των Δημήτρη Βασιλάκη και Μανόλη Μούστου
Το σκάνδαλο Novartis φαίνεται ότι κλείνει σιγά-σιγά τον επικοινωνιακό του κύκλο. Για πολλοστή φορά γίναμε μάρτυρες μιας κλασικής πλέον διαμάχης της Βουλής με λασπολογίες, ύβρεις, μηνύσεις εκατέρωθεν, βαλίτσες που πηγαινοέρχονται και την κοινωνία σε ρόλο τηλεθεατή. Την ίδια ώρα, ούτε λόγος για να οδηγηθεί στη Δικαιοσύνη η Novartis, η οποία στο κάτω-κάτω της γραφής ήταν αυτή που χρημάτιζε πολιτικούς για να ρυθμίζει τις τιμές των φαρμάκων.
Το σκάνδαλο δεν βγήκε στην επιφάνεια από έλεγχο που πραγματοποίησε κάποιος εγχώριος φορέας (Κυβέρνηση, δημόσια αρχή, Επιτροπή Ανταγωνισμού, ΕΟΦ κ.λπ.). Η αποκάλυψη έγινε από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ και προφανώς δεν στόχευε στο να μπουν φραγμοί στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση ή κανόνες στην ελεύθερη αγορά. Η Ελλάδα είναι μεταξύ των τριών ευρωπαϊκών χωρών όπου οι τιμές των φαρμάκων διαμορφώνουν τον πανευρωπαϊκό μέσο όρο και οι δραστηριότητες κερδοφορίας της Novartis είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία τιμών που την ωφελούν. Συνεπώς, πρόκειται για μια παγκόσμια αντιπαράθεση μονοπωλιακών κολοσσών και όχι για μία κίνηση που στοχεύει στην «προστασία των ασθενών».
Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι το πολιτικό σύστημα της χώρας φαίνεται να ενδιαφέρεται για την επιβίωσή του, αδιαφορώντας για το μεγάλο, πραγματικό και διαχρονικό σκάνδαλο, την παγκόσμια φαρμακοβιομηχανία που φαίνεται να κρατά, με αθέμιτους τρόπους, στα χέρια της το αγαθό της υγείας της ανθρωπότητας.
Οι «αθέμιτες» πρακτικές των φαρμακοβιομηχανιών, εδώ και χρόνια, είναι γνωστές σε όλους. Πρόκειται για πρακτικές απόλυτα νομιμοποιημένες κι ας πέφτουν κάποιοι τώρα από τα σύννεφα. Μία βόλτα από ένα ιατρικό συνέδριο που πραγματοποιείται σε ένα υπερπολυτελές ξενοδοχείο μπορεί να δώσει μία μικρή ενδεικτική γεύση και στον πλέον άσχετο. Μόνο η Bayer δαπάνησε σε έναν χρόνο 2,4 εκατ. ευρώ για λόμπινγκ (κοινώς λάδωμα) στις Βρυξέλλες. Τώρα πια, όλες σχεδόν οι φαρμακοβιομηχανίες έχουν συρθεί στα δικαστήρια ύστερα από καταγγελίες, ενώ συχνά τους επιβάλλονται τεράστια πρόστιμα. Πράγμα που καθόλου δεν σκοτίζει αυτές τις μεγα-εταιρείες, αφού ακόμα και τα πρόστιμα εντάσσονται στον ετήσιο προϋπολογισμό τους.
Η αντίφαση στη χώρα μας είναι εξοργιστική. Από τη μια είναι το δημόσιο σύστημα Υγείας που έχει καταρρεύσει προ πολλού, τα νοσοκομεία που κρατιούνται από την προσπάθεια όσων φιλότιμων εργαζομένων έχουν απομείνει και ο απλός κόσμος που βιώνει μία οκταετή, πλέον, ανθρωπιστική κρίση σαν αποτέλεσμα των μνημονίων. Από την άλλη είναι ένας άθλιος μηχανισμός μίζας και διαφθοράς, στα πρότυπα των μεγάλων δυτικών χωρών. Συνέδρια σε ξενοδοχεία πέντε αστέρων, πανάκριβα πούρα, σπορ αμάξια, εξωτικά ταξίδια και κάθε λογής λάδωμα που δεν μπορεί να χωρέσει η φαντασία ενός απλού ανθρώπου. Ας ρίξουν οι υπομονετικοί μία ματιά στην επιστολή του «Κουκουλοφόρου Μάρτυρα Β’» που δημοσιεύτηκε προ ημερών, για να χάσουν πάσα ιδέα.
Την ίδια ώρα κυριαρχεί σιωπή για μία κίνηση ζωτικής σημασίας τόσο για την υγεία του πληθυσμού, όσο και για την οικονομία της χώρας που θα έβαζε ένα τέλος στις υπόγειες πρακτικές των φαρμακευτικών. Η δημιουργία εθνικής φαρμακοβιομηχανίας, που θα λειτουργούσε με διαφάνεια και αξιοπιστία και θα παρήγαγε γενόσημα φάρμακα για όλον τον πληθυσμό που τα έχει ανάγκη και θα πραγματοποιούσε καινοτόμες έρευνες με κέντρο τις υγειονομικές ανάγκες της χώρας και όχι της παγκόσμιας κερδοφορίας.
Η δημιουργία εθνικής φαρμακοβιομηχανίας δεν είναι μια ουτοπία. Έχει βρει εφαρμογή σε πολύ φτωχές χώρες, όπως η Κούβα, οι οποίες χάρη σε αυτήν καταφέρνουν να κρατάνε τους δείκτες υγείας τους σε επίπεδα καλύτερα από χώρες με οικονομίες κολοσσούς. Ακόμα και στην Ελλάδα ο Ελληνικός Στρατός, χωρίς προσπάθεια και με τις μικρές υποδομές του, μπορεί να παράγει, βασικά φάρμακα με μικρό κόστος. Η ίδια θέση ήταν αίτημα και σχέδιο εξόδου από την ανθρωπιστική κρίση της σημερινής κυβέρνησης, πριν πάρει το τιμόνι της χώρας και την ξεχάσει τελείως καθώς η υλοποίησή της απαιτεί μια μεγάλη σύγκρουση με πυλώνες του δυτικού καπιταλισμού.
Η πιο επικίνδυνη, όμως, πρακτική των φαρμακοβιομηχανιών είναι η, πέραν κάθε δεοντολογίας, χειραγώγηση της επιστημονικής κοινότητας. Το κυρίαρχο νεοφιλελεύθερο πρόταγμα επιβάλει την απόσυρση του δημόσιου τομέα από την έρευνα με αποτέλεσμα οι μεγάλες εταιρείες να αναγορεύονται σε βασικούς κρατικούς χρηματοδότες, «ιδιωτικοποιώντας» την επιστημονική δραστηριότητα
Το κέρδος ως ρυθμιστής της υγείας του παγκόσμιου πληθυσμού
Τα φάρμακα και οι παγκόσμιες κατευθυντήριες οδηγίες της πρόληψης και της θεραπείας του πληθυσμού της γης, φαίνεται να παράγονται με τη χορηγία μεγάλων φαρμακευτικών κολοσσών με αποκλειστικό κριτήριο το κέρδος. Ασθένειες που αφορούν τον υποανάπτυκτο κόσμο μπορεί να βρίσκονται εκτός ερευνητικών προσπαθειών (π.χ. Έμπολα) και άνθρωποι μπορεί να στερούνται τη φαρμακευτική αγωγή που θα τους εξασφάλιζε την επιβίωσή τους, εξαιτίας της άπιαστης τιμής ενός σκευάσματος. Όταν, μάλιστα, κάποιες χώρες στον βωμό της σωτηρίας κάποιων φτωχών συνανθρώπων μας κατάφεραν να παράξουν γενόσημα φάρμακα, ώστε να είναι προσβάσιμα σε όλον τον ανθρώπινο πληθυσμό, οι ίδιες εταιρείες που πρωταγωνιστούν σήμερα σε σκάνδαλα λαδώματος και μιζών, έσυραν στα δικαστήρια ολόκληρα κράτη που τόλμησαν να παραβούν τους κανόνες της ευρεσιτεχνίας προς όφελος της ανθρώπινης υγείας (υπόθεση Novartis, Glivec, Ινδία).
Επιστήμη στην υπηρεσία του φαρμακευτικού λόμπι
Η πιο επικίνδυνη, όμως, πρακτική των φαρμακοβιομηχανιών είναι η, πέραν κάθε δεοντολογίας, χειραγώγηση της επιστημονικής κοινότητας. Το κυρίαρχο νεοφιλελεύθερο πρόταγμα επιβάλει την απόσυρση του δημόσιου τομέα από την έρευνα με αποτέλεσμα οι μεγάλες εταιρείες να αναγορεύονται σε βασικούς κρατικούς χρηματοδότες, «ιδιωτικοποιώντας» την επιστημονική δραστηριότητα. Εξαγορασμένες δημοσιεύσεις, επιθεωρήσεις καθ’ υπόδειξη του χρηματοδότη και επιστημονικά περιοδικά που γράφονται εξολοκλήρου από εταιρείες είναι μερικά μόνο παραδείγματα της υποταγής της επιστήμης στο φαρμακευτικό λόμπι.
Μέσα σε ένα σύστημα υγείας που έχει ισοπεδωθεί, μεγάλο μέρος της εκπαίδευσης των νέων γιατρών, η ενημέρωσή τους και η πρόσβασή τους σε επιστημονικά συνέδρια, περνάει υποχρεωτικά στα χέρια των εταιρειών, ενώ τα τελευταία χρόνια έχει εμφανιστεί και το φαινόμενο των ghost writers (συγγραφείς φαντάσματα). Η εταιρεία γράφει μία «επιστημονική» εργασία που προωθεί το φάρμακο της και έπειτα αναθέτει, με το αζημίωτο, σε έναν καθηγητή που έχει αδιαμφισβήτητο κύρος να τη δημοσιεύσει σαν να ήταν δική του.
Ζητούμενο μία άλλη στάση από τους γιατρούς
Οι ευθύνες της ιατρικής κοινότητας για το ζήτημα είναι μεγάλες. Ίσως θα ήταν πιο σωστό, από πολιτική και ηθική άποψη, αντί στο επίκεντρο των αγώνων να είναι μόνο οι εφημερίες και τα δεδουλευμένα, να μπει η ανάδειξη ενός άλλου προτύπου υγείας που στο επίκεντρό του να είναι οι ανάγκες του ανθρώπου και όχι το κέρδος των φαρμακευτικών.
Γιατί δεν πρόκειται απλά για τη διαφθορά και τη διάχυτη διαπλοκή του συστήματος. Στην ουσία, μιλάμε για τον πυρήνα της αγοραίας ιδεολογίας και του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, που πλάθει τους νέους γιατρούς από τα πρώτα χρόνια του αγροτικού, χειραγωγεί την επιστημονική γνώση και ελέγχει σαν μία δυστοπική βιοεξουσία την υγεία των ασθενών.
Ποιος θα παλέψει ώστε να έχουν όλοι οι συνάνθρωποί μας πρόσβαση στην θεραπεία; Ποιος θα βγει μπροστά για να γίνει το φάρμακο κοινωνικό αγαθό και να σταματήσει να είναι εμπόρευμα; Ποιος θα αγωνιστεί για τη δημιουργία μιας εθνικής φαρμακοβιομηχανίας, υπό δημόσιο και διαφανή έλεγχο; Ποιος θα πρωτοστατήσει στον αγώνα η Ελλάδα να γίνει κυρίαρχη και να πάψει να είναι μπανανία της Novartis, της Bayer, της Pfizer και κάθε φαρμακευτικής εταιρείας; Σε τελική ανάλυση, αν δεν παλέψουμε πρώτα εμείς οι γιατροί για την υγεία των ασθενών μας, ποιον περιμένουμε να το κάνει;
Ας προβληματιστούμε με τον όρκο που έδωσαν οι νέοι συνάδελφοι στο Ηράκλειο πριν από έξι χρόνια: «Από σήμερα θεωρούμαστε γιατροί, σε μια χώρα που δεν αναγνωρίζει πλέον το δικαίωμα στην περίθαλψη, που κλείνει τα νοσοκομεία της, που δεν πληρώνει τους γιατρούς της, που πεινάει. Που διώχνει στο εξωτερικό τη νεολαία της, ιδίως την σπουδασμένη νεολαία της(…) Δεν γίναμε γιατροί για να κάνουμε καριέρα, για να αποκτήσουμε θέσεις περιωπής, για να κολυμπήσουμε στο χρήμα εις βάρος ασθενών. Ακόμα περισσότερο, δεν γίναμε γιατροί για να κλείσουμε τα μάτια μπροστά στην δυστυχία που απλώνεται πλέον φανερά γύρω μας. Θα μείνουμε εδώ να το παλέψουμε. Απαιτείται αγώνας για να ορθοποδήσει μια χώρα που την έχουν φέρει στο χείλος του γκρεμού. Από αυτόν τον αγώνα εμείς δεν θα λείψουμε.»