της Μαρίνας Στοφόρου*
Γεννιέσαι. Αμέσως μεταφέρεσαι στον πρωτογενή φορέα κοινωνικοποίησης, την οικογένεια. Εκεί μαθαίνεις βασικές αρχές οι οποίες θα σου φανούν χρήσιμες στο επόμενο βήμα σου, στην προαγωγή σου στον πρώτο και καλύτερο των δευτερογενών φορέων κοινωνικοποίησης, το σχολείο.
Εκεί μαθαίνεις πώς να είσαι σωστός στρατιώτης της κοινωνίας στην οποία μετά από 12 χρόνια θα βγεις. Διδάσκεσαι πράγματα με δοσομετρητή, όσο χρειάζεται για να νομίζεις ότι έχεις λόγο σε όσα θα σου συμβαίνουν ενώ δεν θα έχεις. Φτιάχνεις τον χαρακτήρα σου.
Έχει πολλούς ρόλους το κουκλοθέατρο που ονομάζεται σχολείο. Μπορείς να είσαι δημοφιλής, «λόουνερ», «ο αστείος», «ο περίεργος» και πολλά άλλα.
Κάνεις τις πρώτες σου παρέες, και αν όχι σε στοχοποιούν που δεν το έκανες, χωρίς να βλέπουν ότι στην πραγματικότητα αυτοί είναι που δεν σου έδωσαν καμία ευκαιρία.
Φτάνεις στα τελευταία χρόνια της παραμονής σου στο εκτροφείο. Εκεί σε πείθουν ότι το εισιτήριο για την τέλεια ζωή είναι το διάβασμα. Όχι το καλό, το παραγωγικό, μην μπερδεύεστε.
Το διάβασμα για το οποίο μιλάμε περιλαμβάνει τεράστιο όγκο ύλης, πολύ πασάλειμμα και παπαγαλία. Αν δεν τα καταφέρεις είσαι χαζός και αν τα καταφέρεις καλά είσαι φλώρος.
Στον ίδιο κουβά καταλήγουμε όλοι όμως, έτσι δεν είναι;
Παιδιά 17 και 18 χρονών με όλη τη ζωή μπροστά τους καλούνται να επιλέξουν το επάγγελμα που θεωρητικά θα τους συνοδεύει για όλη τους τη ζωή:
«Γιάννη τι θα κάνεις με την ζωή σου αγόρι μου; Αν περνούσες Νομική, όπως εγώ, τώρα δεν θα είχες να αγχώνεσαι για τίποτα, αλλά… είσαι και λίγο χαζός, δεν νομίζω να τα κατάφερνες έτσι κι αλλιώς.»
Δεν είναι αστείο πως η έξυπνη Γεωργία του παραπάνω διαλόγου είναι σήμερα άνεργη και ο χαζός Γιάννης διδάσκει σε ξακουστά πανεπιστήμια του εξωτερικού; Αλλά φυσικά, όταν η κοινωνία σε έχει κάνει να πιστέψεις ότι η εξυπνάδα ενός ανθρώπου κρίνεται από μια εξέταση τότε είναι που είσαι πραγματικά πιο χαζός από ποτέ.
Τι έγινε; Σου ακούγεται μουντό και άσχημο όλο αυτό; Δυστυχώς αυτό είναι. Η ζωή του κάθε ανθρώπου είναι προσχεδιασμένη εκτός κι αν αυτός κάνει κάτι να την αλλάξει και να της δώσει χρώμα. Αυτό είναι που μας κάνει να διαφέρουμε από τα ρομπότ. Έχουμε τη δυνατότητα να ξυπνήσουμε και να γίνουμε κύριοι του εαυτού μας.
*Η Μαρίνα Στοφόρου, είναι πρωτοετής φοιτήτρια στο Τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας του ΕΚΠΑ