Η ομιλία του Μίκη στο Σύνταγμα ενόχλησε. Η παρουσία του στο συλλαλητήριο του Συντάγματος ενόχλησε πιο πολύ. Οι αντιδράσεις και κριτικές σε βάρος του στηρίχθηκαν, κυρίως, στη διαφωνία πολλών για το συλλαλητήριο και τον χαρακτήρα του. Η ίδια η ομιλία Μίκη δεν διαβάστηκε με επιμέλεια και προσοχή.

Χωρίς να χρειάζεται να είναι κάποιος «Θεοδωρακιστής», χωρίς να χρειάζεται «ερμηνείες» η ομιλία του Μίκη, θα ήταν χρήσιμο να εντοπιστούν τα κύρια σημεία της περισσότερο από όλα για να σχηματίσουμε γνώμη. Όχι μόνο για όσα είπε o Μίκης. Αλλά κυρίως για όσα συντελούνται μπροστά στα μάτια μας, για τη σημασία του συλλαλητηρίου της περασμένης Κυριακής, αλλά και για τους λόγους που οδήγησαν, διαισθητικά ή όχι, εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες να πάρουν μέρος σ’ αυτό.

Μια πατρίδα που σέβεται τις άλλες πατρίδες

«Εγώ δεν ντρέπομαι, όπως οι εθνομηδενιστές που μας κυβερνούν, να παραμείνω πιστός στις ιερές σκιές των προγόνων μας που μας δίδαξαν την αγάπη και τη θυσία για το έθνος και την πατρίδα. Μια πατρίδα που σέβεται και αγαπά όλες τις πατρίδες του κόσμου.»

Ο Μίκης δεν χαρίζει την «αγάπη και την θυσία για την πατρίδα» στον εθνικισμό και τους πατριδοκάπηλους. Διαχωρίζεται από τον «εθνομηδενισμό» που θεωρεί προοδευτικό ή ρεαλιστικό το προσκύνημα στις επιδιώξεις των μεγάλων δυνάμεων. Που κατασκευάζει τη δική του «ιστορία» για να δικαιολογήσει την προσαρμογή του στην ισοπεδωτική παγκοσμιοποίηση και την υπαγωγή του στους «ρεαλισμούς» των ιμπεριαλιστών έναντι μιας υποτιθέμενης «προστασίας». Το «αντιστασιακό πνεύμα» της ιστορίας του ελληνικού λαού είναι βαθιά εμποτισμένο από την περιφρόνηση των επιδιώξεων των ισχυρών της γης και των συνακόλουθων ρεαλισμών.

Πατριωτισμός και διεθνισμός

«Ναι, είμαι πατριώτης – διεθνιστής και συνάμα περιφρονώ και μάχομαι τον φασισμό σε όλες του τις μορφές».

Οι έννοιες πατριωτισμός και διεθνισμός δεν είναι ασύμβατες. Αγάπη για την πατρίδα σημαίνει παράλληλα σεβασμός για τις πατρίδες όλου του κόσμου. Σημαίνει αγώνας για την ειρήνη, τη φιλική συνύπαρξη, τον σεβασμό των συνόρων. Σημαίνει αποστάσεις από εθνικισμούς, από αντιλήψεις περί «περιούσιου λαού», από εδαφικές διεκδικήσεις και «αλυτρωτισμούς». Σημαίνει να γνωρίζεις και να σέβεσαι την ιστορία. Σημαίνει να αντιλαμβάνεσαι ότι πίσω από «δικαιώματα και αυτο-προσδιορισμούς» κρύβονται μεγάλες δυνάμεις που υποκινούν «μικρούς εθνικισμούς» για συμφέροντα που τελικά στρέφονται σε βάρος όλων των λαών. Στην συγκεκριμένη περίπτωση σε βάρος των λαών ολόκληρης της Βαλκανικής.

Ο πατριωτισμός, ακόμα, συνδέεται άμεσα με την περιφρόνηση και τον αγώνα ενάντια στον φασισμό. Με αυτές τις δηλώσεις πώς άραγε ξεπλένονται και δικαιώνονται οι ακροδεξιοί κύκλοι;

Ο αριστερόστροφος φασισμός

«Ναι, είμαι πατριώτης – διεθνιστής και συνάμα περιφρονώ και μάχομαι τον φασισμό σε όλες του τις μορφές. Και προπαντός στην πιο πονηρή, απατηλή κι επικίνδυνη μορφή του: την αριστερόστροφη.»

Δικαιολογημένη η ενόχληση για τη λέξη «αριστερόστροφος». Δικαιολογημένη η δυσφορία του συστήματος ΣΥΡΙΖΑ και όσων νομίζουν ότι οι καρικατούρες «αριστερού αποτυπώματος» και «κοινωνικής ευαισθησίας» μπορούν να ξεπλένουν την επιτάχυνση και την εμβάθυνση της κοινωνικής καταστροφής που επιβάλλουν οι «μειοψηφίες που μας κυβερνούν», οχυρωμένοι πίσω από τις εκλογικές αλχημείες των αστών πολιτικών… θλιβερές αποφύσεις ενός συστήματος που μας δαγκώνει και μας πονά, γιατί πεθαίνει και το ξέρει. Ας ψάχνουν όσο θέλουν να βρουν «αντιμνημονιακά ελλείμματα» και έλλειψη «αντικυβερνητικών αιχμών» ορισμένοι αμετανόητοι τιμητές του «καθαρού ταξικού λόγου» που δυστυχώς στέκει αδύναμος να κατανοήσει ότι το κοινωνικό πρόβλημα της χώρας είναι ενιαίο και αδιαίρετο με το εθνικό και μάλιστα έχουν κοινές ρίζες.

Δικαιολογημένη και η ενόχληση των αρειμάνιων υποστηρικτών της θεωρίας ότι η κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ ήταν προϊόν της «προδοσίας Γκορμπατσώφ». Ήταν για αυτούς «παράδεισος δημοκρατίας» τα καθεστώτα Μπρέζνιεφ, Χόνεκερ, Τσαουσέσκου και όλα ανεξαίρετα τα καθεστώτα του πρώην ανατολικού μπλοκ. Ξεχνιέται, 25 χρόνια μετά την κατάρρευση, και μάλιστα από όλες τις πτέρυγες της ενοποιημένης πια ντούρας «αριστεροσύνης», η κριτική που ασκήθηκε από ένα παγκόσμιο κίνημα, για τις ελλείψεις και καθυστερήσεις του ιστορικού σοσιαλισμού. Και το χειρότερο είναι να υποστηρίζεται ότι χωρίς ξεκαθάρισμα με τις «ελεεινότητες του παρελθόντος» μπορεί να υπάρξει νέο ξεκίνημα.

Ένας υποδαυλιζόμενος εθνικισμός

«Παράλληλα, θα πρέπει όμως να γνωρίζουμε ότι από την άλλη μεριά υπάρχει ένα βαθύ κράτος που συνωμοτεί, με άλλες διεθνείς δυνάμεις, εναντίον της ακεραιότητας της χώρας μας.»

Φιλειρηνικός λαός, υπηρέτηση της ειρήνης και της πολιτικής της καλής γειτονίας δεν σημαίνει άγνοια της πραγματικότητας. Ο «αλυτρωτισμός» των Σκοπίων δεν είναι προϊόν μιας στρεβλής κατανόησης της ιστορίας. Η παραμόρφωση της ιστορίας λειτουργεί, αποσκοπεί, μέσω της συνταγματικής κατοχύρωσης της λεγόμενης «Μακεδονίας του Αιγαίου», στην επέκταση των συνόρων της ΠΜΓΔ σε βάρος της Ελλάδας. Αυτή η πολιτική ενθαρρύνεται και υποδαυλίζεται από μεγάλες δυνάμεις, σημειώνει ο Μίκης και θυμίζει: «υπάρχουν ισχυρές διεθνείς δυνάμεις, που έχουν στόχο τους τη σαλαμοποίηση της περιοχής των Βαλκανίων. Η περίπτωση της Γιουγκοσλαβίας είναι ακόμα νωπή. Το επόμενο θύμα θα είναι η χώρα μας. Τα μαύρα σύννεφα που μας απειλούν γίνονται κάθε μέρα και περισσότερο ορατά»

 Οι δικές μας ευθύνες

«Πρέπει, επομένως, κι εμείς ν’ αναγνωρίσουμε ότι είναι και δική μας ευθύνη το γεγονός ότι επιτρέψαμε να ανατρέφονται τόσες γενιές Σκοπιανών με τις ιδέες που ανέφερα».

Η χάραξη μιας γραμμής άμυνας για την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή δεν μπορεί να αγνοεί τις ευθύνες και της δικής μας πλευράς. Και εδώ πάλι, η μέθοδος Μίκη συναντά πικρόχολη αντίδραση γιατί ενοχλεί. Και αυτό γιατί τα «δικά μας λάθη» έχουν τις ρίζες τους στις προπολεμικές, έστω και εκβιαστικά αποσπασμένες, «θέσεις» της Αριστεράς για το Μακεδονικό που, αν και διορθώθηκαν αργότερα, δεν παύουν να της «χρεώνονται» και να πληρώνει γι’ αυτές μέχρι σήμερα. Και ακόμα, τα «δικά μας λάθη» συνεχίστηκαν με την αδυναμία των «κατά καιρούς υπευθύνων, που δεν έκαναν καμία προσπάθεια να ανασκευάσουν, στα μάτια των ξένων, αυτή τη χονδροειδή παραποίηση της Ιστορίας». Η αδιαφορία της Αριστεράς για το ζήτημα αυτό επέτρεψε την εκμετάλλευσή του από την ακροδεξιά και την υποκατάσταση σοβαρών εκτιμήσεων και επιχειρημάτων από την μισαλλοδοξία των «γυφτοσκοπιανών».

Αναφορά στον κυρίαρχο λαό και στην ανάγκη ενότητας.

«Για εμάς η θέση του ελληνικού λαού, στο συγκεκριμένο θέμα, είναι αρκετά σαφής, σταθερή και αυτονόητη που δεν χρειάζεται δημοψήφισμα. Εάν όμως κάποια κυβέρνηση διανοηθεί να βάλει την υπογραφή της χώρας μας σε οποιαδήποτε ονομασία, απλή ή σύνθετη, που θα περιέχει το όνομα “Μακεδονία”, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι υποχρεωμένη να ρωτήσει πρώτα τον ελληνικό λαό».

Η ομιλία του Μίκη αναφερόταν και απευθυνόταν στον κυρίαρχο λαό. Τον λαό ως υποκείμενο, τον λαό ως κομμάτι μιας ιστορικής συνέχειας. Όχι τον λαό ως «ψήφο», ως «κυρίαρχο» την Κυριακή κάθε εκλογών και μετά ως πειθήνιο βουβό θύμα της κατάφωρης αντιστροφής της όποιας επιλογής του. Η αναφορά στον κυρίαρχο λαό δεν ήταν ρηχή και επιφανειακή. Δεν ήταν κολακευτική. Στηριζόταν σε επιχειρήματα για τις μεγάλες απειλές, τους υποκινητές και υπεύθυνους αυτών των απειλών, στην επισήμανση ιστορικών λαθών. Στηριζόταν κυρίως στην πεποίθηση ότι η λύση μπορεί να προέλθει από τον ίδιο τον λαό. Ο Μίκης ανάδειξε και δυνάμωσε την ιδέα του δημοψήφισματος μπροστά στη σπουδή του πολιτικού κόσμου να κλείσει όπως-όπως το θέμα ή να χρεώσει η μια πτέρυγα του αστισμού στην άλλη την ευθύνη της απόφασης. Κατέστησε μάλιστα τους βουλευτές υπεύθυνους να προκαλέσουν τη σχετική συζήτηση και να στηρίξουν το αίτημα.

Την ίδια στιγμή ανέδειξε την ανάγκη ενότητας του ελληνικού λαού. «Γιατί όταν υπερασπίζεται κανείς τα δίκαια της πατρίδας του και του λαού του, αυτό δεν είναι εθνικισμός… είναι πατριωτισμός».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!