«…Και να η εξουσία της δημοκρατίας, σιδερόφραχτη, με τα ρόπαλα του δημοκρατικού νόμου στα χέρια. Υπερασπιστές της ελευθερίας ενός φιλελεύθερου κράτους. Ετοιμάζονται να υπερασπιστούν τον νόμο και την τάξη. Προειδοποιούν: “Ως εδώ. Από δω και πέρα θα μαζεύετε τα κόκαλά σας. Άλλωστε αυτά σας έχουν απομείνει, αν δε τα χρειάζεστε προχωρήστε”…»
Κρατάω στα χέρια μου και διαβάζω το «Παραλήρημα» του Γιώργου Κωνσταντίνου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Υδροπλάνο» και εκπλήσσομαι με τη ματιά του στη σημερινή Ελλάδα και τον κόσμο.
Ο μεγάλος μας ηθοποιός, αλλά και σκηνοθέτης, συγγραφέας και σεναριογράφος, αν και δεν έχουμε συναντηθεί είναι ένα πρόσωπο οικείο για μένα. Το έχει θελήσει η δουλειά μου τα τελευταία χρόνια να κάνω ιστορικούς περιπάτους στην Πλάκα σε σχεδόν καθημερινή βάση και να σταματάω πάντα μπροστά στο «σπίτι του Αντωνάκη» της οδού Τριπόδων. Διαπιστώνω πάντα, πως σχεδόν εξήντα χρόνια μετά, η ταινία του Γιώργου Τζαβέλλα εξακολουθεί αν έχει φανατικό κοινό.
Δεν είναι φυσικά η μόνη ταινία με τον Γιώργο Κωνσταντίνου που έχει μείνει χαραγμένη στη μνήμη μας.
«Ξύπνα Βασίλη», «Γάμος αλά ελληνικά», «Χτυποκάρδια στο θρανίο», «Καλώς ήρθε το δολάριο» και τόσα άλλα. Και δυο τηλεοπτικές σειρές που άφησαν εποχή, το «Έτσι είναι η ζωή» και «Άσε τον κόσμο να γελάσει» με συγγραφέα, σκηνοθέτη, πρωταγωνιστή, τον ίδιο.
Και φυσικά δεν έχει αφήσει στιγμή το θεατρικό σανίδι μέχρι και σήμερα, στα 89 του χρόνια!
Κι έρχεται τώρα με αυτό το «παράξενο» βιβλίο, να μας δείξει πως διατηρεί και σήμερα μια οξυδερκέστατη σκέψη, μια ματιά στα όσα συμβαίνουν που για τους περισσότερους δεν είναι καθόλου μα καθόλου φανερά. «…πιο πολύ γράφω γιατί έχω ανάγκη να γράψω, με αποτέλεσμα να γράφω για τον εαυτό μου, μια και δεν κυνηγάω να τα παρουσιάσω, δε θα το έκανα ποτέ. Όπως ποτέ στα χρόνια που θα έρθουν, δεν θα σταματήσω να γράφω…»
Σκάβει κάτω από την απατηλή επιφάνεια. Ο ήρωάς του, ένας συγγραφέας ου όπως αφηγείται έχει πέσει σε παραλήρημα, κινείται μέσα στην πόλη και συναντά ανθρώπους για να μοιραστεί αυτά που ξεχειλίζουν από μέσα του, αλλά και για να τους ακούσει. Να μοιραστεί μαζί τους σκέψεις και συναισθήματα. Έναν άστεγο, έναν μοναχό, μια πόρνη, ένα παλιό φίλο, έναν άγνωστο στο μπαρ που ξενυχτά, ένα ζευγάρι που χωρίζει σε δωμάτιο φτηνού ξενοδοχείου…
Και σκέφτεται ασταμάτητα. Αμφιβάλλει για όλους και για όλα. Και για τον ίδιο του τον εαυτό. Και για τα συναισθήματα που χάνονται:
«…πολλές φορές αναρωτιέμαι. Μήπως αλλάξαμε πλανήτη και μπήκαμε σε έναν άγνωστο, αδιάφορο κόσμο, εκεί όπου κυριαρχεί η αναισθησία και η αναλγησία;
Όταν διαβάζω στις παλιές περγαμηνές της ιστορίας, ότι κάποτε οι άνθρωποι πέθαιναν από έρωτα, κλαίγανε επάνω από ένα μαραμένο λουλούδι, έδιναν τέλος στη ζωή τους όπως ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα, ο Μιμίκος και η Μαίρη και ένα σωρό άλλοι, δε γελάω. Μπορώ να πω ότι απελπίζομαι…»
Δεν διστάζει να θέσει το δάκτυλο επί τον τύπον των ήλων και να μιλήσει για τη Δικαιοσύνη που «έχει πια μετακομίσει απ’ τη χώρα τούτη, τώρα και καιρό». Για πολιτικούς με «κρεμασμένη τη συνείδηση στη γκαρνταρόμπα της βουλής». Να επαναλάβει τη φράση του Μπρεχτ: «Αυτός που δεν ξέρει την αλήθεια είναι άσχετος, όμως αυτός που ξέρει την αλήθεια και τη διαψεύδει είναι κάθαρμα».
Για την κοινωνία που «ξέρει, βλέπει, ακούει, μαθαίνει, αλλά σφυρίζει αδιάφορη».
Δεν λείπει η αυτοκριτική, που συχνά γίνεται και αυτομαστίγωμα: «Όταν ο ίδιος ζεις στην Κόλαση, σ’ αυτήν που δημιούργησες στη Γη, δε νομίζω ότι σε περιμένει κάποια άλλη στους Ουρανούς».
Κυρίως όμως στο στόχαστρό του είναι η εξουσία, που «έχει στήσει τσιμεντένια κάστρα, για αν είναι απυρόβλητη, ενώ σκορπάει τον χαμό μέσα από τον φόβο, τον δισταγμό, την αμφιβολία, τη δυσπιστία, τον εφησυχασμό, τη νωχέλεια του καναπέ, την υπόσχεση ενός καλύτερου αύριο, ένα αύριο που δε θα έρθει ποτέ»…
Όσο για τα ΜΜΕ: «Στο σπίτι μου δεν έχω τηλεόραση. Την πέταξα στον φωταγωγό, την τελευταία φορά που είδα να αναφέρεται στην άδικη δολοφονία μιας νέας κοπέλας. Προτίμησα να πετάξω αυτήν, από το να ρίξω τον εαυτό μου στο κενό»…
Προς το τέλος του βιβλίου ο ήρωας βρίσκεται σε μια πορεία συνταξιούχων που δέχεται επίθεση. Ο ίδιος, μετά από ένα χτύπημα με κλομπ στο κεφάλι βρίσκεται στο νοσοκομείο. Κι όταν συνέρχεται είναι σαν να βρίσκει έναν λόγο, ένα φως για να αφηγηθεί τα όσα συνέβησαν μέχρι να φτάσει εκεί.
Κι έτσι βρισκόμαστε στην αρχή του βιβλίου καθώς ο κύκλος κλείνει…
***
Ένα βιβλίο που θα μας κάνει σκεφτούμε πολλά και μάλιστα μέσα στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα των επερχόμενων εκλογών…