Στα όσα συμβαίνουν αυτές τις εβδομάδες στη Λατινική Αμερική, αρχής γενομένης από την εξέγερση στο Εκουαδόρ, η χιλιάνικη περίπτωση κατέχει ξεχωριστή θέση. Κι αυτό επειδή εκεί σπάει τώρα για τα καλά η σιγή νεκροταφείου που, σε αντίθεση με άλλες λατινοαμερικάνικες χώρες, κατάφερε να επιβάλει η 17χρονη δικτατορία του Πινοσέτ. Αιτία της συντριβής κάθε αίσθησης συλλογικότητας δεν ήταν μόνο η βάρβαρη καταστολή, αλλά και η ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική που επιβλήθηκε και αποδόμησε το κοινωνικό σώμα, διαλύοντας κυριολεκτικά τους θεσμούς και δεσμούς που το συγκροτούσαν. Τα πρώτα ραγίσματα στο μπετόν αρμέ του πινοσετισμού εμφανίστηκαν μόλις στα μέσα της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα: η «εξέγερση των πιγκουίνων» –δηλαδή της μαθητικής νεολαίας– ήταν η πρώτη μαζική εκδήλωση διαμαρτυρίας που, όχι τυχαία, ήρθε από την πρώτη γενιά που δεν γνώρισε τα πιο μαύρα χρόνια της χιλιάνικης ιστορίας. Εξακολουθούσε όμως να βιώνει το «οικονομικό θαύμα» του πινοσετισμού, το οποίο δεν τόλμησε να αγγίξει ούτε η κεντροαριστερή τότε πρόεδρος Μπασελέ…
Έκτοτε η μαθητική και φοιτητική νεολαία ξαναβγήκε πολλές φορές στους δρόμους, δίχως όμως να καταφέρει να προσελκύσει στον αγώνα τις μεγαλύτερες ηλικίες. Γι’ αυτό είναι σπουδαίος ο τωρινός ξεσηκωμός, άσχετα από το τι και πόσα θα πετύχει τελικά: επειδή για πρώτη φορά έσπασε ο φόβος (ή και ο ατομικίστικος κυνισμός) των μεγαλύτερων ηλικιών, που είχαν «αναδιαπαιδαγωγηθεί» από τον Πινοσέτ και τους επιγόνους του. Η συμμετοχή πλατιών λαϊκών μαζών στις διαδηλώσεις υπόσχεται μακροπρόθεσμα ακόμη πιο σημαντικές εξελίξεις. Εάν βέβαια ξεπεραστεί ένας βασικός ανασταλτικός παράγοντας, που ταλανίζει τα κατά βάση αυθόρμητα κινήματα και σε πολλές ακόμη χώρες πέραν της Χιλής: η αδυναμία τους να βρουν κεντρική πολιτική έκφραση. Από εκεί πηγάζει και η ως τώρα δυνατότητα των καθεστωτικών-συστημικών δυνάμεων να επιβιώνουν, αφού βέβαια συνήθως εξαναγκαστούν σε σημαντικές υποχωρήσεις, ή να εκτρέπουν τους πόθους βαθύτερων αλλαγών στην κοίτη του κάθε φορά «μικρότερου κακού» (το ρόλο αυτό συνήθως εξυπηρετούν οι κάθε λογής κεντροαριστερές…).
Μερικά συμπεράσματα
Με αυτήν την έννοια, θα ήταν πρόωρο να πανηγυρίζει κανείς φαντασιώνοντας μια νέα νικηφόρα εφόρμηση των λαών. Σίγουρα το «πεζοδρόμιο» στη Χιλή ή το Εκουαδόρ, όπως και οι κάλπες στην Αργεντινή ή τη Βολιβία, ορθώνουν εμπόδια στα σχέδια των ελίτ. Αλλά δεν βρισκόμαστε μπροστά σε ένα λαϊκό κύμα όπως αυτό που είχε αλλάξει το χρώμα της υποηπείρου στις αρχές του αιώνα μας. Εξάλλου ήταν ακριβώς η σταδιακή συμμόρφωση πολλών κεντροαριστερών κυβερνήσεων στην «ορθοδοξία» που απαιτούσε η Ουάσιγκτον και οι λεγόμενες αγορές η οποία έστρωσε τον δρόμο για την επιστροφή συντηρητικών καθεστώτων. Υπόμνηση αυτής της πραγματικότητας αποτελούν οι εκλογές της περασμένης Κυριακής στην Ουρουγουάη, όπου το κυβερνών κεντροαριστερό Πλατύ Μέτωπο, έχοντας σιγά-σιγά στραφεί σε πολιτικές καταστολής και λιτότητας, υπέστη σοβαρότατες απώλειες.
Παρ’ όλα αυτά, ένα γενικότερο συμπέρασμα βοά: τα υποτιθέμενα οικονομικά θαύματα του νεοφιλελευθερισμού αποδεικνύονται κάθε φορά οδυνηρές φούσκες, οι γκουρού των αγορών τσαρλατάνοι, και οι φιλοδυτικοί πολιτικοί υπάλληλοί τους απονομιμοποιημένοι. Βέβαια αυτά δεν οδηγούν «νομοτελειακά» σε ανατροπές και επαναστάσεις, πόσο μάλλον σαν αυτές που γνωρίσαμε τον προηγούμενο αιώνα. Τα κινήματα που γεννά η νέα πραγματικότητα είναι διαφορετικά, βάζουν τους δικούς τους κανόνες, αλλά και περιορίζονται από τις συχνά επιτυχείς απόπειρες των παγκοσμιοποιητικών ελίτ να αλλάξουν αυτή καθαυτή την πεμπτουσία των κοινωνιών και τις έννοιες της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, ενώ πολλές φορές πνίγονται από την αδυναμία τους να διαμορφώσουν νέες εναλλακτικές. Υπάρχει πάντως και κάτι που δεν αλλάζει: η κατανόηση της πραγματικότητας αποτελεί όρο για την αλλαγή της. Αυτή τη διαπίστωση φαίνεται ότι την ξανακατακτούν αρκετοί στη Λατινική Αμερική.
Τα γεγονότα τρέχουν
Πριν μία εβδομάδα επισημαίναμε ότι μια σειρά λαϊκές εξεγέρσεις και εκλογικές αποτυχίες της φιλοδυτικής Δεξιάς θαμπώνουν την εικόνα ολοκληρωτικής επικράτησης της φιλοδυτικής και συντηρητικής παλινόρθωσης στη λατινοαμερικάνικη υποήπειρο. Όσα μεσολάβησαν έκτοτε επιβεβαιώνουν αυτήν την αίσθηση:
► Χιλή: Το καθεστώς Πινιέρα έπνιξε στο αίμα τις πρώτες κινητοποιήσεις: δεκάδες νεκροί, εκατοντάδες τραυματίες, 7.000 συλληφθέντες… Καθώς όμως το κύμα οργής αντί να υποχωρήσει φούσκωσε κι άλλο, υποχρεώθηκε να κάνει στροφή 180 μοιρών και να παραχωρήσει ένα μεγάλο πακέτο φιλολαϊκών μέτρων. Ούτε αυτό στάθηκε ικανό να αδειάσει τους δρόμους, οπότε ο Πινιέρα υποχρεώθηκε τη Δευτέρα να διώξει και 8 υπουργούς του, που υποστήριζαν τη συντριβή των διαδηλωτών από το στρατό. Μεταξύ αυτών ο μισητός υπουργός Εσωτερικών Αντρές Τσάντγουικ και ο τραπεζίτης υπουργός Οικονομικών Φελίπε Λαρέν.
► Αργεντινή: Ο κεντροαριστερός Αλμπέρτο Φερνάντεζ επικράτησε από τον πρώτο γύρο επί του απερχόμενου δεξιού προέδρου Μαουρίσιο Μάκρι. Ο Φερνάντεζ απέσπασε 48,1% έναντι 40,4% που πήρε ο Μάκρι, ο οποίος πάντως κατάφερε να εκμεταλλευθεί την πόλωση και να συσπειρώσει τους συντηρητικούς ψηφοφόρους εις βάρος των υπόλοιπων δεξιών και κεντροδεξιών υποψηφίων. Σε κάθε περίπτωση, η νίκη του Φερνάντεζ προκαλεί αναταραχή, αφού είναι άγνωστη ακόμη η στάση που θα κρατήσει έναντι της νέας εισβολής του ΔΝΤ στην Αργεντινή – ένα από τα κράτη με μεγάλο ειδικό βάρος στη Λατινική Αμερική.
► Βολιβία: Ολοκληρώθηκε η καταμέτρηση σε μια χώρα σημαντική σε συμβολικό επίπεδο. Το δίδυμο Μοράλες-Λινέρα επανεκλέχθηκε για τέταρτη συνεχή θητεία από τον πρώτο γύρο, ξεπερνώντας τα όρια του εκλογικού νόμου (ποσοστό 45% και διαφορά άνω του 10% από τον δεύτερο υποψήφιο). Συγκεκριμένα έλαβε 47,1%, ενώ ο κεντροδεξιός Κάρλος Μέσα περιορίστηκε στο 36,5%. Παρ’ όλα αυτά η αντιπολίτευση, οι ΗΠΑ και άλλες δυτικές χώρες δεν αναγνωρίζουν το αποτέλεσμα, δείχνοντας ότι θα δοκιμάσουν και στη Βολιβία έναν «πόλεμο χαμηλής έντασης» βενεζουελάνικου τύπου.