του Γιάννη Ραχιώτη*
Στο κύριο άρθρο της «Καθημερινής» της περασμένης Κυριακής προσδιορίζονται οι στόχοι της χώρας στη σημερινή συγκυρία, φυσικά από την οπτική των πολιτικών και οικονομικών ελίτ που εκπροσωπεί. Η συνολική εικόνα παρουσιάζεται βέβαια δύσκολη όμως εντοπίζει «νέα δεδομένα και πιθανές ευκαιρίες», όπως να μετατραπούμε σε κέντρο διαμετακόμισης αμερικανικών και νατοϊκών στρατευμάτων και οπλισμού προς τα μέτωπα της ανατολικής Ευρώπης, να γίνουμε σταθμός διακίνησης του αμερικανικού LNG προς τα Βαλκάνια και την Ευρώπη, γενικότερα να κοιτάξουμε να βγάλουμε καμιά προμήθεια, από όποιο ενεργειακό σχέδιο προωθούν οι Αμερικανοί στην περιοχή .
Πίσω από αυτούς τους «στόχους», είναι διακριτές οι παραδοχές ότι η Ελλάδα δεν χρειάζεται εθνικό σχέδιο ανάπτυξης (αρκεί να ετεροκαθορίζεται από τον αμερικανικό σχεδιασμό), ότι πρέπει να συμβάλλουμε στη διατήρηση του πολέμου στην ανατολική Ευρώπη όπως επιδιώκουν οι ΗΠΑ, ότι οι βαλκανικές χώρες θα εξαναγκαστούν να αγοράζουν αμερικανικά καύσιμα σε τιμές τουλάχιστον 4-5 φορές ακριβότερες από αυτές της Ρωσίας και της Μέσης Ανατολής.
Πρόκειται για μίζερα, ιδιοτελή σχέδια μιας μεταπρατικής ελίτ που θα είναι ικανοποιημένη αν μας μετατρέψει σε ένα σύγχρονο χάνι, αποκλειστικά για αμερικανική χρήση. Για να πετύχει αυτό τον… υψηλό στόχο γέμισε την Ελλάδα αμερικανικές βάσεις, παραχωρεί τον εναέριο χώρο και τις χερσαίες υποδομές μας για τις πολεμικές επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ, συμμετέχει στον εξοπλισμό της Ουκρανίας, έχει μετατρέψει το σύνολο των ΜΜΕ σε χαλκεία φτηνής πολεμικής προπαγάνδας, και έδωσε βήμα στους ναζί του τάγματος Αζόφ μέσα στο Κοινοβούλιο –κάτι που δεν τόλμησε καμία άλλη χώρα του ΝΑΤΟ– επιβεβαιώνοντας την παλαιά ρήση περί «αθλιέστερου προτεκτοράτου».
Καταστροφή των σχέσεών μας με το υπόλοιπο κόσμο
Το πολιτικό και διπλωματικό υπόβαθρο για την υλοποίηση αυτής της ντροπιαστικής για όλους μας πολιτικής δημιουργήθηκε με τη συστηματική καταστροφή των διμερών σχέσεων με όλο τον μη ελεγχόμενο από τις ΗΠΑ κόσμο και την πειθάρχηση και στις πιο εξευτελιστικές εντολές-υποδείξεις τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η απέλαση 12 Ρώσων διπλωματών χωρίς το παραμικρό πρόσχημα. Αν μη τι άλλο η Ρωσία, πέρα από την υποστήριξη –μεγάλη ή μικρή– που μας πρόσφερε σε διάφορα θέματα, ποτέ δεν μας βομβάρδισε όπως οι ΗΠΑ, η Βρετανία, ακόμη και η Γαλλία παλαιότερα, δεν υποκίνησε εισβολή στην Κύπρο, δεν μας επέβαλε διεθνή οικονομικό έλεγχο ή μνημόνια, ούτε οργάνωσε στρατιωτικά πραξικοπήματα σε βάρος μας. Αυτή η αθλιότητα έβαλε πρακτικά ταφόπλακα στις ελληνορωσικές σχέσεις, σε προφανή αντίθεση με τα συμφέροντα της χώρας. Την ίδια ιταμή συμπεριφορά επιδείξαμε παλιότερα προς το Ιράν, τη Συρία, τη Βενεζουέλα και άλλους παραδοσιακούς φίλους και οικονομικούς εταίρους της χώρας, χωρίς να υπάρχει κανένα λόγος εκτός της πειθαρχίας στις εντολές του προστάτη.
Δεν χρειάζεται φαντασία για να αντιληφθούμε τις μακροπρόθεσμες συνέπειες αυτής της πολιτικής, που για τις ελίτ μπορεί να είναι ευκαιρία πλουτισμού ενώ για μας τους υπόλοιπους θα σημαίνει συμμετοχή σε ξένους πολέμους, υπανάπτυξη, διαιώνιση της μιζέριας, μετανάστευση και… ελπίδες διάσωσης από καμιά καλή τουριστική σαιζόν.
Όπως έχει δείξει η πρόσφατη ιστορία μας, κάθε επιδείνωση στο επίπεδο της κυριαρχίας και του διεθνούς στάτους της χώρας ακολουθείται από μια περίοδο λεηλασίας του εθνικού πλούτου και τη συνακόλουθη φτώχεια και μετανάστευση
Από την αριστερή πτέρυγα του συστήματος δεν πρέπει να περιμένουμε τίποτα καλύτερο. Ο ΣΥΡΙΖΑ προωθεί με ενθουσιασμό κάθε αμερικανικό σχέδιο στην περιοχή. Τώρα πρωτοστατεί στην υποστήριξη των νατοϊκών στην Ουκρανία. Το ΚΚΕ θέλει να δώσει την εντύπωση ότι πρωτοστατεί στα «καθημερινά» λαϊκά προβλήματα. Τα στελέχη του πράγματι παίζουν καθοριστικό ρόλο στις εργατικές κινητοποιήσεις. Όμως όταν σοβαρεύουν τα πράγματα σπεύδει να δώσει διαπιστευτήρια εκεί που πρέπει. Όταν ξεκίνησε η ρωσική επίθεση έσπευσε να διαδηλώσει στη Ρωσική πρεσβεία . Επί 8 χρόνια που σφάζονται Ρώσοι στην Ουκρανία δεν είχε καταφέρει να βρει το δρόμο για την ουκρανική πρεσβεία.
Στις μέρες μας, οποιαδήποτε εναλλακτική στο σχέδιο του προτεκτοράτου-μεσάζοντα φαντάζει ιδιαίτερα δύσκολη. Αν μάλιστα νικήσει το ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, είναι βέβαιο ότι τα περιθώρια για μια ανεξάρτητη πολιτική θα στενέψουν περισσότερο και, όπως έχει δείξει η πρόσφατη ιστορία μας, κάθε επιδείνωση στο επίπεδο της κυριαρχίας και του διεθνούς στάτους της χώρας ακολουθείται από μια περίοδο λεηλασίας του εθνικού πλούτου και τη συνακόλουθη φτώχεια και μετανάστευση.
Το δικαίωμά μας σε ένα ανεξάρτητο κυρίαρχο κράτος
Η Ρωσία για τη δική της ασφάλεια αποφάσισε το –καθόλου απλό– εγχείρημα να ανακόψει την εξάπλωση του ΝΑΤΟ στην Ανατολή. Η επιτυχία του αντικειμενικά θα μας ωφελούσε, όπως και όλα τα περιφερειακά κράτη της Ευρώπης, αφού θα χαλάρωνε την πίεση που δεχόμαστε από το μπλοκ ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-Ε.Ε. Μέχρι τώρα τα αποτελέσματα είναι μάλλον πενιχρά και αμφίβολης διατηρησιμότητας. Το ουκρανικό προτεκτοράτο εξοπλίζεται και αναβαθμίζεται για να παίξει ρόλο Ισραήλ στην ανατολική Ευρώπη. Οι ΗΠΑ δείχνουν πλέον βέβαιες για την επιτυχία της στρατηγικής τους: αφενός να αναγκάσουν τη Ρωσία να αιμορραγεί σε ένα αέναο πόλεμο, αφετέρου να τη φέρουν μπροστά στο δίλημμα να εμπλακεί από μειονεκτική θέση σε ολοκληρωτικό πόλεμο με το ΝΑΤΟ –και μάλιστα στο έδαφός της ή κοντά σ’ αυτό– ή να εξευτελιστεί, να οδηγηθεί σε αλλαγή ηγεσίας, διάσπαση, και τα υπολείμματά της να μετατραπούν σε «κανονική χώρα», δηλαδή δορυφόρο της Δύσης.
Από την πλευρά μας, όσο δυσάρεστα και αν εξελιχθούν τα πράγματα, δεν μπορούμε να παραιτηθούμε από το δικαίωμα να ζήσουμε σε ένα ανεξάρτητο κυρίαρχο κράτος με δική του εσωτερική και εξωτερική πολιτική. Το ζητούμενο είναι να διαμορφωθεί ένα πολύμορφο ρεύμα ανεξαρτησίας που θα αποτελέσει την αντιπολίτευση στο σημερινό πολιτικό σύστημα και θα ξανασκεφτεί το ρόλο της χώρας, έξω από τη μέγγενη του «ανήκομεν εις την Δύσιν», μέσα στο βαλκανικό της πλαίσιο, όπου μπορεί να συνεργάζεται σε ισότιμη βάση με χώρες που αντιμετωπίζουν ανάλογες γεωπολιτικές αγωνίες. Το ρεύμα αυτό θα πρέπει να περιλάβει όλους όσοι θεωρούν ότι το πρόβλημα της ανεξαρτησίας, με τη μορφή της απαλλαγής από τη δυτική κηδεμονία, είναι το κεντρικό ζήτημα της χώρας. Κάποιοι μπορεί να προτάσσουν το οικονομικό σκέλος, άλλοι το αμυντικό-διπλωματικό, άλλοι να θεωρούν ότι αυτά είναι αξεδιάλυτα μεταξύ τους. Άλλοι θα προτάσσουν την προοδευτική επίτευξη βαθμών κυριαρχίας, άλλοι θα προτάσσουν τη δημιουργία ενός κινήματος για την απελευθέρωση από το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε., άλλοι τη δημιουργία κινηματικών εμποδίων στο σύστημα της εξάρτησης. Όλα όμως τα ενδεχόμενα, όλες οι επιλογές που αντικειμενικά μπορούν να ενταχθούν στο σχέδιο της ανεξαρτησίας, μπορούν και πρέπει να συναντηθούν.
* Ο Γιάννης Ραχιώτης είναι δικηγόρος, μέλος της Παγκόσμιας Οργάνωσης Δημοκρατικών Νομικών.