Kilopower, για τον Άρη
Η πυρηνική ενέργεια εξορκίζεται από τους οικολόγους για προβλήματα που μπορεί να δημιουργήσει στο γήινο περιβάλλον, όμως φαίνεται ότι αυτή η ενέργεια είναι κατάλληλη για τις διαστημικές αποστολές.
Ένας «μίνι» πυρηνικός αντιδραστήρας της NASA –αντιδραστήρας «τσέπης»– προορίζεται να υποστηρίξει μια μακράς διάρκειας αποστολή αστροναυτών στον Άρη και τη δημιουργία της πρώτης αποικίας στον πλανήτη.
Στόχος της NASA είναι να αναπτύξει ένα ασφαλές μικρό σύστημα παραγωγής ενέργειας από τη σχάση πυρήνων ουρανίου-235, το οποίο θα τροφοδοτεί με ενέργεια τις μελλοντικές ρομποτικές και επανδρωμένες αποστολές στο διάστημα και στην επιφάνεια του Άρη, της Σελήνης ή σε άλλους πλανήτες.
Το βασικό εμπόδιο για να υπάρξει οπουδήποτε στο διάστημα μια αποικία, και όχι απλώς να γίνει μια σύντομη επίσκεψη, είναι να υπάρξει επί τόπου μια πηγή ενέργειας ικανή να καλύψει τις ανάγκες των πρώτων αποίκων και να είναι αρκετά μικρή και ελαφριά, ώστε να μπορεί να μεταφερθεί.
Όπως δήλωσε εκπρόσωπος της NASA, «ο Άρης είναι ένα πολύ δύσκολο περιβάλλον για τα συστήματα παραγωγής ενέργειας, καθώς έχει λιγότερο φως του ήλιου από ό,τι η Γη ή η Σελήνη, έχει πολύ χαμηλές θερμοκρασίες τις νύχτες και ισχυρές αμμοθύελλες που μπορεί να διαρκέσουν εβδομάδες ή και μήνες, καλύπτοντας ολόκληρο τον πλανήτη. Το μικρό μέγεθος και η ανθεκτικότητα του Kilopower μάς επιτρέπουν να μεταφέρουμε πολλές τέτοιες μονάδες με ένα μόνο διαστημικό σκάφος, παρέχοντας έτσι δεκάδες κιλοβάτ ηλεκτρικού ρεύματος στην επιφάνεια ενός πλανήτη».
Η NASA εκτιμά ότι, σε πρώτη φάση, μια αποστολή αστροναυτών στον Άρη θα χρειαστεί 40 έως 50 κιλοβάτ ενέργειας (άρα περίπου πέντε Kilopower) για τους χώρους κατοικίας και τα άλλα μηχανικά συστήματα υποστήριξης της διαβίωσης της ομάδας των πρωτοπόρων. Μεταξύ άλλων, θα χρειάζεται ενέργεια για τις μηχανές που θα παράγουν οξυγόνο, που θα εξορύσσουν νερό και πρώτες ύλες από το υπέδαφος του πλανήτη, καθώς και για την τροφοδότηση των ρόβερ.
Το μηδέν του σύμπαντος
Η «ώρα μηδέν» του «σύμπαντος» είναι μια αμφιλεγόμενη έννοια, το δε «σύμπαν» κατηγορείται ως μια έννοια υπερβατική: Ουδείς μπορεί να μιλάει για την ολότητα, στον βαθμό που αυτή η ολότητα μάς είναι άγνωστη και –εν πάση περιπτώσει– αυτό που γνωρίζουμε είναι ο «Κόσμος»… Και όμως, το προσωπικό του CERN( Conseil Européen pour la Recherche Nucléaire, Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για την Πυρηνική Έρευνα) φέρεται να είναι «λίγο πιο κοντά στην “ώρα μηδέν” της γέννησης του σύμπαντος», καθώς στοχεύει στην ανάπτυξη δύο επιταχυντών νέας γενιάς, που θα λειτουργούν με υψηλότερες ενέργειες από τον γνωστό «Μεγάλο Επιταχυντή Ανδρονίων» (LHC), που το 2012 ανακάλυψε το σωματίδιο Higgs. Oι επιταχυντές χρησιμοποιούνται για να προσδώσουν ταχύτητα σε ορισμένα σωμάτια, τα οποία, συγκρουόμενα, παράγουν συνθήκες πίεσης, θερμοκρασίας κ.λπ. που προσομοιώνουν τις αρχές του «σύμπαντος». Ο ένας επιταχυντής θα είναι ο «Κυκλικός Επιταχυντής του μέλλοντος» (Future Circular Collider), που θα έχει περιφέρεια 100 χιλιομέτρων, και σε αυτόν θα γίνονται συγκρούσεις πρωτονίων με πρωτόνια, ηλεκτρονίων με ποζιτρόνια ή πρωτόνια. «Ακόμη δεν υπάρχει η τεχνολογία για να κατασκευαστεί κάτι τέτοιο. Θα χρειαστούμε, όπως έγινε και για τον LHC, περίπου 20 χρόνια για να έχουμε την τεχνολογία που απαιτείται, ειδικά στους μαγνήτες, που κρατούν σε κυκλική τροχιά τα υψηλής ενέργειας σωματίδια» δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής Εμμανουήλ Τσεσμελής.
«Σίγουρα δε θα πάμε στην ώρα μηδέν, αλλά αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι με τις υψηλότερες ενέργειες να πάμε λίγο πιο κοντά» συμπλήρωσε.
Ο δεύτερος νέος επιταχυντής του CERN είναι ο Clic (Compact Linear Collider) «Συμπαγής Γραμμικός Επιταχυντής», θα έχει 50 χιλιόμετρα μήκος, και θα συγκρούει ηλεκτρόνια με ποζιτρόνια, με ενέργεια μέχρι και 3 Τέρα ηλεκτροβόλτ (TEV). Αυτός ενδεχομένως να κατασκευαστεί νωρίτερα, μέσα στη δεκαετία του 2020-30, αφού ο σχεδιασμός του και οι μελέτες έχουν ξεκινήσει πριν από δεκαετίες. Στην πραγματικότητα, οι δύο νέοι επιταχυντές θα ψάξουν κάτι που κανείς δεν ξέρει τι θα είναι, όπως έγινε και στην περίπτωση του LHC. Πάντως, οι επιστήμονες ελπίζουν ότι οι υψηλότερες ενέργειες θα τους βοηθήσουν να κατανοήσουν καλύτερα και ακριβέστερα τα χαρακτηριστικά του σωματιδίου Higgs και στη συνέχεια να «δουν» πέρα από αυτό, να εξηγήσουν τα σωματίδια και τις μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις.
Οικολογική απειλή για τη Μεσόγειο
Η επέκταση της διώρυγας του Σουέζ πολλαπλασιάζει τα έσοδα για την Αίγυπτο, όμως οι οικολόγοι παρομοιάζουν το έργο με «ρώσικη ρουλέτα» για το περιβάλλον.
Από τα περίπου 700 ξένα είδη που έχουν εντοπιστεί μέχρι σήμερα στη Μεσόγειο, τα μισά εκτιμάται ότι έφτασαν στην περιοχή από την Ερυθρά Θάλασσα μέσω της διώρυγας του Σουέζ. Ένα παράδειγμα είναι ο διαβόητος, δηλητηριώδης λαγοκέφαλος, ένα άλλο είναι το λεγόμενο μπαρμπούνι της Ανατολής, το οποίο αντικατέστησε τους τοπικούς πληθυσμούς της κουτσομούρας, ενός είδους με σημαντική οικονομική αξία.
Ένα τρίτο είδος που έχει προκαλέσει σοβαρά προβλήματα είναι η τσούχτρα Rhopilema nomadica, τροπικό είδος που εμφανίστηκε στη Μεσόγειο τη δεκαετία του 1970 και θεωρείται πλέον ένα από τα χειρότερα ξενικά είδη. Γιγάντια κοπάδια της τσούχτρας εμποδίζουν την αλιεία και έχουν οδηγήσει στο κλείσιμο τουριστικών ακτών γύρω από τη Μεσόγειο.
Στον δικτυακό τόπο του περιοδικού Science ο Γιόνι Μπελμέικερ, οικολόγος του Πανεπιστημίου του Τελ Αβίβ, υποστηρίζει: «Δεν γνωρίζω κανέναν υδροβιολόγο που πιστεύει ότι είναι καλή ιδέα το άνοιγμα της διώρυγας χωρίς την εφαρμογή μέτρων [για την πρόληψη της μετακίνησης ξενικών ειδών]».
Μελέτη που δημοσιεύτηκε πέρυσι στην επιθεώρηση Biological Invasions προειδοποιούσε ότι «η επέκταση της διώρυγας θα αυξήσει τον αριθμό των εισβολών και θα έχει ως αποτέλεσμα μια μεγάλη ποικιλία επιπτώσεων στη δομή του οικοσυστήματος».
Οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι η νέα διώρυγα κατασκευάστηκε χωρίς λεπτομερή μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Ο Κάρλτον δηλώνει πως οι διαχειριστές της διώρυγας θα πρέπει να αναγνωρίσουν άμεσα τις επιπτώσεις του έργου και να εγκαταστήσουν συστήματα έγκαιρου εντοπισμού των ξενικών ειδών. Μια καλή ιδέα, λέει, θα ήταν οι γενετικές αναλύσεις σε δείγματα νερού προκειμένου να αναγνωριστούν, μέσω της γενετικής υπογραφής τους, ξένα είδη της Ερυθράς Θάλασσας και του Ινδικού.
Το πρόβλημα, επισημαίνει ο ερευνητής, δεν μπορεί παρά να επιδεινωθεί στο μέλλον, καθώς η κλιματική αλλαγή ανεβάζει τη θερμοκρασία της Μεσογείου στα τροπικά επίπεδα της Ερυθράς Θάλασσας.
Επικίνδυνοι αστεροειδείς
Αστεροειδής, που υπολογίζεται ότι είχε διάμετρο 48-110 μέτρα, πέρασε στα 192.200 χιλιόμετρα, στη μισή απόσταση της Γης από τη Σελήνη, έγινε δε πρώτα αντιληπτός από αστρονόμους του τηλεσκοπίου Catalina του Πανεπιστημίου της Αριζόνα, μόνο 21 ώρες πριν το κοντινότερο πέρασμά του από τη Γη.
Ο αστεροειδής θα μπορούσε να προκαλέσει τοπική καταστροφή αν έπεφτε στη Γη –π.χ. σε πόλη– προκαλώντας ανυπολόγιστο αριθμό νεκρών. Επρόκειτο για ένα ουράνιο σώμα σχεδόν 10 φορές μεγαλύτερο από εκείνο, που έπληξε το Τσελιάμπινσκ της Ρωσίας το 2013, αφήνοντας υλικές ζημιές και πάνω από 1000 τραυματίες.
Να σημειωθεί ότι σε μόλις 11 χρόνια από σήμερα, στις 13 Απριλίου 2029, ένας πολύ μεγαλύτερος αστεροειδής, ο λεγόμενος Απόφις, διαμέτρου 200 μέτρων, θα περάσει μέσα από την τροχιά των γεωστατικών δορυφόρων επικοινωνίας, σε απόσταση μόλις 31.200 χιλιόμετρων πάνω από την επιφάνεια της Γης –6 φορές πιο κοντά από τον προχθεσινό. Η σημερινή ικανότητα της ανθρωπότητας για ανίχνευση αστεροειδών 100-300 μέτρων είναι χαμηλή. Μόλις το 5% των αστεροειδών 100-300 μέτρων είναι ανιχνεύσιμα, ενώ το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 50% για αστεροειδείς διαμέτρου 500-1000 μέτρων και σε 90% για μεγέθη μεγαλύτερα των 1000 μέτρων. Αστεροειδείς μεγαλύτεροι των 50 μέτρων, αναλόγως της γωνίας προσέγγισης, είναι ικανοί να διαπεράσουν την ατμόσφαιρα και να προκαλέσουν ζημίες στην επιφάνεια της Γης. Υπενθυμίζεται ότι το 1908, άλλος ένας παρόμοιος αστεροειδής (ή κομήτης) εξερράγη πάνω από την Τουνγκούσκα, ένα απόμακρο δασικό μέρος της Σιβηρίας, ισοπεδώνοντας δέντρα σε έκταση 2.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Αυτή η έκρηξη εκτιμάται ότι ήταν ισοδύναμη με περίπου 15 εκατομμύρια τόνους TNT –δηλαδή χίλιες φορές την ατομική βόμβα της Χιροσίμα.
Το προσεχές καλοκαίρι για τον εκτροχιασμό ενός αστεροειδούς θα σταλεί μικρός στόλος από διαστημόπλοια, εκ των οποίων τα μεγαλύτερα θα έχουν το μέγεθος περίπου ενός ψυγείου.