του. Γιατί χρειάζεται τόλμη και χειραφέτηση της ίδιας της Αριστεράς από πολλά στερεότυπα, για να πραγματοποιήσει το «ραντεβού» αυτό. Να μάθει και η ίδια. Και να που προβάλλουν τα ερωτήματα: Έμαθε κάτι από όσα συμβαίνουν εδώ και δύο χρόνια στη χώρα; Άλλαξε κάτι στη συμπεριφορά της; Διαφαίνεται κάτι ελπιδοφόρο μέσα από τις γραμμές της; Αναλαμβάνει την ευθύνη για μια πολιτική ρήξεων με το διαμορφούμενο κατεστημένο;
Η εκλογική της συμπεριφορά δεν ξάφνιασε κανέναν. Πλην του ΣΥΡΙΖΑ που επιχείρησε ένα ορισμένο άνοιγμα, οι υπόλοιποι σχηματισμοί περιχαρακώθηκαν και κινήθηκαν στην πεπατημένη. Αλλά και το άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι περιορισμένο σε συγκεκριμένο δυναμικό που προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ, χωρίς ιδιαίτερη πρόσβαση στην κοινωνική του βάση. Δηλαδή, ακολούθησε τη συνηθισμένη στην Αριστερά χρησιμοποίηση στα ψηφοδέλτια ορισμένων προσωπικοτήτων του σοσιαλιστικού χώρου.
Μέσα σε αυτές τις συντεταγμένες και διαμορφούμενες συνθήκες καλείται κάθε ένας να κάνει επιλογές και να πάρει θέση. Υπάρχει χώρος για την προπαγάνδιση και προώθηση μιας πρότασης και μιας διεξόδου για το λαό και τη χώρα; Υπάρχει χώρος και περιθώρια για την προετοιμασία του «ραντεβού»; Υπάρχει δυνατότητα και θέληση για παρέμβαση και δημιουργία κριτηρίων-αντισωμάτων που θα εμποδίσουν την εξάπλωση του «αυτισμού» της Αριστεράς, θα πλήξουν τις σεχταριστικές αντιλήψεις, θα αναδείξουν την σύγκλιση εθνικών και ταξικών καθηκόντων στην παρούσα φάση, θα δείξουν επιχειρηματολογημένα πως δεν υπάρχει διέξοδος έξω από μια πολιτική ρήξεων με τις σύγχρονες μορφές εξάρτησης και διεθνοποίησης; Επειδή τα περιθώρια αυτά είναι υπαρκτά και το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ συσπειρώνει ως ιδέα και ως κίνηση ορισμένα πρωταρχικά στοιχεία ενότητας και ριζοσπαστισμού, είναι οριακά ο χώρος της Αριστεράς -που παρά τις καθυστερήσεις που επισημάναμε- μπορεί να συμβάλει στην αναγκαία επώαση, η οποία δεν έχει ολοκληρωθεί. Φθάνει στην επικείμενη αστική και γενικευμένη αντιαριστερή επίθεση να μην αναδιπλωθεί. Και αυτό εξαρτάται όχι από τους εκλογικούς εταίρους αλλά κυρίως από τις ίδιες τις δυνάμεις της Αριστεράς που αγωνίζεται και αντιστέκεται.
Σχόλια