του Τζέιμς Πέτρας*
Για δεκαετίες, κι ακόμη περισσότερο, οι ΗΠΑ και η Ευρώπη δασκάλευαν και ενθάρρυναν τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, της Αφρικής και της Ασίας να καλοδέχονται τις ξένες επενδύσεις. Αυτός, τους έλεγαν, είναι ο δρόμος προς τον εκσυγχρονισμό, την ανάπτυξη και την ευημερία. Με ελάχιστες αξιοσημείωτες εξαιρέσεις, οι ηγέτες και οι ακαδημαϊκοί της Δύσης προωθούσαν την απεριόριστη ροή κεφαλαίων (και τις εκροές των κερδών). Κανένας τομέας των οικονομιών που έμπαιναν στο στόχαστρο δεν εξαιρούνταν – αγροτική παραγωγή, εξορυκτικές δραστηριότητες, εργοστάσια, δημόσιες υπηρεσίες, μεταφορές και επικοινωνίες θα έπρεπε να «εκσυγχρονιστούν» περνώντας υπό βορειοαμερικανική και ευρωπαϊκή ιδιοκτησία και έλεγχο. Εξυμνούνταν όσοι ηγέτες του Τρίτου Κόσμου (στρατηγοί, τραπεζίτες, γαιοκτήμονες, είτε δικτάτορες είτε «εκλεγμένοι» με βία και νοθεία) υποκλίνονταν στο δόγμα των «ανοιχτών αγορών» και «ενθάρρυναν» την ξένη ιδιοκτησία.
Αντίθετα, ο εθνικισμός και οι εθνικιστές του Τρίτου Κόσμου καταδικάζονταν ως επιχειρούντες να μπλοκάρουν τους τροχούς της προόδου και την πορεία της Ιστορίας. Οι οικονομολόγοι κήρυτταν το δόγμα του καταμερισμού ως «συγκριτικό πλεονέκτημα»: η Δύση προοριζόταν να επενδύει, να κερδίζει και να κυριαρχεί στις αγορές, και ο Νότος να αποδέχεται χαμηλούς μισθούς, μειοψηφικές συμμετοχές και εξαρτημένες βιομηχανίες. Αυτό το σύστημα δούλευε ρολόι για τη Δύση όσο καιρό ήταν η κυρίαρχη δύναμη και διαμόρφωνε, άρα, τις αγορές, τις ροές κεφαλαίων και τους όρους των συναλλαγών. Οι εθνικιστές ηγέτες του Τρίτου Κόσμου καταδικάζονταν, υπόκεινταν κυρώσεις, εκδιώκονταν και δαιμονοποιούνταν σε όλη την περίοδο της αγγλοαμερικανικής υπεροχής.
Με το χρόνο και με πολλές προσπάθειες, μια σειρά χώρες του Τρίτου Κόσμου βάδισαν ένα διαφορετικό δρόμο – μέσω επαναστάσεων και μεταρρυθμίσεων, μέσω κρατικής διεύθυνσης της οικονομίας και εθνικών επιχειρηματιών, επένδυσαν, καινοτόμησαν, δανείστηκαν και, τελικά, μεταμόρφωσαν τις οικονομίες τους. Με τον καιρό ορισμένες από αυτές, όπως η Κίνα, άρχισαν να ανταγωνίζονται επιτυχώς τις δυτικές δυνάμεις για τον έλεγχο αγορών, ορυκτών και τεχνολογίας.
Αντιστροφή ρόλων: Η αυτοκρατορική Ουάσιγκτον καταγγέλλει ότι η Κίνα αποικιοποιεί την Οικονομία!
Καθώς η Αυτοκρατορία των ΗΠΑ αποτύγχανε να εξαλείψει τον κινεζικό ανταγωνισμό όχι μόνο στις υπερπόντιες αγορές αλλά και σε τομείς της δικής της, εγχώριας οικονομίας, τοπικές βιομηχανίες είτε μετακόμισαν στην Κίνα και το Μεξικό, είτε χρεοκόπησαν, είτε συγχωνεύτηκαν και πέρασαν υπό την ιδιοκτησία ξένου κεφαλαίου – κυρίως κινεζικού.
Έτσι ο εθνικισμός αντικατέστησε τον νεοφιλελευθερισμό και τον «οικουμενισμό» στους κόλπους τμημάτων της άρχουσας τάξης των ΗΠΑ, ειδικά μέσα από πολιτικές ιδεολογίες που συσπειρώνονται γύρω από τον πρόεδρο Τραμπ. Οι εθνικιστές σχημάτισαν μια εθνική πλουτο-λαϊκιστική συμμαχία, συνδέοντας τη Γουόλ Στριτ, καθυστερημένους τομείς της καπιταλιστικής τάξης και εκτοπισμένους, υποαπασχολούμενους ή άνεργους εργάτες υπό την ομπρέλα μιας «ρητορικής προστατευτισμού»: μαζικές μειώσεις φορολόγησης των επιχειρήσεων και επιβολή δασμών, ποσοστώσεων και φόρων στους Ευρωπαίους, Ασιάτες και λοιπούς Αμερικανούς ανταγωνιστές. Τα μαθήματα που παρέδιδε η Ουάσιγκτον περί ελεύθερων αγορών και αρετών της παγκοσμιοποίησης και των πολυμερών εμπορικών συμφωνιών πήγαν περίπατο…
Ο νέος προστατευτισμός αντηχούσε τη ρητορική της Αμερικής του 18ου και του 19ου αιώνα, και των πολύ υψηλών δασμών της εποχής της Μεγάλης Ύφεσης. Παλιότερα οι ΗΠΑ ισχυρίζονταν ότι οι όποιοι δασμοί ήταν αναγκαίοι ώστε να προστατευθούν και να ισχυροποιηθούν νεαροί κλάδοι. Αλλά ο προστατευτισμός του 21ου αιώνα διακηρύττει ότι στόχος είναι η προστασία της «εθνικής ασφάλειας» από αντιπάλους που βρίσκονται στην άλλη άκρη των ωκεανών (Κίνα) ή στην απέναντι πλευρά των συνόρων (Καναδάς, Μεξικό), μιλώντας και για θανάσιμες στρατιωτικές απειλές…
O πρόεδρος Τραμπ υιοθέτησε την ιδεολογία των εθνικοαπελευθερωτικών κυβερνήσεων του Τρίτου Κόσμου – την υπονόμευση των ανταγωνιστών της αυτοκρατορίας. Οι οπαδοί αυτού του υποκατάστατου «εθνικισμού» ευπρεπίστηκαν από τους συμμάχους τους σε ΜΜΕ των ΗΠΑ, τα οποία ξόδεψαν τόνους μελάνης επιτιθέμενα στις υπερπόντιες επενδύσεις της «επεκτατικής» Κίνας, την οποία κατηγορούν ότι «λεηλατεί» την Αφρική, τη Λατινική Αμερική και την Ασία… Η Ουάσιγκτον προέβαλε την εικόνα των ΗΠΑ περικυκλωμένων πανταχόθεν από εχθρούς, οι οποίοι «εκμεταλλεύονταν» την προνομιακή θέση τους ώστε να απομυζήσουν μια «αδύναμη Αμερική». Ο πρόεδρος Τραμπ ανέστρεψε τα εθνικιστικά συνθήματα της απελευθέρωσης του Τρίτου Κόσμου, μετατρέποντας τα στο ιμπεριαλιστικό κάλεσμα «Να δυναμώσουμε την Αμερικανική Αυτοκρατορία».
Ο εθνικισμός αντικατέστησε τον νεοφιλελευθερισμό και τον «οικουμενισμό» στους κόλπους τμημάτων της άρχουσας τάξης των ΗΠΑ, ειδικά μέσα από πολιτικές ιδεολογίες που συσπειρώνονται γύρω από τον πρόεδρο Τραμπ
Ο εθνικισμός του Τρίτου Κόσμου και οι επιλογές των αυτοκρατοριών που δύουν
Ο εθνικισμός του Τρίτου Κόσμου είναι μια ιδεολογία η οποία προωθεί τη δημιουργία εγχώριων αγορών και βιομηχανιών σε οικονομίες που σε μεγάλο βαθμό είναι αγροτο-εξορυκτικές, μέσω δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων και μέσω κρατικής ιδιοκτησίας, ελέγχου, ρύθμισης και επιδοτήσεων.
Ο εθνικισμός των αυτοκρατοριών που δύουν, από την άλλη, είναι η ιδεολογία των αυταρχικών μιλιταριστών και των φασιστικών καθεστώτων, που αδυνατούν πια να ανταγωνιστούν στις αγορές. Οι ιμπεριαλιστικές χώρες που παρακμάζουν έχουν αρκετές επιλογές:
1) Να προσαρμοστούν στις νέες πραγματικότητες αναβαθμίζοντας τις οικονομίες τους, μειώνοντας την υπερπόντια στρατιωτική παρουσία τους, ανακατανέμοντας τους προϋπολογισμούς και τις επενδύσεις τους, και εκπαιδεύοντας το εργατικό δυναμικό τους σε παραγωγική δραστηριότητα.
2) Να συμπήξουν συνεργασίες με αναδυόμενους ανταγωνιστές μέσω μοιράσματος της ισχύος, καινοτομιών, κοινοπραξιών και πολυμερών εμπορικών συμφωνιών.
3) Να επιδοθούν σε εμπορικούς πολέμους, υπερπόντιες στρατιωτικές κατακτήσεις ή στην περικύκλωση αναδυόμενων αντιπάλων μέσω κυρώσεων, δασμών και άλλων προστατευτικών μέτρων.
Η νοσταλγία για την περασμένη «δόξα» του μονοπολικού κόσμου, της οικονομικής κυριαρχίας και της αδιαμφισβήτητης ιδεολογικής υπεροχής είναι, πάντως, μια σίγουρη συνταγή για πολεμική ήττα και για έναν χομπσιανό κόσμο, όπου όλοι στρέφονται ενάντια στο αρπακτικό.
Συμπέρασμα: Η αυτοκρατορία που δύει δεν θα ξεψυχήσει γρήγορα
Στην αρχή, μια εθνικιστική-λαϊκιστική αναβίωση στην παρακμάζουσα Αυτοκρατορία μπορεί να τονώσει την ανάπτυξη, καθώς οι αντίπαλοι θα καταπραΰνουν τον επιτιθέμενο. Οι αυτοκρατορικές τάξεις θα ευημερήσουν με χαμηλότερους φόρους. Οι «αξιολύπητοι» μπορεί να δοξαστούν στη ρητορική του εθνικισμού, με την προσδοκία ότι «θα έρθει κάτι σπουδαίο». Αλλά οι φοροελαφρύνσεις θα σημάνουν μεγαλύτερα χρέη. Τα κατευναστικά έθνη, ενόψει μόνιμων απωλειών των ζωτικών για αυτά εξαγωγών, θα ανταποδώσουν τα ίσα, υποκύπτοντας στην προστατευτική μόλυνση. Οι αυτοκρατορικοί παγκοσμιοποιητές θα μετατραπούν σε εθνικιστές.
Οι εθνικιστές θα αντικαταστήσουν τους ανίκανους νεοφιλελεύθερους σοσιαλδημοκράτες. Οι εργάτες θα στραφούν στους εθνικιστές ώστε να ανακτήσουν τις θέσεις εργασίας που απώλεσαν και τη χαμένη αλληλεγγύη της γειτονιάς. Κι οι εθνικιστές θα εκμεταλλευθούν την καθοδική κοινωνική κινητικότητα και την αίγλη εικόνων μιας παλιότερης ευημερίας.
Οι εθνικοί πλουτοκράτες θα μετατραπούν σε αυταρχικούς που «επικοινωνούν» με το λαϊκό παράπονο ώστε να θαμπώσουν τον ανταγωνισμό των τάξεων. Οι εθνικιστές θα κερδίσουν λαϊκά ακροατήρια μπροστά σε μια Αριστερά που αποφεύγει, αποδιώχνει ή απορρίπτει τις αξίες που μοιράζονται οι τοπικές κοινότητες. Η υποστήριξη από φιλελεύθερους και προοδευτικούς των υπερπόντιων πολέμων, οι οποίοι αυξάνουν τις μεταναστευτικές ροές, θα τους αποξενώσει από τα εργατικά και μεσαία φορολογούμενα στρώματα.
Η αυτοκρατορία που δύει δεν θα ξεψυχήσει γρήγορα. Η εθνικιστική αναβίωση μπορεί να δώσει ζωή στην τελευταία αυτοκρατορική ιαχή. Ο φόβος και η απέχθεια των ιμπεριαλιστών μπροστά στην απειλή να καταστούν οι ίδιοι υποκείμενο αποικιοποίησης είναι η κινητήρια δύναμη της νέας αυτοκρατορικής αναβίωσης. Τα ψέματα και η υποκρισία που συνόδευαν τις παλιές αυτοκρατορικές κατακτήσεις στο όνομα της «υπεράσπισης των δυτικών αξιών» δεν πείθουν πια.
Μια αξιόλογη αντιπολίτευση μπορεί να αναδυθεί μονάχα αν συνθέσει το ταξικό και εθνικιστικό κάλεσμα με τις κοινοτικές αξίες και την κοινωνική αλληλεγγύη.
* Ο Τζέιμς Πέτρας, ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, ασχολείται επί δεκαετίες με τη θεωρία της ταξικής πάλης και είναι σύμβουλος σημαντικών κοινωνικών κινημάτων (petras.lahaine.org).