Του Μάρκου Δεληγιάννη

 

Ζήσαμε μαζί το φρικτό ναυάγιο λεπτό προς λεπτό, σκαρφαλωμένοι στους αιχμηρούς βράχους του έρημου νησιού, εκεί που το κύμα μας ξέβρασε. Είδαμε έντρομοι, τη μανιασμένη θάλασσα, στα παγωμένα βάθη της το πλοίο, να θάβει. Ξαγρυπνήσαμε μόνοι, χωρίς ναυαγοσώστης κανένας, την αγωνία της κραυγής μας ν’ αφουγκράζεται. Περιμέναμε να ξημερώσει, τα υπολείμματα του ναυαγίου να συλλέξουμε κι αναρωτιόμαστε με θλίψη, πως έσβησαν έτσι ξαφνικά οι αμέτρητες πυρκαγιές, που τη νιότη μας πυρπόλησαν; Χάθηκαν οι αποσκευές μας. Τις κατάπιε του ναυάγιου η ρουφήχτρα. Τα όνειρα που με τόση λαχτάρα, με τόσο πόθο καλλιεργούσαμε, βούλιαξαν κι αυτά. Η καινούργια αυγή, που κάποιοι μας υποσχέθηκαν δεν φαίνεται να χαράζει. Τώρα στης θυμωμένης θάλασσας την επιφάνεια, κλυδωνίζονται θλιβερά υπολείμματα ενός σκάφους που κτίσαμε, πριν εβδομήντα τόσα χρόνια, για να μπαρκάρει η ατέλειωτη νεότητα της επανάστασης.

«Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει. Όμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα». Το σάλπισμα του ποιητή Αναγνωστάκη πολλοί τ’ άκουσαν κι αμέσως ανασκουμπώθηκαν στη δουλειά. Ξεθάψανε τις καταχωνιασμένες λέξεις. Κατεβήκανε στις ακρογιαλιές, εκεί που έκαναν έρωτα όταν ήσαν έφηβοι, και τις έπλυναν με φρέσκο θαλασσινό νερό. Ύστερα αναστήσανε το ξεχασμένο καρνάγιο κι εκεί χτίσανε «ένα καράβι καινούργιο ολοκαίνουργιο» και «Ενότητα» το βαφτίσανε. Το ρίξανε στη θάλασσα. Το πλήρωμα μοναδικό, αναθρεμμένο με της αλμύρας την αψάδα. Ένα πείραμα πρωτόγνωρο. Ένα τσούρμο πολυσυλλεκτικό το μπάρκο θα ταξιδέψει. Ναύτες πεπειραμένοι, γνωρίζουνε καλά της θάλασσας τα καπρίτσια. Ο καπετάνιος αψήφησε των μετεωρολογικών δελτίων τις προειδοποιήσεις, εγκατέλειψε τις πολύβουες ακτές κι ανοίχτηκε στου πελάγου την αβέβαιη μοναξιά. Σύντροφοι, πρώτη φορά κινητοποιούνται και συσπειρώνονται πολίτες απ’ όλο το πολιτικό φάσμα της Αριστεράς. Τώρα τα μάτια όλων σε τούτο το εγχείρημα είναι καρφωμένα. Η Αριστερά και πάλι πρωταγωνιστής. Οι απλοί άνθρωποι της Ευρώπης προσμένουν το νικητήριο σάλπισμα να ηχήσει απ’ της Αθήνας την πανάρχαια Ακρόπολη. Η θάλασσα, το ταξίδι, κινδύνους, εκπλήξεις επιφυλάσσουν. Και να τώρα που βρέθηκε το μπάρκο σ’ ένα σκοτεινό θαλασσινό σταυροδρόμι. Κι ήρθε η ώρα που μια απόφαση έπρεπε να παρθεί, το σκάφος να μη βουλιάξει, να μη χαθεί κι αυτό τ’ όνειρο μέσα στο δάσος των αναίτιων κραυγών. Σύντροφε, μην ξεχνάς πως σε τούτο το βαπόρι δεν υπάρχει μόνο πλήρωμα. Υπάρχουν και οι επιβάτες. Όλοι εμείς. Το σύνολο του λαού αυτής εδώ της χωράς. Ως πότε θα γράφουμε τραγούδια πικρά για ήττες; Καιρός μια νίκη να χαρούμε. Δεν ωφελεί σε τίποτα τους ψεύτικους χάρτες ν’ αναθεματίζουμε, ούτε των άστρων τα θολά μηνύματα, ούτε των δελτίων του καιρού τις λανθασμένες προγνώσεις. Όταν, φίλοι μου, ο καπετάνιος βρεθεί στο μάτι του κυκλώνα, αντιμέτωπος με της φύσης τα θεριά, θα πρέπει με καθάριο μυαλό απόφαση σωστή να πάρει. Των Σειρήνων τα τραγούδια ποτέ δεν οδηγούν το σκάφος στον προορισμό του. Ο καπετάνιος γνωρίζει του μπάρκου τις αντοχές και τις ιδιομορφίες. Αν όμως, κάποιος άλλος, έχει στο μυαλό του μιαν άλλη ρότα να προτείνει, ευθύς στο χάρτη να τη χαράξει, ακολουθώντας όλους τους κανόνες της Ναυσιπλοΐας. Οι όψιμες επαναστατικές κραυγές τούτη τη στιγμή την κρίσιμη βοήθεια καμιά δεν προσφέρουν. Οι ανταρσίες, καταμεσής του πελάγου, έχουν ολέθρια αποτελέσματα. Καθήκον, το πλοίο με ασφάλεια στο λιμάνι να φτάσει.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!