της Μαρίας Καδόγλου
Όπως έχει ήδη αναλυθεί, το νομικό πρόβλημα της «Ελληνικός Χρυσός» και ο λόγος που τα έργα δεν προχωράνε σύμφωνα με τους σχεδιασμούς της εταιρείας είναι η αδυναμία (πιθανότατα σκόπιμη) υλοποίησης της Φάσης ΙΙΙ της «επένδυσης» που περιλαμβάνει τη μεταλλουργία χαλκού-χρυσού με τη μέθοδο της ακαριαίας τήξης (flash smelting). Αν επιχειρηθεί η εφαρμογή της μεθόδου, δημιουργούνται σοβαρά ζητήματα δημόσιας υγείας, λόγω της έκλυσης μεγάλων ποσοτήτων αερίου αρσενικού. Αν δεν εφαρμοστεί η μέθοδος, πάει περίπατο το δημόσιο όφελος και παραβιάζεται η σύμβαση. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα.
Το νομικό αδιέξοδο που δημιούργησε η απόφαση απόρριψης της τεχνικής μελέτης μεταλλουργίας (απόφαση Σκουρλέτη) έχουν κληθεί να λύσουν δύο διαφορετικά δικαστήρια. Το πρώτο είναι το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) στο οποίο έχει προσφύγει η εταιρεία, που είναι το αποκλειστικά αρμόδιο δικαστήριο για να κρίνει τη νομιμότητα διοικητικών πράξεων. Όμως το ΣτΕ, που είναι γνωστό ότι όταν θέλει μπορεί να βγάλει αποφάσεις μέσα σε 2-3 μήνες, έκανε 15 ολόκληρους μήνες να προσδιορίσει ημερομηνία εκδίκασης για τη συγκεκριμένη προσφυγή (21 Μαρτίου) και τελικά ανέβαλε για τις 5 Δεκεμβρίου 2018. Αποφεύγει να δικάσει την υπόθεση της μεταλλουργίας το (ιδιαίτερα φιλικό προς την εταιρεία) ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο, διότι δεν μπορεί να πάρει απόφαση υπέρ της εταιρείας – η απόφαση Σκουρλέτη είναι στέρεα τεκμηριωμένη νομικά και τεχνικά και δεν μπορεί να ακυρωθεί.
Αν ο υπουργός Σταθάκης ήθελε να κινηθεί αποκλειστικά με βάση τη νομιμότητα, δεν είχε παρά να περιμένει την απόφαση του ΣτΕ για την τεχνική μελέτη μεταλλουργίας της «Ελληνικός Χρυσός». Είναι φανερό ότι «αποστολή» του διαιτητικού δικαστηρίου, που προσέφυγε η κυβέρνηση, είναι η υλοποίηση της πολιτικής απόφασης συνέχισης της «επένδυσης». Με τη μεθόδευση αυτή συμφωνεί και το ΣτΕ το οποίο, για ένα θέμα αποκλειστικά δικής του αρμοδιότητας, έχει ουσιαστικά υποχωρήσει για να περιμένει την απόφαση αυτού του υποδεέστερου «ιδιωτικού» δικαστηρίου συμβιβασμών. Για άλλη μία φορά, νομοθετική και δικαστική εξουσία συνεργάζονται άψογα για την προώθηση ενός ιδιωτικού συμφέροντος
Έτσι την υπόθεση θα κρίνει το δεύτερο «δικαστήριο», το τριμελές διαιτητικό πάνελ που συστήθηκε με πρωτοβουλία του υπουργού κ. Σταθάκη, η απόφαση του οποίου αναμένεται μέχρι τις 6 Απριλίου (Μεγάλη Παρασκευή). Ουσιαστικά η τελική απόφαση είναι στα χέρια του επιδιαιτητή κ. Κων. Μενουδάκου, πρώην προέδρου του ΣτΕ. Με τι κριτήρια θα ληφθεί αυτή η απόφαση; Αποκλειστικά νομικά; Τότε δεν μπορεί να διαφέρει από την, προβλεπόμενα αρνητική για την εταιρεία, κρίση του ΣτΕ. Τεχνικά; Θα αποτολμήσουν οι δικαστές να μπούνε «στα βαθιά» και να εκφέρουν άποψη για ένα σύνθετο τεχνικό θέμα που είναι εκτός όχι μόνο των αρμοδιοτήτων αλλά και των δυνατοτήτων κατανόησής τους; Για το επίμαχο ζήτημα της μεταλλουργίας, το ίδιο το ΣτΕ έχει ήδη πέσει δύο φορές στην παγίδα της παραπληροφόρησης της «Ελληνικός Χρυσός» (πρόθυμα βέβαια) και έχει «βαφτίσει» μια καθαρά πειραματική και τελικά μη εφαρμόσιμη μέθοδο «state of the art» (υπερσύγχρονη).
Αν ο υπουργός ήθελε να κινηθεί αποκλειστικά με βάση τη νομιμότητα, δεν είχε παρά να περιμένει την απόφαση του ΣτΕ. Είναι φανερό ότι «αποστολή» του διαιτητικού δικαστηρίου είναι η υλοποίηση της πολιτικής απόφασης συνέχισης της «επένδυσης». Με τη μεθόδευση αυτή συμφωνεί και το ΣτΕ το οποίο, για ένα θέμα αποκλειστικά δικής του αρμοδιότητας, έχει ουσιαστικά υποχωρήσει για να περιμένει την απόφαση αυτού του υποδεέστερου «ιδιωτικού» δικαστηρίου συμβιβασμών. Για άλλη μία φορά, νομοθετική και δικαστική εξουσία συνεργάζονται άψογα για την προώθηση ενός ιδιωτικού συμφέροντος.