Ποια αίσθηση έχουν οι πολίτες της Ελλάδας για την ίδια τους την χώρα, για την πορεία της, για το μέλλον της; Τι ιδέες έχουν για μια καλύτερη ζωή σε έναν τόπο που κατά κοινή ομολογία είναι όμορφος, και φορτωμένος με ιστορία και πολιτισμό; Η πορεία της Ελλάδας προς τον εξευρωπαϊσμό, οι σχέσεις με τον δυτικό κόσμο και οι τάσεις μιμητισμού ή σκέτης ακολουθίας ντιρεκτίβων και παραγγελιών γεωπολιτικού και συμμαχικού ενδιαφέροντος (στρατιωτικές βάσεις, συμμετοχή στο ΝΑΤΟ, μονομερή εξοπλιστικά) δεν απέτρεψε ούτε χούντες, ούτε εθνικούς ακρωτηριασμούς –όπως έγινε και συνεχίζεται στην Κύπρο– ούτε και ελάφρυνε προβλήματα που δημιουργεί η επεκτατική Τουρκία με τις βλέψεις της σε Θράκη, Αιγαίο, νησιά, «θαλάσσια οικόπεδα» και υδρογονάνθρακες.
Η πορεία προς την ευρωποποίηση, από τις δεκαετίες του 1960 και ’70 μέχρι σήμερα, δημιούργησε μια άλλη οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα στη χώρα, και αυτό είναι εμφανές σε όλα τα επίπεδα. Ένα ευρύτατο σχέδιο εκσυγχρονισμένου μεταπρατισμού που ενστερνίστηκαν και προώθησαν οι ελίτ –μερικά μεγάλα τζάκια– μαζί με το πολιτικό σύστημα, άλλαξε σε πολύ σημαντικό βαθμό τον παραγωγικό ιστό της χώρας, προώθησε την «τριτοποίηση» της οικονομίας (υπηρεσίες και βασικά τουρισμός), έσπρωξε στην αποβιομηχάνιση (έκλεισαν πάρα πολλές βιομηχανικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις), συρρίκνωσε απελπιστικά τον πρωτογενή τομέα (αγροτική οικονομία) και περιθωριοποίησε την ελληνική ύπαιθρο, ερημώνοντας χωριά και κωμοπόλεις.
Από την «Αλλαγή» του 1981 στην Ολυμπιάδα του 2004
Οι αλλαγές αυτές οδήγησαν σε μια κοινωνική αναδιάρθρωση: ξεπετάχθηκαν ευρύτατα μεσαία στρώματα που συνδέθηκαν με αυτού του τύπου την ανάπτυξη, όπως μάνατζερς, CEO, αντιπρόσωποι και πλασιέ μεγάλων επιχειρήσεων, ενώ παραδοσιακά μικροαστικά στρώματα καταστράφηκαν. Η ιδεολογία της «αρπαχτής», του γρήγορου και εύκολου κέρδους, και η ευμάρεια που στηρίχθηκε στον δανεισμό (πολιτική που εξογκώθηκε την εποχή του ανδρεοπαπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ), δημιούργησαν όρους υποχώρησης του ριζοσπαστισμού που είχε εκφραστεί τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Λίγο μετά, με την «Αλλαγή» του 1981 κι έπειτα, μπήκαν οι βάσεις μιας διάλυσής του μέσα από ειδικούς μηχανισμούς (συνδικαλιστικούς, συνεταιριστικούς, ΜΟΠ και άλλους), οι οποίοι αποχαύνωσαν ή και εκπόρνευσαν στρώματα υπάλληλων, κοινωνικών ομάδων και τάξεων.
Στο δίχρονο 1989-90, όταν γίνονταν μεγάλες αλλαγές σε όλο τον κόσμο (πτώση του τείχους, παράδοση όλου του ανατολικού συνασπισμού, εξαΰλωση του «υπαρκτού σοσιαλισμού»), στη χώρα μας είχε ξεσπάσει ανοικτή πολιτική κρίση. Ακριβώς σε τέτοιες στιγμές γίνονται και μεγάλα άλματα: η συγκυβέρνηση Δεξιάς-Αριστεράς (ολόκληρης τότε, ΚΚΕ και ΣΥΝ) άνοιξε στο δρόμο στα ιδιωτικά ΜΜΕ και έθεσε τις βάσεις για την «καταγραφή της οικονομίας» (δηλαδή την «εξυγίανσή» της με όρους νεοφιλελευθερισμού).
Ο Σημιτικός εκσυγχρονισμός έκανε πολύ δουλειά για τον «εξευρωπαϊσμό» της χώρας: διέλυσε μια σειρά από υποδομές που υπήρχαν, προώθησε τον νεοφιλελευθερισμό στην οικονομία, δημιούργησε μια «στρατιά» στελεχών που μέχρι σήμερα επανδρώνουν κόμματα και κράτος, έστησε την κομπίνα του Χρηματιστηρίου, έβαλε τη χώρα στο ευρώ χωρίς να υπάρχουν όροι και προϋποθέσεις, γκρίζαρε το Αιγαίο με τα Ίμια και τις συμφωνίες Βαρκελώνης και Ελσίνκι, προώθησε την εξόρμηση επιχειρήσεων και τραπεζών στο Βαλκανικό Ελντοράντο στηριζόμενος σε πήλινα πόδια.
Στη συνέχεια ήρθε το ρεγάλο των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 που μας έκαναν οι μεγάλοι όμιλοι (οι οποίοι κέρδισαν δισεκατομμύρια βέβαια), αλλά υποθήκευσε κι άλλο την Ελλάδα. Την Ολυμπιάδα την οικοδόμησε ο Σημίτης, και την πραγματοποίησε ο Κ. Καραμανλής, που είχε κερδίσει τότε τις εκλογές…
Η ιδεολογία της «αρπαχτής», του γρήγορου και εύκολου κέρδους, και η ευμάρεια που στηρίχθηκε στον δανεισμό, δημιούργησαν όρους υποχώρησης του ριζοσπαστισμού που είχε εκφραστεί τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης
Τι ακολούθησε: η σύγχρονη (και πολύμορφη) χρεοκοπία
Η γύμνια του οικονομικού μοντέλου φάνηκε σε λίγο καιρό, με την κρίση του 2008-2010. Η Ελλάδα γνώρισε άλλη μια μεγάλη χρεοκοπία στη σύγχρονη ιστορία της. Αλυσοδέθηκε από «δανειστές» με μνημόνια, και υποθηκεύτηκε όλος ο δημόσιος πλούτος για 99 χρόνια. Ένα νέο καθεστώς, σχεδόν αποικιακό, στήθηκε με συμμετοχή ολόκληρου του Πολιτικού Συστήματος και με πολλές παραλλαγές κυβερνήσεων. Γνωστές ιστορίες. Τώρα το Πολιτικό Σύστημα ψεύδεται όταν διατείνεται ότι αυτή η «μπόρα» πέρασε, όταν καμώνεται ότι η χώρα βγήκε από τα Μνημόνια, ότι η οικονομία πάει καλά, ότι όλα προχωρούν στη σωστή κατεύθυνση και στη «σωστή πλευρά της Ιστορίας». Διότι:
- Όταν χρεοκοπήσαμε, το δημόσιο χρέος της κεντρικής κυβέρνησης ήταν 336,8 δισεκατομμύρια ευρώ, και αντιστοιχούσε στο 145,5% του ΑΕΠ. (Στο μεταξύ, το ΑΕΠ της χώρας έπεσε κατά 25% τα πρώτα χρόνια μετά τη χρεοκοπία – αυτό ήταν το αποτέλεσμα των μνημονιακών πολιτικών…). Τώρα που τάχα βγήκαμε από τα Μνημόνια, το δημόσιο χρέος είναι 403,4 δισεκατομμύρια ευρώ! Δηλαδή 180% του ΑΕΠ! (Και το ιδιωτικό χρέος που είναι προβληματική έως αδύνατη η εξυπηρέτησή του είναι 243,3 δισεκατομμύρια, δηλαδή 110% του ΑΕΠ. Εάν σε αυτό αθροιστεί και το σύνολο των ενήμερων τραπεζικών δανείων, οδηγούμαστε σε ένα συνολικό ποσό ιδιωτικού χρέους της τάξης των 350 δισεκατομμυρίων ευρώ – που αντιστοιχεί στο 159% του ΑΕΠ…).
- Προσθέστε δυόμιση χρόνια πανδημία, φωτιές και καταστροφές κάθε καλοκαίρι, διάλυση όλων των υποδομών, και την σε πλήρη εξέλιξη ιδιωτικοποίηση όλων των δομών υγείας-παιδείας-υπηρεσιών. Η σύγχρονη χρεοκοπία της χώρας δεν έχει αποτιμηθεί πολιτικά-ιδεολογικά, και ούτε έχουν αποδοθεί ευθύνες γι’ αυτήν (που είναι κραυγαλέες) σε κυβερνήσεις, κόμματα, πολιτικούς αρχηγούς, θεσμούς δικαιοσύνης και κράτους. Επειδή όλοι δούλεψαν πυρετωδώς για τη συγκάλυψη των ευθυνών, και μάλιστα θέσπισαν για τον εαυτό τους το «ακαταδίωκτο»!
- Παραπέρα: Το δημογραφικό πρόβλημα, που εντείνεται στη χώρα μας, έχει τις ρίζες του στο οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο που προβλήθηκε, αποδομώντας αξίες και πολιτικές που θα μπορούσαν να στηρίξουν μια νέα οικογένεια, και αποθαρρύνοντας τους νέους να προχωρήσουν τη ζωή τους ανεξάρτητα από τους γονείς. Σήμερα υπάρχουν νέοι που ζουν μέχρι τα 35 μαζί με τις οικογένειές τους, επειδή οικονομικά δεν αντέχουν να αποκτήσουν ένα δικό τους σπίτι ή να ζήσουν ανεξάρτητα.
- Για δύο και πάνω δεκαετίες η ανεργία των νέων είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα, ενώ γενικά η εργασία «απελευθερώνεται», υποβαθμίζεται, μερικοποείται, οι μισθοί περιστέλλονται, τα ωράρια και τα δικαιώματα έχουν πάει περίπατο. Μόλις το 2007 γινόταν λόγος για «γενιά του 700 ευρώ» ώστε να δειχθεί πόσο είχε υποβαθμιστεί η εργασία. Τώρα ένας μισθός των 700 ευρώ μοιάζει με «παράδεισο», κι όχι μόνο για νέους… Μέσα στη χρεοκοπία και την κρίση πολλά νοικοκυριά τα βγάλανε πέρα με τη σύνταξη του παππού ή της γιαγιάς, και αν δεν υπήρχε η οικογενειακή και κοινωνική αλληλεγγύη η κατάσταση θα ήταν ακόμα χειρότερη.
Δεν έχουν αποδοθεί ευθύνες σε κυβερνήσεις, κόμματα, πολιτικούς αρχηγούς, θεσμούς δικαιοσύνης και κράτους για τη σύγχρονη χρεοκοπία της χώρας. Όλοι δούλεψαν πυρετωδώς για τη συγκάλυψη των ευθυνών, και μάλιστα θέσπισαν για τον εαυτό τους το «ακαταδίωκτο»!
Οι σχεδιασμοί των άλλων στις νέες συνθήκες, με την Ελλάδα σε σταυροδρόμι
Στο προηγούμενο μέρος ξεκινήσαμε θέτοντας το ερώτημα ποια αίσθηση έχουν οι πολίτες της χώρας για την πορεία της. Τώρα ας θέσουμε ένα άλλο ερώτημα, που αφορά το τι αίσθηση, τι σχεδιασμούς έχουν για την Ελλάδα οι κάτωθι:
– η ευρωκρατία και οι Βρυξέλλες,
– οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ,
– οι ελληνικές ελίτ και το ελληνικό Πολιτικό Σύστημα,
– η Τουρκία και ο επεκτατισμός της.
Ας απλοποιήσουμε την απάντηση όσο αφορά τις ελληνικές ελίτ και το Πολιτικό Σύστημα. Οι πρώτες νοιάζονται αποκλειστικά για το κέρδος και την ιδιοτέλειά τους: δεν έχουν κανένα εθνικό σχέδιο για την οικονομία και την πορεία της χώρας. Το Πολιτικό Σύστημα (κυβέρνηση, αντιπολίτευση και λοιποί θεσμοί) ενδιαφέρεται για τη διαχείριση, για την προώθηση των όποιων «παραγγελιών» του δοθούν από όλους (εγχώριες και διεθνείς ελίτ κ.λπ.), και φυσικά νοιάζεται να κρατά την κοινωνία σε κατάσταση «προσαρμογής», να μην υπάρχουν εντάσεις και εξεγέρσεις, να μην δυναμώσει ο «αντισυστημισμός». Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που έχουν δυναμώσει όλοι οι χειριστικοί μηχανισμοί, έχουν αναβαθμιστεί οι μέθοδοι και τρόποι χειραγώγησης του πληθυσμού, χρησιμοποιούνται νέα μέσα, που δύο-τρεις δεκαετίες πριν δεν υπήρχαν.
Η πανδημία έδωσε μεγάλη ώθηση στους τρόπους αυτούς. Κι αν αναλογιστούμε πώς συμπεριφέρθηκαν όλοι –ξανά όλοι– σε τραγωδίες-εγκλήματα (π.χ. Τέμπη, πυρκαγιές, Πύλος κ.λπ.) καταλαβαίνουμε ότι το «καταλάγιασμα» της οργής είναι πρωταρχικό μέλημα. Πρώτα πάνε όλοι οι αρχηγοί στον τόπο της τραγωδίας, ενώ οι «αρμόδιοι» υπουργοί εξαφανίζονται για μέρες, κηρύσσεται και τριήμερο πένθος, και τα ΜΜΕ αναλαμβάνουν να «βομβαρδίσουν» τους πολίτες με εικόνες, ειδικούς σχετικούς και άσχετους, μέχρι να συνηθίσουμε ότι «έτσι θα ζήσουμε»: με τρένα που τρακάρουν, γέφυρες που πέφτουν, σε διαρκή καύσωνα, παρακολουθώντας να καταστρέφονται δάση και περιουσίες, επιχειρήσεις, εργοστάσια, μαντριά, βιοτεχνίες, ξενοδοχεία. Ολίγη από επιδόματα και e-pass, κάτι από αυξήσεις (πολύ κάτω από τον τιμάριθμο που καλπάζει): αυτές είναι οι «λύσεις», μαζί με υποσχέσεις ότι του χρόνου θα είμαστε πιο προετοιμασμένοι.
Οι παράγοντες που προκαλούν το υπαρξιακό πρόβλημα της χώρας
1. Όσον αφορά το Πολιτικό Σύστημα, το είδαμε σε όλη την προεκλογική περίοδο: κουβέντα για τα κρίσιμα ζητήματα του τόπου, κουβέντα για την εξωτερική πολιτική και τις απειλές, κουβέντα για το οικονομικό μοντέλο. Η μεγάλη πλειοψηφία του Πολιτικού Συστήματος αποδέχεται πλήρως πως την Ελλάδα την κυβερνούν: α) η ευρωκρατία και ο εκπρόσωπός της κ. Στουρνάρας, και β) η Πρεσβεία με τον ελληνοαμερικάνο πρέσβη κ. Τσούνη. Τα άλλα είναι κάπως λεπτομέρειες.
2. Η ευρωκρατία, και κυρίως τα γερμανικά συμφέροντα, ενδιαφέρεται για την «πράσινη μετάβαση», έστω και δίχως καθόλου φυσικό πράσινο: ανεμογεννήτριες, ηλεκτρική αυτοκίνηση, φωτοβολταϊκά, εγκαταστάσεις αποθήκευσης ενέργειας, τουρισμός, υπηρεσίες, ιδιωτικοποίηση υγείας και παιδείας, προστασία των ευρωπαϊκών funds, έλεγχος αεροδρομίων και λιμανιών, χημική βιομηχανία και φάρμακο.
3. Οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται για ενέργεια (η Ελλάδα ενεργειακός κόμβος και κόμβος του ΝΑΤΟ) και βάσεις. Φυσικό αέριο, αγωγοί, χώροι αποθήκευσης υγροποιημένου αερίου, λιμάνια και βάσεις (Αλεξανδρούπολη και Σούδα), αλλά και ναυπηγεία (Σύρου, Ελευσίνας κ.λπ.), πώληση εξοπλιστικού υλικού. Ενδιαφέρονται και για τη μεγαλύτερη εμπλοκή της Ελλάδας στους ΝΑΤΟϊκούς σχεδιασμούς, συνακόλουθα και για τη στήριξη του πολέμου ενάντια στη Ρωσία, με αποστολή οπλισμού και ό,τι άλλου ζητηθεί στην Ουκρανία.
4. Η Τουρκία ενδιαφέρεται να προωθήσει το σχέδιο της «Γαλάζιας Πατρίδας», να εκμεταλλευθεί το στάτους μεγάλης περιφερειακής δύναμης που έχει κατακτήσει, να κατοχυρώσει έτσι όλα τα τετελεσμένα που έχει δημιουργήσει σε Λιβύη, Κύπρο, Συρία, Ιράκ, και να αρπάξει ό,τι μπορέσει στο Αιγαίο, στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, στη Θράκη. Τα θέλει όλα – ακόμα και να δορυφοροποιήσει πλήρως την Ελλάδα.
Ας ανακεφαλαιώσουμε τώρα σχετικά με την εικόνα και τους παράγοντες: Όλοι –ελληνικές ελίτ, δυτικοί διεθνείς παράγοντες αλλά και επεκτατική Τουρκία– ουδόλως ενδιαφέρονται για την εθνική κυριαρχία της χώρας μας. Άλλωστε ο πολιτικός κόσμος δεν την εφαρμόζει όταν πρέπει με βέτο ή ενέργειες αποτροπής, και δηλώνει έτοιμος για υποχωρήσεις*. Και φυσικά δεν τους ενοχλεί, κάθε άλλο, μια «ζωνοποίηση» περιοχών της χώρας με βάση τα ιδιαίτερα συμφέροντα και βλέψεις που έχουν. Έτσι σπρώχνουν προς μια Ελλάδα συρρικνωμένη οικονομικά, κοινωνικά και εθνικά, μια Ελλάδα με μειωμένη κυριαρχία σε έδαφος, θάλασσα και αέρα, μια Ελλάδα πλήρως αποκομμένη από την Κύπρο. Η ματιά τους «βλέπει» μόνο τη δική τους κυριαρχία στη Ν.Α. Μεσόγειο, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ικανοποίηση των τουρκικών διεκδικήσεων σε όλη τη γραμμή.
Οι διαχωριστικές του σήμερα
Μιλάνε όλοι για Κέντρο, Κεντροαριστερά, Κεντροδεξιά, για μια ανεπαίσθητη παλιά αντίθεση Δεξιάς-Αριστεράς, θεωρούν τον ΣΥΡΙΖΑ… ακραίο δείγμα Αριστεράς, κι όλοι «σέβονται» το ΚΚΕ για τη συνέπειά του (αλλά και την ακινδυνότητα που έχει…). Οι κυρίαρχες δυνάμεις ορίζουν ως αντιπάλους τους εθνολαϊκιστές, ψεκασμένους, συνωμοσιολόγους, ακροδεξιούς, φασίστες, αντισυστημικούς. Κατά περίπτωση και κατά πόσο συμφέρει κάθε στιγμή. Την ίδια στιγμή, οι του ΣΥΡΙΖΑ τσακώνονται αν είναι σκέτα αριστερό κόμμα ή κόμμα που εκτείνεται από αριστερά έως το προοδευτικό κέντρο, και πάει λέγοντας. Στην ουσία έτσι συσκοτίζονται οι πραγματικές διαχωριστικές. Ας τις ορίσουμε με σαφήνεια:
Διαχωριστική πρώτη: Από τη μια όσοι αντιλαμβάνονται ότι η χώρα έχει «υπαρξιακό πρόβλημα» της χώρας, και από την άλλη όσοι το αποκρύπτουν και ψεύδονται ασυστόλως, ωραιοποιώντας την κατάσταση και κινούμενοι μέσα στην ιδιοτέλεια. Η πρώτη διαχωριστική μπορεί να διατυπωθεί και έτσι: από τη μια όσοι αγαπούν και πονούν τον Τόπο μας, όσοι τον αισθάνονται σαν κάτι που πρέπει να το υπερασπιστούμε, και από την άλλη όσοι αδιαφορούν πρακτικά (άσχετα τι λένε στα λόγια) και νοιάζονται μόνο για την πάρτη τους και τους χώρους τους (επιχείρηση, έδρα, βουλευτιλίκια, προνόμια, ευνοϊκές νομοθεσίες, απαλλαγές υποχρεώσεων κ.λπ.). Οι δεύτεροι φυσικά δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον για μια άλλη πορεία της χώρας. Ναι, δεν είναι καινούριο πρόβλημα: υπάρχει περίπου από το 1821 και διαχωρίζει κοινωνικά και πολιτικά τη χώρα. Μόνο που τώρα, με θεωρίες για παγκοσμιοποίηση, για «δικαιωματισμό», για τέλος του κράτους έθνους κ.ο.κ., το κακό έχει προχωρήσει πολύ βαθιά και έχει επηρεάσει πολλούς χώρους.
Διαχωριστική δεύτερη: Από τη μια όσοι αγαπούν τον Τόπο, αλλά επιμένουν να συνδέουν το κοινωνικό με το εθνικό ζήτημα, όσοι θεωρούν το κοινωνικό και το εθνικό αδιάσπαστα, ειδικά σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, και από την άλλη όσοι δεν βλέπουν αυτήν τη σύνδεση, όσοι επιμένουν σε έναν διαχωρισμό τους – ο οποίος επιτείνει εσωτερικά έναν διχασμό και εμποδίζει την οικοδόμηση μιας εναλλακτικής ρεαλιστικής, και μαζικά υποστηρίξιμης από ευρύτατα στρώματα.
Διαχωριστική τρίτη: Από τη μια όσοι αγαπούν τον Τόπο, αλλά αγαπούν και τη Δημοκρατία, και από την άλλη όσοι δεν καταλαβαίνουν ότι δεν μπορεί να ξεχωριστούν αυτές οι έννοιες. Διότι μια άλλη πορεία του Τόπου συνδέεται άρρηκτα με μια άλλη Πολιτεία, με άλλους θεσμούς, που να δίνουν τη δυνατότητα σε όλους τους πολίτες να εκφράζονται, να συμμετέχουν, να έχουν φωνή. Μια πολιτεία που θα σέβεται βασικά κοινωνικά δικαιώματα και κατακτήσεις. Αγαπώ τον τόπο αλλά θα ήθελα έναν Παπαδόπουλο, τάχα να με σώσει, αυτή είναι μια καθυστερημένη άποψη, αντιδραστική, φασιστική. Που επιπλέον ξεχνά τι εθνικές προδοσίες έφερε η χούντα και ο φασισμός στη χώρα – στο όνομα της σωτηρίας της (π.χ. βλέπε Κύπρο). Σήμερα δεν έχουμε δημοκρατία, αλλά κάτι σαν αντιπροσωπευτική ολιγαρχία – ειδικό καθεστώς, με πιασμένα και σημαδεμένα όλα τα πόστα και τους θεσμούς. Άρα διαχωριστική μεταξύ όσων αγωνίζονται για μια άλλη Πολιτεία, με Δημοκρατία και Ελευθερία, και όσων θέλουν μια μεταδημοκρατία με καταργημένο τον δημόσιο χώρο και με πολίτες ελεγχόμενους βιοπολιτικά.
Διαχωριστική τέταρτη: Όσοι βλέπουν μια πορεία της χώρας προς την Ουδετερότητα, προς μια περιοχή και οντότητα Ειρήνης κι όχι Πολέμου. Όσοι συνδέουν αυτήν την πορεία με μια υποστήριξη των κυριαρχικών δικαιωμάτων, της εδαφικής κυριαρχίας και ακεραιότητας, όσοι αισθάνονται την ανάγκη Άμυνας απέναντι στις απειλές και επιβουλές. Όσοι θεωρούν έγκλημα την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών, τη συζήτηση περί Χάγης, την επίσημη δήλωση ότι πάμε για υποχωρήσεις και για Πρέσπες του Αιγαίου. Διότι πατριωτισμός χωρίς δημοκρατισμό και πατριωτισμός χωρίς Άμυνα απέναντι στις επιβουλές είναι κούφιες εκφράσεις. Και απέναντί μας η ΝΑΤΟφροσύνη, η μειοδοσία και όλα τα υπόλοιπα…
Διαχωριστική πέμπτη: Με τις δυνάμεις της ειρήνης στον κόσμο, με τις δυνάμεις που αγωνίζονται για την αποτροπή του πολέμου και της πυρηνικής καταστροφής. Ενάντια στον παραλογισμό της δυτικής παγκοσμιοποίησης, που είναι ο βασικός εμπρηστής σε ολόκληρο τον πλανήτη. Για έναν κόσμο με ελεύθερους λαούς σε ελεύθερες χώρες.
Ένα σχέδιο Εθνικής Κυριαρχίας θα είναι προϊόν συλλογικό. Θα είναι ένα βαθύ αναγεννητικό έργο που θα αξιοποιεί πείρα, ιστορία, δοκιμασίες, δυνατότητες, δεξιότητες αυτού του Τόπου, και θα απορροφά κριτικά –χωρίς μιμητισμό– ό,τι παράγεται σε άλλους τόπους
Σχέδιο Εθνικής Κυριαρχίας και ποιοτικά διαφορετικές προτεραιότητες
Οι διαχωριστικές αυτές κατατείνουν στο λογικό συμπέρασμα ότι λείπει ένα σχέδιο Εθνικής Κυριαρχίας με το περιεχόμενο που αναδεικνύουν οι 5 βασικές διαχωριστικές, και με ζητούμενο την απάντηση στο «υπαρξιακό πρόβλημα» της χώρας. Ένα τέτοιο σχέδιο θα είναι προϊόν συλλογικό – απλών ανθρώπων, διανοητών, ειδικών, επιστημόνων, συλλογικοτήτων, κινημάτων που θα νοιώσουν τη σημασία να αρθρωθούν αρμοί ανάμεσα σε διαφορετικούς τομείς, χώρους, κλάδους κ.λπ. και θα οδηγούν σε μια συνισταμένη που θα προάγει τη χώρα πολυδιάστατα, και σύμφωνα με αξίες και αρετές που προκύπτουν από τις βασικές διαχωριστικές. Θα είναι ένα βαθύ αναγεννητικό έργο που θα αξιοποιεί πείρα, ιστορία, δοκιμασίες, δυνατότητες, δεξιότητες αυτού του Τόπου, και θα απορροφά κριτικά ό,τι παράγεται σε άλλους τόπους – χωρίς μιμητισμό και κλίμα χαζοχαρούμενο.
Αυτό το σχέδιο Εθνικής Κυριαρχίας και η οικοδόμησή του είναι ένα ειδικό στρατηγικό ζήτημα, που χρήζει μιας αντιμετώπισης η οποία να μην μένει στα γνωστά και τετριμμένα, στη γενικόλογη καταγγελιολογία, στο ανάθεμα. Παράλληλα, καλεί σε εγρήγορση και σε αντιπαράθεση με το κλίμα μοιρολατρίας, με το πνεύμα «ότι τίποτα δεν μπορεί να γίνει», με το κυρίαρχο «Δεν υπάρχει εναλλακτική – Προσαρμοστείτε όπως μπορείτε». Δηλαδή προϋποθέτει μια άλλη συνείδηση και ένα πνεύμα αντίστασης στην κατρακύλα και διάλυση της χώρας. Η επιβίωση της χώρας, με όρθια την κοινωνία, με δημοκρατία, και με λαό συσπειρωμένο και όχι διαιρεμένο, θα οδηγήσει σε ένα νέο «Εμείς», σε ένα νέο υποκείμενο, σε ένα νέο πολιτικό ρεύμα (όχι κόμμα) που θα διαπεράσει όλους τους χώρους, από άκρη σ’ άκρη της χώρας.
Οι ποιοτικά διαφορετικές προτεραιότητες αφορούν τους βασικούς τομείς ύπαρξης μιας χώρας:
– Άλλο παραγωγικό μοντέλο με σχέδιο μιας παραγωγικής ανασυγκρότησης.
– Άλλη πολιτειακή οργάνωση και ξεπέρασμα της μεταδημοκρατίας, με προώθηση της Δημοκρατίας και συμμετοχής παντού.
– Άμυνα και προάσπιση της κυριαρχίας της χώρας απέναντι στις επιβουλές και επεκτατικές διεκδικήσεις.
– Εξωτερική πολιτική πολυδιάστατη, με φωνή και βέτο απέναντι σε ό,τι μας βλάπτει σαν χώρα και υπόσταση.
– Προστασία της εργασίας κι όχι ασυδοσία των επιχειρηματικών ομίλων και των εκβιασμών που προωθούν (εφοπλιστικοί κύκλοι που θα αλλάξουν σημαία, επιχειρηματικοί κύκλοι που θα στραφούν σε άλλες χώρες, επενδυτές που θα φύγουν κ.ο.κ.). Η αισχροκέρδεια και τα «απρόσμενα» κέρδη έχουν εκτοξευτεί, και οι ελίτ έχουν κάνει τεράστιες μπάζες μέσα στην κρίση-χρεοκοπία, μέσα στην πανδημία, και τώρα ακόμα με τις καταστροφές των πυρκαγιών κ.λπ.
– Άλλο Πολιτισμό, που να αναδεικνύει ιδιαίτερες ανάγκες των ανθρώπων, που να ενώνει και να προάγει ψυχικά.
– Προστασία της φύσης και του περιβάλλοντος.
– Υπεράσπιση της Υγείας και της Παιδείας. Χωρίς Υγεία και χωρίς Παιδεία δεν μπορεί να απαντηθεί το «υπαρξιακό πρόβλημα» της χώρας.
Συγκρίνετε τώρα τις διαχωριστικές με αυτά που μας προσφέρουν κόμματα, πολιτικό σύστημα, διανόηση, think tanks κάθε τύπου, ειδικοί και ΜΜΕ, και θα δείτε ότι υπάρχει ένα κάλεσμα, ένα βαθύ υπαρξιακό κάλεσμα, που μιλά στη συνείδησή μας και μπορεί να μας κινητοποιήσει αντί να παθητικοποιηθούμε κι άλλο. Το «υπαρξιακό πρόβλημα της Χώρας και του Τόπου» μας καλεί. Μας καλεί σε εγρήγορση και ανταπόκριση.
Μπορούμε να συμβάλλουμε σε μια άλλη πορεία του Τόπου; Μπορούμε να κινηθούμε διαφορετικά; Υπάρχουν δυνάμεις που σκέφτονται και αγωνιούν γι’ αυτά τα ζητήματα; Η απάντηση του Δρόμου είναι καταφατική. Ναι, μπορούμε. Όχι μόνο μπορούμε, αλλά είναι αναγκαίο. Είναι ώρα συσπείρωσης, συνείδησης και αντίστασης. Είναι ώρα να δούμε με σοβαρότητα το καθήκον οικοδόμησης ενός σχεδίου Εθνικής Κυριαρχίας. Ο Δρόμος, όσο το επιτρέπουν οι δυνάμεις του, είναι στρατευμένος σε αυτόν τον δρόμο.
* Βλ. μεταξύ άλλων «Εξαφάνιση της Κύπρου και Τουρκικά Στενά» (φύλλο 645), «Η σκιά του Βίλνιους, το νέο πλαίσιο ελληνοτουρκικών σχέσεων, το πολιτικό σκηνικό στη χώρα μας» (φύλλο 646) και «Να αρνηθούμε την κατρακύλα της Χάγης!» (φύλλο 647).
Φωτ.: Γιάννης Μπεχράκης / Reuters