Η μοιραία επίδραση του μεταμοντέρνου δεσποτισμού του Ερντογάν

 

Η σφαγή της Άγκυρας δείχνει με τον πιο βάρβαρο αλλά σαφή τρόπο την περιδίνηση στην οποία έχει περιέλθει η Τουρκία τα τελευταία τρία χρόνια. Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι ανά εικοσαετία σχεδόν (δεκαετίες 1970, 1990 και αυτή που διανύουμε) η γείτων βρίσκεται σε «κρίση», που πλέον μοιάζει ενδημική. Κάθε φορά η μετακεμαλική Τουρκία είχε να αναμετρηθεί με τρεις βασικές προκλήσεις: τη σχέση του κράτους με την οικονομία, τη σχέση του τουρκικού εθνικισμού με το κουρδικό στοιχείο και, τέλος, τη σχέση του κράτους με το Ισλάμ.

Καμία ίσως από τις προηγούμενες κρίσεις δεν επηρεαζόταν τόσο από το περιφερειακό ισοζύγιο ισχύος όσο αυτή. Και σε καμία από τις προηγούμενες οι υπερδυνάμεις δεν είχαν τόσο λίγη δυνατότητα παρέμβασης όσο σήμερα. Ζούμε μια εποχή που, παρά την υπεροπλία της, η μοναδική υπερδύναμη δεν μπορεί να επιβληθεί σε ισχυρούς, κάποιες φορές ηγεμονικούς, περιφερειακούς παίκτες. Οι παίκτες αυτοί, όπως η Κίνα, η Ρωσία, η Ινδία, η Γερμανία αλλά και η Τουρκία, το Ιράν, η Βραζιλία και η Νότια Αφρική, αποκτούν μια αυξανόμενη αυτονομία κινήσεων σε σχέση με τις στρατηγικές επιδιώξεις των ΗΠΑ, χωρίς βέβαια να αμφισβητούν το πλανητικό πρωτείο τους.

Σε αυτό το περιβάλλον, η τουρκική κρίση θα πρέπει να αναλυθεί με γνώμονα τέσσερα βασικά στοιχεία. Πρώτον, την ανταπόκριση του μετακεμαλικού κράτους στις τρεις βασικές προκλήσεις που αναφέραμε, δεύτερον, τη θέση της Τουρκίας στην περιφέρειά της, δηλαδή την ευρύτερη Μ. Ανατολή, τρίτον, τις σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τέταρτον, τη θέση της στον ενεργειακό χάρτη.

 

Οι αρχικές επιτυχίες του Ερντογάν

Η πολιτική ηγεμονία του Ερντογάν και του κόμματός του (ΑΚΡ) έβγαλε την Τουρκία από την κρίση της δεκαετίας του 1990. Εφαρμόζοντας ένα σκληρό νεοφιλελεύθερο μοντέλο, αμφισβήτησε την κυριαρχία του στρατού και της κεμαλικής κοσμικής ελίτ στην οικονομική σφαίρα, και ανέδειξε νέες δυναμικές οικονομικές ελίτ. Αυτές προέρχονταν από τον ισλαμικό ευσεβισμό, στηριζόμενοι στη σκληρή εκμετάλλευση ενός πολυάριθμου φτηνού εργατικού δυναμικού που πρόσφερε η εσωτερική μετανάστευση και ο δημογραφικός δυναμισμός της χώρας.

Την ίδια στιγμή, η συμμαχία του ΑΚΡ με το κίνημα του πρώην ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν, οικονομικά πανίσχυρο και με την επιρροή του να απλώνεται σε πολλές χώρες, έδωσε τη δυνατότητα στο πολιτικό Ισλάμ να καταλάβει κεντρική θέση στην τουρκική κοινωνία και τα ΜΜΕ. Το καθεστώς Ερντογάν-ΑΚΡ «εισέβαλε» σε κρίσιμους τομείς του τουρκικού κράτους, στον στρατό και στη δικαιοσύνη, και απέκτησε ισχυρές προσβάσεις σε αυτό που αποκαλείται «βαθύ κράτος». Τέλος, η πολιτική Ερντογάν προς το κουρδικό στοιχείο βασίστηκε κυρίως στην εκμετάλλευση των συντηρητικών κουρδικών στρωμάτων της περιφέρειας και του ευσεβιστικού Ισλάμ τους. Η «ειρηνευτική διαδικασία» που ξεκίνησε με το ΡΚΚ του έδωσε τον αναγκαίο πολιτικό χώρο και χρόνο γι’ αυτόν τον προσεταιρισμό.

 

Τα προβλήματα πολλαπλασιάζονται

Σήμερα τα δεδομένα έχουν αλλάξει άρδην στα πεδία και των τριών προκλήσεων. Η προσπάθεια του μεταμοντέρνου ερντογανικού δεσποτισμού να ελέγξει ασφυκτικά το χαλαρό και αυτόνομο διεθνές δίκτυο οργανώσεων του κινήματος του Φετουλάχ Γκιουλέν οδήγησε στην κατάρρευση της συμμαχίας του ΑΚΡ με το κίνημα αυτό. Ο ηγέτης του, αυτοεξόριστος στις ΗΠΑ, θεωρείται πια απόλυτος εχθρός για το καθεστώς Ερντογάν.

Η οικονομική ανάπτυξη έχει επιβραδυνθεί και ήδη είναι φανερές οι «φούσκες» κυρίως στις κατασκευές και την αγορά γης, πλήττοντας ιδιαίτερα τα νεόπλουτα μεσοστρώματα του ισλαμικού ευσεβισμού και θέτοντας σε αμφισβήτηση τη νεοφιλελεύθερη οικονομική συνταγή. Οι αποκαλύψεις για διαφθορά τραυματίζουν ανεπανόρθωτα το ηθικό πλεονέκτημα των ισλαμιστών έναντι των κεμαλικών στοιχείων στον στρατό και στο δικαστικό σώμα.

Ο συριακός εμφύλιος και η κλιμάκωση των συγκρούσεων με το ΡΚΚ αναβαθμίζουν ιδιαίτερα τον ρόλο του στρατού. Η κατάρρευση της Συρίας και η δημιουργία μιας αυτόνομης κουρδικής ζώνης στα βορειοανατολικά αυτής της χώρας επαναφέρει το Κουρδικό ως ζήτημα ασφάλειας της Τουρκίας, ιδιαίτερα αν σκεφτεί κανείς ότι το PYD-YPG των Κούρδων της Συρίας και το ΡΚΚ αποτελούν πολιτικο-στρατιωτικά συγκοινωνούντα δοχεία.

τουρκία
Οι δύο βόμβες έπληξαν τις προσυγκεντρώσεις του HDP και του συνεργαζόμενου με αυτό EMEP (Κόμμα Εργασίας). Αυτά τα δύο κόμματα πλήρωσαν το βαρύτερο φόρο αίματος. Οι κηδείες των δολοφονημένων αγωνιστών ήταν σπαρακτικές. Μέχρι σήμερα δεν έχουμε πλήρη στοιχεία των θυμάτων, καθώς κάποιες σοροί δεν έχουν αναγνωριστεί, και δεκάδες τραυματίες ακόμη χαροπαλεύουν…

 

Εξανεμίζονται οι «ευκαιρίες» από τον πόλεμο στη Συρία

Στο περιφερειακό επίπεδο, ο συριακός εμφύλιος και ιδίως η μετατροπή του σε μια αδυσώπητη περιφερειακή σύγκρουση μεταξύ Ιράν και Σαουδικής Αραβίας εξουδετέρωσε τη στρατηγική των Νταβoύτογλου-Ερντογάν να μετατρέψουν την Τουρκία σε ηγετική οικονομική δύναμη και το πολιτικό Ισλάμ του ΑΚΡ σε πολιτικό μοντέλο στη Μ. Ανατολή. Η Τουρκία είδε ωστόσο δύο σημαντικές ευκαιρίες στον συριακό εμφύλιο: πρώτον, την επικράτηση στη Συρία μιας μετριοπαθούς ισλαμιστικής κυβέρνησης σουνιτών μουσουλμάνων (που είναι η πλειονότητα του πληθυσμού της Συρίας) υπό την επιρροή της Άγκυρας και, δεύτερον, τη συντριβή της κουρδικής αυτονομίας στη βορειοανατολική Συρία μέσω της έμμεσης ενδυνάμωσης των τζιχαντιστικών οργανώσεων.

Προς το παρόν, πάντως, αποτυγχάνει και στους δύο στόχους. Η αμερικανική μάλιστα στήριξη των Κούρδων της Συρίας δημιούργησε μεγαλύτερη ανασφάλεια στην Άγκυρα και την ώθησε στην κλιμάκωση της στρατιωτικής καταστολής των Κούρδων της Τουρκίας. Η Τουρκία πληρώνει σε μεγάλο βαθμό την υπερβολική επίδειξη αυτονομίας έναντι των ΗΠΑ κι έχει χάσει κάθε εμπιστοσύνη στην Ουάσιγκτον.

Η θέση της θα γίνεται δυσχερέστερη μετά τη ρωσική επέμβαση. Οι Ρώσοι φαίνεται ότι δεν χτυπούν το Ισλαμικό Κράτος, αλλά άλλες οργανώσεις της συριακής αντιπολίτευσης, τις οποίες η Τουρκία επηρέαζε, και έτσι διατηρούσε μια προνομιακή θέση στο συριακό παιχνίδι. Με την εξουδετέρωση αυτών των ομάδων, οι Ρώσοι και οι Ιρανοί θα «καθαρίσουν» το πεδίο και θα θέσουν τη διεθνή κοινότητα μπροστά σε ένα καθαρό δίλημμα: ένας «μεταρρυθμισμένος» Άσαντ ή το Ισλαμικό Κράτος; Εκεί η θέση της Τουρκίας θα είναι πολύ δύσκολη και τα περιθώρια ελιγμών πολύ στενά, ιδιαίτερα αν το Κουρδικό παραμείνει ανοικτό.

 

Προπύργιο της Δύσης, σε βάρος (και) της Ελλάδας;

Η Τουρκία όμως, προικισμένη με τη γεωπολιτική της θέση, είναι δυνατόν να παίξει σε πολλά επίπεδα. Η συζήτηση με την Ε.Ε. για το προσφυγικό αναδεικνύει και πάλι την παλαιά τουρκική και ευρω-ΝΑΤΟϊκή αφήγηση για την Τουρκία ως το τελευταίο, ακρότατο προπύργιο του δυτικού-ΝΑΤΟϊκού κόσμου απέναντι στο «μεσανατολικό χάος» που πρέπει να ενισχυθεί με κάθε τρόπο. Για την Τουρκία, αυτή η εξέλιξη ανοίγει δύο ευκαιρίες: πρώτον επαναφέρει, με τη στήριξη (για πρώτη φορά) της Ε.Ε. και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τα ζητήματα συνδιοίκησης του Αιγαίου. Και, δεύτερον, θέτει τις βάσεις για το άνοιγμα μιας νέας πολιτικής διαπραγμάτευσης για προνομιακή σχέση με την Ε.Ε. (δεν την ενδιαφέρει η ένταξη). Το πρώτο ζήτημα δεν τελείωσε βέβαια με μια ανακοίνωση του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, ούτε καν με τα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής. Είναι προφανές ότι η εκβιαζόμενη από τους δανειστές Ελλάδα θεωρείται χώρα μειωμένης και κυρίως «εύπλαστης» κυριαρχίας, η οποία δύναται να πάρει μορφές συμβατές με τα συμφέροντα των ηγεμονικών δυνάμεων της Ε.Ε.

Η κλιμάκωση των στρατιωτικών συγκρούσεων με το ΡΚΚ και η έκρυθμη κατάσταση που δημιουργούν οι εξελίξεις στη Συρία και στο Ιράκ προκαλούν ιδιαίτερη ανησυχία και για τη δυνατότητα της Τουρκίας να αποτελέσει εναλλακτική οδό διέλευσης ενεργειακών πόρων από το Αζερμπαϊτζάν και τη Ρωσία στην περίπτωση που η ουκρανική κρίση κλιμακωθεί περαιτέρω. Σχεδιασμοί και έργα δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων βρίσκονται εν αναμονή των εξελίξεων και της αποκατάστασης ενός κλίματος ασφάλειας στη χώρα. Και όλα αυτά σε μια στιγμή που η είσοδος του Ιράν στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας, μετά την άρση των κυρώσεων, θα μπορούσε να μεταβάλει την Τουρκία σε ένα από τα μεγαλύτερα πεδία διέλευσης ενέργειας στον κόσμο.

Demonstrators chant slogans and flash the V-sign during a rally to protest against the bombing in Ankara on Saturday.
Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι διαδηλώνουν αυτές τις μέρες στην Τουρκία, το Κουρδιστάν και όλον τον κόσμο για να καταδικάσουν την ατιμία του συνένοχου καθεστώτος της Άγκυρας και να υποσχεθούν ότι θα συνεχίσουν τον αγώνα όσων μαρτύρησαν στη δολοφονική βομβιστική επίθεση. Διαδηλώσεις έγιναν βέβαια και στην Ελλάδα: στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, το Ηράκλειο και σε άλλες πόλεις.

 

Η ενσάρκωση του μεταμοντέρνου δεσποτισμού επιλέγει «βαθύ κράτος»

Απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις και τη δυναμική που δημιουργούν, το καθεστώς της Άγκυρας είχε δύο επιλογές – ιδιαίτερα μετά τη συνταρακτική για την τουρκική κοινοβουλευτική ιστορία είσοδο του Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών (HDP), δηλαδή της συμμαχίας μεταξύ του κουρδικού κινήματος και μεγάλου μέρους της τουρκικής Αριστεράς, στην τουρκική Εθνοσυνέλευση. Η μία επιλογή ήταν να συμμαχήσει με το κόμμα αυτό και να οδηγήσει την Τουρκία σε μια δημοκρατική και πλουραλιστική διέξοδο, που θα μπορούσε να αποτελέσει και πραγματικό πρότυπο για χώρες με εθνοθρησκευτικές κοινότητες και ανταγωνισμούς, όπως η Συρία και το Ιράκ.

Η άλλη ήταν αυτή που ακολούθησε, δηλαδή η ραγδαία ώσμωσή του με τις συμπεριφορές των κεμαλικών ελίτ και η φοβική στήριξή του στην καταστολή, στην κλιμάκωση των στρατιωτικών επιχειρήσεων κατά του κουρδικού στοιχείου και στο «βαθύ κράτος». Παλαιότερα, αυτή η επιλογή ήταν επαρκής για τη διατήρηση του εσωτερικού status quo. Με τη σημερινή κατάρρευση του κράτους σε Συρία και Ιράκ, τα πράγματα περιπλέκονται. Όμως, για ένα κοινωνικά συντηρητικό και οικονομικά νεοφιλελεύθερο κόμμα όπως το ΑΚΡ και για μια προσωπικότητα που αποτελεί ενσάρκωση του μεταμοντέρνου δεσποτισμού όπως ο Ερντογάν, η πρώτη επιλογή δυστυχώς δεν υπήρξε ποτέ.

 

Ο Σωτήρης Ρούσσος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και επιστημονικός υπεύθυνος του Κέντρου Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών, www.cemmis.edu.gr

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!