Σκοτώστε τους όλους
Πριν από εκείνες τις μοιραίες ημέρες του Αυγούστου το 1945, η αμερικανική «Επιτροπή Στόχων» συνεδρίασε τον Μάιο του 1945 για να συζητήσει την ανάγκη εκείνες τις δύο μέρες πυρηνικού αίσχους να τις ακολουθήσουν επιθέσεις αεροσκαφών B-29 με εμπρηστικές βόμβες. «Υπάρχει καταπληκτική ευκαιρία, καθώς οι στρατιωτικές δυνάμεις του εχθρού θα έχουν πιθανώς παραλύσει από την ατομική βόμβα, ώστε θα είναι εφικτό να προκληθεί τεράστια πυρκαγιά.» Η Επιτροπή Στόχων συνέστησε 24ωρη περίοδο αναμονής πριν αμολήσει τα B-29 να αφανίσουν ό,τι ζωντανό ή υλικό είχε απομείνει μετά τη ρίψη της βόμβας. Τον Φεβρουάριο του 1945, στη Δρέσδη της Γερμανίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες –και η σύμμαχός τους Μεγάλη Βρετανία– προκάλεσαν μακελειό βομβαρδίζοντας τεράστιο αριθμό Γερμανών αμάχων και προσφύγων από την προέλαση των σοβιετικών στρατευμάτων. «Η Δρέσδη ήταν πόλη-νοσοκομείο για τραυματισμένους στρατιώτες. Δεν υπήρχε ούτε μία στρατιωτική μονάδα, ούτε μονάδα αντιαεροπορικής άμυνας. Μαζί με 600.000 πρόσφυγες από το Μπρεσλάου, η Δρέσδη είχε σχεδόν 1,2 εκατομμύρια πληθυσμό. Ο Τσόρτσιλ είχε ζητήσει προτάσεις για το πώς να εξοντωθούν οι 600.000 πρόσφυγες. Δεν τον ενδιέφεραν ως στόχο οι στρατιωτικές εγκαταστάσεις που βρίσκονταν 96 χλμ. μακριά από τη Δρέσδη.
Περισσότερες από 700.000 βόμβες φωσφόρου ρίχτηκαν στο 1,2 εκατομμύριο των ανθρώπων. Μία βόμβα ανά δύο ανθρώπους.
Η θερμοκρασία στο κέντρο της πόλης έφτασε τους 1.600 βαθμούς Κελσίου. Καταμετρήθηκαν πάνω από 260.000 πτώματα και απομεινάρια σωμάτων. Εκείνοι όμως που πέθαναν στο κέντρο της πόλης δεν άφησαν ίχνη. Περίπου 500.000 παιδιά, γυναίκες, ηλικιωμένοι, τραυματισμένοι στρατιώτες και τα ζώα στο ζωολογικό κήπο αφανίστηκαν μέσα σε μια νύχτα. Όσοι ήταν στα υπόγεια καταφύγια πέθαναν επίσης. Ο θάνατός τους όμως ήταν ανώδυνος – απλώς μετατράπηκαν σε πορτοκαλί και μπλε φως στο σκοτάδι. Με την αύξηση της θερμοκρασίας είτε αποτεφρώθηκαν είτε έλιωσαν σε ένα πηχτό υγρό – σε κάποια σημεία με βάθος περίπου 1,2 μέτρα».
Γράφοντας για το περιοδικό World War II, ο Kρίστοφερ Λιου αναφέρει ότι οι Αμερικανοί αποτέφρωσαν το Τόκιο τον Μάρτιο του 1945, με εμπρηστικούς βομβαρδισμούς, σκοτώνοντας 100.000 πολίτες.
Η αμερικανική κυβέρνηση συμμετείχε σε στρατιωτικές εκστρατείες όπως η Επιχείρηση «Λιμοκτονία» που είχε στόχο να παρεμποδίσει τον εφοδιασμό του πληθυσμού με τρόφιμα. Κάθε γιαπωνέζικη πόλη έγινε στόχος με σκληρό, φονικό και υπολογισμένο τρόπο.
Εν τούτοις, η οικία του αυτοκράτορα της Ιαπωνίας αφέθηκε άθικτη από τους Αμερικανούς στρατηγούς (με τη λογική ότι θα γινόταν χρήσιμος με το τέλος του πολέμου). «Για τρεις ώρες τα 334 B-29 εξαπέλυαν το φορτίο τους (που περιείχε και ναπάλμ) πάνω στο πυκνοκατοικημένο Τόκιο. Οι πυρκαγιές ξέσπασαν ανεξέλεγκτα μέσα σε λιγότερο από 30 λεπτά με τη βοήθεια του ανέμου που φυσούσε με ταχύτητα 45 χλμ. την ώρα. Ακόμη και το νερό στα ποτάμια έφτασε στο σημείο βρασμού. Η φωτιά ήταν τόσο έντονη που δημιούργησε κάθετα ρεύματα αέρα που στριφογύριζαν τα γιγαντιαία B-29 σαν να ήταν φτερά.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία των Ιαπώνων, 83.793 σκοτώθηκαν και 40.918 τραυματίστηκαν. Καταστράφηκαν συνολικά 265.171 κτίρια και 40 τ.χλμ. της πόλης έγιναν στάχτη. Ήταν η μεγαλύτερη καταστροφή αστικού κέντρου που προκλήθηκε από τον άνθρωπο ή τη φύση σε όλη την ιστορία». Το μακελειό στην Ιαπωνία ήταν τόσο αδυσώπητο και τόσο ύπουλα αποτελεσματικό που οι Αμερικανοί αξιωματικοί έμειναν χωρίς άλλους στόχους.
(Πρώτο μέρος του άρθρου «Χρόνια πολλά, Αμερική – 227 χρόνια πολέμου» του Tζον Στάντον που δημοσιεύτηκε στο Counterpunch, το 2003, και παραμένει εξαιρετικά επίκαιρο. Η συνέχεια στο επόμενο Περίπτερο Ιδεών, «Δρόμος» 21).