Η απραξία της Αριστεράς
Κι όμως, απέναντι σε αυτήν την απύθμενη πρόκληση του χρηματιστικού κεφαλαίου είναι η απάντηση της Αριστεράς αδικαιολόγητα χλομή. Δυστυχώς, δε, ήταν το ίδιο χλομή σε όλες τις περιπτώσεις της κρατικής ή ευρωπαϊκής αιμοδότησης των τραπεζών με δημόσιο χρήμα. Ενώ θα έπρεπε να είναι έντονη, εντονότατη, αιχμηρότατη. Να το αναγορεύσει σε κεντρικό ζήτημα. Να διατρανώσει ότι πρέπει εδώ και τώρα να μπει φραγμός στην αιμοδότηση των τοκογλύφων. Να αναδείξει ότι αυτοί που επιβάλλουν τα Μνημόνια, αυτοί που στραγγαλίζουν τις κοινωνίες, είναι οι ίδιοι που για τις «ανάγκες» τους «υπάρχουν ατέλειωτα λεφτά». Τίποτα από αυτά δεν είδαμε. Κι όμως, αυτό είναι ζήτημα που μπορεί άμεσα να περάσει στο λαό, εύκολα θα λέγαμε, που δένεται με τη λαϊκή αντίσταση, που απονομιμοποιεί έναν από τους πιο κεντρικούς πυλώνες του συστήματος, που συνδέεται με την άρνηση αναγνώρισης του χρέους, που βοηθά να μετασχηματιστεί η λαϊκή διαθεσιμότητα σε ισχυρή λαϊκή πεποίθηση.
Από την άλλη μεριά, τα συστημικά ΜΜΕ σχεδόν «έθαψαν» το ζήτημα των 489 δισ. Ίσα που το ανέφεραν χωρίς, όμως, πολλά σχόλια. Νιώθουν την ενοχή τους, νιώθουν την ενοχή της τάξης τους, νιώθουν και την οργή του λαού. Το περνάνε στα μουλωχτά. Κι έτσι το κενό της αριστερής παρέμβασης γίνεται ακόμη πιο εμφανές. Τη στιγμή που θα έπρεπε να στοχοποιείται από την Αριστερά, δίπλα στο χρεοκοπημένο πολιτικό σύστημα, ο επιχειρηματικός κόσμος του μεγάλου κεφαλαίου. Όλους αυτούς, θα μπορούσε να αφορά το σύνθημα «να φύγουν όλοι», αν γινόταν μαζική δουλειά αποκάλυψης και αν σε αυτήν αξιοποιούνταν τα επιχειρήματα που μας προμηθεύει η ίδια η πραγματικότητα, όπως το ζήτημα των 489 δισ. ή όπως τα 108 δισ. που έχουν εγκολπώσει -επίσης σχεδόν δωρεάν από το δημόσιο ταμείο- οι ελληνικές τράπεζες.
Συνεπώς, είναι άμεση ανάγκη να ξεπεραστεί η αφωνία και η απραξία της Αριστεράς για το ζήτημα της αιμοδότησης των τραπεζών και του μεγαλοαστισμού, συνολικά.
Η συμμόρφωση του αριστερού ευρωπαϊσμού
Παράλληλα, τα 489 δισ. που δόθηκαν στις τράπεζες από την ΕΚΤ αποδεικνύουν πόσο λαθεμένη είναι εκείνη η ευρωπαϊστική αντίληψη της Αριστεράς (αριστερός ευρωπαϊσμός), που ζητά η ΕΚΤ και η Ε.Ε. να «επανιδρυθούν» και η ΕΚΤ να μην παίζει το παιχνίδι των αγορών, αλλά να συμβάλει στη διάσωση των χωρών, που αντιμετωπίζουν το φάσμα της χρεοκοπίας. Μα εδώ βλέπουμε, με τον πιο σαφή τρόπο, ότι ΕΚΤ και αγορές είναι συνεταιράκια. Προκλητικά πλέον Ε.Ε. και ΕΚΤ το δηλώνουν, το φωνάζουν: «Είμαστε με το μεγάλο κεφάλαιο, είμαστε οι διαχειριστές της πολιτικής και της οικονομίας προς όφελος των πολυεθνικών και του χρηματιστικού κεφαλαίου». Το ζήτημα για την Αριστερά, ειδικά σε χώρες όπως η Ελλάδα, δεν μπορεί να τίθεται με όρους ευχολόγιου. Η γραμμή της Αριστεράς δεν μπορεί να είναι οι απομακρυσμένες, σε ένα απροσδιόριστο μέλλον, «επανιδρύσεις», όταν θα έχουν αλλάξει σε πανευρωπαϊκή κλίμακα οι συσχετισμοί και πολύ περισσότερο δεν είναι οι «επανιδρύσεις τώρα», τώρα που δεν υπάρχουν οι συσχετισμοί.
Αντίθετα, η γραμμή της Αριστεράς, οφείλει να είναι μια γραμμή ρήξης με την Ε.Ε., εξαπόλυσης αγώνων και οργάνωσης του λαού για την ακύρωση των πολιτικών, των καταναγκασμών, των Μνημονίων και των Συμφώνων που έρχονται από την ΕΕ. Από την άποψη αυτή η απραξία της Αριστεράς -ειδικά της ευρωπαϊστικής- για τα 489 δισ. απηχεί μια βαθύτερη τάση συμμόρφωσης και όχι μια γραμμή ρήξης.