Θριαμβευτική επικράτηση στο βρετανικό Εργατικό Κόμμα

Toυ Ερρίκου Φινάλη

 

Η διαδικασία ανάδειξης του νέου επικεφαλής του βρετανικού Εργατικού Κόμματος ξεκίνησε πριν τρεις μήνες. Εάν τότε κάποιος υποστήριζε ότι ο Τζέρεμι Κόρμπιν έχει και ελάχιστες πιθανότητες να επικρατήσει έναντι των τριών άλλων συνυποψηφίων του, θα αντιμετωπιζόταν με ειρωνεία. Κι όμως, το αποτέλεσμα της εσωκομματικής ψηφοφορίας, στην οποία πήραν μέρος 422.664 άνθρωποι, ανέδειξε τον Κόρμπιν όχι απλά νικητή, αλλά θριαμβευτή με ποσοστό 60%.

 

Τιμωρία της παλιάς ηγεσίας και της αποτυχημένης γραμμής της

Το αποτέλεσμα των βρετανικών εκλογών τον περασμένο Μάη, που ήταν απρόσμενη ψυχρολουσία για τους Εργατικούς, κατέστησε αναπόφευκτη την αλλαγή ηγεσίας. Ο τότε επικεφαλής Εντ Μίλιμπαντ (που πριν αναλάβει την ηγεσία είχε το προσωνύμιο «Κόκκινος Εντ») κάθε άλλο παρά έπεισε το εκλογικό σώμα με τη γραμμή της «ήπιας λιτότητας». Αντί για επικράτηση των Εργατικών, οι κάλπες ανέδειξαν νικητή τους Συντηρητικούς αλλά και το Σκωτικό Εθνικό Κόμμα, που άρπαξε όλες σχεδόν τις έδρες των Εργατικών στη Σκωτία, αποδεικνύοντας ότι η λαϊκή δυσαρέσκεια κατά των παραδοσιακών πολιτικών δυνάμεων εκφράζεται και στην κεντρική πολιτική εάν προσφέρεται μια αξιόπιστη εναλλακτική δυνατότητα. Το αποτέλεσμα αυτό ενέτεινε όπως ήταν φυσικό την αυξανόμενη δυσαρέσκεια της βάσης των Εργατικών, των συνδικάτων και της νεολαίας κατά μιας ηγεσίας και μιας πολιτικής γραμμής που δεν διαφοροποιούνταν ουσιαστικά από την πολιτική των Συντηρητικών και των Φιλελεύθερων. Και οδήγησε τελικά στην «έκπληξη» του θριάμβου του Τζέρεμι Κόρμπιν την περασμένη εβδομάδα. Η δυσαρέσκεια όμως δεν περιορίζεται στους οπαδούς των Εργατικών, αλλά διαπερνά ολόκληρη τη βρετανική κοινωνία. Είναι χαρακτηριστικό ότι η υποψηφιότητα του Κόρμπιν υποστηρίχθηκε και από νέα, ανεξάρτητα εργατικά συνδικάτα αλλά και από συλλογικότητες που δεν ανήκουν στο Εργατικό Κόμμα.

 

Τι λειτούργησε υπέρ του Κόρμπιν

Η υποψηφιότητα του Κόρμπιν υποτιμήθηκε από το εσωκομματικό κατεστημένο των Εργατικών και αρχικά θεωρήθηκε έως και «γραφική» ακριβώς για εκείνους τους λόγους που αποδείχθηκε ότι λειτούργησαν υπέρ του: Καταρχήν ο Κόρμπιν δεν ήταν ποτέ μέρος του «βαθέος κράτους» και της εκάστοτε ηγετικής ομάδας του Εργατικού Κόμματος. Άρα, δεν χρεωνόταν τη νεοφιλελεύθερη, ουσιαστικά, πολιτική του και τις αλλεπάλληλες διαψεύσεις των προσδοκιών της βάσης του. Έπειτα, υποστήριζε πάντα μια στάση αντίθετη στην επίσημη γραμμή της κομματικής ηγεσίας ακόμη κι όταν οι Εργατικού βρίσκονταν στην κυβέρνηση – για παράδειγμα ήταν σαφώς κατά του πολέμου στο Ιράκ, υποστηρικτής της επανεθνικοποίησης των σιδηροδρόμων, πολέμιος της λιτότητας κ.λπ.

Έτσι η υποψηφιότητά του προσέλκυσε την υποστήριξη τόσο της «παραδοσιακής» αριστερής πτέρυγας των εργατικών όσο και «εξωκομματικών» συλλογικοτήτων. Χιλιάδες άνθρωποι ενεργοποιήθηκαν στην καμπάνια υπέρ του Κόρμπιν και της έδωσαν μια εντυπωσιακή δυναμική, που τελικά τρόμαξε το κομματικό κατεστημένο. Ήταν όμως ήδη αργά όταν το «βαρύ πυροβολικό» του κόμματος που υποστήριζε τη «μετριοπαθή» γραμμή άρχισε να βάλλει εναντίον του. Η ανοιχτή επίθεση του Τόνι Μπλερ εναντίον του Κόρμπιν λίγο πριν τις εσωκομματικές εκλογές, όταν ο πρώην πρωθυπουργός και πρωτεργάτης του πολέμου στο Ιράκ δήλωσε ότι πιθανή επικράτηση του Κόρμπιν «θα σπρώξει τους Εργατικούς στο γκρεμό», τελικά μάλλον λειτούργησε… υπέρ του Τζέρεμι Κόρμπιν – δεδομένης της απέχθειας πολλών υποστηρικτών Εργατικών προς τον «ψεύτη Μπλερ». Το ίδιο και η πιο «μετρημένη» επίθεση του επίσης πρώην πρωθυπουργού (και εξίσου… αντιδημοφιλούς) Γκόρντον Μπράουν, που κάλεσε τους Εργατικούς «να μην μετατραπούν σε κόμμα διαμαρτυρίας».

Μ’ αυτήν την έννοια, η ανάδειξη του Κόρμπιν σε ηγέτη του Εργατικού Κόμματος αποτελεί σαφή καταδίκη της πολιτικής που υποστήριξαν και εφάρμοσαν οι προκάτοχοί του, κυριολεκτικά νεοφιλελεύθερης στο εσωτερικό και ανοιχτά ιμπεριαλιστικής στο εξωτερικό, κάνοντας εντελώς δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ Εργατικών και Συντηρητικών.

 

Οι πρώτες δυσκολίες είναι ήδη εδώ

Τώρα όμως αρχίζουν τα δύσκολα για τον Κόρμπιν. Διότι θα υποχρεωθεί πλέον να κάνει επιλογές. Και τα όσα συμβαίνουν στις πρώτες κιόλας μέρες μετά τη νίκη του απογοητεύουν μεγάλο τμήμα όσων τον στήριξαν. Με το θέμα της εξόδου της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση να έχει τεθεί επί τάπητος, ο Κόρμπιν αποδεικνύει κιόλας την αδυναμία του να συνδεθεί με την κοινωνική και πολιτική δυσαρέσκεια – που βρίσκει έκφραση και στη διόγκωση του ευρωσκεπτικιστικού ρεύματος. Ενός ρεύματος που, λόγω της παραδοσιακής υποστήριξης της ηγεσίας των Εργατικών στην παραμονή της χώρας στην ΕΕ, στρέφεται σε ακροδεξιές δυνάμεις όπως το UKIP.

Έτσι, την επαύριο κιόλας της νίκης του Κόρμπιν, η νέα «σκιώδης ΥΠΕΞ» των Εργατικών Χίλαρι Μπεν έσπευσε να διαβεβαιώσει ότι «θα κάνουμε εκστρατεία υπέρ της παραμονής μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση». Κι όταν ρωτήθηκε «υπό οιεσδήποτε συνθήκες;» απάντησε χωρίς δισταγμό: «Ναι, υπό οιεσδήποτε συνθήκες». Όσοι έλπιζαν ότι αυτή η απάντηση οφείλονταν σε… κεκτημένη ταχύτητα, κι ότι ο Κόρμπιν (που είχε ταχθεί στα νιάτα του κατά της ένταξης της Βρετανίας στην ΕΕ) θα τηρήσει πιθανά μια κάπως διαφορετική στάση, γρήγορα διαψεύστηκαν: «Δεν μπορώ να διανοηθώ συνθήκες κάτω από τις οποίες θα αγωνιζόμουν για την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ», δήλωσε προχθές. Και διευκρίνισε: «Επιθυμώ βέβαια μια Ευρώπη με κοινωνική συνοχή και όχι μια Ευρώπη της ελεύθερης αγοράς».

Αυτή η τοποθέτηση προκάλεσε την αντίδραση συνδικάτων συνδεδεμένων με το Εργατικό Κόμμα, όπως το GMB, που έχει 700.000 μέλη. Εκπρόσωπός του αντιτάχθηκε ανοιχτά στη θέση «υπέρ της παραμονής στην ΕΕ υπό οιεσδήποτε συνθήκες», προειδοποιώντας ότι εάν ο σημερινός Συντηρητικός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον διαπραγματευθεί με τις Βρυξέλλες μείωση των κοινωνικών κατακτήσεων, θα θέσουν στο Εργατικό Κόμμα σχέδιο απόφασης υπέρ της αποχώρησης από την ΕΕ.

 

Νέες ψευδαισθήσεις της ευρωπαϊκής Αριστεράς;

Παρ’ όλες αυτές τις πρώτες αντιφάσεις, η νίκη του Κόρμπιν έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από προσωπικότητες και κόμματα ευρέος φάσματος της ευρωπαϊκής Αριστεράς. Οι πανηγυρισμοί είναι εύλογοι, αφού για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες εκδιώκονται οι εκφραστές μιας αντιδραστικής γραμμής από την ηγεσία ενός από τα μεγαλύτερα κόμματα της Ευρώπης. Αυτό το γεγονός από μόνο του σηματοδοτεί τον αναβρασμό και τη δυσαρέσκεια που επικρατεί ακόμη και σε μεγάλες ιμπεριαλιστικές χώρες όπως η Βρετανία. Άλλωστε η πολιτική που προτείνει ο Κόρμπιν, τουλάχιστον όσον αφορά το εσωτερικό της Βρετανίας, επαναφέρει τη «σκληρή ατζέντα» των παλιών Εργατικών, με μέτρα ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους και επανεθνικοποίησης βασικών τομέων της οικονομίας.

Το πρόβλημα όμως έγκειται στο γεγονός ότι η νίκη του Κόρμπιν φαίνεται να ενισχύει την ψευδαίσθηση που καλλιεργείται τελευταία από αρκετές δυνάμεις της ευρωπαϊκής Αριστεράς: ότι δηλαδή είναι δυνατόν να διεμβολιστεί η «παραδοσιακή» σοσιαλδημοκρατία σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και έτσι σταδιακά να κατακτηθούν εκ των έσω οι «ευρωπαϊκοί θεσμοί», και να προκύψει μ’ αυτόν τον τρόπο μια αλλαγή της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η γραμμή «αφού δεν μπορούμε να αλλάξουμε τα πράγματα στις χώρες μας, θα καταλάβουμε την ΕΕ και θα αλλάξουμε όλη την Ευρώπη» υποστηρίζεται πλέον από αρκετές δυνάμεις, όπως η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και των Podemos…

Πρόκειται για μία ακόμη ψευδαίσθηση που χρησιμεύει μόνο ως όχημα προσχηματικής διαφυγής από τη δύσκολη πραγματικότητα. Η αντίληψη ότι οι «ευρωπαϊκοί θεσμοί» μπορούν να καταληφθούν ως έχουν, δηλαδή δίχως μια βαθιά δημοκρατική επανάσταση στην Ευρώπη, και να χρησιμοποιηθούν σε «προοδευτική κατεύθυνση», είναι σήμερα πιο ουτοπική παρά ποτέ. Όχι μόνο εξαιτίας των συντριπτικά αρνητικών συσχετισμών (αρκεί να δει κανείς την εντεινόμενη αδυναμία των Podemos να πείσουν με την ολοένα και πιο «μετριοπαθή» στάση τους), αλλά κυρίως λόγω της ίδιας της νεοφιλελεύθερης συγκρότησης αυτής της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Είναι εμφανές ότι λείπει (και) στον Κόρμπιν, παρά τις τυχόν καλές προθέσεις του, η πεποίθηση και το σχέδιο για μια αναγκαία αλλαγή – που δεν μπορεί να προωθηθεί «υπό οιεσδήποτε συνθήκες».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!