Τα οξυμμένα προβλήματα στο κέντρο της Αθήνας, απασχόλησαν ολόκληρο το Υπουργικό Συμβούλιο και με τη συνδρομή Σγουρού και Καμίνη. Και ανακοινώθηκαν μέτρα που αγγίζουν σχεδόν όλα τα υπουργεία. Μέτρα που περιλαμβάνουν αξιοποιήσεις ακινήτων, αλλαγή αξιών γης, αναπλάσεις, κίνητρα για εγκατάσταση νέων επιχειρήσεων και κατοικιών, εκπαιδεύσεις μεταναστών και άλλα πολλά ωραία και ξαναειπωμένα.
Συντονιστής και σε αυτή τη βρώμικη δουλειά ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Θ. Πάγκαλος. «Η λύση δεν είναι η βία», είπε ο πρωθυπουργός και… καθάρισε, οραματιζόμενος προφανώς ένα ευρύ πεδίο για ανάπτυξη real estate στο κέντρο της πρωτεύουσας.
Μόνο που τα πρώτα εξειδικευμένα μέτρα άρχισαν ακριβώς από το υπουργείο της βίας. Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη ανακοίνωσε ακόμα μεγαλύτερη παρουσία της αστυνομίας στο κέντρο, παρουσία ΜΑΤ σε δυο βάρδιες και μεγάλες εξορμήσεις («σκούπες», δηλαδή) για τα ναρκωτικά και την πορνεία. Και φυσικά τα γνωστά για επαναπροωθήσεις μεταναστών, τοίχο στον Έβρο και στο βάθος περιορισμό των διαδηλώσεων (960 πορείες και διαδηλώσεις στο κέντρο της Αθήνας τους τελευταίους επτά μήνες μέτρησαν οι υπηρεσίες του).
Ένα κέντρο που καθημερινά βουλιάζει στην φτώχεια και την αθλιότητα που γεννά η ανεργία, το λουκέτο στα μικρομάγαζα, η εγκατάλειψη κάθε κοινωνικής παροχής, η παντελής έλλειψη μεταναστευτικής πολιτικής, θα παραδοθεί στις δυνάμεις καταστολής.
Όπως ακριβώς την εποχή του… Πάγκαλου (παππού).
Από την οικονομική καταστροφή στην κοινωνία της βίας και του φόβου
Και στο βάθος ο κοινωνικός βαρβαρισμός.
Του Γιώργου Τσίπρα.
Η δολοφονία του 44χρονου στη Γ’ Σεπτεμβρίου, η δολοφονία του 21χρονου από το Μπαγκλαντές και όλο το ρατσιστικό πογκρόμ που εκτυλίχθηκε ενάντια σε μετανάστες, αλλά και η κτηνώδης αστυνομική καταστολή με τον παραλίγο νεκρό στην απεργία της 11/5 συμπύκνωσαν σε ένα διήμερο τις τρεις όψεις της βίας στην αγνώριστη ελληνική κοινωνία που ξημερώνει από τη νύχτα του Μνημονίου. Η οικονομική καταστροφή γεννά την κοινωνία της βίας, μα κυρίως είναι η πολιτική του Μνημονίου που έχει ανάγκη τη βία, πολιτική αλλά και κοινωνική. Τα τρία περιστατικά έχουν μήτρα κοινή το άθλιο οικονομικό και πολιτικό καθεστώς του Μνημονίου.
Ένας λόγος που η κυβέρνηση τα κατάφερε ως εδώ -και σε αυτό έχει μεγάλες ευθύνες η Αριστερά- είναι ότι μεγάλο μέρος του λαού αρνείται να πιστέψει αυτό που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια του: μια κυβέρνηση που συνειδητά μας οδηγεί –και, στην καλύτερη περίπτωση, αδιαφορεί- στην οικονομική καταστροφή που οδεύει η χώρα και ο λαός. Αρνείται να πιστέψει ότι μας έχουν «πάρει μέτρα» εργαζομένων Ανατολικής Ευρώπης και η κυβέρνηση ανέλαβε το ρόλο του ράφτη: θεραπεία-σοκ. Κι αν αυτό είναι δύσκολο να το πιστέψει κανείς, είναι δυο φορές πιο δύσκολο να πιστέψει ότι τα τραγικά γεγονότα της εβδομάδας είναι απλώς αρχικά επεισόδια σε κάτι που είναι ίσως χειρότερο από την οικονομική διάσταση της καταστροφής, την εξαθλίωση και την πείνα: στον κοινωνικό εκβαρβαρισμό.
Οι κυβερνήσεις έχουν αποδεχτεί για την Ελλάδα το ρόλο της χωματερής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις μεταναστευτικές ροές που της επιβάλλεται να συγκρατεί στο δικό της έδαφος. Σε συνδυασμό με την οικονομική καταστροφή, αυτό γεννά ένα εκρηκτικό μεταναστευτικό πρόβλημα. Εκρηκτικό όχι μόνο για τους μετανάστες, αλλά και για στρώματα Ελλήνων εργαζόμενων και νεολαίας, που ζουν κι αυτοί εντός της χωματερής. Τέλος, όσοι εξυπηρετούνται από την πολιτική του Μνημονίου έχουν κάθε συμφέρον να στρέφεται η δυσαρέσκεια των Ελλήνων εργαζόμενων και της νεολαίας στο ρατσισμό και στη φασιστική βία. Όπως εφαρμόζουν, εδώ κι ένα χρόνο, πολιτική χωρίς προηγούμενο βίας και τρομοκρατίας και μηδενικής ανοχής στις διαδηλώσεις, έχουν επίσης λόγους να υποθάλπουν τη ρατσιστική βία και βαρβαρότητα. Έχουν συμφέρον από την εξάπλωση ενός ανάμικτου, πολιτικού και κοινωνικού, φόβου στους ανθρώπους που έχουν ανάγκη να δράσουν. Για μη δράσουν… Οι ίδιοι που έδωσαν εντολή να χτυπηθεί μία ακόμη διαδήλωση με παραλίγο νεκρό, οι ίδιοι συντηρούν σε μια απόγνωση, που γεννά βία, τους μετανάστες, οι ίδιοι εξωθούν σε ραγδαία φτωχοποίηση τους Έλληνες εργαζόμενους και τη νεολαία, οι ίδιοι έδωσαν εντολή στα ΜΑΤ να μένουν άπραγα και σχεδόν να προστατεύουν τις φασιστικές δολοφονικές συμμορίες στις πορείες-πογκρόμ που εξαπέλυσαν στο κέντρο της Αθήνας, οι ίδιοι αρνούνται να θέσουν εκτός νόμου μια αποδεδειγμένα δολοφονική συμμορία νεοναζί – όπως έχουν απαγορευτεί αντίστοιχες συμμορίες σε άλλες χώρες της Ε.Ε.
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο το αν οι ακροδεξιοί θα αποκτήσουν ένα δεύτερο Άγιο Παντελεήμονα στην Πλατεία Βικτωρίας: είναι πολύ μεγαλύτερο. Αν το ζήτημα, από την πλευρά της Αριστεράς, περιορίζεται στην επίκληση του ανθρωπισμού, των δικαιωμάτων, της αλληλεγγύης, ο ρατσισμός κοινωνικά και πολιτικά θα κερδίζει. Κι αν σήμερα εμπεδωθεί η φασιστική βία και τα πογκρόμ ενάντια στους μετανάστες, αύριο έχει σειρά κάθε προοδευτικός και δημοκρατικός άνθρωπος που αντιμιλά και κάθε εργαζόμενος και νέος που αντιστέκεται.
Αν η οικονομική και κοινωνική καταστροφή, σε ένα βαθμό, δεν γίνει μπορετό να αποτραπεί εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα, το μεγάλο στοίχημα που αρχίζει να διαμορφώνεται και θα καθορίσει, με τη σειρά του, το κατά πόσο θα ολοκληρωθεί η καταστροφή είναι αν θα καταφέρουν να μετακυλήσουν αυτή την καταστροφή στο ρατσισμό, τον εθνικισμό, το ραγιαδισμό. Όσο για το πρώτο, τα όργανα έχουν ξεκινήσει από καιρό. Το δεύτερο δεν θα χρειαστεί τους χρόνους του πρώτου για να φουντώσει, αν η οικονομική καταστροφή συνδυαστεί με εθνικές περιπέτειες και παρουσιαστεί η ευκαιρία να κρυφτεί η στέρηση και η υπερεκμετάλλευση κάτω από το χαλάκι του εθνικισμού. Όψεις του τρίτου βλέπουμε ήδη σήμερα στην προθυμία του πολιτικού προσωπικού και ενός μικρού ακόμη μέρους του λαού να αποδεχτεί τα πάντα, για να εξευμενίσει τους θεούς των αγορών, της Ε.Ε. και του ΔΝΤ επειδή… φταίμε. Αν ορισμένοι πιστεύουν ότι τα πρώτα δύο δεν συμβαδίζουν με το τελευταίο, ας ανατρέξουν στη νεότερη ελληνική ιστορία. Ή ας κοιτάξουν σε πιο λάιτ έκδοση το ΛΑΟΣ.
Όλο και περισσότερα πράγματα μπαίνουν όλο και πιο διλημματικά. Η κρατική τρομοκράτηση των διαδηλώσεων και του απλού κόσμου είναι ανάγκη να αποτραπεί. Η ατομική «διέξοδος» στην κοινωνική βαρβαρότητα και ζούγκλα, η καλλιέργεια ενός διάχυτου κοινωνικού φόβου, το φούντωμα του ρατσισμού και της διάχυτης ή οργανωμένης βίας ενάντια στους μετανάστες πρέπει να αποτραπούν. Η κοινωνία της βίας και του φόβου είναι ανάγκη να αποτραπεί. Πόσα πράγματα είναι ανάγκη να αποτραπούν ή να οργανωθούν, να χτιστούν… Και πόσο βοά η ανάγκη μετώπων και ενότητας, ενοτήτων διάφορων ανάμεσα σε διάφορους! Και πόση καθυστέρηση από την πλευρά της Αριστεράς και των ηγεσιών της! Και οι πολιτικοί συσχετισμοί να τρέχουν δίχως να περιμένουν…
Ξέρω πως κάτι πρέπει να κάνω…
Κάθε Τρίτη απόγευμα μια ομάδα εθελοντών από το «Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού» κάνουμε μάθημα αγγλικών σε μια κοινότητα Αφγανών στο Μεταξουργείο. Χτες ήρθε μια μάνα με ένα μικρό κοριτσάκι 6-7 χρονών με μαυρισμένο χέρι η ίδια αλλά και το μικρό παιδί από επίθεση χρυσαυγιτών στην πλατεία Βικτωρίας.
Καθώς μας έδειχνε το χέρι της μικρής, ένας άλλος μαθητής μας έδειξε το κεφάλι του με οχτώ ράμματα από ανάλογη επίθεση των τελευταίων ημερών.
Τι κάνεις τώρα εσύ; σκέφτηκα. Ακόμα και σήμερα το σκέφτομαι και δεν μπορώ να βρω απάντηση, δηλαδή, δεν έκανα τίποτα. Αλλά ξέρω πως κάτι πρέπει να κάνω. Τι ακριβώς;
πρόεδρος Δικτύου για τα Δικαιώματα του Παιδιού :
Συζήτηση για την κατάσταση στο κέντρο της Αθήνας
Απέναντι στην κρατικά κατευθυνόμενη ανθρωποφαγία, τη φασιστική τρομοκρατία, τα ρατσιστικά πογκρόμ, καθώς και την παρόξυνση της κοινωνικής εξαθλίωσης, η Αντιφασιστική Πρωτοβουλία «Ποτέ Ξανά» οργανώνει εκδήλωση-συζήτηση την Πέμπτη 26 Μαΐου, στις 7:00 μμ στη Νομική (αίθουσα 14) με θέμα: «Κέντρο της Αθήνας: Φασιστική βία-φτώχεια-κοινωνικός αποκλεισμός».
Τη συζήτηση θα ανοίξουν οι: Δημήτρης Ψαρράς, δημοσιογράφος, Ανρί Κασόγκο, Action Congo
Δήμητρα Σιάτιστα, Κίνηση για το Κέντρο της Αθήνας
Κατερίνα Πούτου, ΜΚΟ Άρσις
Αποστόλης Καψάλης, ερευνητής-συνδικαλιστής
Χρήστος Ρουμπάνης, μέλος Πρωτοβουλίας «Ποτέ Ξανά» και κάτοικος του 6ου διαμερίσματος.